Ορέστης Μάτσας, Μέλος Ερευνητική Ομάδα SAFIA- τομέας Ευρώπης/ Ευρωπαϊκής Ένωσης

 

Σχεδόν ένα χρόνο μετά την «Συμφωνία των Παρισίων» και με αφορμή την πρόσφατη (7-18/11/2016) «Συνδιάσκεψη του Μαρακές»[1], είναι χρονικά μια καλή ευκαιρία για παρατήρηση και αξιολόγηση της μέχρι τώρα πορείας της οικουμενικής αυτής κινητοποίησης για την συντελούμενη κλιματική αλλαγή. Η συνδιάσκεψη του Μαρακές μπορεί να χαρακτηρισθεί ως προέκταση «καρποφορίας» της Συνθήκης των Παρισίων (ΣτΠ), αφού συνεχίζει την προσπάθεια που ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2015 από 196 κράτη απ’ όλο τον πλανήτη. Προσπάθεια που δίνει την ευκαιρία στα συμμετέχοντα μέρη να ενημερωθούν και να ενημερώσουν για το μέχρι τώρα έργο τους, να δώσουν και να λάβουν δεσμεύσεις, αλλά κυρίως να ανταλλάξουν εποικοδομητικά ιδέες, απόψεις και εμπειρίες στα πλαίσια του κοινού τους στόχου[2] που δεν είναι άλλος από την διατήρηση της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από τους 2 °C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.

Όταν εξετάζει κανείς το πεδίο της κλιματικής αλλαγής, της περιβαλλοντικής ευαισθησίας, της κατανάλωσης ενέργειας και της πρωτοποριακής δράσης στους τομείς αυτούς, δε μπορεί να αγνοήσει τη δραστηριότητα της Ε.Ε. τόσο ως άρχουσας διοίκησης 28 κρατών, όσο και ως οργανισμού υψηλής δυναμικής στον παγκόσμιο χάρτη. Με βάση τις Περιβαλλοντικές Αρχές[3] (π.χ. «ο ρυπαίνων πληρώνει») όπως αυτές απορρέουν από την ευρωπαϊκή πολιτική και το δίκαιο Περιβάλλοντος, όπου πλέον γίνεται ξεκάθαρη και η υψηλή ατομική ευθύνη των κρατών για το ευρύτερο φάσμα της περιβαλλοντικής πολιτικής που ακολουθείται από την Ε.Ε., αξίζει να εστιάσουμε στους, διαχρονικά, δύο μεγαλύτερους καταναλωτές[4] ενέργειας της Ε.Ε., την Γερμανία και την Γαλλία. Συγκεκριμένα για το έτος 2014 που υπάρχουν και τα πιο πρόσφατα στοιχεία η κατανάλωση ενέργειας της Γερμανίας αντιστοιχεί στο 19.5% της συνολικής κατανάλωσης των 28 κρατών-μελών της Ε.Ε., ενώ στην Γαλλία το αντίστοιχο  ποσοστό ανέρχεται στο 15.5%. Στις εν λόγω μετρήσεις και αναφορές, όπως αυτές  καταγράφονται από τον επίσημο φορέα παροχής στατιστικών δεδομένων της ΕΕ (Eurostat), συμπεριλαμβάνονται όλες οι πτυχές της καταναλισκόμενης ενέργειας του κάθε κράτους όπως για παράδειγμα οι μεταφορές, οι βιομηχανίες, τα νοικοκυριά κ.α., επομένως αποτελούν παραμετρικά αντικειμενικό κριτήριο εξαγωγής συμπερασμάτων.

Θεωρούμε δεδομένο τον ευυπόληπτο χαρακτήρα της Γερμανίας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, σε θέματα περιβαλλοντικής ευσυνειδησίας, καθότι κατείχε ανέκαθεν είτε ρόλο πρωτεργάτη, είτε συμμετέχοντα, στις εκάστοτε συλλογικές προσπάθειες των κρατών που  έχουν γίνει κατά το παρελθόν με σκοπό την διατύπωση μια κοινής διεθνούς πολιτικής ως προς το περιβάλλον. Εξέχουσας σημαντικότητας και δυναμικής συλλογικές προσπάθειες, αποτελούν η Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης (1972), του Ρίο (1992), το πρωτόκολλο του Κιότο (1997), η συνθήκη του Γιοχάνεσμπουργκ (2002).  Ως εκ τούτου φτάνοντας στη ΣτΠ, η επίσημη θέση[5] της Γερμανίας όπως διατυπώθηκε από την Καγκελάριο Μέρκελ, αποτελούσε ένα εχέγγυο συνεργασίας, αποφασιστικότητας, θέλησης αλλά και προσανατολισμού για τις υπόλοιπες χώρες. Η Γερμανία εμφανίστηκε έχοντας ξεκάθαρους στόχους, όπως για παράδειγμα, τη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα (CO2) κατά 40% έως το 2020 και κατά 80-95% έως το 2050 σε σχέση με τις εκπομπές του 1990, καθώς και υιοθέτηση 100 νέων μέτρων που συμβάλουν στην αποτροπή της κλιματικής αλλαγής. Ανέφερε επίσης την προ πολλού, στροφή της χώρας προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) ως βασική πηγή ενέργειας, επισημαίνοντας πως ήδη κατά το 2015 αποτελούσε το 27% της μικτής καταναλισκόμενης ενέργειας της Γερμανίας. Αναγνώρισε τον σημαντικό ρόλο που έχουν να διαδραματίσουν τα ανεπτυγμένα κράτη, όπως η Γερμανία, και οι βιομηχανίες τους, απέναντι στα αναπτυσσόμενα. Ως εκ τούτου εξήγγειλε τον διπλασιασμό της στήριξης των €50 εκατ. που παρέχει από το 2014 στις αναπτυσσόμενες χώρες. Έτσι από το 2020 θα προσφέρει €100 εκατομμύρια τον χρόνο. Τόνισε την ανάγκη που υπάρχει για αξιολόγηση της πορείας της κάθε χώρας, στην προσπάθεια αυτή προτείνοντας πενταετή ανασκόπηση και αναθεώρηση των στόχων.

Με το πέρας της κορυφαίας αυτής συνάντησης που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι και έχοντας θέσει πολύ ψηλά τον πήχη των προσδοκιών, η γερμανική κυβέρνηση κλήθηκε να μετουσιώσει σε νούμερα και πράξεις όλα όσα είχε προαναγγείλει. Έντεκα μήνες μετά και με την Συνδιάσκεψη του Μαρακές να βρίσκεται προ των πυλών, αρκετοί έσπευσαν να κατηγορήσουν[6] την κυβέρνηση ότι δεν είχε την αποφασιστικότητα που χρειαζόταν για να θέσει πιο ξεκάθαρους και άμεσους στόχους με σκοπό να τους παραθέσει στην εν λόγω συνδιάσκεψη. Παρ’ όλα αυτά, έστω και την τελευταία στιγμή η Γερμανία γνωστοποίησε ένα ολοκληρωμένο πλάνο εγχώριας δράσης, [7]  το οποίο μεταξύ άλλων προβλέπει μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου (CO2, NOx, CH4) που προέρχονται από την ηλεκτροπαραγωγή κατά 50%, από τη βιομηχανία κατά 22% σε σχέση με το 2014, από τα μέσα μεταφοράς κατά 40% σε σύγκριση με το 2010 και από την γεωργία-κτηνοτροφία κατά 17%, με χρονικό ορίζοντα το έτος 2030 για όλους τους παραπάνω δείκτες παραγωγής αερίων του θερμοκηπίου.

Μπορεί η γερμανική κυβέρνηση σε επίπεδο συνομιλιών και διεθνούς σύμπραξης να έκανε το καθήκον της ενόψει της πολυμερούς συνάντησης στο Μαρόκο, παραθέτοντας ένα πρωτοποριακό αλλά ταυτόχρονα και τολμηρό πλάνο δράσης με σκοπό την αναχαίτιση της διαφαινόμενης κλιματικής αλλαγής, ωστόσο δεν πέρασε απαρατήρητη η ελαστικότητα με την οποία αντιμετώπισε το σκάνδαλο της πολυεθνικής εταιρείας VW, την οποία επί της ουσίας άφησε στο απυρόβλητο. Επομένως, όχι μόνο έγινε δέκτης σκληρής κριτικής[8] από τοπικά και διεθνή μέσα και οργανισμούς, αλλά θα κληθεί να αντιμετωπίσει[9] και νομικές κυρώσεις αφού η ίδια η Ε.Ε. έχει στραφεί εναντίων της για το θέμα αυτό.

Όσον αφορά την Γαλλία, η πάγια κρατική τακτική της σε σχέση με τις παγκόσμιες δράσεις για το περιβάλλον δεν διαφοροποιείται από αυτό της Γερμανίας. Ως εκ τούτου, σε μια συνάντηση κορυφής τόσο μεγάλης αξίας και δυναμικής, όπως η Συμφωνία των Παρισίων, η Γαλλία αποτελούσε νομοτελειακά εκ των καταλληλότερων χωρών για την ανάληψη του ρόλου του οικοδεσπότη. Στα πλαίσια της συμφωνίας τον Δεκέμβρη του 2015 ο Γάλλος Πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ ανακοίνωσε[10] τον διπλασιασμό της στήριξης που παρείχε η Γαλλία τα πέντε προηγούμενα χρόνια στην Αφρική από €1 δισ. σε €2 δισ. έως το 2020 με σκοπό να επενδυθούν στις ΑΠΕ. Οι οικονομικές ενισχύσεις των ανεπτυγμένων χωρών προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, στοχεύουν όχι μόνο στην δημιουργία μιας ενεργειακής υποδομής σε κράτη που ο ηλεκτρισμός και τα βασικά συνεπακόλουθα αυτού αποτελούν πολυτέλεια, αλλά και στην δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την ευρύτερη ανάπτυξη του βιοτικού τους επιπέδου.

Ο τομέας της παραγωγής ενέργειας στην Γαλλία αποτελεί θέμα ταμπού[11] μέσα και έξω από τη χώρα. Η Γαλλία αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό πυρηνικής ενέργειας παγκοσμίως καθότι εξυπηρετεί το 75% των αναγκών της από τους πυρηνικούς της σταθμούς. Αναλογιζόμενοι το μέγεθος της χώρας αλλά και την υψηλή εξαγωγική της δραστηριότητα στον τομέα της ενέργειας γίνεται αντιληπτή η απόλυτη κυριαρχία της σε αυτό το είδος παραγωγής ενέργειας. Η πυρηνική ενέργεια δεν συνεισφέρει στην ατμοσφαιρική ρύπανση ωστόσο δεν εντάσσεται  στις ΑΠΕ και αντιμετωπίζεται από τα περισσότερα κράτη αλλά και από την κοινή γνώμη με διστακτικότητα. Το γεγονός αυτό οφείλεται στην ραδιενέργεια που απελευθερώνουν τα πυρηνικά απόβλητα της διεργασίας. Τα απόβλητα αυτά αποτελούν ίσως το σημαντικότερο μειονέκτημα της πυρηνικής ενέργειας αφού η διαχείριση και καταστροφή τους συνιστά σοβαρό κίνδυνο ανεξέλεγκτης εκροής ραδιενέργειας με τα αποτελέσματα να είναι καταστροφικά. Έτσι, δεν προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι στο περιεχόμενο της ΣτΠ δεν υπήρξε καμία απολύτως αναφορά στην πυρηνική ενέργεια ως λύση στο υφιστάμενο πρόβλημα των υψηλών εκπομπών. Έτσι ακολουθώντας το παράδειγμα πολλών άλλων χωρών, ακόμα και η Γαλλία[12] θέτει υπό αμφισβήτηση πλέον αυτή την μέθοδο παραγωγής ενέργειας και παράλληλα στοχεύει σε μείωση της εξάρτησής της από τα πυρηνικά από 75% σε 50% έως το 2025 με σχέδιο κάλυψης των εν λόγω αναγκών από τις ΑΠΕ.

Η ηχηρή συμμετοχή των κρατών στη Συμφωνία των Παρισίων, έδωσε το έναυσμα για την δημιουργία ενός ρεύματος-σύμμαχου για το περιβάλλον. Η Ε.Ε. και συνακόλουθα η Γερμανία και η Γαλλία όπως αναλύθηκε πιο πάνω, φαίνεται να κατέχουν ηγετικό ρόλο στην προσπάθεια αυτή. Παρόλο που ο στόχος των 2 °C για την αύξηση της θερμοκρασίας που τέθηκε είναι εκ των πραγμάτων αρκετά απαιτητικός, γίνονται αποφασιστικά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση. Το κράμα της συντονισμένης δράσης των μερών[13] της συμφωνίας, χρειάζεται να έχει διάρκεια και μεθοδικότητα, χαρακτηριστικά τα οποία αποτελούν πάγια πολιτική τακτική για τις παραπάνω τρεις συνιστώσες (Ε.Ε., Γερμανία, Γαλλία). Ως εκ τούτου η συμφωνία φαίνεται να έχει εξ’ αρχής τοποθετηθεί σε στέρεα θεμέλια και να βαίνει προς τη σωστή πορεία.

Βιβλιογραφία:

[1] Sophie Yeo, «The UN’s COP22 climate talks in Marrakech» (Carbon Brief, 3/11/2016), https://www.carbonbrief.org/preview-un-cop22-climate-talks-marrakech (ημερομηνία πρόσβασης: 21/12/2016)

[2] Paris Agreement [Article 2, Paragraph 1(a)], https://unfccc.int/files/meetings/paris_nov_2015/application/pdf/paris_agreement_english_.pdf

[3] Τσάλτας Γ. – Πλατιάς Χ., «ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ» (Αθήνα, Εκδόσεις Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ 2010)

[4] Eurostat, «Consumption of Energy» (Statistics Explained, June 2017), http://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/index.php/Consumption_of_energy (ημερομηνία πρόσβασης: 21/12/2016)

[5] Angela Merkel, «Statement by Federal Chancellor Angela Merkel at the United Nations Climate Change Conference» (UN, 30/11/2015) http://unfccc.int/files/meetings/paris_nov_2015/application/pdf/cop21cmp11_leaders_event_germany.pdf

[6] Melanie Hall, «What happened with Germany’s climate protection plan?» (Deutsche Welle, 2/11/2016) http://dw.com/p/2S33V (ημερομηνία πρόσβασης: 23/12/2016)

[7] Anne-Sophie Brändlin, Gero Rueter, «A close look at Germany’s climate action plan» (Deutsche Welle, 14/11/2016) http://dw.com/p/2SfgD (ημερομηνία πρόσβασης: 23/12/2016)

[8] Ben Knight, «German government ‘hiding CO2 emissions test results’» (Deutsche Welle, 18/11/2016), http://dw.com/p/2SvAt (ημερομηνία πρόσβασης: 23/12/2016)

[9] «EU launches legal case against Germany, six other countries over VW scandal» (Deutsche Welle, 8/12/2016) http://www.dw.com/en/eu-launches-legal-case-against-germany-six-other-countries-over-vw-scandal/a-36690366 (ημερομηνία πρόσβασης: 23/12/2016)

[10] United Nations, «France to Invest 2 Billion Euros in Africa Renewables » (Financial Flows, 01.12.2015) http://newsroom.unfccc.int/financial-flows/france-to-invest-2-billion-euros-in-renewables-in-africa/  (ημερομηνία πρόσβασης: 24/12/2016)

[11] Joseph BAMAT, «Nuclear energy struggles to find its voice at COP21 conference» ( France 24, 8/12/2016) http://www.france24.com/en/20151208-cop21-france-nuclear-energy-struggles (ημερομηνία προβολής: 24/12/2016)

[12] Reuters, «COP21: Nuclear exit unthinkable for climate conference host France», (The Economic Times, 26/11/2015) http://economictimes.indiatimes.com/news/international/world-news/cop21-nuclear-exit-unthinkable-for-climate-conference-host-france/articleshow/49932388.cms (ημερομηνία πρόσβασης: 28/12/2016)

[13] Κατά τη διάρκεια της ΣτΠ, 197 μέρη (196 χώρες και η ΕΕ) παρευρέθηκαν στην συνάντηση κορυφής. Από τις 22/4/2016 έως τις 22/4/2017 οι χώρες καλούνται σε πρώτη φάση να προσυπογράψουν τη συμφωνία ενώ ακολούθως να την επικυρώσουν ή να την αποδεχτούν ή να την εγκρίνουν. Με το πέρας της Συνδιάσκεψης στο Μαρακές 197 μέρη έχουν υπογράψει τη συμφωνία εκ των οποίων τα 119 την έχουν επικυρώσει. Η λίστα των κρατών παρατίθεται στον ακόλουθο σύνδεσμο.

http://unfccc.int/paris_agreement/items/9444.php