Του Αλέξανδρου Ντάφλου, Ερευνητής Ομάδας SAFIA – τομέας Μέσης Ανατολής
Μιλώντας κανείς για την Τουρκία σήμερα, θα βρει πληθώρα ζητημάτων να τον απασχολήσουν. Στο παρόν άρθρο, επιλέγεται να εξεταστεί ο ρόλος που διαδραμάτισε το κοινωνικοπολιτικό υποκείμενο που δρα εντός της Τουρκικής επικράτειας και επιλέγει να αντισταθεί σε κάθε είδους αυταρχισμό, είτε αυτός ονομάζεται εθνικιστικός, με κεμαλικό μανδύα, είτε ισλαμικός, με ερντογανική θεώρηση. Ακολούθως, επιχειρείται να αναλυθεί ηπορεία αυτού του χώρου, που προσδιορίζεται συνοπτικά ως δημοκρατικός και προοδευτικός, μέσα στις ιδιαίτερα ταραγμένες γραμμές της σύγχρονής τουρκικής ιστορίας, αλλά και την επίδραση του στις σημερινές πολιτικές συνθήκες ,οι οποίες πριμοδοτούν τον αυταρχισμό και συντηρητισμό.
Ιδιαίτερα σημαντικό ωστόσο, πριν εκκινήσει η αναλυτική διαδικασία, είναι να οριοθετηθεί το νόημα αυτών των λέξεων. Ελάχιστοι στις μέρες μας ισχυρίζονται ότι δεν πιστεύουν στη δημοκρατία και την πρόοδο, είναι όμως, στα αλήθεια, έτσι τα πράγματα; Ο υποφαινόμενος αντιλαμβάνεται τις έννοιες αυτές συσχετιζόμενες με κάποιες απαράβατες αξίες και αντίστοιχες θεσμικές αποτυπώσεις. Βασική προϋπόθεση αποτελεί η ύπαρξη ελεύθερων εκλογών σε συνδυασμό με τον σεβασμό του εκάστοτε πολιτικού αποτελέσματος από, κομβικής σημασίας θεσμούς, όπως η Εκκλησία, ο Στρατός και η Δικαιοσύνη. Εξ’ ίσου σημαντικό είναι το δικαιωματικό πλαίσιο, δηλαδή ζητήματα που άπτονται των ατομικών ελευθεριών και προασπίζουν αστικά, έμφυλα ,κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Επιπλέον, όταν μιλάμε για δημοκρατία και προοδευτική διακυβέρνηση δεν πρέπει να βγάζουμε απ’ το κάδρο ζητήματα που έχουν να κάνουν με την ανισομέρεια του πλούτου και την ύπαρξη δημόσιων δομών που να διασφαλίζουν ζητήματα σίτισης, στέγασης, υγείας και παιδείας. Θέματα που συνδέονται με την ισότητα των ευκαιριών αλλά και την αξιοκρατία επίσης θωρακίζουν αποτελεσματικά μια δημοκρατική πολιτεία.
Αναδρομή στην σύγχρονη τουρκική Ιστορία
Μιλώντας για την πορεία συγκρότησης του σύγχρονου τουρκικού κράτους οφείλουμε να λάβουμε υπ’ όψιν μας τις κοινωνικοπολιτικές ανάγκες που συνέβαλαν στη δημιουργία του, καθώς και τις διεθνείς συγκυρίες της συγκεκριμένης περιόδου. Εκκινώντας απότη Βορειοανατολική Ασία, τουρκικά φύλα ξεκινούν να προσεγγίζουν τον χώρο της Μεσοποταμίας και της δυτικής Ασίας, φτάνοντας μέχρι και τα Ευρωπαϊκά σύνορα. Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1453 συγκροτείται και εδραιώνεται η Οθωμανική αυτοκρατορία η οποία, έχοντας ως κυρίαρχη θρησκεία το Ισλάμ, κυριαρχεί σε μία τεράστια γεωγραφική έκταση για περίπου 3 αιώνες.
Το τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επισφραγίζεται με την ίδρυση του Τουρκικού κράτους το 1923.Οι αρχές πάνω στις οποίες προκύπτει αυτή η συγκρότηση, σχετίζονται με ζητήματα εθνικισμού, κοσμικότητας, κρατισμού, ρεπουμπλικανισμού και μεταρρύθμισης. Επομένως, οι αρχές της κοινωνίας επιχειρείται να αλλάξουν ριζικά, περιορίζοντας δραστικά τον θεοκρατικό της χαρακτήρα. Την μονοκομματική περίοδο (1923-46) ακολουθεί η προσπάθεια καθιέρωσης πλουραλιστικού δημοκρατικού συστήματος.Από τότε μέχρι και σήμερα η διαδικασία εκδημοκρατισμού είναι σε εξέλιξη, περιλαμβάνοντας άλματα και πισωγυρίσματα. Οι συχνές παρεμβάσεις του στρατού στα πολιτικά δρώμενα προκειμένου να εξυπηρετήσει, στην βάση των δικών του αντιλήψεων, την κοινωνική και πολιτική ισορροπία φανερώνουν τις διαρκείς προβληματικές που συναντώνται στις απόπειρες για δημοκρατικά προχωρήματα.
Η αρχή αυτής της πρακτικής γίνεται με το πραξικόπημα του 1960, το οποίο ανέτρεψε την κυβέρνηση του Δημοκρατικού Κόμματος(DP), υπό τον AdnanMenteres, στέλνοντας τον τελευταίο στο εκτελεστικό απόσπασμα. Από τότε ο Στρατός έχει επέμβει στα πολιτικά δρώμενα, άλλοτε άμεσα (1971,1980,2016) και άλλοτε υπόρρητα (1997) 4 φορές. Το κυρίαρχο πραξικοπηματικό μοτίβο του 20ου αιώνα στην Τουρκία, παρά τις εκάστοτε διαφοροποιήσεις, είναι η αναντιστοιχία ανάμεσα στους φιλοισλαμιστές κυβερνώντες και τον αφοσιωμένο στα κοσμικά ,κεμαλικά, ιδανικά στρατό. Εξαίρεση αποτελεί η δικτατορία Evren, το 1980, η οποία πέρα απ’ την κλασική αυτή διαμάχη σχετιζόταν και με την ανερχόμενη πολιτική δύναμη της Αριστεράς καθώς και με το –εν εξελίξει- Κουρδικό ζήτημα.Γενικότερα, η περίοδος 1960-80 χαρακτηρίζεται από μεγάλες αντιθέσεις και φέρνει στην επιφάνεια τις –τεκτονικού τύπου- διαφοροποιήσεις ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι διαμορφώνονται 4 βασικά ρεύματα· τα οποία ξεκινώντας απ’ την κομμουνιστική και εργατική Αριστερά ,που ενισχύεται ιδιαίτερα τις συγκεκριμένες δεκαετίες, περιλαμβάνουν τις σοσιαλδημοκρατικές προσπάθειες Inonu, Ecevit, την επιλογή Demirel να συνδυάσει συντηρητικές κεμαλικές και ισλαμικές πολιτικές και την εμφάνιση ενός σκληρού ακροδεξιού-ισλαμιστικού μετώπου υπό τους Turkes, Erbakan.
Υπάρχει δημοκρατική Τουρκιά τελικά ;
Πιάνοντας το νήμα της πορείας της τουρκικής δημοκρατικής παράταξης μέσα στα ταραγμένα χρόνια του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα βρισκόμαστε ανάμεσα σε φαινομενικά δυσεξήγητα γεγονότα, τα οποία, αν δεν μελετηθούν υπό το πρίσμα των ιδιαίτερων πολιτικών συνθηκών της γειτονικής χώρας, μπορούν εύκολα να μας οδηγήσουν σε παραπλανητικά συμπεράσματα. Μιλώντας για κομματικούς σχηματισμούς που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντροαριστεροί ή σοσιαλιστικοί θα διαπιστώσουμε ότι μέχρι και τις αρχές του 21ου αιώνα ο χώρος αυτός βρίθει διασπάσεων, οι οποίες κατά κύριο λόγο υπηρετούν ατομικές στρατηγικές των ηγετικών του στελεχών. Παρά την πληθώρα αρχηγίσκων και κομματαρχών, δύο είναι οι προσωπικότητες που σε κυριότερο βαθμό καθόρισαν την πολιτική πορεία του δημοκρατικού χώρου στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα ·πρόκειται για τους IsmetInonu, BulentEcevit.
Κατά την δεκαετία του ‘60 παρατηρείται μια γενικότερη προσπάθεια εμπέδωσης δημοκρατικών θεσμών και εξευρωπαϊσμού της τουρκικής πολιτικής ζωής. Η τάση αυτή αποτυπώνεται ευθέως στο Σύνταγμα του 1961, το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως το πιο προοδευτικό μέχρι και τις μέρες μας. Ωστόσο, φτάνοντας μέχρι και το πραξικόπημα του Στρατηγού Εβρέν το 1980, διαπιστώνουμε μία αναντιστοιχία, ανάμεσα στην προσπάθεια των ηγετικών στελεχών του CHP (CumhuriyetHalkPartisi) να εισαγάγουν μια πιο προοδευτική ατζέντα και την τάση του εκλογικού σώματος να συντηρητικοποιείται, επιζητώντας φιλοισλαμικές πολιτικές.
Η αθρόα εσωτερική μετανάστευση που πραγματοποιείται την συγκεκριμένη περίοδο , πέρα απ’ την πολιτισμική διαφοροποίηση που προκαλεί ανάμεσα στους αστικούς και αγροτικούς πληθυσμούς, προλειαίνει το έδαφος για κινηματικές και εξτρεμιστικές διαδικασίες πολλαπλών στοχεύσεων, οι οποίες διαλύουν την κοινωνική συνοχή της τουρκικής κοινωνίας. Απ’ την μία πλευρά έχουμε διαδηλώσεις που στοχεύουν στην ανατροπή του πολιτεύματος υπό κομμουνιστική λογική και απ’ την άλλη έχουμε την τεράστια ενίσχυση ισλαμικών στοιχείων, τα οποία εκκολάπτονται στις μουσουλμανικές αδελφότητες και επιζητούν την επιστροφή της χώρας σε εποχές Χαλιφάτου και πλήρης θεοκρατικής κυριαρχίας. Τα παραπάνω φαινόμενα, σε συνδυασμό με την σταθερή αδυναμία εκσυγχρονισμού της οικονομίας και άσκησης αποτελεσματικών πολιτικών απ’ τους δύο βασικούς πόλους (Ρεπουμπλικανικό κόμμα, Κόμμα Δικαιοσύνης,) ωθούν σε ακραίες εξελίξεις, μέσα απ’ τις οποίες προκύπτει το καθεστώς Evren.
Τις επόμενες δεκαετίες, περνώντας και το κατώφλι του 21ου αιώνα, η στρατηγική σύμπλευσης συντηρητικού κεμαλισμού και μετριοπαθούς ισλαμισμού κυριαρχεί, καθώς ευνοείται από την ευρεία κοινωνική αποδοχή και την διεθνή συγκυρία. Είναι γεγονός ότι η Δύση υποστήριξε με θέρμη την προσπάθεια καθιέρωσης ενός δημοκρατικού ισλαμικού κράτους το οποίο θα λειτουργούσε και ως υπόδειγμα για άλλεςχώρες της περιοχής. Οι ηγέτες που ανέλαβαν να πραγματώσουν το φιλόδοξο αυτό σχέδιο ήταν οι TurgutOzal, ο οποίος κυριάρχησε μέσα απ’ το κόμμα της Μητέρας Πατρίδας (AvanatanPartisi –ANAP) στην πολιτική σκηνή για περίπου μια δεκαετία και ο TayipErdogan , ο οποίος εκμεταλλευόμενος την καταστροφική ,πολιτικά και οικονομικά, δεκαετία του ’90, ίδρυσε το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚP), κυβερνώντας την χώρα απ’ το 2002 μέχρι σήμερα.
Τις εξελίξεις αυτές η δημοκρατική αριστερή παράταξη τις έχει παρακολουθήσει, ως επί το πλείστον, απ’ τη θέση της αντιπολίτευσης. Ηγέτες όπως ο ErdalInonu ή ο DenizBaykal σε καμία περίπτωση δεν έδωσαν ώθηση προς έναν ανανεωτικό εκδημοκρατισμό της κοινωνίας. Τα δημοκρατικά κόμματα απ’ το ’60 μέχρι και σήμερα έχουν ως σταθερά την αδυναμία χάραξης μιας πλειοψηφικής στρατηγικής, που θα εμπνέει τους πολίτες και θα αφήνει στην άκρη τις κατασταλτικές και αυταρχικές συμπεριφορές, είτε αυτές εκπορεύονται απ’ τον στρατό, είτε απ’ τις ισλαμικές αδελφότητες. Σε όλες τις ενέργειες αυτού του χώρου παρατηρείται μία ατολμία όταν πρόκειται να θιγούν τα συμφέροντα του στρατεύματος ή της μεγαλοαστικής τουρκικής τάξης, μέρος της οποίας υποστηρίζει με θέρμη αυτούς τους πολιτικούς σχηματισμούς. Επιπλέον, η συμπόρευση με συντηρητικούς κύκλους σε ζητήματα που σχετίζονται με την εξωτερική πολίτικη καθώς και με την κουρδική μειονότητα μειώνουν αισθητά το ,όποιο, δημοκρατικό και προοδευτικό εκτόπισμα της παράταξης.
Μειονότητες σε αναζήτηση ορατότητας
Τα ζητήματα εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων αποτελούν πάγιο πρόβλημα για το εσωτερικό της τουρκικής κοινωνίας. Η αδυναμία ενσωμάτωσης και παροχής δικαιωμάτων σε αυτούς αποτελεί σταθερά, που διαπερνά όλη την πορεία απ’ την συγκρότηση του σύγχρονου κράτους έως και σήμερα. Οι δύο κυρίαρχες μειονοτικές ομάδες είναι οι Κούρδοι, οι οποίοι αποτελούν εθνοτική μειονότητα και οι Αλεβήδες ή Αλεβίτες, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως θρησκευτική ομάδα. Οι Κούρδοι υπολογίζεται ότι εκπροσωπούν το 20% του πληθυσμού της χώρας και κατοικούν, ως επί το πλείστον, σε περιοχές της νοτιοανατολικής Τουρκίας. Οι Αλεβήδες απ’ την άλλη εκπροσωπούν περίπου το 5% του πληθυσμού και κατοικούν στα αστικά κέντρα, κυρίως στην Δυτική Τουρκία.
Το κουρδικό πρόβλημα παραμένει επίκαιρο για έναν –και πλέον- αιώνα καθώς το κράτος, το οποίο συγκροτήθηκε στη βάση του τουρκικού εθνικισμού αρνείται να αναγνωρίσει την ύπαρξη κουρδικής εθνότητας, περιορίζοντας βασικά δικαιώματα των πολιτών, όπως η χρήση της γλώσσας και η ελεύθερη ενασχόληση με ζητήματα που σχετίζονται με την παράδοση του κουρδικού λαού. Οι πρακτικές αυτές προξένησαν την αντίδραση της μειονότητας, η οποία έχοντας ως προμετωπίδα την – μαρξιστικής προέλευσης- οργάνωση PKK , η οποία κυριάρχησε την περίοδο 1980-2000,διεκδικεί, άλλοτε παραχώρηση περισσότερων δικαιωμάτων και άλλοτε ανεξαρτησία προκειμένου να συγκροτήσει το δικό της κράτος. Οι προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος που εντάθηκαν τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης Erdogan έφεραν κάποια αποτελέσματα, ωστόσο την περίοδο αυτή το ζήτημα βρίσκεται πάλι σε αδιέξοδο.
Το ζήτημα των Αλεβήδων, οι οποίοι ασπάζονται μια μετριοπαθή εκδοχή του Ισλάμ, βασισμένη σε σιιτικές παραδοχές του , συνδέεται περισσότερο με αυτό που αναφέρθηκε παραπάνω ,ως ισλαμική ριζοσπαστικοποίηση των μαζών. Παρά την- διόλου- ανέφελη σχέση Σουνιτών και Αλεβήδων ανά τους αιώνες, το πρόβλημα στην Τουρκία εντείνεται την δεκαετία του 80’ οπού αρχίζουν και οι πρώτες επιθέσεις φανατικών ισλαμιστών εναντίον της μειονότητας. Αποκορύφωμα αυτών των επιθέσεων αποτελεί η φρικτή πυρπόληση ξενοδοχείου που φιλοξενούσε αλεβίτικη εκδήλωση στην Σεβάστεια το 1993. Το μεγαλύτερο μέρος της μειονότητας πρόσκειται πολιτικά στο αντιπολιτευόμενο CHP και αντιστρατεύεται τις φιλοισλαμικές πολιτικές Erdogan.
Ωστόσο, οι μειονότητες που αναφέρθηκαν παραπάνω δεν είναι οι μόνες κοινωνικές ομάδες που βιώνουν μια κατάσταση εξαίρεσης απ’ το τουρκικό κράτος. Η καταστολή και καταπίεση συνοδεύει πολιτικές ομάδες που πρόσκεινται στον ευρύτερο αριστερό και κομμουνιστικό χώρο καθώς και συνδικαλιστικές συλλογικότητες που αντιπολιτεύονται τις κυρίαρχες πολιτικές. Επιπλέον, άτομα τα οποία δεν μετέχουν στα κυρίαρχα σεξουαλικά πρότυπα, αντιμετωπίζονται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Παράλληλα, ο σεξισμός εμπεδώνεται ως κυρίαρχη αντίληψη, αποτελώντας κράμα των δυτικών συντηρητικών αντιλήψεων και της ισλαμικής θεώρησης για τον ρόλο της γυναίκας στην κοινωνία. Σκληρή μεταχείριση επιφυλάσσεται και για όσους δημοσιογράφους επικρίνουν τα κακώς κείμενα ,επιχειρώντας να εκφράσουν όσα θεωρούν σωστά και προωθητικά.
Βλέπουμε επομένως ότι οι αντιδημοκρατικές πρακτικές σε συνδυασμό με την καταπάτηση βασικών ατομικών ελευθεριών διαμορφώνουν μια ιδιαίτερα ζοφερή πραγματικότητα για όσους επιλέγουν να σκεφτούν και να ζήσουν διαφορετικά απ’ τις κυρίαρχες επιταγές. Το γεγονός αυτό ,παράλληλα με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, αποτελεί κλειδί στην προσπάθεια κατανόησης των αιτιών που οδήγησαν στην αποτυχία συγκρότησης δημοκρατικού, πλειοψηφικού μετώπου εντός της τουρκικής κοινωνίας. Όταν οι πληθυσμοί συνηθίζουν πρακτικές εξαίρεσης και άρνησης της διαφορετικότητας είναι αδύνατον να φανταστούν και να επιζητήσουν δημοκρατία, ελευθερία και δικαιώματα. Μπορεί να συντελούνται αλλαγές σε κυβερνητικό επίπεδο, ωστόσο οι ολοκληρωτικές απόψεις είναι εμπεδωμένες και στα δύο, μέχρι πρότινος, αντίπαλα πολιτικά στρατόπεδα.
Στο κατώφλι του σήμερα με το βλέμμα στο αύριο
Σε κάθε σύστημα το οποίο έχει ολοκληρωτική υφή και μετέρχεται μεγάλο μέρος των ανθρώπων του υπό το, κατά τον Agamben, καθεστώς της γυμνής ζωής, της ζωής ,δηλαδή, που δεν έχει κανένα άλλο δικαίωμα πέρα απ’ την ίδια της την ύπαρξη , παρατηρούνται διαδικασίες αντίδρασης που στοχεύουν στην αλλαγή της υφιστάμενης κατάστασης . Το ρεύμα αυτό στην περίπτωση της Τουρκίας εκφράστηκε πολιτικά απ’ το HDP, το οποίο ιδρύθηκε το 2012 και πήρε το –διόλου ευκαταφρόνητο – 14% των ψήφων στις εκλογές του Ιουνίου του 2015.
Το συγκεκριμένο κόμμα, εκμεταλλευόμενο και τα απόνερα που άφησε το κίνημα του πάρκου Gezi , ρίζωσε σιγά σιγά μες στην κοινωνία εκφράζοντας φιλειρηνικές θέσεις. Το πολιτικό του πρόγραμμα ανάδειξε ως προτεραιότητες μειονοτικά ζητήματα, θέματα εκδημοκρατισμού και διαφάνειας καθώς και μια στροφή προς ένα κράτος πρόνοιας που θα έχει ως στόχο την μείωση των τεράστιων, υφιστάμενων, οικονομικών ανισοτήτων. Επιπλέον, πέρα απ’ την προσήλωση του σε θέματα δικαιωμάτων, ασχολήθηκε ιδιαίτερα και με τις διαχρονικές θέσεις που διατυπώνει το κίνημα της πολιτικής οικολογίας. Έτσι, πέτυχε να συσπειρώσει σε μεγάλο βαθμό, Κούρδους, Αλεβήδες σοσιαλιστές και Τούρκους δημοκράτες αριστερούς. Σήμερα, που η Τουρκία βρίσκεται σε κατάσταση βαθιάς κρίσης και αποσταθεροποίησης ,η κυβέρνηση Erdogan επιλέγει για άλλη μια φορά το δρόμο της βίας και της καταστολής· φυλακίζοντας τους ηγέτες του κόμματος, SelahatinDemirtas και FigenYuksedag, με την κατηγορία της σύνδεσης τους με το απαγορευμένο, χαρακτηριζόμενοως τρομοκρατική οργάνωση, PKK.
Δεδομένης της επικείμενης συνεργασίας AKP-MHP, με αφορμή την μετατροπή του πολιτεύματος σε προεδρικοκεντρικό, η θέση των δημοκρατικών δυνάμεων φαντάζει ιδιαίτερα δύσκολη. Απαιτούνται ριζικές αλλαγές και μεγάλες υπερβάσεις για να αλλάξει η τροχιά των πολιτικών εξελίξεων. Ένας συνδυασμός μαζικού δημοκρατικού κινήματος, παράλληλα με ζυμώσεις στο εσωτερικό και διεθνές πολιτικό σκηνικό θα μπορούσε να παράσχει ελπίδα σε όσους επιθυμούν δημοκρατικά προχωρήματα στην γειτονική χώρα. Ως εκ τούτου, αποτελεί ξεκάθαρη παραδοχή ότι οι εξελίξεις στην Τουρκία πέρα από απρόβλεπτες είναι και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες, υπό μια ερευνητική θεώρηση. Το μέλλον διαρκεί πολύ, το ουσιώδες ζήτημα είτε στο προσωπικό, είτε στο συλλογικό, είναι να μελετάμε προσεκτικά και να διαλέγουμε την σωστή μεριά της Ιστορίας, αν τελικά υπάρχει τέτοια, με απόλυτους όρους.
Βιβλιογραφία
Βιβλία
(ΕΛΙΑΜΕΠ). (1995). Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΣΗΜΕΡΑ, πολιτεία, κοινωνία, οικονομικά, εξωτερική πολιτική, θρησκεία. Αθήνα: Παπαζήσης.
Bernard, L. (2001). Η ανάδυση της σύγχρονης Τουρκίας, Τόμος Ι τα στάδια της ανάδυσης. Αθήνα: Παπαζήσης.
Γιαλλουρίδης, Χ. (2004). Η Τουρκία στον 21ο αιώνα και ο μακρύς δρόμος προς την Ευρώπη. Αθήνα: Ι. Σιδέρης.
Burke, P. (2002). Ιστορία και κοινωνική θεωρία. Μετάφραση από τα Αγγλικά από Τερζάκης, Φ. Αθήνα: Νήσος. (το πρωτότυπο έργο εκδόθηκε 1993).
Agamben, G. (2016). Homo Sacer Κυρίαρχη εξουσία και γυμνή ζωή. Μετάφραση από τα Αγγλικά από Tσιαμούρας, Π. Αθήνα: Εκδόσεις Εξάρχεια. (το πρωτότυπο έργο εκδόθηκε 1998).
Μυστακίδου, Λ. (1997). Οι Αλεβήδες στη Σύγχρονη Τουρκία. Αθήνα: Γόρδιος.
Ηλεκτρονικές πηγές
Peoples’ Democratic Party. Διαθέσιμο σε: https://hdpenglish.wordpress.com/about/ (Ανακτήθηκε 27 Δεκεμβρίου, 2016).