Ορέστης Μάτσας, Μέλος Ερευνητικής Ομάδας SAFIA- τομέας Ευρώπης/ Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) στα πλαίσια της εγγενούς στρατηγικής και δράσης της για το κλίμα αλλά και με αφορμή την τότε προγραμματισμένη σύνοδο για τη «Συμφωνία των Παρισίων» (ΣτΠ), το 2014 υιοθέτησε ένα πακέτο μέτρων για το Κλίμα και την Ενέργεια. Μεταξύ άλλων σημαντικών δράσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε δεσμευτεί για σημαντική μείωση των εκπομπών των Αερίων του Θερμοκηπίου (ΑτΘ) κατά 40% έως το 2030 [1] και κατά 80% έως το 2050 [2] σε σχέση με το 1990. Οι σημαντικότεροι ρυπογόνοι δείκτες της ΕΕ είναι οι: i) Παραγωγή και Διανομή Ενέργειας, ii) Μεταφορές, iii) Κτήρια, iv) Βιομηχανία, v) Γεωργία-Κτηνοτροφία
Στατιστικές
Κατ’ αποκλειστικότητα η κτηνοτροφία ευθύνεται για την εκπομπή 7,1 γιγα-τόνων (Gt) διοξειδίου του άνθρακα (CO2) ετησίως, τιμή που αντιστοιχεί στο 14,5% της συνολικής εκπομπής ΑτΘ παγκοσμίως. Ο Ευρωπαϊκός χώρος παράγει συνολικά μέσω της κτηνοτροφίας περίπου 0,8 gt CO2 ετησίως. Οι εκπομπές αυτές κατανέμονται περεταίρω, σύμφωνα με την εκτενή αναφορά [3] του ΟΗΕ ως εξής: Το 45% προέρχεται από τη παραγωγή ζωοτροφών για την εκτροφή τους, το 39% από την διαδικασία χώνευσης των μηρυκαστικών ζώων (βοοειδή), το 10% από τη συλλογή και επεξεργασία κοπράνων και το υπόλοιπο 6% για την παρασκευή και μεταφορά των ζωικών προϊόντων. Στην πραγματικότητα οι πιο πάνω εκπομπές οφείλονται όχι μόνο στην εκπομπή CO2 αλλά και στην εκπομπή μεθανίου (CH4) και υποξείδιο του αζώτου (N2O), τα οποία θεωρούνται επίσης ΑτΘ και στην προκειμένη περίπτωση έχουν αναχθεί σε CO2 με βάση την ισοδύναμη συνεισφορά τους στην υπερθέρμανση του πλανήτη.
Τα ως άνω αποτελούν μια ελάχιστη ένδειξη στατιστικών στοιχείων -μερικά εκ των οποίων θα παρατεθούν στη συνέχεια- τα οποία οδηγούν τα τελευταία χρόνια, στην ολοένα και αυξανόμενη αναφορά ερευνών στο σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει το αποτύπωμα της κτηνοτροφίας στο περιβάλλον. Ως εκ τούτου, μια βιώσιμη πολιτική στον τομέα της γεωργίας και της κτηνοτροφίας αποδεικνύεται πολύ ισχυρή παράμετρος συμβολής στην προσπάθεια αναχαίτισης της κλιματικής αλλαγής από τα κράτη. Με πρόσφατη ανακοίνωση του, το Ομοσπονδιακό Πρακτορείο Περιβάλλοντος της Γερμανίας (Germany’s Federal Environment Agency), προτρέπει [4] την κυβέρνηση σε αύξηση του συντελεστή φορολόγησης των ζωικών προϊόντων. Θεωρεί αβάσιμη τη φορολόγηση των ζωικών προϊόντων με συντελεστή 7%, δηλαδή τον ίδιο συντελεστή με τα δημητριακά, τα φρούτα και τα λαχανικά τη στιγμή που σύμφωνα με έρευνα του εν λόγω κρατικού φορέα, 1kg βοδινό κρέας «γεννά» 28kg CO2, σε αντίθεση με τα φρούτα και λαχανικά που για την ίδια ποσότητα αντιστοιχεί λιγότερο από 1kg CO2. Όλα αυτά φυσικά στα πλαίσια των αυστηρών δεσμεύσεων που έχει λάβει τόσο η ΕΕ απέναντι στην ΣτΠ, όσο και η Γερμανία απέναντι σε ΕΕ και ΣτΠ.
Αξίζει, επίσης ,να σημειωθεί και μια άλλη σημαντική παράμετρος σχετιζόμενη με την κτηνοτροφία, και είναι η κατανάλωση νερού. Υπολογίζεται [5] ότι το 70% της παγκόσμιας κατανάλωσης νερού οφείλεται στη γεωργική παραγωγή της οποίας το μεγαλύτερο ποσοστό όπως έχει προαναφερθεί προορίζεται για την εκτροφή των ζώων της κτηνοτροφικής παραγωγής. Πιο συγκεκριμένα παλαιότερη έρευνα [6] (2003) υποστηρίζει ότι το 45% της παγκόσμιας κατανάλωσης νερού αντιστοιχεί στην παραγωγή ζωοτροφών.
Επιπρόσθετα, έρχονται να εντείνουν τη κατάσταση παράμετροι βαρύνουσας σημασίας, όπως είναι η υπερκατανάλωση και σπατάλη τροφίμων, καθώς επίσης και η δραματική αύξηση του πληθυσμού. Η σπατάλη [7] ζωικών προϊόντων σε παγκόσμιο επίπεδο αγγίζει το 20%, ενώ το ποσοστό για την ΕΕ κατέρχεται στο μισό. Με άλλα λόγια το 1/10 των ζωικών προϊόντων που παράγονται και συσκευάζονται στην Ευρώπη καταλήγει στα σκουπίδια, επιβαρύνοντας το περιβάλλον με τους τρόπους που έχουν προαναφερθεί. Επίσης σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα ρυθμού αύξησης του πληθυσμού υπολογίζεται [8] ότι από τα 7,2 δισεκατομμύρια άνθρωποι, ο πληθυσμός θα εκτιναχθεί στα 9,6 δισεκατομμύρια έως το 2050. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι πέρα του 1 δισεκατομμυρίου των ανθρώπων σήμερα υποσιτίζονται και με γνώμονα την μελλοντική καταπολέμηση και αυτού του φαινομένου, συνεπάγεται φυσικά, η αλματώδης αύξηση της ζήτησης.
H oρθολογικότητα της υφιστάμενης κατάστασης
Επομένως η ανθρωπότητα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια εν γένη οξύμωρη κατάσταση, όπου στα πλαίσια της ικανοποίησης των διατροφικών της αναγκών, καλείται να παρέχει για τη «βρώση και πόση» των ζώων πολλαπλάσιες ποσότητες καλλιέργειας και κατ’ επέκταση νερού απ’ ότι χρειάζεται ο ίδιος ο άνθρωπος για να ζήσει. Είναι συνεπώς τόσο ευδιάκριτη η κατασπατάληση φυσικών πόρων (γη, νερό), ως θα ήταν η κατασπατάληση ρεύματος σε περίπτωση χρήσης λάμπας σε ευήλιο χώρο.
Σε αυτό το σημείο εγείρονται ζητήματα δογματικής ασυνέπειας ως προς τη «βιώσιμη ανάπτυξη» για την οποία γίνεται λόγος τα τελευταία χρόνια από τους κρατικούς και μη φορείς στα διάφορα πεδία δράσης. Είναι πράγματι ορθολογική για τον πλανήτη, μια τέτοια μέθοδος διατροφικής εκπλήρωσης των αναγκών; Αν ναι, για πόσο; Η βιωσιμότητα μιας κατάστασης, προϋποθέτει τη διασφάλιση μακράς διάρκειας και προοπτικής εξέλιξης. Εφόσον, σύμφωνα με τα όσα αρνητικά καταγράφονται, η παρούσα κατάσταση οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε αδιέξοδο, είναι εμφανής η αδυναμία χάραξης πολιτικής σε μια τέτοια βάση, τόσο σε επίπεδο αποτροπής της κλιματικής αλλαγής, όσο και σε επίπεδο επάρκειας καλλιεργήσιμης γης και νερού. Το γεγονός αυτό, έρχονται να επιβεβαιώσουν ουκ ολίγες έρευνες σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο και εν συνεχεία να τονίσουν την ανάγκη μετριασμού ή και διαφυγής του διαφαινόμενου προβλήματος.
Προτάσεις αντιμετώπισης
Για καταπολέμηση του φαινομένου προτείνονται ποικιλόμορφες λύσεις. Η προαναφερθείσα φορολογική επιβάρυνση των ζωικών προϊόντων, η αύξηση της ωφέλιμης (προς τον άνθρωπο) γεωργίας, η εθελούσια μείωση της κατανάλωσης ζωικών παραγώγων, η στροφή προς χορτοφαγική διατροφή, η ελαχιστοποίηση της σπατάλης τροφίμων, η αποβιομηχανοποίηση της κτηνοτροφίας και η αποκέντρωση της παραγωγής σε μικρότερες φάρμες είναι οι σημαντικότερες προτεινόμενες διέξοδοι σήμερα.
Όσον αφορά την φορολογική επιβάρυνση των παράγωγων της κτηνοτροφίας οι απόψεις διίστανται [9] καθότι από τη μία πλευρά πιστεύεται ότι μέσω των εσόδων που θα προκύψουν ομαλοποιείται η προώθηση και μετάβαση στην ωφέλιμη γεωργία, ενώ από την άλλη πλευρά ορισμένες θέσεις υποστηρίζουν ότι μια τέτοια ενέργεια πιθανόν να προκαλούσε κοινωνική ανισορροπία σε σχέση με τα χαμηλά και υψηλά μισθολογικά στρώματα. Ωστόσο έρευνες σε Γαλλία [10] και Σουηδία [11] αποφαίνονται πως μια τέτοια ενέργεια θα είχε σημαντικό αντίκτυπο στην κατανάλωση ρυπογόνων τροφών όπως είναι τα ζωικά με αποτέλεσμα την σημαντική μείωση της εκπομπής ΑτΘ από τις δραστηριότητες της κτηνοτροφίας.
Η συμμόρφωση των καταναλωτών με τις κατευθυντήριες γραμμές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας φαίνεται πως επίσης μπορεί να επιφέρει [12] σε δευτερογενές επίπεδο σημαντική μείωση των εκπομπών. Ενδεχομένως σημαντική αποφόρτιση για το περιβάλλον να αποτελεί η στροφή προς τη χορτοφαγική διατροφή, αφού πλέον μέρος της ιατρικής [13] επιστήμης αποδέχεται την καθολική διατροφή του ανθρώπου βασισμένη σε δημητριακά, φρούτα και λαχανικά. Θεωρείται, επίσης, σημαντική τόσο η ενημέρωση των καταναλωτών σε ότι αφορά το ανθρακικό τους αποτύπωμα με βάση τη διατροφή τους, όσο και η ευαισθητοποίησή τους σε σχέση με τη σπατάλη [14] και υπερκατανάλωση φαγητού.
Ενδεχομένως, να μπορούσε να προταθεί ως μια πρόσκαιρη λύση, η αποβιομηχανοποίηση και αποκέντρωση[15] των εργοστασίων παραγωγής ζωικών προϊόντων σε μεγαλύτερους βοσκότοπους και φάρμες. Κάτι τέτοιο θα καθιστούσε τη βλάστηση δεσμευτικό παράγοντα προς τις εκπομπές ΑτΘ των ζώων ενώ παράλληλα θα μπορούσε να επιτευχθεί αξιοποίηση ή καλύτερη διαχείριση των λιπασμάτων. Ωστόσο οι προτάσεις αυτές δε θα μπορούσαν παρά να θεωρηθούν ως μια μεταβατική διέξοδος στην προσπάθεια αλλαγής του σκηνικού.
Στη προσπάθεια ανάπτυξης της τεχνολογίας, της κατάκτησης της καθολικής γνώσης και της επίτευξης ταχύτερης προόδου πάντα θα υπάρχει ένας σταθμισμένος παράγοντας που θα περιορίζει τον άνθρωπο και αυτός είναι το ίδιο του το περιβάλλον. Ως εκ τούτου φορείς όπως η ΕΕ, ο ΟΗΕ αλλά και τόσοι άλλοι οργανισμοί προάσπισης της αειφορίας στον πλανήτη, καλούνται για ακόμα μια φορά, με εργαλείο την εξελικτική πορεία των ανθρώπων, να κουβαλήσουν το φορτίο της μετάβασης σε μια νέα πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που με βάση τα θεμέλια της θα πληροί τελικά τα εννοιολογικά προαπαιτούμενα της βιώσιμης ανάπτυξης.
Υποσημειώσεις:
[1] European Union, «Climate Action», https://ec.europa.eu/clima/policies/strategies/2030_en (ημερομηνία πρόσβασης: 3/3/2017)
[2] European Union, «Climate Action», https://ec.europa.eu/clima/policies/strategies/2050_en (ημερομηνία πρόσβασης: 3/3/2017)
[3] Food and Agriculture Organization of the United Nations, «TACKLING CLIMATE CHANGE THROUGH LIVESTOCK», (Rome 2013) http://www.fao.org/3/i3437e.pdf (ημερομηνία πρόσβασης: 4/3/2017)
[4] Nicole Sagener, «German Environment Agency: ‘Tax animal products to tackle climate change’» (Euractiv, 6/1/2017), https://www.euractiv.com/section/agriculture-food/news/german-environment-agency-tax-animal-products-to-tackle-climate-change/ (ημερομηνία πρόσβασης: 4/3/2017)
[5] World Economic Forum, «Realizing a New Vision for Agriculture» (Switzerland, 2010) http://www3.weforum.org/docs/WEF_IP_NVA_Roadmap_Report.pdf (ημερομηνία πρόσβασης: 4/3/2017)
[6] Food and Agriculture Organization of the United Nations, «Water Pollution» (2005) ftp://ftp.fao.org/docrep/fao/010/a0701e/a0701e04.pdf (ημερομηνία πρόσβασης: 5/3/2017)
[7] Polly Ericksen, « Let’s ‘meat’ in the middle on climate change » (Euractiv, 4/11/2016) http://www.euractiv.com/section/agriculture-food/opinion/lets-meat-in-the-middle-on-climate-change/ (ημερομηνία πρόσβασης: 5/3/2017)
[8] Food and Agriculture Organization of the United Nations, «TACKLING CLIMATE CHANGE THROUGH LIVESTOCK», (Rome 2013) http://www.fao.org/3/i3437e.pdf (ημερομηνία πρόσβασης: 4/3/2017)
[9] Nicole Sagener, «German Environment Agency: ‘Tax animal products to tackle climate change’» (Euractiv, 6/1/2017), https://www.euractiv.com/section/agriculture-food/news/german-environment-agency-tax-animal-products-to-tackle-climate-change/ (ημερομηνία πρόσβασης: 4/3/2017)
[10] Oxford University Press and Foundation for the European Review of Agricultural Economics, «Taxing animal-based foods for sustainability: environmental, nutritional and social perspectives in France» (France 2016), https://academic.oup.com/erae/article/43/4/537/2926622/Taxing-animal-based-foods-for-sustainability (ημερομηνία πρόσβασης: 6/3/2017)
[11] ScienceDirect «Green-Taxing Meat and Dairy Products: A Case Study in Sweden» (Sweden 2014) http://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S0306919215000615 (ημερομηνία πρόσβασης: 7/3/2017)
[12] Polly Ericksen, « Let’s ‘meat’ in the middle on climate change » (Euractiv, 4/11/2016) http://www.euractiv.com/section/agriculture-food/opinion/lets-meat-in-the-middle-on-climate-change/ (ημερομηνία πρόσβασης: 5/3/2017)
[13] Physicians Committee for Responsible Medicine, «Power Sources» http://www.pcrm.org/health/diets/pplate/power-sources (ημερομηνία πρόσβασης: 7/3/2017)
[14] Jessica Bellarby, «Livestock greenhouse gas emissions and mitigation potential in Europe» (August 2012) http://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1111/j.1365-2486.2012.02786.x/full (ημερομηνία πρόσβασης: 7/3/2017)
[15] United Nations framework convention to Climate Change, (13. MAR, 2015) «Costa Rica Smart Farming Will Cut Emissions» http://newsroom.unfccc.int/action-to-adapt/costa-rica-smart-farming-reduces-emissions/ (ημερομηνία πρόσβασης: 7/3/2017)