Ερευνητική Ομάδα Μελέτης «Περιβαλλοντικά Ζητήματα»

Παύλος Πετίδης , 7 Ιανουαρίου 2018

 

Εισαγωγή

Η εποχή που η ανάπτυξη και η ενέργεια θεωρούνταν δύο τελείως διαφορετικοί « λόγοι » (discourses), χωρίς κανένα σημείο τομής, έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Το σημείο τομής βρέθηκε και συμπυκνωνόταν στην ευθεία έκκληση για πρόσβαση των φτωχών ανθρώπων στις αναπτυσσόμενες χώρες στην ηλεκτρική ενέργεια. Για να καλυφθεί η ανάγκη, τα ορυκτά καύσιμα θα επιτελούσαν τον ρόλο τους. Η μετάβαση των κοινωνιών σε ένα παραγωγικό πρότυπο, ικανό να στηρίξει την χρήση και την εκμετάλλευση ορυκτών καυσίμων, απελευθέρωσε τις φεουδαρχικές και αγροτικές οικονομίες από τις αγκυλώσεις και τους περιορισμούς τους αλλά πάνω από όλα εισήγαγε έννοιες όπως η παραγωγή, η κατανάλωση, αναδιέταξε και αναδιαμόρφωσε την μορφολογία των πόλεων, βελτίωσε τα πρότυπα ζωής με την καθιέρωση εισοδημάτων, πλούτου και εν τέλει μιας καλύτερης ζωής.

Το παραγωγικό μοντέλο, στην ουσία, ήταν και αυτός ένας καταναλωτής. Νομιμοποιούσε την δραστηριότητά του στη βάση της παραγωγής προιόντων αναγκαίων για το κοινωνικό σύνολο, χωρίς να είναι υπόλογο για τις συνέπειες που μπορεί να είχε για τον άνθρωπο και τη ζωή του. Καθώς όμως γίνονται εμφανείς οι συνέπειες, οι φυγόκεντρες δυνάμεις που απελευθερώνονται πιέζουν για αλλαγή. Χώρες όπως η Κίνα και η Νορβηγία έχουν αναδείξει την σημασία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι οποίες τους προσφέρουν ένα διαφορετικό τρόπο διαμόρφωσης στρατηγικών βιομηχανικής ανάπτυξης. Με την προσέγγιση αυτή, η Κίνα έχει καταφέρει να έχει αναρριχηθεί στην κορυφή και να συγκαταλέγεται στις υπερδυνάμεις σε σχέση με την χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ενώ από την άλλη η Νορβηγία κυριαρχεί στην αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων.

Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη δύο διαφορετικών μοντέλων ανάπτυξης, της Λαικής Δημοκρατίας της Κίνας και του Βασιλείου της Νορβηγίας. Πιο συγκεκριμένα, θα διερευνήσουμε τη μορφή οικονομίας κάθε περίπτωσης στο γενικό ιστορικό πλαίσιο ενώ θα εξετάσουμε τη δομή της Βιομηχανίας Ενέργειας που κάθε χώρα διατηρεί. Εν συνεχεία, θα παρουσιάσουμε τον ρόλο που έχουν διαδραματίσει οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας στην οικονομική ανάπτυξη κάθε χώρας. Στο τελευταίο μέρος της εργασίας, θα προτείνουμε ορισμένες προτάσεις για την διαμόρφωση κοινής πολιτικής για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αλλά θα διαπιστώσουμε και την ύπαρξη ή μη σύγκρουσης μεταξύ των δύο μοντέλων ανάπτυξης.

 

1η Μελέτη Περίπτωσης : Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ)

 

Περίοδος Εκβιομηχάνισης

Καθώς η πολιτική σταθερότητα αποκαθίσταται σταδιακά στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο πρωθυπουργός Zhou Enlai αναγνώρισε την επείγουσα ανάγκη αναζωογόνησης της βιομηχανίας καθώς και εισροών κεφαλαίου για την γεωργία. Ως απάντηση, θα σημειωθεί εκρηκτική αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένων και της υπογραφής συμβάσεων με ξένες επιχειρήσεις για την κατασκευή μεγάλων εγκαταστάσεων για την παραγωγή χημικών λιπασμάτων, την εξόρυξη και διύλιση πετρελαίου. Η πιο αξιοσημείωτη από αυτές τις συμβάσεις ήταν για δεκατρείς από τις μεγαλύτερες και πιο σύγχρονες εγκαταστάσεις χημικών λιπασμάτων στον κόσμο. Κατά την περίοδο αυτή, η βιομηχανική παραγωγή αυξανόταν με μέσο ρυθμό 8% ετησίως.

Πολλοί οικονομολόγοι έχουν μεταφράσει αυτήν την στροφή της Κίνας Η στροφή της Κίνας, όμως, συνειδητοποιούσε ότι οι εσωτερικές της αδυναμίες ( π.χ. ανεπαρκής ανεφοδιασμός σε τρόφιμα, ρουχισμός και τομέας υπηρεσιών για την πλειοψηφία του πληθυσμού) αδυνατούσαν να δημιουργήσουν μία χώρα, ικανή να ανταγωνισθεί τις βιομηχανικές χώρες της Δύσης αλλά και τις νέες βιομηχανικές δυνάμεις της Ασίας (Σιγκαπούρη, Ταϊβάν και Χονγκ Κονγκ). Ως αποτέλεσμα, η αμηχανία στο πολιτικό προσωπικό ήταν εμφανής. Η 22η Δεκεμβρίου 1978 θα αποτελέσει ορόσημο για την ιστορία της Κίνας. Η γενική ιδέα που διατρανωνόταν στην Τρίτη Ολομέλεια της 11ης Κεντρικής Επιτροπής του Εθνικού Κόμματος ήταν ότι Μαοϊστική εκδοχή της Κεντρικά Σχεδιασμένης Οικονομίας δεν είχε επιτύχει αποτελεσματική οικονομική ανάπτυξη. Αποφασίστηκε, εν τέλει, η ανάληψη ενός προγράμματος σταδιακής αλλά βασικής μεταρρύθμισης του οικονομικού συστήματος.

Οφείλουμε, στο συγκεκριμένο σημείο, να κάνουμε μία σημαντική επισήμανση. Σκοπός του προγράμματος ήταν διττός: να λειτουργήσει καλύτερα η οικονομία της Κίνας αυξάνοντας ουσιαστικά το ρόλο των μηχανισμών της αγοράς και μειώνοντας – όχι εξαλείφοντας – τον κυβερνητικό σχεδιασμό και τον άμεσο έλεγχο.
Τα πρώτα χρόνια του προγράμματος χαρακτηρίστηκαν ως « περίοδος αναπροσαρμογής», κατά την διάρκεια της οποίας οι βασικές ανισορροπίες στην οικονομία έπρεπε να διορθωθούν. Η χρήση εργαλείων όπως η ταχεία επέκταση των εξαγωγών και η κάλυψη των βασικών αναγκών σε άνθρακα, σίδηρο, χάλυβα, και ηλεκτρική ενέργεια οδήγησε στην επίτευξη αξιοσημείωτων αποτελεσμάτων και δημιούργησε ένα νέο κλίμα δυναμισμού και ευκαιριών στην οικονομία. Επιπλέον, οι δεκατέσσερις μεγαλύτερες παράκτιες πόλεις, επιβεβαιώνοντας τον ρόλο τους ως μεγάλα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα, χαρακτηρίστηκαν Ζώνες Οικονομικής Ανάπτυξης.

Στην ουσία, η απονομή καθεστώτος ΖΟΑ επέτρεπε σε μία πόλη να εγκαθιδρύσει οικονομικές σχέσεις με ξένες επιχειρήσεις και μείζονα κινεζικά οικονομικά δίκτυα. Η επιτυχία του προγράμματος συνοδεύτηκε από νέα προβλήματα και εντάσεις, οδηγώντας σε έντονες ερωτήσεις και πολιτικούς αγώνες.

 

Κυκλική Οικονομία της Κίνας

Η μεγάλη οικονομική αναδιάρθρωση, κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1970, προκάλεσε ταχεία οικονομική ανάπτυξη, εκτόξευσε το εμπόριο και προσέλκυσε μεγάλες ροές άμεσων ξένων επενδύσεων λόγω του ευνοϊκού επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Παράλληλα, η επιταχυνόμενη διαδικασία εκβιομηχάνισης της οικονομίας προκάλεσε σημαντική επιδείνωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος με τη δημιουργία αποβλήτων και την εξάντληση των πλουτοπαραγωγικών πόρων.

Απότοκο των προβλημάτων αυτών ήταν η υιοθέτηση ενός εναλλακτικού τρόπου διαχείρισης των πόρων, η χρήση των οποίων γινόταν καθ ‘όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους ενώ, με κυκλικό τρόπο, ανανεώνονταν, ελαχιστοποιώντας τα απόβλητα. Η νέα μέθοδος διαχείρισης στηριζόταν σε τρεις αρχές, τη μείωση, τη επαναχρησιμοποίηση και την ανακύκλωση, οι οποίες οικοδομούν τον βασικό κορμό της θεωρίας της Κυκλικής Οικονομίας. Πιο συγκεκριμένα, η μείωση αναφέρεται σε μια μέθοδο βελτίωσης της αποδοτικότητας, με τη μείωση της εισροής πόρων και την αύξηση των επιπέδων παραγωγής. Η επαναχρησιμοποίηση, από την άλλη πλευρά, υπογραμμίζει την χρήση ανακυκλωμένου υλικού στα στάδια εισαγωγής της παραγωγικής διαδικασίας όπου υπάρχει λιγότερη εξάρτηση από τις πρώτες ύλες, ενώ η αρχή της ανακύκλωσης περιστρέφεται γύρω από στρατηγικές μετασχηματισμού των συλλεγμένων αποβλήτων και την παραγωγή τους σε πόρο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί.

Από την δεκαετία του 1970 έως και σήμερα, η Κίνα έχει πραγματοποιήσει αλλά και συνεχίζει να πραγματοποιεί σημαντικά βήματα για την προώθηση της κυκλικής οικονομίας. Κατά την διάρκεια της τέταρτης συνεδρίασης της μόνιμης επιτροπής του 11ου Εθνικού Λαϊκού Συνεδρίου, ψηφίστηκε ο Νόμος για την Προώθηση της Κυκλικής Οικονομίας, ο οποίος και τέθηκε σε εφαρμογή την 1η Ιανουαρίου 2009. Ο νόμος προωθούσε ως εθνική στρατηγική την αποδοτικότητα της χρήσης των πόρων, την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και την αειφόρο ανάπτυξη. Τόνιζε, μάλιστα, την υποχρέωση οι νέες βιομηχανικές πολιτικές να ακολουθούν πιστά τα κριτήρια μιας κυκλικής οικονομίας (π.χ. πρακτικές για εξοικονόμηση πόρων και προστασία του περιβάλλοντος, συστήματα διαχείρισης για μείωση παραγωγής αποβλήτων). Ενεθάρρυνε, σε τελικό στάδιο, την έρευνα σχετικά με την ανάπτυξη βιώσιμων τεχνολογιών για την καλύτερη εξοικονόμηση πόρων και πρακτικών προστασίας περιβάλλοντος.

Το καινοφανές «12ο Πενταετές Σχέδιο» αποτελούσε ένα πρόγραμμα στρατηγικού και αναπτυξιακού χαρακτήρα, με χρονικό ορίζοντα εκτέλεσης από το 2011 ως το 2015. Στον πυρήνα του, εμφώλευε ο στόχος για μετατόπιση της χώρας από τα προηγούμενα μοντέλα αποδοτικότητας των πόρων προς την πολιτική της ανακύκλωσης των βαρέων βιομηχανικών πόρων. Στο πλαίσιο αυτό, αναλήφθηκαν πρωτοβουλίες ανακύκλωσης βιομηχανικών αποβλήτων και δημιουργίας βιομηχανικών πάρκων σε πόλεις όπως η Guangzhou και η Suzhou με στόχο την εσωτερικοποίηση των στόχων βιωσιμότητας εντός των θεσμικών οργάνων. Οι επενδύσεις ύψους 468 δισεκατομμυρίων δολαρίων που πραγματοποιήθηκαν, επιδίωκαν την εισαγωγή ενός νέου προτύπου ανάπτυξης βασισμένου στην ανανεώσιμη ενέργεια.

Πριν όμως αναφερθούμε στην τρομακτική πρόοδο που έχει κάνει η Κίνα στο θέμα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, θα αναφερθούμε επιγραμματικά και στην δομή της βιομηχανίας ενέργειας που έχει αναπτύξει τα χρόνια μετά το τέλος της Πολιτιστικής Επανάστασης.

Βιομηχανία Ενέργειας Κίνας

Η ενεργειακή πολιτική της Κίνας είναι πολιτική της κεντρικής κυβέρνησης όσον αφορά την ενέργεια και τους ενεργειακούς πόρους. Η διασφάλιση επαρκούς ενεργειακού εφοδιασμού για τη διατήρηση της οικονομικής ανάπτυξης αποτελεί βασικό μέλημα της κινεζικής κυβέρνησης από το 1949.

Σήμερα, η βιομηχανία ενέργειας έχει εισέλθει σε μια νέα εποχή με μεγάλες μονάδες ισχύος, παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, μεγάλα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας με εξαιρετικά υψηλή τάση και αυτοματοποίηση. Από την δεκαετία του 1980, η Κίνα είχε θέσει σε λειτουργία επενδυτικά προγράμματα, συμβάλλοντας, σε μεγάλο βαθμό, στην εξόρυξη και παραγωγή άνθρακα, εξοπλίζοντας και διαχειρίζοντας ανθρακωρυχεία και υποστηρίζοντας μεταλλευτικές περιοχές σε περιφερειακό και επαρχιακό επίπεδο.

Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αποτελούν σημαντικούς ενεργειακούς πόρους, οι οποίοι καταλαμβάνουν σημαντικό ποσοστό του ΑΕΠ της Κίνας. Κάθε χρόνο, η παραγωγή του αργού πετρελαίου ξεπερνούσε τις ετήσιες προβλέψεις, επιταχύνοντας την ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών αλλά και βιομηχανιών, όπως μηχανημάτων, σιδήρου και χάλυβα. Το άνοιγμα στη διεθνή αγορά και η προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων είχε ως αποτέλεσμα την βελτίωση των τεχνολογικών πρακτικών και εργαλείων πλύσης και διαβροχής του άνθρακα . Εισήχθη, μάλιστα, η δυνατότητα υγροποίησης του άνθρακα και αεριοποίησης του υπόγειου εδάφους. Η παραγωγή ηλεκτρισμού με καύση άνθρακα μειώθηκε από το 2013 ;όπου υπάρχει μεγάλη έκρηξη στην ανανεώσιμη ενέργεια.Η Κίνα διαθέτει δύο εθνικά δίκτυα, το κρατικό δίκτυο και το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας της Νότιας Κίνας. , συνδέοντας τις περισσότερες κινεζικές πόλεις.

Η Κίνα έχει άφθονη ενέργεια με τα τρίτα μεγαλύτερα αποθέματα άνθρακα στον κόσμο και τους μαζικούς υδροηλεκτρικούς πόρους. Υπάρχουν, ωστόσο, έχει γεωγραφική αναντιστοιχία μεταξύ των τομέων άνθρακα στο βόρειο-ανατολικό (Heilongjiang, Jilin, Liaoning και) και βόρεια (Shanxi, Shaanxi και Henan), η υδροηλεκτρική ενέργεια στα νότιο-δυτικά (Sichuan, Yunnan και Θιβέτ ), και τα γρήγορα αναπτυσσόμενα βιομηχανικά κέντρα φορτίου της ανατολής (Shanghai-Zhejiang).

Τα περιβαλλοντικά ζητήματα που ανέκυψαν όπως η ρύπανση του αέρα, ανέδειξαν την σημασία των ανανεώσιμων πηγών. Στην ουσία, αυτή υπήρξε η κινητήρια δύναμη για την συστηματική χρήση τους.

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας στην Κίνα

Το 13ο Πενταετές Σχέδιο παρουσιάζει τους στόχους στον τομέα της ενέργειας, που ενώ πριν μερικά χρόνια έμοιαζαν πρωτοποριακοί, τώρα φαίνονται αναμενόμενοι λόγω της αλματώδους ανάπτυξης της χώρας στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Έχοντας καταφέρει να σημειώσει παγκόσμιο ρεκόρ το 2015 και συνθλίβοντάς το το επόμενο έτος, η χώρα διπλασίασε τις εγκαταστάσεις ηλιακής ισχύος . Μάλιστα ο στόχος εγκατάστασης ηλιακών συλλεκτών για το 2020 είναι πιθανό να εκπληρωθεί δύο χρόνια νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα.

Η Κίνα είναι η ηγετική χώρα παγκοσμίως στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με τη δεύτερη γενιά της δεύτερης χώρας, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 2013 η χώρα είχε συνολική χωρητικότητα 378 GW ανανεώσιμης ενέργειας, κυρίως από υδροηλεκτρική και αιολική ενέργεια. Ο τομέας της ανανεώσιμης ενέργειας της Κίνας αναπτύσσεται ταχύτερα από ό, τι τα ορυκτά καύσιμα και την πυρηνική του ικανότητα.

Η Κίνα έχει τους μεγαλύτερους αιολικούς πόρους στον κόσμο και τα τρία τέταρτα αυτού του φυσικού πόρου βρίσκεται στη θάλασσα. Η Κίνα επιδιώκει να διαθέσει 210 GW δυναμικότητας αιολικής ενέργειας έως το 2020. Τον Μάρτιο, η Κίνα ανακοίνωσε τον στόχο της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης της χώρας στους 5 δισεκατομμύρια τόνους ισοδύναμου άνθρακα για το 2020, γεγονός που σημαίνει 3% ετήσια αύξηση από το 2015, με το νέο σχέδιο όμως να προβλέπεται να ρίχνει αυτό το ποσοστό στο 2,5%. Η Κίνα ενθαρρύνει τις ξένες εταιρείες, ιδίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, να επισκεφθούν και να επενδύσουν στην κινεζική παραγωγή αιολικής ενέργειας. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Harvard και το Πανεπιστήμιο Tsinghua κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Κίνα θα μπορούσε να καλύψει την συνολική ζήτηση για αιολική ενέργεια μέχρι το 2030.

Όσον αφορά στην ηλεκτρική ενέργεια, από το 2013, η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής ηλιακών φωτοβολταϊκών παγκοσμίως. Η ηλιακή φωτοβολταϊκή εγκατάσταση στην Κίνα είναι μια αναπτυσσόμενη βιομηχανία με πάνω από 400 εταιρείες. Το 2015, η Κίνα έγινε ο μεγαλύτερος παραγωγός φωτοβολταϊκής ενέργειας παγκοσμίως, υπερβαίνοντας τη Γερμανία Επιπλέον, η Κίνα έχει θέσει ως στόχο την ανάπτυξη της βιοενέργειας έως το 2020, η οποία θεωρείται απαραίτητη είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση της αυξανόμενης ζήτησης ενέργειας. Στην ανάπτυξη αυτή εμπλέκονται πολλά ιδρύματα, κυρίως η Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης και το Υπουργείο Γεωργίας της Κίνας.

Τέλος, η υδροηλεκτρική ενέργεια είναι σήμερα η μεγαλύτερη ανανεώσιμη πηγή ενέργειας της Κίνας και η δεύτερη συνολικά μετά τον άνθρακα. Η εγκατεστημένη υδροηλεκτρική ικανότητα της Κίνας το 2015 ήταν 319 GW από 172 GW το 2009. Το 2015, η υδροηλεκτρική ενέργεια παρήγαγε περίπου το 20% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Κίνας. Λόγω των ανεπαρκών αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων της Κίνας και της προτίμησης της κυβέρνησης για ενεργειακή ανεξαρτησία, η υδροηλεκτρική ενέργεια διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ενεργειακή πολιτική της χώρας. Η δυνητική υδροηλεκτρική ικανότητα της Κίνας υπολογίζεται σε 600 GW, αλλά σήμερα η τεχνικά εκμεταλλεύσιμη και οικονομικά εφικτή χωρητικότητα είναι περίπου 500 GW. Υπάρχει σημαντικό δυναμικό για περαιτέρω ανάπτυξη. Παρόλο που η υδροηλεκτρική ενέργεια αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη πηγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και μικρό ποσοστό εκπομπών στη χώρα, οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις των φραγμάτων στην Κίνα ήταν μεγάλες, με εκατομμύρια ανθρώπους να αναγκάζονται να μετακομίσουν και ανεπανόρθωτες ζημιές στο περιβάλλον να δημιουργούνται.

2η Μελέτη Περίπτωσης: Βασίλειο της Νορβηγίας

 

« Nordic Model »

Το σκανδιναβικό μοντέλο αναφέρεται στις οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές που είναι κοινές στις σκανδιναβικές χώρες (Δανία, Φινλανδία, Νορβηγία, Ισλανδία και Σουηδία). Πυρήνας του είναι ο συνδυασμός του καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς και ενός συνολικού κράτους πρόνοιας και των συλλογικών διαπραγματεύσεων σε εθνικό επίπεδο. Παρόλο που υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των σκανδιναβικών χωρών, μοιράζονται κοινά χαρακτηριστικά., τα οποία περιλαμβάνουν την υποστήριξη για ένα «καθολικό» κράτος πρόνοιας, ένα τριμερές σύστημα συνεργασίας όπου οι εκπρόσωποι της αγοράς εργασίας και των εργοδοτών διαπραγματεύονται τις μισθολογικές πολιτικές και την πολιτική για την αγορά εργασίας, τη δέσμευση για ευρεία ιδιωτική ιδιοκτησία με τους εκπροσώπους της κυβέρνησης.

Ο Jerry Mander θα χαρακτηρίσει το σκανδιναβικό μοντέλο ως ένα είδος «υβριδικού» συστήματος, το οποίο προσφέρει ένα συνδυασμό καπιταλιστικής οικονομίας και σοσιαλιστικών αξιών ενώ ο Βραβευμένος με Νόμπελ οικονομολόγος και πανεπιστημιακός Joseph Stiglitz θα υποστηρίξει, μεταξύ άλλων, σημείωσε ότι η Σκανδιναβία είναι τώρα η «χώρα των ευκαιριών». Σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο Lane Kenworthy, στο πλαίσιο του σκανδιναβικού μοντέλου, η «κοινωνική δημοκρατία» αναφέρεται σε ένα σύνολο πολιτικών για την προώθηση της οικονομικής ασφάλειας και ευκαιριών στο πλαίσιο του καπιταλισμού και όχι σε ένα σύστημα που αντικαθιστά τον καπιταλισμό.

Το σκανδιναβικό μοντέλο στηρίζεται σε μια ελεύθερη αγορά καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος που διαθέτει υψηλό βαθμό ατομικής ιδιοκτησίας [5] με εξαίρεση τη Νορβηγία, που περιλαμβάνει ένα μεγάλο αριθμό κρατικών επιχειρήσεων και κρατική ιδιοκτησία στην εισηγμένη επιχειρήσεις. Ο ρόλος του κράτους είναι ιδιαίτερα ισχυρός σε στρατηγικούς τομείς . Σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, το λεγόμενο μοντέλο της «μικτής οικονομίας» έχει προσφέρει στους πολίτες της Νορβηγίας ένα πολύ υψηλό βιοτικό επίπεδο παράλληλα με ένα γενναιόδωρο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας. Είναι αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι το σύγχρονο σύστημα μεταποίησης και κοινωνικής πρόνοιας στηρίζεται στην εκμετάλλευση των φυσικών πόρων (π.χ. πετρέλαιο) της Βόρειας Θάλασσας.

Η ανάδυση της Νορβηγίας ως χώρας εξαγωγής πετρελαίου πυροδότησε ορισμένες αντιδράσεις σε σχέση με την διαμόρφωση της οικονομικής της πολιτικής. Ειδικότερα, υπήρξε έντονη η ανησυχία ότι μεγάλο μέρος των επενδύσεων ανθρώπινου κεφαλαίου είχε συγκεντρωθεί σε βιομηχανίες που σχετίζονται με το πετρέλαιο. Οι επικριτές επισήμαναν την εξάρτηση της οικονομικής δομής από τους φυσικούς πόρους, η οποία απαιτούσε μη εξειδικευμένο προσωπικό. Αναγνώριζαν, δηλαδή, ότι η οικονομική ανάπτυξη ήταν ιδιαίτερα ευάλωτη στις διακυμάνσεις των τιμών και της ζήτησης.

Παρά το αρνητικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για την ένταξη ή μη της Νορβηγίας στην ΕΟΚ (Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα), η Νορβηγική κυβέρνηση προχώρησε σε εκτενείς διαπραγματεύσεις για εμπορική συμφωνία με την ΕΕ. Στόχος ήταν η πρόσβαση των νορβηγικών εταιρειών στις ευρωπαϊκές αγορές.. Το δημοψήφισμα, όμως, εισήγαγε στον δημόσιο διάλογο της Νορβηγικής κοινωνίας ένα ερώτημα, το οποίο θα λάξευε την οικονομική πολιτική της χώρας από εκεί και πέρα και θα ερμήνευε την σταδιακή στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: «Θα διατηρηθεί η ευημερία όταν εξαντληθούν τα αποθέματα πετρελαίου;»

Βιομηχανία Ενέργειας

Η Νορβηγία είναι σημαντικός παραγωγός πετρελαίου και φυσικού αερίου. Το 2015 το φυσικό αέριο αντιπροσώπευε το ήμισυ της συνολικής παραγόμενης ενέργειας. Περίπου το 95%, του φυσικού αερίου εξάγεται κυρίως σε γειτονικές χώρες ενώ η εγχώρια κατανάλωση συγκεντρώνεται στον τομέα του πετρελαίου. Η συνολική παραγωγή φυσικού αερίου έφθασε σε νέο ρεκόρ το 2015, επιβεβαιώνοντας το γεγονός ότι η Νορβηγία καταλαμβάνει τον τίτλο του δεύτερου μεγαλύτερου παραγωγού φυσικού αερίου μεταξύ των χωρών-μελών του ΔΟΕ. Η μεγάλη παραγωγή και η μικρή εγχώρια κατανάλωση κάνουν τη Νορβηγία τον κορυφαίο εξαγωγέα φυσικού αερίου στην IEA και τον τρίτο μεγαλύτερο εξαγωγέα στον κόσμο μετά τη Ρωσία και το Κατάρ. Τα επίπεδα των εξαγωγών αναμένεται να παραμείνουν υψηλά και σταθερά κατά τις επόμενες δύο δεκαετίες.

Η Νορβηγία κατέχει την πέμπτη υψηλότερη κατά κεφαλήν παροχή ενέργειας μεταξύ των χωρών-μελών του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) (Σχήμα 3.2). Η βιομηχανία είναι ο τομέας με τη μεγαλύτερη κατανάλωση ενέργειας κυρίως καύσιμα για μη ενεργειακή χρήση, πετρέλαιο και φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη στις μεταποιητικές βιομηχανίες. Τις τελευταίες δεκαετίες, η χρήση ενέργειας στις μεταφορές έχει αυξηθεί γρηγορότερα από ό, τι σε κάθε άλλο τομέα (κατά +13% από 2005 έως 2015). Το πετρέλαιο αντιπροσώπευε το 93% της ενεργειακής κατανάλωσης στον τομέα, ενώ το υπόλοιπο προέρχεται από τα βιοκαύσιμα, το φυσικό αέριο , και ηλεκτρικής ενέργειας.

Ο τομέας των μεταφορών είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής πετρελαίου, καταλαμβάνοντας περισσότερο από το ήμισυ της συνολικής κατανάλωσης. Η βιομηχανία καλύπτει σχεδόν το ένα τρίτο της συνολικής κατανάλωσης ενώ ο εμπορικός τομέας, ο οποίος περιλαμβάνει ένα μεγάλο ποσοστό του κλάδου της αλιείας, αντιπροσώπευε το 8% της συνολικής κατανάλωσης πετρελαίου το 2015.

Από το 1990 έως το 2014, ο όγκος κυκλοφορίας επιβατικών αυτοκινήτων αυξήθηκε κατά 46% και η χρήση σιδηροδρόμων για τη μεταφορά επιβατών κατά 62%, καθιστώντας τα ιδιωτικά αυτοκίνητα τη κυρίαρχη μορφή μεταφοράς επιβατών στη Νορβηγία. ενώ η χρήση λεωφορείων μειώθηκε κατά 3%. Κατά συνέπεια, το ντίζελ είναι το πιο καταναλισκόμενο καύσιμο, το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως για τις οδικές μεταφορές και την εσωτερική ναυσιπλοΐα. Παρά την πρόσφατη έκρηξη των ηλεκτρικών οχημάτων (ΗΗ) στη Νορβηγία, η ηλεκτρική ενέργεια αντιπροσωπεύει μόνο το 1,5% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας στις μεταφορές, κυρίως στις σιδηροδρομικές μεταφορές.

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

Η ανανεώσιμη ενέργεια αντιπροσωπεύει πάνω από τα δύο τρίτα της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας στη Νορβηγία. Αυτό το υψηλό ποσοστό καθιστά τη Νορβηγία μια χώρα με χαμηλά ποσοστά ρύπων, δεδομένου ότι το 96% -98% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές και τα συστήματα θέρμανσης είναι κατά κύριο λόγο ηλεκτρικά. Το μερίδιο αυτό ενδέχεται, τα επόμενα χρόνια, ν’ αυξηθεί λόγω των στόχων για το 2020 που επιβάλλει η οδηγία της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Η αποκέντρωση και η ευελιξία αποτελούν τα οργανωτικά χαρακτηριστικά της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας , καθώς το 60% της υδροηλεκτρικής ικανότητας βρίσκεται σε δεξαμενές. Για την Νορβηγία, το σύστημα πιστοποιητικών ηλεκτρικής ενέργειας έχει αποδειχθεί αποτελεσματικός τρόπος για την επίτευξη υψηλότερων μεριδίων ανανεώσιμης ενέργειας. Ωστόσο, όπως αναφέρεται στη Λευκή Βίβλο του 2016 για την ενεργειακή πολιτική, η κυβέρνηση δεν πρόκειται να θέσει νέους στόχους στο πλαίσιο του συστήματος πιστοποίησης ηλεκτρικής ενέργειας έως και το 2020. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι ο εφοδιασμός με ηλεκτρική ενέργεια στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη ανανεώσιμη ενέργεια και αποτελείται από μια ώριμη και εμπορικά βιώσιμη τεχνολογία που δεν χρειάζεται ένα σχήμα υποστήριξης.

Η Νορβηγία κατέχει ένα από τα υψηλότερα μερίδια ανανεώσιμης ενέργειας στον ενεργειακό εφοδιασμό μεταξύ των χωρών μελών του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA). Είναι γεγονός ότι η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται σχεδόν εξ ολοκλήρου από την υδροηλεκτρική ενέργεια, τη μεγαλύτερη πρωτογενή πηγή ενέργειας στη χώρα το 2015. (Διάγραμμα 7.1). Η ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αντιπροσωπεύει το 98% της ηλεκτροπαραγωγής στη Νορβηγία. Ιστορικά, η υδροηλεκτρική ενέργεια παρείχε σχεδόν όλη την ηλεκτρική ενέργεια στη χώρα, ενώ το σημερινό της μερίδιο είναι περίπου 96%. Η παραγωγή αιολικής ενέργειας διπλασιάστηκε μεταξύ 2011 και 2015 και αντιπροσωπεύει το 1,7% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Ένα άλλο 0,3% παράγεται από βιοκαύσιμα και απόβλητα σε εγκαταστάσεις ΣΗΘ που συνδέονται με συστήματα τηλεθέρμανσης.

Το ποσοστό ανανεώσιμης ενέργειας της Νορβηγίας στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό σε οποιαδήποτε άλλη χώρα-μέλος του IEA. Με το μεγάλο μερίδιο της υδροηλεκτρικής ενέργειας στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και ένα σύστημα θέρμανσης που κυριαρχείται από ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια, η αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη Νορβηγία μπορεί να πραγματοποιηθεί κυρίως στους κλάδους της βιομηχανίας και των μεταφορών.

Η ζήτηση για κατανάλωση βιοκαυσίμων καλύπτεται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου από τις εισαγωγές. Πιο συγκεκριμένα, τον Δεκέμβριο του 2016, το Κοινοβούλιο κάλεσε την κυβέρνηση να αυξήσει την κατανάλωση βιοκαυσίμων στα καύσιμα κίνησης σε 20% μέχρι το 2020. Η κυβέρνηση έχει κάνει σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή, υιοθετώντας τα κριτήρια βιωσιμότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά τον Ιανουάριο του 2014.

Η απόφαση της Νορβηγικής Κυβέρνησης να αυξήσει την υποχρεωτική πώληση βιοκαυσίμων σε 20% μέχρι και το 2020 χαιρετίσθηκε θερμά από τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΔΟΕ). Μπορεί η υποκατάσταση της ηλεκτρικής θέρμανσης με άλλα συστήματα ανανεώσιμης θέρμανσης (βιομάζα ή οι αντλίες θερμότητας) να μην έχει αντίκτυπο στις μακροπρόθεσμες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, η υψηλότερη υποχρέωση πώλησης βιοκαυσίμων θα ενθαρρύνει την αύξηση της χρήσης βιοκαυσίμων στον τομέα των μεταφορών και κατά συνέπεια, την άνοδο της αξίας της βιομάζας.

Η τηλεθέρμανση είναι μια συνεχώς αυξανόμενη πηγή ενέργειας, η οποία καταλαμβάνει το 5% της κατανάλωσης ενέργειας στους οικιακούς και εμπορικούς τομείς. Η αποτέφρωση των αποβλήτων και τα βιοκαύσιμα είναι τα πιο κοινά καύσιμα και η κυβέρνηση υποστηρίζει τη χρήση περισσότερων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην παραγωγή τηλεθέρμανσης. Η τηλεθέρμανση ρυθμίζεται από το νόμο για την ενέργεια από το 1990, που απαιτεί εγκαταστάσεις αστικής θέρμανσης. Όλες οι μεγάλες πόλεις και πολλές μικρές και μεσαίες πόλεις έχουν πρόσβαση σε δίκτυο τηλεθέρμανσης. Η Enova υποστηρίζει επενδύσεις στην υποδομή τηλεθέρμανσης.

Προτάσεις Κοινής Πολιτικής

 

«Έξυπνες πόλεις» – «Διαδίκτυο των Πραγμάτων»

Είναι αναμφισβήτητο πια γεγονός ότι η τεχνολογία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής μας ζωής. Μέσω αυτής, η επικοινωνία έχει καταστεί εφικτή σε όλα τα μέρη του κόσμου, κάμπτοντας τα φυσικά εμπόδια του χώρου και του χρόνου. Η δυναμική της τεχνολογικής ανάπτυξης αποκαλύπτεται ακόμα περισσότερο μέσα από την οπτική του Jeremy Rifkin.

Συγγραφέας του περίφημου βιβλίου «Η Τρίτη Βιομηχανική Επανάσταση», ο Rifkin τονίζει ότι το Διαδίκτυο έχει θέσει τις βάσεις για μία νέα Βιομηχανική Επανάσταση. Πιο συγκεκριμένα, η νέα αυτή επανάσταση τροφοδοτείται από την δυνατότητα του Διαδικτύου να μας επιτρέπει να επικοινωνούμε και να μοιραζόμαστε πράγματα, οδηγώντας τελικά σε αυτό που αποκαλεί « μηδενικού οριακού κόστους κοινωνία». Το κόστος, δηλαδή, για την παραγωγή αναλώσιμων προϊόντων όπως η ενέργεια και οι πληροφορίες – οριακό κόστος – θα είναι σχεδόν δωρεάν, μετά την αρχική επένδυση κεφαλαίου σε τεχνολογικό εξοπλισμό όπως υπολογιστές και έξυπνα τηλέφωνα.

Κατά την γνώμη του, το μοντέλο παραγωγικής διαδικασίας , που συντηρούν μεγάλες εταιρείες ενέργειας και βιομηχανίες που συνδέονται με την εκμετάλλευση ορυκτών καυσίμων, έχει τελειώσει. Ως, μάλιστα, κεντρικός ομιλητής στο 6ο ετήσιο Συνέδριο του Lerchendal, το οποίο προσελκύει πλήθος πολιτικών προσώπων και εκπροσώπων από τις βιομηχανίες πετρελαίου, τα εργατικά συνδικάτα και την ακαδημαϊκή κοινότητα της Νορβηγίας, θα τους προτρέψει με μία απλή φράση: «Αναπτύξτε μια στρατηγική εξόδου».

Ως αναγνώριση στον αρχιτέκτονα ενός μακροπρόθεσμου σχεδίου βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης (Τρίτη Βιομηχανική Επανάσταση) για την αντιμετώπιση της τριπλής πρόκλησης, της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, της ενεργειακής ασφάλειας και της κλιματικής αλλαγής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα το ενσωματώσει επίσημα το 2007. Η επιρροή του, όμως, δεν θα σταματήσει εκεί. Σύμφωνα με την Huffington Post, o Κινέζος Πρωθυπουργός δεν έχει διαβάσει μόνο το βιβλίο του Jeremy Rifkin, αλλά πολλές από τις ιδέες του έχουν συμπεριληφθεί στον πυρήνα του 13ου Πενταετούς Σχεδίου της Κίνας.

Στο πλαίσιο αυτό, η κοινή συνεργασία θα μπορέσει να στηριχθεί στην ανάπτυξη αναπτυχθούν στρατηγικών βιομηχανιών για το διαδίκτυο των πραγμάτων, πλατφόρμας δεδομένων και κέντρων δεδομένων Big Data, νέων ενεργειακών σχημάτων, βιοτεχνολογίας, εξοπλισμού και υλικών υψηλής τεχνολογίας.

Επενδύσεις 

Ο τομέας των επενδύσεων μπορεί να αποτελέσει κοινό πεδίο συνεργασίας μεταξύ των 2 χωρών. Κινεζικές Εταιρείες, που συμμετέχουν σε ξένα επενδυτικά fund ή στις αναδυόμενες Tράπεζες Επενδύσεων ( AIIUB) μπορούν να επενδύσουν στον τομέα των μεταφορών της Νορβηγίας, καλύπτοντας ένα μεγάλο μέρος του κόστους για την αλλαγή από τη χρήση πετρελαίου στη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η δραστηριότητα αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί ως μέρος της Πρωτοβουλίας «OBOR», την οποία εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός της Κίνας. Παράλληλα, είναι απαραίτητο να τονίσουμε ότι ένας από τους στρατηγικούς στόχους του νέου Πενταετούς Σχεδίου είναι η μεταστροφή του κινεζικού μοντέλου παραγωγής σε ένα μοντέλο, η βάση του οποίου θα είναι η καινοτομία. Σε αυτό το πεδίο, η συνεργασία των χωρών θα μπορούσε να ωφελήσει την χώρα σε πολύ μεγάλο βαθμό, καθώς η εισροή κεφαλαίου αλλά κυρίως ανθρώπινου κεφαλαίου θα θέσει την βάση για μακροπρόθεσμα οφέλη και στις δύο οικονομίες.

 

Συμπεράσματα

Η συνοπτική παρουσίαση των τομέων πάνω στους οποίους η κοινή συνεργασία των δύο χωρών μπορεί να στηριχθεί , μας οδηγεί σε ορισμένα συμπεράσματα για τον ρόλο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο πλαίσιο του κάθε μοντέλου ανάπτυξης. Αρχικά, δεν μπορούμε να κάνουμε για λόγο για «σύγκρουση» μεταξύ των δύο μοντέλων ανάπτυξης αλλά περισσότερο για μία «σύμπλευση» των δύο. Η χρήση του όρου δεν προσπαθεί να αποκρύψει το διαφορετικό ιστορικό υπόβαθρο, την διαφορετική δομή και λειτουργία του κάθε μοντέλου αλλά τονίζει τον κοινό στόχο που έχουν θέσει όσον αφορά την δυναμική των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Και ο στόχος είναι κοινός αλλά και εθνικός: το μέλλον των κοινωνιών τους και η παραγωγή τους θα βασισθεί στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Το εκπληκτικό, όμως, είναι ότι συνεχίζουν να υποστηρίζουν την παραγωγή από τις παραδοσιακές δυνάμεις ( πετρέλαιο, φυσικό άεριο) υπό την προϋπόθεση ότι η ουσία των μέτρων που θα ληφθούν θα είναι κίνητρο για μετάβαση σε μία πιο πράσινη παραγωγή. Τέλος, οι δύο χώρες έχουν συνειδητοποιήσει ότι το μοντέλο έχει αποκτήσει γερές ρίζες στην τοπική κοινωνία, έχει γεννήσει συμφέροντα και οποιαδήποτε βίαιη αμφισβήτηση μόνο αντιδράσεις μπορεί να φέρει. Για αυτόν τον λόγο, συνειδητοποίησαν ότι η επιτυχής μετάβαση θα κριθεί στην αναγνώριση των οικονομικών ωφελειών που θα είχαν οι βιομήχανοι από την υποστήριξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η πραγματικότητα επιβεβαιώνει με τον πιο τρανό τρόπο τον ισχυρισμό αυτό…

 

Παραπομπές:

[1] -, -. (2017). Πρώτη παγκοσμίως σε παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές η Κίνα. [online] Skai.gr. Available at: http://www.skai.gr/news/environment/article/350802/proti-se-paragogi-energeias-apo-ananeosimes-piges-i-kina/ [Accessed 5 Jan. 2018].
[2] -, -. (2017). Available at: https://www.belfercenter.org/sites/default/files/legacy/files/EVs%20in%20China%20Policy%20Brief%20final%20final.pdf [Accessed 5 Jan. 2018].
[3] Lynch, Michael. (2017). Is The Oil Industry Going Green? And Moving Away From Oil?. [online] Forbes. Available at: https://www.forbes.com/sites/michaellynch/2017/06/21/is-the-oil-industry-going-green-and-moving-away-from-oil/#b43fe35293c0 [Accessed 5 Jan. 2018].
[4] Perkowski, Jack. (2017). China Is Leading The World’s Boom In Electric Vehicles — Here’s Why [online] Forbes. Available at: https://www.forbes.com/sites/jackperkowski/2017/06/01/china-is-leading-the-worlds-boom-in-electric-vehicles-heres-why/#5b09b8cd2f2e [Accessed 5 Jan. 2018].
[5] Perkowski, Jack. (2017). A future after oil and gas? Norway’s fossil-free energy startups [online] The Guardian. Available at: https://www.theguardian.com/sustainable-business/2017/mar/28/oil-and-gas-norways-fossil-free-energy-renewables-oslo [Accessed 5 Jan. 2018].
[6]O’Hare, James. (2017). [online] The Guardian. Available at: https://www.globalcitizen.org/en/content/norway-sustainable-energy-green-cars/ [Accessed 3 Jan. 2018].
[7] Chen, Kathy. (2017). [online] Reuters. Available at: https://www.reuters.com/article/us-china-energy/china-plans-energy-sector-technology-capacity-boost-over-next-decade-idUSKCN0Z70NK. [Accessed 10 Jan. 2018].
[8] Xin Zheng. (2017). [online] China Daily. Available at: http://www.chinadaily.com.cn/business/2017-04/11/content_28871959.htm [Accessed 10 Jan. 2018].