της Ελευθερίας Χαραλάμπους

Η κοινωνικοποίηση του παιδιού, η αυτοεκτίμηση, οι διαπροσωπικές του σχέσεις στην ανήλικη και ενήλικη ζωή και εν τέλει η «ευτυχία» του δομούνται μέσα από τις αλληλεπιδράσεις οι οποίες αναπτύσσονται στο οικογενειακό, στο σχολικό και στο ευρύτερο κοινωνικοπολιτισμικό περιβάλλον. Ένα παιδί που υφίσταται παραμέληση, κακοποίηση (συναισθηματική, λεκτική, σωματική ή σεξουαλική) ή σχολικό εκφοβισμό (bullying) είναι περισσότερο πιθανό σε σχέση με άλλα παιδιά να εμφανίσει ποικίλες διαταραχές όπως ενδεικτικά φοβίες, κρίσεις πανικού, κατάθλιψη, αποξένωση από το σχολικό, οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον, εξάρτηση από ουσίες, αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές (π.χ. απόπειρες αυτοκτονίας), ή παραβατική και επιθετική συμπεριφορά. Σε περιπτώσεις έντονης κακοποίησης δεν αποκλείεται να επέλθουν και σωματικές βλάβες, όπως βλάβες στο νευρικό σύστημα και πρόκληση αναπηρίας (π.χ. μόνιμη κώφωση από χτυπήματα στο κεφάλι), περιστατικά γνωστά σε όσους ασχολούνται με τη μέριμνα κακοποιημένων παιδιών. Και όλα αυτά γιατί κανείς δεν μπορεί να μείνει αλώβητος από την κακοποίηση, οποιαδήποτε μορφή και αν αυτή έχει, ιδιαίτερα σε μια τόσο ευαίσθητη ηλικία. Πόσο μάλλον όταν αυτή προέρχεται από τον στενό κύκλο του παιδιού, από άτομα δηλαδή που έχουν αναλάβει τη φροντίδα, την εκπαίδευση ή την φύλαξη του.

Η κακοποίηση που βιώνει ένα παιδί στο στενό οικογενειακό του περιβάλλον από τα μέλη της οικογένειάς του (κάτι που όπως διαπιστώνεται εμπειρικά αποτελεί συχνό φαινόμενο για ένα όλο και πιο αυξημένο αριθμό παιδιών), μπερδεύει τα συναισθήματά του. Στις περιπτώσεις αυτές, η αγάπη και το μίσος βρίσκονται σε συνεχή εναλλαγή, με αποτέλεσμα το παιδί να δικαιολογεί πολλές φορές τον θύτη και να μην μιλάει ανοιχτά για τους προβληματισμούς του, προσπαθώντας να προστατεύσει και το ίδιο αλλά ενδεχομένως και τη σύσταση ολόκληρης της οικογένειας. Μάλιστα το παιδί που έχει υποστεί κακοποίηση αδυνατεί, λόγω των περιορισμένων εμπειριών και παραστάσεων που έχει για τη ζωή, να διακρίνει μεταξύ «σωστού» και «λάθους» και συχνά επηρεάζεται από μεταγενέστερη μεταστροφή του θύτη με χάδια, αγκαλιές, υποσχέσεις για μη επανάληψη του συμβάντος, ακόμη και απειλές. Γι’ αυτό και κρίνεται απολύτως σημαντικό να ακούμε τι έχει να μας πει ένα παιδί, καθότι το ίδιο βρίσκεται σε δυσχερή θέση να «προδώσει» το δράστη και δύσκολα βρίσκει το θάρρος να μιλήσει. Η συμπεριφορά μας προς το παιδί απέναντι σε μια πρωτοβουλία να εκμυστηρευτεί συμβάντα κακοποίησης δεν θα πρέπει να είναι αποθαρρυντική, π.χ. λέγοντάς του ότι πιθανόν κάνει λάθος, διότι τότε το παιδί δεν θα ξανανοιχτεί και θα βυθιστεί στην απομόνωση.

Ιδιαιτέρως καθοριστικά για τη μετέπειτα ενήλικη ζωή κάποιου είναι τα ερεθίσματα που έχει λάβει κατά την παιδική και εφηβική του ηλικία, τα οποία επαναλαμβάνει ασυνείδητα. Εν προκειμένω, όταν ένας γονιός, ως παιδί, έζησε σε ένα βίαιο και στερητικό περιβάλλον, έχει αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξει προβληματικές σχέσεις με τον/την σύντροφο του/της και αργότερα προβληματικές σχέσεις με τα παιδιά του/της, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο βίας που κλείνει μόνο μετά από πολλή επιμονή και συστηματική και εξειδικευμένη αποθεραπεία. Πάντως θα πρέπει να ειπωθεί πως οι γονείς κατά βάση επιδιώκουν να είναι καλοί γονείς για τα παιδιά τους, απλώς κάποιες φορές το ψυχικό, οικονομικό και γνωστικό τους υπόβαθρο, δεν τους το επιτρέπει. Όσον αφορά τώρα την επιλογή προσώπων που εξ’ αντικειμένου έρχονται σε επαφή με παιδιά (π.χ. εκπαιδευτικοί, οικιακοί βοηθοί, παιδίατροι, προπονητές), αυτή οφείλει να γίνεται ιδιαιτέρως προσεκτικά από τους γονείς, οι οποίοι πρέπει να ελέγχουν τακτικά το προφίλ τους και να ρωτάνε συχνά το παιδί για τις διαπροσωπικές τους σχέσεις.

Ένα παιδί όμως δεν κινδυνεύει μόνο «μέσα στο σπίτι». Συχνά γίνεται θύμα του σχολικού εκφοβισμού (θυματοποίησης) που του ασκείται από συνομήλικους συμμαθητές του. Αποκαλυπτικές και άκρως απογοητευτικές είναι οι στατιστικές που δημοσιεύονται σχετικά με τα φαινόμενα του σχολικού bullying. Ακόμη, η ανάπτυξη της τεχνολογίας και η εφεύρεση του διαδικτύου, πέρα από τις αμέτρητες διευκολύνσεις που προσφέρει στην καθημερινότητα, ευνοεί τη δράση επικίνδυνων ατόμων. Οι παιδόφιλοι βρίσκουν συχνά τα θύματα τους σε ιστότοπους που περιέχουν θέματα ενδιαφέροντα για τα παιδιά και τους έφηβους όπως μουσική, ταινίες, σπορ ή στα chat-rooms. Παρουσιάζονται με ψευδή στοιχεία, παριστάνουν συνήθως τους «προχωρημένους» έφηβους που μπορούν να αποτελέσουν μέντορα για ένα παιδί και επιδιώκουν την φυσική επαφή μαζί του, αφού εξασφαλίσουν την πλήρη εμπιστοσύνη και εχεμύθειά του. Έχοντας καταφέρει να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του παιδιού, αρχίζουν και εισάγουν στην προσωπική συζήτηση στο διαδίκτυο, πορνογραφικό υλικό που εικονίζει την παιδική σεξουαλικότητα, στιγματίζοντας με τον τρόπο αυτό τις ευαίσθητες παιδικές ψυχές.

Ωστόσο, όλα τα παιδιά αξίζουν να αγαπηθούν βαθιά και αληθινά. Ένα παιδί που μεγαλώνει με αγάπη, στοργή και τρυφερότητα, αποκτά αυτοεκτίμηση, αυτοπεποίθηση και δημιουργεί αρμονικές σχέσεις. Το ιδανικό για την ψυχική, πνευματική και σωματική υγεία ενός παιδιού είναι να ζήσει αρμονικά με τους γονείς του μέχρι τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσης και έπειτα να πατήσει γερά στα πόδια του και να ανεξαρτητοποιηθεί. Σε περίπτωση εσωτερικών προβλημάτων στην οικογένεια ή στο σχολικό και κοινωνικό περιβάλλον, η παρέμβαση κυρίως από τις αρμόδιες κοινωνικές υπηρεσίες, θα μπορούσε να αφορά την άμεση οικονομική ενίσχυση (με παροχή τροφής, στέγης, κ.τ.λ.), τη συμμετοχή σε ειδικά προγράμματα εκπαίδευσης καθώς και την αποκατάσταση προβλημάτων ψυχικής υγείας. Σε κάθε περίπτωση, η νομική παρέμβαση και η αφαίρεση της επιμέλειας ενός παιδιού θα πρέπει να θεωρείται η τελευταία λύση.

logo_transparent

H SAFIA (Student Association For International Affairs) δεν υιοθετεί ως Οργανισμός πολιτικές θέσεις. Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο The SAFIA Blog αποδίδονται αποκλειστικά στους συγγραφείς  και δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις απόψεις του Σωματείου, του Διοικητικού Συμβουλίου ή των κατά περίπτωση και καθ’οιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενων φορέων.