από την Κωνσταντίνα Γκέκα, ερευνήτρια στην ομάδα «Πολιτική & Διεθνείς Σχέσεις»

Εισαγωγή

Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στο εξωτερικό, είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω το ντοκιμαντέρ “Le Populisme au féminin”, το οποίο εστιάζει στο νέο, γυναικείο πρόσωπο του λαϊκισμού και της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Παρουσιάζει την απόπειρα ακροδεξιών κομμάτων να αποποιηθούν το ακραίο του χαρακτήρα τους και να μπουν σε μια τροχιά εκσυγχρονισμού με νέα πρόσωπα στην ηγεσία και δημιουργία μιας ήπιας, πιο φιλικής εικόνας προς τις εν δυνάμει ψηφοφόρους.

Οι πολιτικές εξελίξεις αποδεικνύουν τη συγκρότηση μιας στενής σχέσης μεταξύ ακροδεξιού λαϊκισμού και γυναικών. Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν όντως έχουν αυξηθεί οι γυναίκες ψηφοφόροι των ευρωπαϊκών, ακροδεξιών κομμάτων ή απλώς τώρα έπαψαν να φοβούνται τις συνέπειες της δημόσιας έκφρασης των επιλογών τους. Η στρατηγική τοποθέτηση γυναικών σε ηγετικές θέσεις των ακροδεξιών κομμάτων είναι μία πολιτική πραγματικότητα, όπως βλέπουμε στη Γαλλία με τη Marine Le Pen και στη Νορβηγία με τη Siv Jensen. Η δυναμική παρουσία γυναικών σε αυτό το κύμα λαϊκισμού που σαρώνει την ήπειρο, εγείρει εύλογα ερωτήματα σχετικά με τη νέα πολιτική ατζέντα των κομμάτων που εκπροσωπούν.

Για πολλά χρόνια τα έμφυλα ζητήματα και τα δικαιώματα των γυναικών δεν απασχολούσαν τα ευρωπαϊκά ακροδεξιά κόμματα. Τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες μιας σχετικής αλλαγής σε αυτό το πεδίο. Τα ακροδεξιά κόμματα αποπειρώνται να διευρύνουν τις πολιτικές τους “ατζέντες”, εντάσσοντας σε αυτές το γυναικείο ζήτημα αλλά και θέματα της LGBTQ κοινότητας. Ωστόσο, πρέπει να αναρωτηθεί κανείς: Με τι σκοπούς; Μήπως τα χρησιμοποιούν εργαλειακά ενώ εξακολουθούν να έχουν ως βάση πολιτιστικά και θρησκευτικά στερεότυπα και μία εντόνως αντι-μεταναστευτική πολιτική;

Η παρούσα έρευνα έχει ως στόχο την ανάδειξη της άνωθεν τάσης, δηλαδή της στροφής της ακροδεξιάς προς τις γυναίκες με βασική επιδίωξη τη διεύρυνση του εκλογικού σώματος. Για το στόχο αυτό θα χρησιμοποιηθούν τρία παραδείγματα χωρών και θα πραγματοποιηθεί μια συγκριτική μελέτη μεταξύ τους. Οι χώρες αυτές είναι η Γαλλία, η Ουγγαρία και η Σουηδία, χώρες οι οποίες ήρθαν αντιμέτωπες με την άνοδο της ακροδεξιάς στο σύγχρονο πολιτικό τους γίγνεσθαι.[1] Θα πραγματοποιηθεί επίσης μια ανάλυση των ευρημάτων με βάση συγκεκριμένους πυλώνες. Αρχικά θα παρουσιασθεί ο ρόλος των γυναικών σε πολιτικές θέσεις ισχύος της κάθε χώρας, στη συνέχεια η δύναμη και η πιθανή αύξηση των γυναικών ψηφοφόρων και τέλος η διαμόρφωση της πολιτικής “ατζέντας” και ο τρόπος ένταξης έμφυλων θεμάτων. Η έρευνα θα εστιάσει επίσης σε ορισμένα μοτίβα, τα οποία μπορούν να εξηγήσουν αυτή την τάση, όπως η εκμετάλλευση θρησκευτικών και φυλετικών στερεοτύπων και η λαϊκίστικη ρητορική με βάση την παράδοση και τους κοινωνικούς ρόλους, καθώς και στην παρουσίαση και ανάλυση του νεοσύστατου όρου “femonationalism”[2].

I. Πολιτικές εκφάνσεις: πολιτικά πρόσωπα

Ηγεσία & Πολιτικά πρόσωπα

Γαλλία

Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση κομματικής έκφρασης του ακροδεξιού λαϊκισμού στη Γαλλία είναι αυτή του National Rally (πρώην National Front). Το NR έχει μια σταθερή παρουσία σαράντα χρόνων στο πολιτικό προσκήνιο και κατά τη διάρκεια της ιστορικής του πορείας έχει παρουσιάσει χαμηλά και υψηλά ποσοστά ψηφοφόρων. Αυτή τη στιγμή διανύει μία περίοδο με χαμηλά ποσοστά υποστήριξης, ωστόσο η έρευνα θα επικεντρωθεί στην περίοδο ακμής του και ισχυρής πολιτικής παρουσίας της ηγέτιδας του (2011-2017).

Η τωρινή πρόεδρος, Marine Le Pen, ανέλαβε τα ηνία το 2011. Από τη στιγμή της ανάληψης των καθηκόντων της ξεκίνησε μία προσπάθεια εκσυγχρονισμού της πολιτικής “ατζέντας” του κόμματος και εκκαθάρισης του από απαρχαιωμένα στοιχεία για τα οποία είχε αρχίσει να υπάρχει δημόσια αλλά και εσωκομματική κατακραυγή[3]. Αυτή η απόπειρα εκσυγχρονισμού την οδήγησε σε πολιτική ρήξη με τον πατέρα της και ιδρυτή του κόμματος, Jean-Marie Le Pen, ο οποίος εκδιώχθηκε από το κόμμα το 2015 έπειτα από προκλητικές δηλώσεις για το Ολοκαύτωμα[4]. Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί το εύλογο ερώτημα που εγείρει η Mariette Sineau στο “Paradoxes of the Gender Gap in France” σχετικά με την άνοδο της δημοτικότητας της Le Pen και συγκεκριμένα την αύξηση του ποσοστού γυναικών ψηφοφόρων που θα αναλυθεί και παρακάτω[5]. Το ερώτημα το οποίο τίθεται είναι εάν η αύξηση αυτή οφείλεται στο φύλο της ή στην απόφαση της να προχωρήσει σε πολιτική σύγκρουση με τον πρώην ηγέτη και πατέρα της[6].

Στο σημείο αυτό έρχεται να συνεισφέρει και η προσέγγιση των Mudd Cas Kaltwasser και Rovira Cristobal Kaltwasser, η οποία υποστηρίζει ότι οι γυναίκες ηγέτιδες σύγχρονων ακροδεξιών κομμάτων έχουν συγγενική σχέση με άνδρες ηγέτες ή πολιτικά πρόσωπα και πολλές φορές επιδεικνύουν το έμφυλο στοιχείο σε μία προσπάθεια διαφοροποίησης τους από το κλασικό «old boys’ club»[7]. Παραμένοντας πιστή στο προφίλ του ακροδεξιού ηγέτη, όπως αυτό σκιαγραφείται από τους Mudd Cas Kaltwasser και Rovira Cristobal Kaltwasser[8] επικεντρώνεται στην πολιτική επικοινωνία, εστιάζοντας στη θηλυκή της πλευρά και το στερεότυπο της μητρότητας, το οποίο είχε ανέκαθεν κεντρικό ρόλο στα εθνικιστικά κόμματα.[9] Παρά την ισχυρή παρουσία της Le Pen, το κόμμα παραμένει ανδροκρατούμενο και υπάρχουν παραδείγματα γυναικών, όπως αυτό της Martine Lehideux, οι οποίες έχουν εκδιωχθεί μετά από πολιτικές διαφωνίες[10] ενώ το National Bureau, όπως διαμορφώθηκε το Μάρτιο του 2018, έχει δώδεκα γυναίκες και σαράντα τρεις άνδρες.

Ουγγαρία

Στην περίπτωση της Ουγγαρίας θα εστιάσουμε σε δύο ακροδεξιά πολιτικά κόμματα και την παρουσία τους σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Το Fidesz, το οποίο σε συνασπισμό με το KDNP, αποτελεί την κυβέρνηση του κράτους και το Jobbik, το οποίο έχει επιδείξει μία θεαματική άνοδο κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. Τα συγκεκριμένα κόμματα παρουσιάζουν μικρή πολιτική εκπροσώπηση γυναικών,  γεγονός που ισχύει για όλα τα πολιτικά κόμματα της Ουγγαρίας[11] και αποτελεί μία πολιτική πραγματικότητα της χώρας. Για λόγους ανάπτυξης της έρευνας θα αναλυθούν κάποιες ιδιαίτερες περιπτώσεις γυναικών σε σημαντικές πολιτικές θέσεις των συγκεκριμένων ακροδεξιών κομμάτων.

Η Krisztina Morvai, πρώην πολιτικός του Jobbik και στη συνέχεια του Fidesz, είναι νομικός και υπήρξε επί σειρά ετών μέλος της Επιτροπής για την Καταπολέμηση των Διακρίσεων κατά των Γυναικών των Ηνωμένων Εθνών καθώς και της Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και την Ισότητα των Φύλων. Κατά τη διάρκεια παραμονής της σε αυτές τις θέσεις, προχώρησε σε δημόσιες καταγγελίες εναντίον της κυβέρνησης του Ισραήλ σχετικά με τις «απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης» των γυναικών στην Παλαιστίνη. Τα σχόλια της θεωρήθηκαν αντισημιτικά, προκάλεσαν αντιδράσεις και οδήγησαν σε επίσημη καταγγελία από την κυβέρνηση του Ισραήλ[12]. Η παρουσία της σε αυτές τις επιτροπές δημιουργεί σύγχυση εάν αναλογιστεί κανείς τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται το γυναικείο ζήτημα από τα δύο ακροδεξιά κόμματα που ήδη αναφέρθηκαν και ο οποίος θα αναλυθεί σε παρακάτω κεφάλαιο.

Ωστόσο, τα αντισημιτικά σχόλια στα οποία προέβη επιβεβαιώνουν τις θέσεις του κόμματος όσον αφορά εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες της Ουγγαρίας[13] και τα έδρανα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου χρησιμοποιούνται συχνά από την ίδια με σκοπό τη νομιμοποίηση πολιτικών θέσεων των ακροδεξιών στοιχείων της χώρας. Η παρουσία μιας γυναίκας με το συγκεκριμένο βιογραφικό σε ένα κόμμα σαν το Jobbik ενισχύει τη θέση ορισμένης μερίδας ερευνητών, οι οποίοι τονίζουν πως οι περισσότεροι λαϊκιστές ηγέτες προέρχονται από ανώτερη κοινωνική τάξη[14] και αμφισβητεί την υφιστάμενη εικόνα σχετικά με τα ακροδεξιά κόμματα. Στα πλαίσια τώρα της πολιτικής επικοινωνίας, η Morvai, όπως και η Le Pen, εμμένει στην κλασική αντίληψη της ακροδεξιάς για τις γυναίκες[15] και προσπαθεί να προωθήσει τη θηλυκή της πλευρά, στηρίζοντας την πολιτική της εικόνα στο στερεότυπο της μητρότητας.

Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αποτελούν επίσης η Ildiko Pelczne Gall, πρώην αντιπρόεδρος του National Assembly του Fidesz και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία εκδιώχθηκε από το κόμμα λόγω πολιτικών διαφορών καθώς και η διάδοχός της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Livia Jaroka, πολιτικός του Fidesz με Ρομά καταγωγή. Η κοινωνική θέση των δύο γυναικών, οι πολιτικές τους δραστηριότητες αλλά και η σταθερή παρουσία τους σε ευρωπαϊκούς θεσμούς, ενισχύει τον παραπάνω ισχυρισμό και δημιουργεί ερωτήματα, ειδικά σχετικά με την επιλογή της Jaroka να γίνει ενεργό μέλος ενός κόμματος με ξεκάθαρη αντί-Ρομά πολιτική[16].

Σουηδία

Η Σουηδία αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση. Η ακροδεξιά έκανε την εμφάνισή της το 2010 με τους Sweden Democrats, ένα κόμμα με νεο-ναζιστικές ρίζες. Μέχρι τότε η χώρα αποτελούσε εξαίρεση στην ευρωπαϊκή ήπειρο[17]. Επομένως για τη σχετική ανάλυση οφείλουμε να λάβουμε υπόψη την ιδιαιτερότητα της σουηδικής κοινωνίας και της πολιτικής ταυτότητας. Το SD αποτελεί ένα ανδροκρατούμενο κόμμα, μένοντας πιστό στο κλασικό πρότυπο της ακροδεξιάς, με μικρότερη συμμετοχή γυναικών σε σχέση με τα κόμματα που αναλύθηκαν προηγουμένως[18]. Από την ίδρυση του μέχρι σήμερα αποπειράται να προσαρμοστεί στο συγκεκριμένο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο, στο οποίο βρέθηκε το πλαίσιο μιας σύγχρονης σκανδιναβικής κοινωνίας. Όταν ιδρύθηκε είχε μία διττή πολιτική ηγεσία, αποτελούμενη από έναν άνδρα και μία γυναίκα, στα πρότυπα του κόμματος των Πρασίνων, ένα από τα πιο διάσημα πολιτικά μορφώματα της Σουηδίας. Ωστόσο το μοντέλο απέτυχε και διαλύθηκε γρήγορα.

Συνεχίζοντας τις προσπάθειες διαμόρφωσε το SD Women, πολιτική οργάνωση η οποία αποτελεί μια προσπάθεια του κόμματος να προσελκύσει περισσότερες γυναίκες ψηφοφόρους ακόμη και αν κατακρίνει τον, κατά τα λεγόμενα της, “ακραίο φεμινισμό”. Ένα ακόμη φαινομενικά προοδευτικό βήμα είναι η θέσπιση spokesperson για τα έμφυλα ζητήματα και τα δικαιώματα των γκέι. Η κίνηση αυτή αποτελεί καινοτομία για τα δεδομένα ακροδεξιού κόμματος αλλά συνάδει με το σουηδικό κοινωνικό-πολιτικό περιβάλλον. Στη θέση αυτή βρίσκεται η Paula Bieler, μία τριαντάχρονη πολιτικός, η οποία επιβεβαιώνει ξανά τη θεωρία περί κοινωνικής τάξης και πολιτικής εικόνας[19].  Η ίδια, παρά την παρουσία της σε ένα φαινομενικά προοδευτικό πόστο, δηλώνει θιασώτρια του “biological (gender) essentialism”, θεωρίας η οποία έχει δημιουργήσει συγκρούσεις και αντιδράσεις καθώς στηρίζει την ύπαρξη αιώνιων, καθαρών, βιολογικών ρόλων και έχει δημιουργήσει προβλήματα στην κατοχύρωση των δικαιωμάτων των γυναικών και της LGBTQ κοινότητας[20].

ΙΙ. Πολιτικές εκφάνσεις: εκλογικό σώμα

Οι γυναίκες ψηφοφόροι

Γαλλία

Το National Rally έχει επιτύχει σημαντική άνοδο του ποσοστού γυναικών ψηφοφόρων, όπως φαίνεται και από τα ποσοστά συμμετοχής στις προεδρικές και εθνικές εκλογές των τελευταίων ετών. Το ερώτημα που παραμένει είναι αν οι γυναίκες ψηφίζουν τώρα το κόμμα ή απλώς τώρα ξεκίνησαν να αποκαλύπτουν τις επιλογές τους[21]. Δυστυχώς το ερώτημα αυτό δεν μπορεί να απαντηθεί από τα στατιστικά στοιχεία. Θα μπορούσαμε όμως να διακρίνουμε στοιχεία πολιτικής ενδυνάμωσης και στις δύο πιθανότητες, τα οποία είναι πιθανόν να βασίζονται στο πρόσωπο και την πολιτική της Le Pen.

Αν και η ανάλυση των λόγων για τους οποίους οι γυναίκες προχώρησαν στην κάλπη αποτελεί ένα δύσκολο και επίφοβο εγχείρημα, θα ήταν δυνατόν να ειπωθεί ότι η προσπάθεια κανονικοποίησης του NR και η απόπειρα θόλωσης των πολιτικών γραμμών είναι πιθανές αφορμές. Τα παρακάτω στατιστικά στοιχεία παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον, ειδικά ως προς το προφίλ και το status των ψηφοφόρων[22].

1

Figure 1.  Προεδρικές εκλογές 2017. Στους δύο γύρους προεδρικών εκλογών του 2017, το 61,7% όσων ψήφισαν Le Pen στο δεύτερο γύρο είπαν ότι την ψήφισαν και στον πρώτο. Από αυτούς το 50% είναι άνδρες και το 62% γυναίκες. Οι γυναίκες μάλιστα επέδειξαν μεγαλύτερη δέσμευση όσον αφορά την ψήφο τους στον πρώτο και το δεύτερο γύρο.

2

Figure 2. Ποσοστά ψήφων ανάλογα με το φύλο και την ηλικία. Στην ηλικιακή ομάδα 18-29 ετών, η οποία περιλαμβάνει γυναίκες «first timers», υπάρχει μία  προτίμηση για το NR που ξεπερνά ελαφρώς το ποσοστό της αντρικής ψήφου. Υποστηρίζεται ότι η τάση αυτή υφίσταται λόγω του χάσματος γενεών και της άγνοιας της νεότερης γενιάς, όσον αφορά την πολιτική καταγωγή και ιστορία του κόμματος. Ιδιαίτερη απόκλιση παρατηρείται επίσης νεώτερων και πιο ηλικιωμένων γυναικών, με τις τελευταίες να υποστηρίζουν το Μακρόν σε μεγαλύτερο ποσοστό. Παρόλα αυτά, η ηλικιακή ομάδα 30-59 ετών, που αποτελεί και το εργατικό δυναμικό, φάνηκε να στηρίζει περισσότερο την εκλογική μάχη του NR, σε σχεδόν ίσες αναλογίες μεταξύ γυναικών (51,9%) και ανδρών (53,8%).

Ουγγαρία

Και τα δύο ακροδεξιά κόμματα της Ουγγαρίας έχουν επιτύχει την αύξηση των γυναικείων ψήφων, σε σχέση πάντα με τα μικρά ποσοστά της προηγούμενης δεκαετίας. Το έμφυλο χάσμα, το οποίο τα διακατείχε μειώνεται. Ωστόσο, οι άνδρες συνεχίζουν να υπερτερούν και ως ψηφοφόροι, ιδιαίτερα στο Jobbik.

3

Figure 3. Ποσοστά γυναικείων ψήφων το 2010 και το 2015. Μπορεί η διαφορά σε ποσοστά ψήφων ανάμεσα στο 2010 (57% για το Fidesz και 35% για το Jobbik) και το 2015 (60% για το Fidesz και 38% για το Jobbik) να φαίνεται μικρή, ειδικά εάν τη συγκρίνουμε με τη θεαματική άνοδο στη Γαλλία, αλλά υφίσταται. Το Fidesz και το Jobbik έχουν καταφέρει να κερδίσουν ένα ποσοστό γυναικών ψηφοφόρων στην πάροδο των ετών, έπειτα από μία σειρά συντριπτικών εκλογικών επιτυχιών.

Στο ίδιο μήκος κύματος με τη Γαλλία, οι γυναίκες που στηρίζουν τα ακροδεξιά κόμματα της Ουγγαρίας έχουν καλή κοινωνική και επαγγελματική κατάσταση[23]. Επιπλέον, έχει παρατηρηθεί ότι το Jobbik έχει ενσωματώσει στους πολιτικούς του κόλπους πολλές νέες ψηφοφόρους. Υποστηρίζεται επίσης ότι οι νέες γυναίκες ψηφίζουν το ανδροκρατούμενο κόμμα λόγω της φήμης που έχει διαμορφωθεί, ότι δίνει φωνή σε subculture ομάδες[24]. Με αυτό τον τρόπο, επομένως, θα μπορούσε να λεχθεί ότι τους δίνεται η δυνατότητα να συμπεριφερθούν ως ενήλικες και να ακουστούν.

Σουηδία

Οι Sweden Democrats συνεχίζουν να αποτελούν ένα ανδροκρατούμενο κόμμα και σε επίπεδο ψήφων. Αξίζει να επισημανθεί και πάλι η σημασία των αρχών της σουηδικής κοινωνίας. Οι γυναίκες συνηθίζουν να στηρίζουν πολιτικά κόμματα, τα οποία ανήκουν στο χώρο της αριστεράς και του κέντρου[25]. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη και αυτές τις μεταβλητές, το ποσοστό συμμετοχής των γυναικών είναι αξιοσημείωτο. Από το συνολικό αριθμό ψηφοφόρων, το 60% είναι άνδρες και το 40% γυναίκες. Η μικρότερη πολιτική συμμετοχή γυναικών ίσως να σχετίζεται με την πολιτική ατζέντα του κόμματος, την οποία δεν έχει αποπειραθεί να εκσυγχρονίσει στον ίδιο βαθμό με άλλα ευρωπαϊκά κόμματα της ακροδεξιάς[26].5

Figure 4.  Ποσοστά συμμετοχής στις εθνικές εκλογές και για τα δύο φύλα. Στον πίνακα παρατηρούμε το έμφυλο χάσμα στα ποσοστά των ψήφων, που διαφέρει από κόμμα σε κόμμα. Οι μεγαλύτερες διαφορές εντοπίζονται στους Swedish Democrats και στο συντηρητικό κόμμα  Moderaterna. Το 2010 5% των ανδρών και 2% των γυναικών της Σουηδίας ψήφισαν το SD. Η άνοδος του SD διαφαίνεται στα ποσοστά ψήφων το 2014 (10% των ανδρών και 6% των γυναικών). Σε αυτόν τον πίνακα παρουσιάζεται επίσης η κλίση των γυναικών προς τα κεντρώα και αριστερά κόμματα (π.χ. οι σοσιαλδημοκράτες κέρδισαν το 33% των γυναικών σε σύγκριση με το 29% των ανδρών στις εθνικές εκλογές του 2010, ενώ στις εκλογές του 2014 η αναλογία μεταξύ των δύο φύλων ήταν ισορροπημένη [28%]).

III. Πολιτικές εκφάνσεις: πολιτική “ατζέντα”& γυναικείο ζήτημα

Υιοθέτηση (ή μη) φεμινιστικής ρητορικής για την εξυπηρέτηση πολιτικής “ατζέντας”

Γαλλία

Σε αυτό το σημείο έχει έντονο ενδιαφέρον η μελέτη της πολιτικής “ατζέντας” του NF και ο τρόπος διαμόρφωσης της βάσει της νέας τροχιάς του κόμματος. Παρά τις εσωτερικές διαμάχες, η Le Pen διαμορφώνει μια “ατζέντα”, η οποία συμπεριλαμβάνει πιο ήπιες προτάσεις και παίρνει απόσταση από παλαιότερες, οπισθοδρομικές θέσεις του κόμματος[27]. Η “ατζέντα” θα εξεταστεί σύμφωνα με το ποσοστό ένταξης του γυναικείου ζητήματος, την οικογενειακή πολιτική και τα ζητήματα της LGBTQ κοινότητας.

Οι πολιτικές προτάσεις του κόμματος και της ίδιας της Le Pen σχετίζονται σε ένα βαθμό με το γυναικείο ζήτημα καθώς γίνεται αναφορά σε ισότητα στην εργασία και τους μισθούς, σε γυναικεία ενδυνάμωση ενώ έχει χαλαρώσει και η πολιτική απέναντι στις εκτρώσεις. Ωστόσο, οι προτάσεις αυτές κρύβουν μία δεύτερη βαθμίδα ανάγνωσης στην οποία εισέρχεται και ο όρος «femonationalism»[28] και η οπορτουνιστική χρήση των γυναικείων δικαιωμάτων για την επίτευξη πολιτικών σκοπών. H Le Pen, κατά τη διάρκεια δηλώσεων υπέρ το γυναικών χρησιμοποιεί ως αντίβαρο το Ισλάμ και την, κατά τα λεγόμενα της, μειονεκτική θέση που έχουν οι γυναίκες που ανήκουν στους κόλπους του[29]. Υποστηρίζεται λοιπόν ότι χρησιμοποιεί ζητήματα φύλου με σκοπό την εξαπόλυση εθνικιστικής και αντί-μεταναστευτικής πολιτικής (femonationalism), γεγονός που ισχύει για τις νέες “ατζέντες” όλων των σύγχρονων, ευρωπαϊκών, ακροδεξιών κομμάτων.

Ο πυρήνας της “ατζέντας” ήταν και θα είναι το μεταναστευτικό και το πρόβλημα που πιστεύεται ότι προκαλεί στις κοινωνίες. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η ίδια γραμμή υφίσταται και όσον αφορά στα ζητήματα της LGBTQ κοινότητας, καθώς το NR επιδεικνύει μια ηπιότερη στάση σχετικά με τους ομόφυλους γάμους και τα σύμφωνα συμβίωσης[30] καταδεικνύοντας παράλληλα τον ομοφοβικό χαρακτήρα του Ισλάμ. Η οικογενειακή πολιτική του κόμματος συνεχίζει να εμμένει σε παραδοσιακές αρχές, όπως η σημασία της μητρότητας αλλά παράλληλα δε γίνονται αναφορές στην παραδοσιακή μορφή της οικογένειας. Υποστηρίζεται πως η αποφυγή αυτών των αναφορών συντελείται για λόγους προσέγγισης νέας γενιάς ψηφοφόρων[31] και επιθυμίας του κόμματος να μην ταράξει τα νερά της γαλλικής κοινωνίας, η οποία έχει παράδοση στους πολιτικούς αγώνες[32].

Ουγγαρία

Σε αντίθεση με τις άλλες δύο χώρες της έρευνας, η Ουγγαρία έχει μακρά παράδοση στην ακροδεξιά και θα ήταν σημαντικό να εξετάσουμε κάποιες πτυχές της σύγχρονης ουγγρικής πολιτικής πραγματικότητας. Το Fidesz έχει καταφέρει να κατακτήσει την κοινωνία της Ουγγαρίας, όπως φαίνεται από τις συντριπτικές εκλογικές του νίκες στις εθνικές εκλογές του 2010, 2014 και 2018. H παραμονή του στην εξουσία διακρίνεται από ευρωσκεπτικιστική ρητορική ενώ έχει επίσης κατηγορηθεί για την αντίδραση του στην προσφυγική κρίση[33] για επιθέσεις κατά του κράτους δικαίου και των ελευθεριών των μη κυβερνητικών οργανώσεων καθώς και κακομεταχείριση εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων[34]. Οι καταγγελίες αυτές οδήγησαν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην ενεργοποίηση του άρθρου 7 για την επιβολή κυρώσεων λόγω της «ύπαρξης σαφούς κινδύνου κατάφωρης παραβίασης των αξιών επί των οποίων ιδρύθηκε η Ένωση»[35]. Παρά την υφιστάμενη πολιτική πραγματικότητα, παρατηρείται μία προσπάθεια, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, φαινομενικής αναθεώρησης και εκσυγχρονισμού της πολιτικής “ατζέντας” των δύο εξεταζόμενων ακροδεξιών κομμάτων. Ωστόσο, όπως θα αποδειχθεί στη συνέχεια, το εγχείρημα αυτό είναι δύσκολο για τα κόμματα του ακροδεξιού φάσματος.

Όσον αφορά την ένταξη του γυναικείου ζητήματος, το νέο σύνταγμα της Ουγγαρίας το οποίο προέκυψε από την αναθεώρηση στην οποία προέβη το Fidesz το 2012, προωθεί την έννοια και τη σημασία της ισότητας των φύλων[36]. Ωστόσο, η κυβέρνηση χρησιμοποιεί το gender ως όρο “ομπρέλα” και του προσδίδει μία αρνητική χροιά, σε αντίθεση με τα προοδευτικά κόμματα της χώρας[37]. Ο συνασπισμός που κυβερνά τη χώρα έχει δηλώσει την αντίθεση του απέναντι στην έννοια του φεμινισμού και όσων εκπροσωπεί. Στα πλαίσια της απόπειρας απάντησης στους επικριτές της, η ουγγρική κυβέρνηση προωθεί ένα σύνολο μέτρων τα οποία και χαρακτηρίζει “pro-women”. Τα μέτρα αυτά, αφορούν κυρίως το θεσμό της οικογένειας και της μητρότητας και εστιάζουν στη μείωση φορολογικών επιβαρύνσεων και την αύξηση κοινωνικών επιδομάτων[38]. Οι επικριτές αυτής της πολιτικής προσπάθειας καταδικάζουν την ταύτιση του φύλου με το ρόλο (μητέρα), διαφωνούν με το χαρακτηρισμό “pro-women” και εστιάζουν στο μοτίβο της οικογένειας που συνεχίζει να απασχολεί την πολιτική των ακροδεξιών κομμάτων[39].

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών τα ακροδεξιά κόμματα της Ουγγαρίας προσπαθούν να πάρουν μία απόσταση από τα ζητήματα της LGBTQ κοινότητας και να διατηρήσουν μία ήπια στάση σε σχέση με το παρελθόν, σε μία προσπάθεια διεύρυνσης του εκλογικού τους κοινού και συμπόρευσης με τα υπόλοιπα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης. Ωστόσο, οι ενέργειες αυτές φαίνεται να αποτυγχάνουν καθώς σε σύγκριση με άλλα ευρωπαϊκά κόμματα της ακροδεξιάς, η ομοφοβική στάση του Fidesz και του Jobbik συνεχίζει να διαφαίνεται σε πολιτικές προτάσεις, πράξεις και νομοσχέδια[40].

Σουηδία

Όπως ήδη ειπώθηκε, η Σουηδία έχει μια βαθιά παράδοση πολιτικών για τις γυναίκες και την LGBTQ κοινότητα καθώς και ανεπτυγμένο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας. Το SD προσπαθεί να αναπτυχθεί μέσα σε αυτό το πλαίσιο έτσι ώστε να κερδίσει μία μερίδα της σουηδικής κοινωνίας και να μειώσει το βαθμό κοινωνικού αποκλεισμού που υφίσταται. Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας είναι αμφισβητούμενα καθώς συνεχίζει να προβάλλει τη θέση πως η οικογένεια, στην παραδοσιακή της μορφή, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του σουηδικού έθνους, επιμένοντας στα κλασικά μοτίβα του ακροδεξιού λαϊκισμού[41].

Κατ’ αρχάς, το SD εναντιώνεται στο φεμινισμό, κατακρίνοντας την «ακραία» μορφή του και τις θέσεις που προβάλλει. Οι πολιτικοί του κόμματος παρουσιάζουν τις φεμινίστριες ως διανοούμενες, μεσαίας ή υψηλότερης τάξης, οι οποίες δεν ταυτίζονται με τη μέση Σουηδή, σε αντίθεση με τους ίδιους που πιστοί στις επιταγές της λαϊκιστικής ρητορικής παρουσιάζουν τους εαυτούς τους ως μέσους, απλούς πολίτες[42]. Παράλληλα, με τις θέσεις αυτές στηρίζει την παραδοσιακή αρρενωπότητα και την κοινωνική δομή που θεωρεί ότι απειλείται από το φεμινισμό. Οι μόνες στιγμές κατά τις οποίες επιλέγει να διατυπώσει θέσεις υπέρ των γυναικών και των δικαιωμάτων τους, χωρίς ωστόσο να προχωρά σε θέσπιση μηχανισμών προστασίας, είναι όταν προσπαθεί να στοχοποιήσει το Ισλάμ, τις αρχές και τους πιστούς του, θεωρώντας το υπεύθυνο για την έκρηξη βίας εναντίον των γυναικών στη δυτική κοινωνία της Σουηδίας.

Με αυτό τον τρόπο, επιλέγοντας δηλαδή να διαμορφώσει μία κεκαλυμμένη αντι-μεταναστευτική πολιτική μένει πιστό στο μοτίβο που ήδη αναφέρθηκε σχετικά με το “femonationalism” και την εξυπηρέτηση πολιτικών συμφερόντων[43]. Το ίδιο τέχνασμα χρησιμοποιείται και για την προώθηση της “ατζέντας” για τα δικαιώματα της LGBTQ κοινότητας. Όντας για χρόνια εχθρικό απέναντι σε όλα τα ζητήματα της κοινότητας[44], το SD προσπαθεί να επιδείξει ένα νέο πρόσωπο, διατυπώνοντας θέσεις υπέρ των δικαιωμάτων των γκέι[45] αντιπαραβάλλοντας την ομοφοβική στάση του Ισλάμ και την ανάγκη προστασίας που διακατέχει τους Σουηδούς πολίτες. Επιπλέον, υποστηρίζεται πως γκέι άτομα εισέρχονται στους κόλπους του κόμματος, γεγονός που «σπάει» το σχετικό στερεότυπο[46].

Επίλογος

Η παρούσα έρευνα αποτελεί μια προσπάθεια ανάλυσης της συσχέτισης του γυναικείου φύλου με το φαινόμενο του ακροδεξιού λαϊκισμού, μία συσχέτιση η οποία απασχολεί την ακαδημαϊκή κοινότητα εάν κρίνουμε από τη βιβλιογραφία που συγκεντρώθηκε.

Κατά τη διάρκεια της έρευνας αναδύθηκαν κάποιοι περιορισμοί όπως για παράδειγμα τα στατιστικά στοιχεία και η δυνατότητα που έχουν να δώσουν απαντήσεις ή όχι. Προσπερνώντας αυτό το κώλυμα παρατηρείται πως η συγκριτική έρευνα μεταξύ διαφορετικών χωρών καθώς και η επιλογή συγκεκριμένων μεταβλητών και πυλώνων ανέδειξε μία σημαντική όψη του ζητήματος. Συγκεκριμένα η ανάλυση των πολιτικών προσώπων, των ψηφοφόρων καθώς και της πολιτικής ατζέντας των κομμάτων μας οδηγεί σε κάποια συμπεράσματα αλλά και σε αρκετά εύλογα ερωτήματα.

Η σύγκριση μεταξύ ακροδεξιών κομμάτων σε Γαλλία, Ουγγαρία και Σουηδία ανέδειξε σημαντικές διαφορές ως προς τα γυναικεία πρόσωπα της πολιτικής ηγεσίας, τα ποσοστά της γυναικείας ψήφου και τα ζητήματα πολιτικής «ατζέντας». Οι διαφορές αυτές σχετίζονται με την κοινωνική συγκρότηση και την πολιτική ιστορία των διαφορετικών κρατών και κομμάτων. Ωστόσο, ανέδειξε και κοινά σημεία, σημαντικότερο εκ των οποίων είναι η οπορτουνιστική ένταξη του γυναικείου στοιχείου στην ευρωπαϊκή ακροδεξιά. Τα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης προχωρούν σε αναδιαμόρφωση της πολιτικής τους ατζέντας και στρατηγική τοποθέτηση γυναικών σε καίριες πολιτικές θέσεις με στόχο στην αύξηση των ψηφοφόρων τους. Ο φαινομενικός εκσυγχρονισμός διαθέτει και ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης. Τα ακροδεξιά κόμματα χρησιμοποιούν τα έμφυλα ζητήματα ως εργαλεία, με σκοπό τη συγκάλυψη της εθνικιστικής και αντί-μεταναστευτικής πολιτικής τους ρητορικής. Οι αλλαγές που συντελούνται σε διαφορετικά πολιτικά επίπεδα αποσκοπούν στην βελτίωση της εικόνας των κομμάτων και της αποβολής του κοινωνικού στίγματος που τα συνοδεύει.

Η επικινδυνότητα αυτής της συγκεκαλυμμένης πολιτικής είναι και ο λόγος για τον οποίο πιστεύω πως απαιτείται η περαιτέρω διερεύνηση του ζητήματος.


Παραπομπές

[1] Η άνοδος αυτή αποδεικνύεται από τις μεγάλες εκλογικές επιτυχίες ακροδεξιών κομμάτων των τριών χωρών κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. Χαρακτηριστικά, το NR κέρδισε 4,712,461 ψήφους στις Ευρωεκλογές του 2014, τερματίζοντας πρώτο με ποσοστό 24.86% της συνολικής ψήφου και 24 από τις 74 θέσεις που κατέχει η Γαλλία. Το ακροδεξιό κόμμα της Ουγγαρίας Fidesz συγκέντρωσε το 48,8% των ψήφων στις εθνικές εκλογές του 2018. Συνεχίζοντας τις εκλογικές του επιτυχίες μετά το 2010 και 2014 συγκέντρωσε 133 από τις 199 έδρες του κοινοβουλίου. Τέλος το ακροδεξιό κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών (SD) μπήκε στη Βουλή το 2010 και εξασφάλισε το 18% των ψήφων στις εκλογές του 2018.

[2] Ο όρος “femonationalism” χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τη Sara Farris στο βιβλίο της In the name of women’s rights: the rise of femonationalism. Ο όρος αυτός δηλώνει τον τρόπο με τον οποίο ακροδεξιοί ηγέτες και πολιτικοί, νεοφιλελεύθεροι καθώς και φεμινίστριες επικαλούνται την καταπάτηση των δικαιωμάτων των γυναικών με σκοπό τη στοχοποίηση του Ισλάμ και ανδρών πιστών του καθώς και την εξυπηρέτηση των πολιτικών τους στόχων.

[3] Lagier, C. (2018). France, In: E. Gutsche, Triumph of the Women? Berlin: Friedrich Ebert Stifung, pp.57

[4] Συγκεκριμένα ο Jean-Marie Le Pen δήλωσε πως το Ολοκαύτωμα είναι μια “λεπτομέρεια της ιστορίας”. French National Front expels founder Jean-Marie Le Pen, [www.bbc.com], 2015, Available here. (accessed 27 December 2018).

[5] Οι γυναίκες τη στήριξαν με την ψήφο του και στους δύο γύρους των προεδρικών εκλογών του 2017.

[6] M. Sineau , “Paradoxes of the Gender Gap in France”, French Politics, Culture & Society, vol. 24, no.1, 2011, p.18

[7] Mudde, Cas; Kaltwasser, Cristóbal Rovira (2017). Populism: A Very Short Introduction. Oxford: Oxford University Press, pp. 69–70.

[8] Mudde, Cas; Kaltwasser, Cristóbal Rovira (2017). Populism: A Very Short Introduction. Oxford: Oxford University Press, pp. 73-74

[9] Charu, G. (1991). “Politics of Gender Women in Nazi Germany”, Review of Women’s Studies, vol. 26, 2017

[10] Η Martine Lehideux, ιστορικό στέλεχος του NF από το 1972 και με ενεργή παρουσία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έφυγε από το κόμμα το 2009 λόγω πολιτικών διαφορών. Έκτοτε αποτελεί μέλος του PDF.

[11] Felix, A. (2018). Hungary, In: E. Gutsche, Triumph of the Women? Berlin: Friedrich Ebert Stifung, pp.114

[12] Αυτή δεν ήταν η μόνη φορά κατά την οποία προχώρησε στη διατύπωση θέσεων με αντισημιτικό υπόβαθρο. Κατά τη διάρκεια ομιλίας της σε συνέντευξη τύπου του Jobbik το 2009, κυκλοφορούσε φυλλάδιο το οποίο έγραφε: «Ποιος αποφασίζει για το μέλλον της Ουγγαρίας;» Το φυλλάδιο περιλάμβανε απεικονίσεις ενός ανθρώπου με σκούρο δέρμα, δύο γυμνών ομοφυλόφιλων και ενός Εβραίου. Feminine face of Hungary’s far right Jobbik movement seeks MEP’s seat, [www.telegraph.com], 2009, Available here. (accessed 27 December 2018).

[13] Το Jobbik έχει σταθερή αντισημιτική και αντι-Ρομά πολιτική. Για ένα διάστημα προσπάθησε να εισαγάγει το θεσμό της πολιτικής φρουράς, ο οποίος και υποστηρίχθηκε από την Morvai. (Le Populisme au féminin – The Female Face of Populism. (2013). [documentary] La Chaine Parlementaire: Hanna Ladoul, Matthieu Cabanes and Marco La Via)

[14] Mudde, Cas; Kaltwasser, Cristóbal Rovira (2017). Populism: A Very Short Introduction. Oxford: Oxford University Press, pp. 73-74.

[15] Felix, A. (2015). Old Missions in New Clothes: The Reproduction of the Nation as Women’s Main Role Perceived by Female Supporters of Golden Dawn and Jobbik. Intersections I

[16] Χαρακτηριστικό μέτρο το οποίο έχει θεσπιστεί από την κυβέρνηση και απευθύνεται σε μέλη της μειονότητας των Ρομά, είναι ο εξαναγκασμός εκτέλεσης εθελοντικής εργασίας και η επιθεώρηση των χώρων διαβίωσης τους προκειμένου να τους επιτραπεί η είσπραξη επιδομάτων κοινωνικής αρωγής.

[17] Bergmann, E. (2016), Nordic Nationalism and Right-Wing Populist Politics: Imperial Relationships and National Sentiments, London: Palgrave Macmillan, pp.171

[18] Άμεση αντίθεση και με τα κεντρώα και αριστερά κόμματα της Σουηδίας, όπου το ποσοστό γυναικείας εκπροσώπησης έχει ξεπεράσει το 40%.

[19] Cas, K. and Cristóbal R. K.. Populism: A Very Short Introduction. Oxford: Oxford University Press, 2017, p. 73.

[20] Rosemary, C. and Clare L. “The new gender essentialism – domestic and family ‘choices’ and their relation to attitudes”, The British Journal of Sociology, vol. 56, 2005

[21] Lagier, C. (2018). France, In: E. Gutsche, Triumph of the Women? Berlin: Friedrich Ebert Stifung, p.57.

[22] ALCoV Research

[23] Felix, A. (2017). Towards an Alternative Emancipation? The New Way(s) of Women’s Mobilisation in the Hungarian Radical Right Subculture: Gender and Far Right Politics in Europe, Cham: Palgrave Macmillan, 95-109.

[24] Félix, A. (2015). Old Missions in New Clothes: The Reproduction of the Nation as Women’s Main Role Perceived by Female Supporters of Golden Dawn and Jobbik, in: Intersections I, p. 166-182.

[25] Jungar, A. (2018). Sweden, In: E. Gutsche, Triumph of the Women?, Berlin: Friedrich Ebert Stifung, pp.101

[26] Skeggs, B. (1997), Formations of Class and Gender: Becoming Respectable, London: SAGE

[27] π.χ. “οικογενειακή ψήφος’’, “γονεϊκός μισθός’’

[28] Farris, S., R. (2017). In the Name of Women’s Rights: The Rise of Femonationalism. Durham: Duke University Press

[29] Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ανοιχτό γράμμα ‘’αγανάκτησης’’ το οποίο έγραψε μετά τα περιστατικά βιασμών στην Κολωνία, με το οποίο κατηγορούσε τη μουσουλμανική κοινότητα για βία εναντίον των γυναικών.

[30] Δε συμφωνούν όλοι οι πολιτικοί του κόμματος. Για κάποιους, όπως ο Florian Philippot, ο οποίος και παραιτήθηκε το 2017, αποτελεί κόκκινη γραμμή.

[31] Lagier, C. (2018). France, In: E. Gutsche, Triumph of the Women? Berlin: Friedrich Ebert Stifung, p.60

[32] Catherine, F. (2004). Fascism, Populism and the French Fifth Republic: In the Shadow of Democracy. Manchester: Manchester University Press

[33] Κλείσιμο εθνικών συνόρων.

[34] “’Τα οκτώ χρόνια της διακυβέρνησης Ορμπάν που άλλαξαν την Ουγγαρία”, Kathimerini, 11 September 2018, Available here. (accessed 27 December 2018).

[35] Σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 1, το Συμβούλιο μπορεί να κρίνει ότι υπάρχει σαφής κίνδυνος σοβαρής παραβίασης των αξιών της ΕΕ από ένα κράτος μέλος και να αποτρέψει μία πραγματική παραβίαση απευθύνοντας συγκεκριμένες συστάσεις στο εν λόγω κράτος μέλος. Το άρθρο μπορεί να ενεργοποιηθεί από το ένα τρίτο των κρατών μελών της ΕΕ, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το Συμβούλιο πρέπει να λάβει απόφαση με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων, αφού λάβει πρώτα την έγκριση του Κοινοβουλίου, η οποία επίσης απαιτεί την πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων και την απόλυτη πλειοψηφία των ευρωβουλευτών. Η επόμενη φάση της διαδικασίας είναι το άρθρο 7, παράγραφος 2, με το οποίο το Συμβούλιο μπορεί να ορίσει μία πραγματική παραβίαση των αξιών της ΕΕ ύστερα από πρόταση του ενός τρίτου των κρατών μελών ή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το Συμβούλιο πρέπει να αποφασίσει ομόφωνα και το ΕΚ πρέπει να δώσει την έγκρισή του. Το άρθρο 7, παράγραφος 3 θεσπίζει κυρώσεις, όπως η αναστολή των δικαιωμάτων ψήφου στο Συμβούλιο.

[36] Act XX of 1949, The Constitution of the Republic of Hungary, Chapter XII, Fundamental Rights and Duties, Article 66 (1) “The Republic of Hungary shall ensure the equality of men and women in all civil, political, economic, social and cultural rights.”

[37] Χαρακτηριστικό παράδειγμα η μετατροπή του Gender Equality Council σε Equal Opportunities Major Department.

[38] Budapest Family Summit (2017): Budapest Demographic Forum 2, Demography and Family – Making families strong again! 25 May 2017, Available here. (accessed 27.12.2018).

[39] Felix, A. (2015). Old Missions in New Clothes: The Reproduction of the Nation as Women’s Main Role Perceived by Female Supporters of Golden Dawn and Jobbik. Intersections I

[40] Το Σύνταγμα του 2012, παρά τη θετική πρόοδο που είχε επιτευχθεί το 2009 σχετικά με τους ομόφυλους γάμους, απαγόρευσε το γάμο και την επίσημη συμβίωση μεταξύ ανθρώπων του ίδιου φύλου. Κατά τη διάρκεια συνεδρίασης στη Βουλή το 2012, το Jobbik προχώρησε σε τρεις ομοφοβικές πολιτικές προτάσεις “για την προστασία της παραδοσιακής κοινωνίας της Ουγγαρίας και την εξάλειψη της προπαγάνδας” . Η μία εξ αυτών αφορούσε την απαγόρευση των δημόσιων εκδηλώσεων όπως το gay pride και οι άλλες δύο αφορούσαν την παρουσία των γκέι στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Το Jobbik δεν κατάφερε να βρει την υποστήριξη που ήθελε σε επίπεδο ψήφων για τις συγκεκριμένες προτάσεις.

[41] Erika, K., & Joshua, E. (2011). Gender (in)Equality in the Swedish Radical Rights: A Comparative Study of New Democracy and the Sweden Democrats. University West.

[42] Mudde & Kaltwasser 2017, p. 43.

[43] Farris, S., R. (2017). In the Name of Women’s Rights: The Rise of Femonationalism. Durham: Duke University Press

[44] Ιδιαίτερα με τους γάμους και τα σύμφωνα συμβίωσης

[45] Συνεχίζει ωστόσο να είναι ιδιαιτέρως εχθρικό απέναντι στα ζητήματα των transgender ατόμων.

[46] Σε άρθρο γνώμης που δημοσιεύτηκε στο Aftonbladet το 2010, ο ηγέτης του κόμματος Jimmy Åkesson έγραψε: “The fact that more and more openly bi- and homosexual people in recent years have joined the Sweden Democrats proves that, despite current stereotypes [about the SD being homophobic] it is entirely possible to combine a value-conservative and Sweden-friendly position with a fundamental respect for sexual minorities. It is also a clear indication on the strong worry that many homosexuals feel about mass immigration and the homo hatred that comes with growing Islamisation […] [H]omosexuals are looking for a defender of Western, democratic fundamental values. Here, the Sweden Democrats fulfil a unique and very important role in society”