του Νικόλαου Μούλιου, ερευνητή της ομάδας «Επιστήμη & Τεχνολογία»

Η επιθυμία των επιστημόνων να τροποποιήσουν το γενετικό υλικό ενός οργανισμού είναι συνυφασμένη με την επιστήμη της γενετικής. Ήδη από τα μέσα του 20ου αι. ο νομπελίστας γενετιστής Ε. Tatum ήταν πεπεισμένος πως θα μπορέσουμε να ελέγξουμε και να ρυθμίσουμε την διαδικασία των μεταλλάξεων. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 άρχισαν στις ΗΠΑ τα πρώτα πειράματα τροποποίησης του DNA, με την εργασία του P. Berg να θεωρείται εξαιρετικής σημασίας. Οι πρώτες ανησυχίες διατυπώθηκαν πριν ακόμη δημοσιευτούν τα αποτελέσματα της εργασίας αυτής και αφορούσαν κυρίως ζητήματα βιοασφάλειας (biosafety). Το συνέδριο του Asilomar, το οποίο διοργανώθηκε για να συζητηθούν οι προβληματισμοί αυτοί, θεωρείται ορόσημο για τον τομέα της ρύθμισης (regulation) και της πολιτικής της επιστήμης. Το ζήτημα του ευγονισμού απασχόλησε, μεταξύ άλλων, από τότε την πολεμική κατά της γενετικής μηχανικής. Εν τέλει, το δικαίωμα στην ελευθερία της έρευνας υπερίσχυσε του αιτήματος για περιορισμό των πειραμάτων,  καθώς αφενός τα μέτρα ασφαλείας (αποφυγής βιολογικής και φυσικής μεταφοράς στο περιβάλλον) βιολογικού υλικού θεωρήθηκαν επαρκή και αφετέρου διότι κανένα ατύχημα δεν συνέβη.

Περίπου μισό αιώνα μετά, το ζήτημα της ευγονικής επανέρχεται στην επικαιρότητα λόγω της ανακοίνωσης της πρώτης επιτυχούς κυοφορίας εμβρύων με τροποποιημένο γονιδίωμα (η μετάλλαξη τους προσδίδει ανθεκτικότητα στον ιό HIV) από τον Κινέζο ερευνητή He Jiankui. Ο ερευνητής ισχυρίζεται πως, χρησιμοποιώντας το καινοτόμο μοριακό εργαλείο CRISPR–Cas9, επενέβη στο γονιδίωμα των ομοζυγωτικών διδύμων με σκοπό να τροποποιήσει την έκφραση του γονιδίου που ελέγχει την έκφραση της πρωτεΐνης-υποδοχέα CCR5 με σκοπό την παρεμπόδιση της εισόδου του HIV στα κύτταρα. Οι ισχυρισμοί του δεν έχουν επιβεβαιωθεί καθώς η εργασία του δεν έχει υποβληθεί για δημοσίευση σε περιοδικό ώστε να γίνει έλεγχος από ομότιμους (peer-review). Επιπρόσθετα, Δρ He χρησιμοποιεί έναν “ανορθόδοξο» τρόπο για να επικοινωνήσει τα αποτελέσματα της έρευνας του, βίντεο στο Youtube.

Η επιστημονική κοινότητα εμφανίζεται επικριτική στην ανακοίνωση του He. Ειδικότερα, εγείρονται ζητήματα σχετικά με την αναγκαιότητα (Urmov 2018) και την αναλογικότητα (Savulescu 2018) του πειράματος του, το οποίο χαρακτηρίζεται από την οργανωτική επιτροπή του 2nd International Summit on Human Genome Editing, στο οποίο παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα, ως ανώριμο, επικίνδυνο και ανεύθυνο. Οι επικριτικοί αυτοί ισχυρισμοί έχουν λογική βάση καθώς: α) υπάρχουν και άλλοι ασφαλείς και αποτελεσματικοί τρόποι για την γενετική προστασία από τον HIV. β) το πείραμα εξέθεσε υγιή έμβρυα σε κινδύνους χωρίς να υπάρχει πραγματικό όφελος σε αυτά. Επιπλέον, εκφράζονται ανησυχίες, λόγω της ενέργειας αυτής, το ρυθμιστικό πλαίσιο για την γενετική έρευνα να γίνει αναίτια αυστηρό, εμποδίζοντας την ελεύθερη ανάπτυξή της (knee-jerk reaction). Τέλος, η Κινέζικη ερευνητική κοινότητα ανησυχεί πως θα ενισχυθεί το επιχείρημα πως η Κίνα αποτελεί την «Άγρια Δύση» της βιοϊατρικής έρευνας λόγω χαλαρών κανόνων και, κυρίως αδυναμίας επιβολής τους. Έρευνα έχει διαταχθεί τόσο από το πανεπιστήμιο στο οποίο εργάζεται ο He όσο και από την Εθνική Επιτροπή Υγείας της Κίνας. Οι ειδικότεροι κίνδυνοι που επισημάνθηκαν είναι αφενός η πιθανή ύπαρξη γενετικού μωσαϊκού στα έμβρυα (κύτταρα του ίδιου οργανισμού να έχουν διαφορετικό γονιδίωμα) και αφετέρου η δημιουργία μη επιθυμητών ή άστοχων μεταλλάξεων. Η σημαντικότερη καινοτομία αλλά και το πλέον ηθικά και ρυθμιστικά προβληματικό σημείο του πειράματος είναι η δυνατότητα κληρονόμησης του χαρακτηριστικού στους απογόνους. Η πρακτική αυτή απαγορεύεται ρητά σύμφωνα με το άρθρο 13 της Σύμβασης του Οβιέδο για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την βιοϊατρική του Συμβουλίου της Ευρώπης. (Σημειώνεται ότι η Σύμβαση δεν έχει υπογραφεί από την Κίνα, επομένως δεν έχει ισχύ στην εσωτερική έννομη τάξη της). Η κοινή γνώμη εμφανίζεται συντριπτικά κατά του πειράματος (δημοσκοπήσεις έχουν διενεργηθεί από το Nuffield Council on Bioethics του Λονδίνου, το περιοδικό Nature κ.ά.) ωστόσο, σημειώνεται πως επί της αρχής θεωρούμε πως η χάραξη πολιτικής σε ευαίσθητα και δυσνόητα ζητήματα των  βιοεπιστημών δεν μπορεί να βασίζεται σε δημοσκοπήσεις ή δημοψηφίσματα.

Με αφορμή το περιστατικό αυτό είναι ευκαιρία να εξετάσουμε συνολικότερες λύσεις για την απάντηση των θεμελιωδών βιοηθικών ερωτημάτων που εγείρονται λόγω της αλματώδους εξέλιξης των μοριακών βιοεπιστημών. Οι συγκρούσεις συμφερόντων είναι συνεχείς ενώ η εθνική και διεθνής νομοθεσία ελλιπής, επομένως η ρύθμιση ορισμένες φορές παρουσιάζει την πρωτοτυπία να είναι ad hoc. Τόσο μέσω του δικαστικού συστήματος (όπως κατά κόρον συμβαίνει στις ΗΠΑ) όσο και μέσω επιτροπών βιοηθικής σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο. Η προστασία του ανθρώπινου είδους ιεραρχείται ως πρωταρχικής σημασίας, με το γενικό συμφέρον του κοινωνικού συνόλου να ακολουθεί. Σε γενικές γραμμές, προκρίνεται η αυτορρύθμιση της ερευνητικής κοινότητας, καθώς ο δικαστικός έλεγχος είναι αφενός δύσκολος και αφετέρου ανεπαρκής. Στα κοινοδικαϊκά συστήματα (ΗΒ, ΗΠΑ) ο δικαστής έχει εν γένει μεγαλύτερα περιθώρια ρυθμιστικής δράσης σε σχέση με τα Ηπειρωτικά, ωστόσο περιορίζεται στο να επιλύσει την υπό εξέταση διαφορά χωρίς να έχει περιθώρια γενίκευσης ή αναβολής της εκδίκασης σε κοινωνικά και πολιτικά προσφορότερο χρόνο. Στην πράξη, η νομοθεσία είναι κατακερματισμένη και ελλιπής στον τομέα του βιοδικαίου με αποτέλεσμα τα προβλήματα πρώτα να έρχονται στο ακροατήριο και μετά συζητούνται από την νομοθετική εξουσία, αντιστρέφοντας το αμερικάνικο ρητό πως «τα πολιτικά προβλήματα σπάνια δεν γίνονται δικαστικά¨. Από την άλλη, η νομοθετική ρύθμιση είναι επίσης δύσκολη καθώς λόγω της οριακής φύσης (διάκριση φυσικού και αφύσικου) των ερωτημάτων που θέτει η γενετική μηχανική, αγγίζει τις μεταφυσικές πεποιθήσεις των ατόμων με αποτέλεσμα η εύρεση συμβιβαστικών λύσεων να είναι αδύνατη. Προτιμάται λοιπόν η αποχή από κατηγορηματικές αποφάνσεις (Κουμάντος 2013). Επιπλέον, κάθε απόπειρα νομοθετικής ρύθμισης καθίσταται γρήγορα έωλη λόγω των εξελίξεων. Λόγω των παραπάνω, προτιμάται η θέσπιση γενικών αρχών με σκοπό το μεγαλύτερο εύρος δράσης των ρυθμιστικών αρχών κατά περίπτωση. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το παράδειγμα της Γαλλίας, η οποία θέσπισε νόμο το 2004 επιτρέποντας την έρευνα σε έμβρυα για πέντε έτη, δεσμευόμενη να επαναξιολογήσει το θέμα βάσει της αποκτηθείσας εμπειρίας (Σημίτης 2013). Στο πνεύμα της ελευθερίας της έρευνας και της αυτορρύθμισης της επιστημονικής κοινότητας προτείνεται η δημιουργία παγκόσμιου μητρώου αναλυτικής καταγραφής των πειραμάτων που περιλαμβάνουν γενετικές τροποποιήσεις σε ανθρώπινα έμβρυα. Το μοντέλο των οδηγιών της International Society for Stem Cell Research (2016) θα μπορούσε να αποτελέσει την βάση για την περαιτέρω ανάπτυξη αντίστοιχων καλών πρακτικών οι οποίες ενισχύουν την ηθική νομιμοποίηση της έρευνας και επιτρέπουν την άσκηση πίεσης σε ερευνητές από την κοινότητα, με σκοπό την βελτιστοποίηση των χρησιμοποιούμενων πρωτοκόλλων και την εν γένει συμμόρφωσή τους, ενισχύοντας την διαφάνεια στην υποστήριξη και χρηματοδότηση της έρευνας.

Η περίπτωση της Κίνας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω των σημαντικών καινοτομιών της στην βιοϊατρική έρευνα χωρίς την ύπαρξη ικανού ρυθμιστικού πλαισίου στον τομέα της έρευνας και τον κλινικών δοκιμών και κυρίως χωρίς επαρκές σύστημα επιβολής του. Ιστορικοί και ιδεολογικοί παράγοντες επιτείνουν την ανησυχία. Μόλις το 1998 θεσμοθετήθηκαν οι πρώτες οδηγίες για την ιατρική ηθική ενώ μέχρι το 2006 δεν υφίστατο μητρώο εθελοντών δωρητών οργάνων και χρησιμοποιούνταν όργανα προερχόμενα από εκτελεσθέντες κρατουμένους. Ειδικότερα, για τον τομέα της ευγονικής ανησυχία προκαλεί το ιδεολογικό και θεσμικό πλαίσιο. Χαρακτηριστικά, ο Νόμος περί της Υγείας Μητέρας και Εμβρύου του 1995 (Maternal and Infant Health Care Law of 1995) ονομαζόταν αρχικά Νόμος περί της Ευγονικής και της Προστασίας της Υγείας (Eugenics and Health Protection Law), με αναφερόμενο στόχο την «πρόληψη γεννήσεων κατώτερης ποιότητας» (to prevent new births of inferior quality,”). Επιπλέον ιδεολογικά και δομικά, το κέρδος υπερισχύει της ασφάλειας, λόγω του στόχου του κράτους για ενίσχυση της οικονομίας άνευ προσκομμάτων (χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της προστασίας του περιβάλλοντος). Τέλος οι διακρίσεις που υφίστανται εθνοτικές ομάδες, με τη χρήση από πλευράς κράτους τεχνολογιών όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη και η συλλογή δειγμάτων DNA, εντείνουν επιπρόσθετα τις ανησυχίες για χρήση της γενετικής τεχνολογίας για αθέμιτους σκοπούς. Στις προκλήσεις αυτές η παγκόσμια ερευνητική κοινότητα καλείται να αντιδράσει μέσω της ενσωμάτωσης αυστηρών αλλά ανοικτών σε όλους οδηγιών, προτύπων και πρωτοκόλλων συνεργασίας, της άσκησης πίεσης σε ομάδες ερευνητών που δεν ακολουθούν τα πρότυπα, διαφυλάσσοντας έτσι το κύρος της επιστήμης και αποτρέποντας τα κράτη από το να επιβάλλουν αυστηρούς περιορισμούς που πλήττουν το δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της έρευνας.


Βιβλιογραφία

  1. Morange, M. (2000). A history of molecular biology. Cambridge, Mass.: Harvard University Press, pp.270-296.
  2. Stefansson, H. et al (2006) Tο μέλλον των βιοεπιστημών. Ηράκλειο: ΠΕΚ
  3. Τσινορέμα, Σ. Λούης, Κ. (επ.) (2013) Θέματα Βιοηθικής. Ηράκλειο: ΠΕΚ σσ.167-253
  4. Cheng, Zenko, Walt and Cook (2018). China Will Always Be Bad at Bioethics. [online] Foreign Policy. Available here. [Accessed 28 Dec. 2018].
  5. Nature.com. (2018). Genome-edited baby claim provokes international outcry. [online] Available here. [Accessed 27 Dec. 2018].
  6. Nature.com. (2018). How the genome-edited babies revelation will affect research. [online] Available here.  [Accessed 27 Dec. 2018].
  7. Nature.com. (2018). CRISPR-baby scientist fails to satisfy critics. [online] Available here. [Accessed 27 Dec. 2018].
  8. Regalado, A. (2018). EXCLUSIVE: Chinese scientists are creating CRISPR babies. [online] Technologyreview.com. Available here. [Accessed 27 Dec. 2018].
  9. Hercher, L. (2018). Designer babies aren’t futuristic. They’re already here.. [online] MIT Technology Review. Available here. [Accessed 28 Dec. 2018].
  10. Nature.com. (2018). How to respond to CRISPR babies. [online] Available here. [Accessed 28 Dec. 2018].
  11. Nature.com. (2018). First CRISPR babies: six questions that remain. [online] Available here. [Accessed 28 Dec. 2018].
  12. Universal Declaration on the Human Genome and Human Rights. (2004). Leiden [etc.]: Nijhoff.
  13. The Convention for the Protection of Human Rights and Dignity of the Human Being with regard to the Application of Biology and Medicine: Convention on Human Rights and Biomedicine (ETS No 164), CoE, (1997)
  14. Additional Protocol to the Convention for the Protection of Human Rights and Dignity of the Human Being with regard to the Application of Biology and Medicine, on the Prohibition of Cloning Human Beings.
  15. Additional Protocol to the Convention on Human Rights and Biomedicine concerning Genetic Testing for Health Purposes.