από την Έμυ Κεφάλα
Στις 9 Απριλίου διεξήχθη στις Βρυξέλλες η 21η Σύνοδος κορυφής μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Κίνας. Την ΕΕ εκπροσώπησαν ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Donald Tusk, και ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Jean Claude-Juncker, ενώ την Κίνα εκπροσώπησε ο Πρωθυπουργός, Li Keqiang. Η Σύνοδος πραγματοποιήθηκε σε μια περίοδο κατά την οποία εξακολουθεί να μαίνεται δομική οικονομική αντιπαράθεση μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, αλλά και σε μια περίοδο αυξανόμενης κινεζικής διείσδυσης στην Ευρώπη, γεγονότα που σηματοδοτούν την ολοένα και πιο έντονη επιρροή της Κίνας στις διεθνείς εξελίξεις.Η Σύνοδος κορυφής αφορούσε στην ενδυνάμωση της στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ των δύο δυνάμεων και επικεντρώθηκε σε ζητήματα εμπορίου, επενδύσεων και περιφερειακών προκλήσεων.
Αναλυτικότερα, οι ηγέτες της ΕΕ και της Κίνας δεσμεύτηκαν από κοινού για μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του ΠΟΕ, ενώ παράλληλα έθεσαν ως στόχο η επενδυτική συμφωνία ΕΕ-Κίνας να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το 2020. Σ’ αυτό το σημείο, αξίζει να σημειωθεί ότι βασικοί στόχοι της ΕΕ στο τομέα των επενδύσεων με την Κίνα είναι: α) οι ευρωπαϊκές εταιρείες να απολαμβάνουν μεγαλύτερη ελευθερία πρόσβασης στην αγορά της Κίνας και να μην αποτελέσει κενό γράμμα η φιλελευθεροποίηση που η Κίνα υποσχέθηκε, β) να ελαχιστοποιηθούν οι κινεζικές βιομηχανικές επιδοτήσεις και γ) να περιοριστεί η μεταφορά τεχνολογίας από τις ευρωπαϊκές εταιρείες στις συνεταιρικές τους κρατικές κινεζικές.
Σχετικά με το θέμα της ασφάλειας και των περιφερειακών προκλήσεων, τέθηκε κυρίως το ζήτημα της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, μέσω της συνεργασίας για την εφαρμογή της Συμφωνίας των Παρισίων και η ανάγκη για αποτελεσματική εφαρμογή της Συμφωνίας για τα πυρηνικά του Ιράν. Δεν έλειψαν και οι αναφορές για την σημασία της επίλυσης των προβλημάτων στην Κορεατική χερσόνησο (αποπυρηνικοποίηση) και τη Βενεζουέλα, καθώς και την προώθηση της ειρηνευτικής διαδικασίας στο Αφγανιστάν.
Ωστόσο, παρά τη σύγκλιση των δύο μερών σε μια σειρά θεμάτων low politics και παρά το κοινό τους ανακοινωθέν, στο οποίο μάλιστα γίνεται λόγος για «δύο καλούς φίλους», η πραγματικότητα των σινο-ευρωπαϊκών σχέσεων είναι αρκετά πιο περίπλοκη από ότι διαφαίνεται μέσα από μια καθιερωμένη και τυπική Σύνοδο κορυφής.
Πιο συγκεκριμένα, η επενδυτική επιδρομή της Κίνας στη Δύση, τόσο με το σχέδιο «Belt and Road Initiative», όσο και με το πρότζεκτ «16+1» έχει επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις ΕΕ-Κίνας, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να έχει χαρακτηρίσει πλέον την Κίνα ως οικονομικό ανταγωνιστή και συστημικό αντίπαλο. Με το «Belt and Road Initiative» και με τη πρωτοβουλία «16+1» η Κίνα αποσκοπεί ευθέως στην αναβάθμιση της θέσης της στον παγκόσμιο καταμερισμό ισχύος. Έτσι, χρησιμοποιώντας ήπια ισχύ, ενισχύει πλέον την εξωστρέφειά της, εξασφαλίζοντας σημαντική οικονομική διείσδυση στην Ευρώπη (και ειδικά στο χώρο των Βαλκανίων) – γεγονός που μελλοντικά θα μπορούσε να μετουσιωθεί και σε πολιτική επιρροή, δεδομένου ότι πρόκειται για κρατικά ελεγχόμενους κολοσσούς που έχουν αναλάβει την περάτωση των επενδυτικών της σχεδίων, και όχι για ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Από την άλλη πλευρά, η ΕΕ εύλογα έχει διχαστεί ως προς την βιομηχανική πολιτική και τις εμπορικές τακτικές της Κίνας, με κάποιες χώρες να θεωρούν τα επενδυτικά της σχέδια ως έκφανση ενός μονοδιάστατου και αθέμιτου ανταγωνισμού και άλλες να τα αποδέχονται και να τα καλωσορίζουν για να προωθήσουν τη δική τους ανάπτυξή.
Ειδικότερα, η Γερμανία παρουσιάζει αμφίθυμη στάση απέναντι στην Κίνα, διότι από την μία πλευρά, χρειάζεται το εμπόριο και την τεχνολογία της, αλλά από την άλλη, όπως τόσο με την Άνγκελα Μέρκελ, όσο και με τον Υπουργό Εξωτερικών Heiko Mass είχε γίνει φανερό, η Γερμανία δυσαρεστείται με την αυξανόμενη εμπλοκή της Κίνας στις χώρες της ΕΕ, μια εξέλιξη που περιορίζει τον δικό της ρόλο στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Σχετικά με τις σχέσεις της Γαλλίας με την Κίνα, ο Μακρόν έχει κάνει λόγο για την ανάγκη μεγαλύτερης αμοιβαιότητας στις εμπορικές συναλλαγές, καθώς και για την ανάγκη ενός ενωμένου ευρωπαϊκού μετώπου ενάντια στις παγκόσμιες βλέψεις του Πεκίνου, που κατ’ αυτόν εκμεταλλεύεται τις διαιρέσεις της Ευρώπης, χωρίς όμως να έχει προβάλει σημαντικές ενστάσεις σχετικά με τον «Νέο δρόμο του Μεταξιού». Στον αντίποδα, χώρες όπως η Ουγγαρία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα και η Ιταλία καλωσορίζουν τα επενδυτικά σχέδια του Πεκίνου, κάνοντας στην άκρη τις όποιες επιφυλάξεις, αφού η συνδρομή της Κίνας στη δική τους ανάπτυξη παρουσιάζεται σημαίνουσα, παρά τις γερμανικές νουθεσίες.
Αυτό πάντως που έχει σημασία είναι ποια θα είναι η θέση της ΕΕ στον ανταγωνισμό ΗΠΑ- Κίνας. Μέχρι στιγμής, η ΕΕ έχει δικαίως υπεραμυνθεί του πολυμερισμού με κάθε τρόπο, προσπαθώντας να ισορροπήσει περίτεχνα ανάμεσα στους δύο εμπορικούς πόλους. Δυστυχώς όμως, η πίεση της ΕΕ για επιστροφή στο μοντέλο του πολυμερούς και φιλελευθεροποιημένου εμπορίου, σε μια εποχή όπου η αμερικανική κυβέρνηση το απαξιώνει ανοιχτά, καταλήγει μάταιη. Από την άλλη, αν η ΕΕ επέλεγε να συσφίξει τις παραδοσιακές της σχέσεις με τις ΗΠΑ κόντρα στη Κίνα: πρώτον, θα εναπόθετε τις ελπίδες της σε μια ομολογουμένως αναξιόπιστη πλέον συμμαχία, αφού η σημερινή αμερικανική κυβέρνηση έχει επανειλημμένα εκτοξεύσει τα πυρά της εναντίον της ΕΕ, τόσο ως προς τον τομέα της ασφάλειας, όσο και ως προς το εμπόριο και δεύτερον, θα έχανε κάθε ευκαιρία για ευνοϊκή πρόσβαση στις αγορές της Κίνας. Τέλος, η εναλλακτική να στραφεί υπέρ της Κίνας, αν και μια επιλογή στρατηγικής σημασίας, τουλάχιστον προς το παρόν είναι αναποτελεσματική, εξαιτίας της πολύ περιορισμένης πρόσβασης στην αγορά που προσφέρει η Κίνα και της έλλειψης αμοιβαιότητας ως προς τις εμπορικές πρακτικές.
Μέχρι η Κίνα να αποφασίσει να «ανοίξει» την οικονομία της και να εκθέσει τις αγορές της στον ξένο ανταγωνισμό, έχοντας προφανώς εκ των προτέρων εγγυηθεί όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις, η ΕΕ είναι ουσιαστικά «καταδικασμένη» να διατηρεί ουδέτερη στάση απέναντι σε ΗΠΑ και Κίνα, συνεχίζοντας την προώθηση του πολυμερισμού και πολύ περισσότερο προστατεύοντας με κάθε κόστος τη δική της εσωτερική ενιαία αγορά.
H SAFIA (Student Association For International Affairs) δεν υιοθετεί ως Οργανισμός πολιτικές θέσεις. Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο The SAFIA Blog αποδίδονται αποκλειστικά στους συγγραφείς και δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις απόψεις του Σωματείου, του Διοικητικού Συμβουλίου ή των κατά περίπτωση και καθ’οιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενων φορέων.