της Πηνελόπης Ευθυμιάδη
Το μέλλον της σφράγισε η Ευρώπη, με την χθεσινή εκλογική αναμέτρηση. Ένα γρήγορο συμπέρασμα που θα μπορούσε να λεχθεί, είναι η εκλογή ενός συντηρητικού ευρωκοινοβουλίου, αποδυναμωμένου μεν από κεντρώες φωνές, ενισχυμένου δε, με ακροδεξιές προσωπικότητες.
Μέχρι στιγμής, το διαμορφωμένο κοινοβούλιο πιστοποιεί την σταθεροποίηση του πολιτικού σκηνικού όπως αυτό άρχισε να κυμαίνεται από τις «κρίσιμες» ευρωεκλογές του ’14. Απομακρυνόμαστε από τον όρο «εκλογές δευτέρας τάξεως», εκλογές μικρής προσέλευσης με μικρό αντίκτυπο στα εθνικά πράγματα και λιγότερο μείζονος σημασίας στα ευρωπαϊκά. Η χθεσινή αναμέτρηση με αυξημένη προσέλευση ψηφοφόρων έναντι προηγούμενων (61 % λόγου χάρη στη γερμανική επικράτεια) επαλήθευσε πως οι ευρωεκλογές του ’19 πραγματευόντουσαν κοινές προβληματικές σε όλα τα κράτη μέλη μετατρέποντας το ευρωκοινοβούλιο σε πεδίο πολιτικής αναμέτρησης των εθνικών κομμάτων, χωρίς να είναι βέβαια. Οι ευρωπαϊκές αυτές εκλογές είχαν σημασία περισσότερο από ποτέ καθώς μεγέθυναν τις καθ’ έκαστες εθνικές πορείες (αποδοκιμασία κυβερνώντων κομμάτων σε Ελλάδα & Γαλλία), ενίσχυσαν συμμαχικές φιλίες (Ορμπάν – Λεπέν – Σαλβίνι) και επιβεβαίωσαν πολιτικές τάσεις και ανάγκες, ενθαρρύνοντας κι προειδοποιώντας τα εθνικά κόμματα για τις πορείες τους εντός της χώρας τους.
Ο θρίαμβος των Πρασίνων (71 έδρες), που απαιτούν εστίαση σε μια πιο οικολογική ευρωπαϊκή πολιτική δεν στάθηκαν ικανά για να εξισορροπήσουν την δυνατή επικύρωση, από τους ψηφοφόρους, των ακροδεξιών τάσεων. Ένας σεβαστός αριθμός εδρών έχουν κατοχυρωθεί από κόμματα με ακροδεξιά ταυτότητα που αναδείχθηκαν νικητές με λαϊκή εντολή στις επικράτειές τους. Η «νίκη» τους αυτή, τους δίνει το θάρρος να συσπειρωθούν και να απαιτήσουν την αναγνώριση τους από τα εθνικά κοινοβούλια, όπως το κόμμα της Λεπέν που με τον εναγκαλιασμό με την Λέγκα του Βορρά και την πίστη του Ούγγρου ακροδεξιού Ορμπάν προδιαγράφουν κοινό ευρωπαϊκό μέτωπο. Η ενδυνάμωση λοιπόν μιας παράταξης ρητορικής μίσου, εξηγεί την αποστροφή των εκλογέων στα Χριστιανοδημοκρατικά Κόμματα που αποδυναμώθηκαν με την Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) να συγκεντρώνει ποσοστό 28% (-7,3 από τις προηγούμενες ευρωεκλογές). Μίαν γενικότερη αποστροφή του κοινού στις κεντρώες τάσεις – προερχόμενες κι από τον δεξιό αλλά κι αριστερό χώρο – (αποδυνάμωση Σοσιαλδημοκρατικών αν και αναδείχθηκαν νικητές σε εθνικό επίπεδο λόγου χάρη στην Ισπανία). Μίαν φανερή δυσπιστία στην αριστερή δυναμική από τα πεσμένα σε σχέση με το ’14 ποσοστά ΣΥΡΙΖΑ και PODEMOS.
Από κομματική σκοπιά, η έλλειψη πολιτικής ψυχραιμίας των κομμάτων, η τάση να αποκόβονται από το κέντρο, η σύγκλιση δηλαδή στον κεντρικό πυρήνα ιδεολογίας τους – τα φιλελεύθερα κεντροδεξιά κόμματα υιοθετούν σταδιακά αυστηρές «δεξιές» πολιτικές φλερτάροντας με ακροδεξιές συμμαχίες –ή κι η απόκλιση από τον πυρήνα – μετατροπή αριστερών κομμάτων σε «αντιδεξιά» δικαιολογούν την σημερινή μορφολογία των ευρωπαϊκών εδρών. Μολαταύτα ως προς το ευρωπαϊκό σύνολο , οι εσώτερες οικονομικές πιέσεις που απορρέουν από ευρωπαϊκές ανάγκες , η όχι και τόσο καλή διαχείριση των αποσχιστικών τάσεων (Ηνωμένο Βασίλειο) κι κοινωνικών μεταβολών -εξαιτίας κυρίως της ξαφνικής εισόδου προσφυγικών ροών- και των αντίστοιχων αντιδράσεων από τα παραπάνω (βλ. βίαιη καταστολή Κίτρινων Γιλέκων) συνιστούν επιπρόσθετα αίτια.
Συνεπώς το ψυχολογικό προφίλ της προκείμενης αναμέτρησης συνιστά ένα πολιτικό σκηνικό πολύ εσωτερικευμένο, φοβισμένο από την συνεργασία, την διαλλακτικότητα, τις κοινωνικές ανάγκες της προσφυγικής κρίσης. Ένα πολιτικό πεδίο που αποζητά άμεσες, ακραίες, αποτελεσματικές λύσεις, δίχως βάση λογικής και ψυχραιμίας, που θα καταλήξουν απλώς σε βίαιες επεμβάσεις. Βαθύτερα, το σύνολο των ψήφων, αναζητά έναν μεγαλεπήβολο σωτήρα/κομματική παράταξη που θα τεθεί προστάτης έναντι των συνεπειών των κοινωνικών απορρυθμίσεων, προστάτης των εθνικών κατακτήσεων, προστάτης μιας «ασφαλούς» Ευρώπης. Αυτόν ακριβώς τον σωτήρα, προθυμοποιούνται πρόδηλα να τον ενσαρκώσουν και με μεγάλη τους χαρά ακραίες λαϊκίστικές κι νεοναζιστικές εκφάνσεις.
Η ευρωπαϊκή ψήφος πάραυτα έδωσε την εντολή της. Μιαν εντολή «συναισθηματικά» φορτισμένη, με ψυχολογία αγανάκτησης που πρέπει να γίνει σεβαστή. Μιαν εντολή, που σε ένα μέρος της, δείχνει να ξεχνά νωπά κεφάλαια Ιστορίας, όχι τόσο παλαιά, που σημείωσαν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και τα θύματα τους είναι ακόμη ζωντανά. Δεν απομένει παρά να περιμένουμε αν η έκφανση αυτής της εντολής θα αναδείξει την Ευρώπη με την ιδέα της ένωσης, της αλληλεγγύης, της αδελφοσύνης, της προάσπισης κι εξύψωσης των δικαιωμάτων και της αξίας της ανθρώπινης ζωής.