από την Ιωάννα Μπάλλα, ερευνήτρια της ομάδας «Κοινωνικά & Ανθρωπιστικά Ζητήματα»

Ναρκωτικά ή ορθότερα παράνομες ουσίες που προκαλούν εξάρτηση και έχουν τοξικές ιδιότητες. Οι εξαρτησιογόνες ουσίες υπάρχουν από την αρχαιότητα και φυσικά τότε δεν ήταν απαγορευμένες. Η χρήση τους ήταν κυρίως φαρμακευτική και ιδιαίτερα διαδεδομένη. Με την πάροδο των χρόνων πολλοί επιστήμονες πειραματίστηκαν με διάφορες ουσίες στην προσπάθεια δημιουργίας νέων φαρμάκων. Όμως στην πορεία διαπιστώθηκαν οι αρνητικές τους συνέπειες και η εξάρτηση που προκαλούσαν στους χρήστες των “φαρμάκων” οπότε και  μετονομάστηκαν σε απαγορευμένες εξαρτησιογόνες ουσίες. Επόμενο ήταν να απαγορευτούν τόσο η χρήση τους όσο και η παραγωγή τους στα εργαστήρια, αυτό δημιούργησε στην παράνομη εμπορία τους. Οι εξαρτησιογόνες ουσίες αποτελούν διεθνές πρόβλημα με κοινωνικές διαστάσεις. Η ευρεία εμπορευματοποίηση τους είναι πρόβλημα του μεταβιομηχανικού κόσμου. Στα πλαίσια του καπιταλισμού η παραγωγή και διακίνηση ουσιών αποδείχθηκε για πολλούς, κερδοφόρα.

Από την δεκαετία του ‘60 τα ναρκωτικά εισβάλλουν διαρκώς στον δυτικό κόσμο. Μετά τον εθισμό πολλών χιλιάδων στις ουσίες κυρίως στην Αμερική, σημαντικό ρόλο σ’ αυτό είχε ο  πόλεμος του Βιετνάμ που πολλοί στρατιώτες γύρισαν με προβλήματα εθισμού, αλλά και ο ψυχρός πόλεμος. Στις αρχές της δεκαετίας του ‘70 ο Νίξον βλέποντας πως το πρόβλημα του εθισμού να έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις, διαταράσσοντας την κοινωνική ευημερία, κηρύττει επίσημα τον “Πόλεμο κατά των Ναρκωτικών” με στόχο την απαγόρευση παραγωγής και εμπορίας ουσιών τόσο στις ΗΠΑ όσο και στις χώρες που προμήθευαν τις πολιτείες. Κύριος στόχος ήταν η ηρωίνη.Ο Νίξον έβαλε στο στόχαστρο χώρες σε όλο τον κόσμο σε μια προσπάθεια καταπολέμησης των ουσιών. Στον πόλεμο αυτό ΟΗΕ και ΗΠΑ ήταν σύμμαχοι.

Αυστηρές ποινές κατά χρηστών και εμπόρων, ρητορικές μίσους κατά των ναρκωτικών από εκατοντάδες πολίτικους σε όλο τον κόσμο, δεν έχουν καταφέρει να σταματήσουν την εμπορία. Αντιθέτως φαίνεται πιο ακμαία  και κερδοφόρα από ποτέ. Μήπως όμως  ήταν εξαρχής αυτός ο πόλεμος προδιαδικασμένος να χάσει;

Η πολιτική που υιοθέτησε ο Νίξον για τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών είχε λανθασμένη στοχοποίηση. Επικεντρώθηκε κυρίως στον χρήστη και πήρε στο πλευρό του τους μεγάλους εμπόρους που μέσα από αυτό τον πόλεμο δεν θα έχαναν γιατί δεν θα στοχοποιούνταν ποτέ καθώς η πολιτική είναι ένα ακόμα παιχνίδι των βαρώνων. Ένα απλό παράδειγμα είναι ο Πρόεδρος της Γουινέα στην Αφρικη όπου  το 2005 επανεκλέγει μετά από χρηματοδότηση του από τα καρτέλ της Κολομβίας. Το εμπόριο ναρκωτικών έχει γίνει η κύρια οικονομική δραστηριότητα της ελίτ στην Ν.Αφρική.

 Ο χρήστης λειτουργεί ως αποδιοπομπαίος τράγος του προβλήματος. Η ποινικοποίηση της κατοχής και χρήσης φτωχοποιεί ακόμα περισσότερο τους αδυνάτους. Ο νόμος βλέπει μόνο ένα μέρος της κοινωνίας, τους χαμηλότερους κοινωνικά δημιουργώντας προβλήματα φυλετικής και κοινωνικής διάκρισης, ενώ τα ναρκωτικά δεν κάνουν διακρίσεις. Στις ΗΠΑ οι έγχρωμοι κατηγορούνται 5.5 φορές περισσότερο από τους λευκούς για κατοχή ναρκωτικών, κάτι αντίστοιχο ισχύει και στην Αγγλία.[1] Αν και οι χρήστες είναι ασθενείς καθώς είναι εξαρτημένοι από ουσίες, σύνηθες είναι να αντιμετωπίζονται ως εγκληματίες. Φυσικά, υπάρχει διαφορά ανάμεσα στους χρήστες οι οποίοι δεν προσβάλλουν κάποιο έννομο αγαθό αλλά μόνο την υγεία τους και στους χρήστες που οδηγούνται στο έγκλημα στην προσπάθεια τους να προμηθευτούν ουσίες ή διαπράττουν έγκλημα υπό την επήρεια αυτών.[2]

Οι πολιτικές κατά των ναρκωτικών είναι βασισμένες στην Ενιαία Σύμβαση για τις Ναρκωτικές Ουσίες του ΟΗΕ του 1961 και 1972. Επίκεντρο της σύμβασης είναι η διεθνής συνεργασία για τον έλεγχο, την πάταξη της διακίνησης και την μεταχείριση των εξαρτημένων. Η αντιμετώπιση των τοξικοεξαρτημένων περιλαμβάνει την ειδική μεταχείριση τους σε νοσοκομεία με στόχο την απεξάρτηση τους, δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα σε όλες τις χώρες λόγω της παράλειψης δημιουργίας εγκαταστάσεων για αυτο τον σκοπό. Αυτό συμβαίνει διότι τα κράτη δεν είναι δεσμευμένα στην εφαρμογή προγραμμάτων αποτοξίνωσης και απεξάρτησης.[3]

Οι ποινές ενάντια των χρηστών και των μικροδιακινητών είναι βαρύτατες την στιγμή που οι βαρόνοι παραμένουν ανέγγιχτοι. Η πολιτική της ποινικοποίησης δεν κατάφερε να επιφέρει θετικά αποτελέσματα αντιθέτως δημιούργησε μεγαλύτερο χάος με την φτώχεια να ενισχύεται, την υγεία να υποβαθμίζεται, η τιμή των ναρκωτικών ανεβαίνει, με νέες ουσίες ακόμα πιο τοξικές να κάνουν την εμφάνιση  τους και τέλος η εγκληματική δραστηριότητα που σχετίζεται με τις ουσιών να μην έχει μειωθεί. Οι πιο αδύναμοι λοιπόν αποκόπτονται ακόμα περισσότερο από την υγεία, τα δικαιώματα τους, στιγματοποιούνται και περιθωριοποιούνται.

Περιθωριοποίηση

Οι χρήστες ουσιών στην πορεία εξάρτησης τους, αρχίζουν να απομακρύνονται απο τις κοινωνικές ομάδες που μέχρι πρότινος ήταν ενεργοί και αρχίζουν να δημιουργούν καινούργιες κοινωνικές σχέσεις με άτομα επίσης εξαρτημένα. Τα άτομα στην προσπάθεια εύρεσης των ουσιών, που καταλήγει να γίνεται αυτοσκοπός τους, ξεχνώντας την ως τώρα κοινωνική τους πορεία. Όταν η εξάρτηση τους γίνει πλέον γνωστή στον κοινωνικό τους κύκλο και τα άτομα αρχίζουν να διαφέρουν από το σύνηθες, τον μέσο όρο, αρχίζουν να αποκλίνουν από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Το εξαρτημένο πλέον άτομο περιθωριοποιείται γιατί αποτυγχάνει να υπακούσει σε όσα επιτάσσουν οι κοινωνικοί κανόνες και  οι κοινωνικές αξίες. Με βάση την θεωρία του Χαρακτηρισμού του G.H.Mead, μια  συμπεριφορά  χαρακτηρίζεται ως παρεκκλίνουσα μόνο μετά την αρνητική κοινωνική αντίδραση των υπολοίπων στη συγκεκριμένη συμπεριφορά. Φυσικά αυτό βασίζεται και στην κρίση και στις συνθήκες της εκάστοτε κοινωνικής ομάδας, διαφορετικές ομάδες κρίνουν διαφορετικά πράγματα ως παρέκκλιση. Όμως  αυτό επηρεάζει συνήθως τους χαμηλότερους κοινωνικά καθώς το εξαρτημένο άτομο είναι πιο εύκολο να περιθωριοποιηθεί όταν το κοινωνικό ακροατήριο που τον ¨κρίνει” όταν αυτό είναι ανώτερο κοινωνικά. Άρα λοιπόν οι ανισότητες στο πρόβλημα των ναρκωτικών ξεκινούν από τους ίδιους τους χρήστες που ανάλογα με την κοινωνική τους τάξη θα στιγματοποιηθούν ή όχι, θα οδηγηθούν σε εγκληματικές ενέργειες ή όχι και τελικά εάν θα οδηγηθούν στον εγκλεισμό ή όχι.[4] Το άτομο θεωρείται παρεκκλίνον όταν ο χαρακτηρισμός αυτός έχει εφαρμοστεί με επιτυχία από τους υπόλοιπους  και το άτομο πλέον πράττει με την καινούργια του κοινωνική ταυτότητα.[5]

Αποποινικοποίηση ναρκωτικών

 Κάθε χρόνο σπαταλώνται δισεκατομμύρια για την επιβολή της κατασταλτικής πολιτικής κατά των ναρκωτικών. Ούτε η χρήση ούτε η διακίνηση όμως έχουν μειωθεί. Η νομιμοποίηση ορισμένων ή και όλων των ουσιών κάτω από συγκεκριμένα πλαίσια ίσως είναι μια πιο επικεντρωμένη πολιτική σ’ ένα τόσο περίπλοκο διεθνές ζήτημα. Μερικές χώρες που ακολουθούν το μοντέλο αποποινικοποίησης είναι η Εσθονία, Ελβετία, Πορτογαλία, Ουρουγουάη και το Περού.

Η Ελβετία τη δεκαετία του ‘80 αντιμετώπισε πρόβλημα ηρωίνης. Οι ποινές κατά των εξαρτημένων ήταν βαρύτατες. Αυτή όμως η πολιτική δεν κατάφερε να μειώσει την χρήση και το εμπόριο. Υιοθετεί τότε το μοντέλο  νομιμοποίηση των παράνομων ουσιών, και της έμπρακτης προώθησης πολιτικών υγείας, όπως με την δημιουργία κλινικών ηρωίνης. Το πρόβλημα έγινε ελεγχόμενο και κατάφερε να μειωθεί η χρήση και  η εγκληματικότητα. Οι δόσεις και η ποιότητα ήταν επίσης ελεγχόμενες. Η Ελβετία έγινε αρωγός εφαρμογής ορθών πολιτικών υγείας και κοινωνικής προστασίας.

Το 2001 ήρθε η σειρά της Πορτογαλίας, αποποινικοποιώντας την κατοχή όλων των παράνομων ουσιών σε συγκεκριμένες ποσότητες, και αποτέλεσε δραστική κοινωνική πολιτική στο πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί τη δεκαετία του ‘90 καθώς ο αριθμός χρηστών ηρωίνης ήταν αυξημένος. Αϊτή η πολιτική είχε ως αποτέλεσμα την μείωση της χρήσης,των θανάτων από υπερβολική δόση και των μολύνσεων από τον ιό  HIV. Προγράμματα ενημέρωσης, εκπαίδευσης και αποκατάστασης για τους χρήστες αποτελούν κύριες πρακτικές. Ο ΟΗΕ αρχικά στάθηκε σκεπτικός απέναντι σε αυτό το βήμα. Σε αυτό που επικεντρώθηκε η Πορτογαλία είναι ο σεβασμός στην άνθρωπο. Τα άτομα που είναι εξαρτημένα μπορούν να ζητήσουν βοήθεια από την κοινωνία και όχι να αποθαρρύνονται από την στιγματοποίηση που θα ακολουθούσε της παραδοχής του προβλήματος. Κατάφερε να γίνει στην πράξη ένα αποτυχημένο κράτος πρόνοιας.[6]+[7]

Επίλογος

Ο Πόλεμος κατα των ναρκωτικών όχι μόνο απέτυχε αλλά κατάφερε να διευρύνει το εμπόριο, την χρήση ουσιών και να έχουν κέρδος τελικά μόνο οι έμποροι ναρκωτικών.

Η αποποινικοποίηση των παράνομων ουσιών θα μπορούσε να είναι ένα πετυχημένο βήμα, κάτω από τις σωστές δομές κοινωνικής πολιτικής και να επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Τα εθισμένα άτομα αντιμετωπίζονται ως ασθενείς και όχι ως εγκληματίες, με σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Μέσω της σωστής ενημέρωσης και εκπαίδευσης οι κοινωνίες θα μπορέσουν να δεχτούν την αποποινικοποίηση και θα σταματήσουν να στιγματοποιούνται οι χρήστες ως παρεκκλίνοντες. Ο στιγματισμός επιβαρύνει τα άτομα, αποκόπτονται από τον κοινωνικό ιστό, οδηγούνται στο περιθώριο και πολλές φορές καταλήγουν στο έγκλημα. Άρα το πρόβλημα αμβλύνεται και το εμπόριο ακμάζει. Το βήμα αποποινικοποίησης, όχι νομιμοποίησης, των παράνομων ουσιών θα μπορούσε να απενοχοποιήσει το πρόβλημα με την ύπαρξη κατάλληλων υποδομών. Αντί να σπαταλώνται δισεκατομμύρια σ’ έναν πόλεμο που δεν έχει τέλος, είναι καλύτερο να επενδύονται χρήματα στη δημιουργία μιας κοινωνικής πολιτικής που στοχεύει στην πρόληψη, στην υγεία και στη βοήθεια του ανθρώπου και όχι στο έγκλημα. [8]

Βιβλιογραφία

[1] Casualties of War: How the War on Drugs is harming the world’s poore, Catherine Martin,2015 Available here. [Accessed 1 Jun. 2019].

[2]Ανθοζωή Χάιδου.(2016). Ναρκωτικά. Νομική Βιβλιοθήκη.

[3] Σύμβαση United Nations,1972 Available here. [Accessed 1 Jun. 2019].

[4]H.Becker. (2009). Οι περιθωριοποιημένοι. Μελέτες στην κοινωνιολογία της παρέκκλισης. Νομική Βιβλιοθήκη.

[5] H.Becker. (2009).Οι περιθωριοποιημένοι. Μελέτες στην κοινωνιολογία της παρέκκλισης. Νομική Βιβλιοθήκη.

[6] Juan Manuel Santos, E. (2019). Legalization Is the Only Viable Drug Policy | by Juan Manuel Santos, Ernesto Zedillo and Ruth Dreifuss. [online] Project Syndicate. Available here. [Accessed 1 Jun. 2019].

[7] Ferreira, S. (2019). Portugal’s radical drugs policy is working. Why hasn’t the world copied it?. [online] the Guardian. Available here. [Accessed 1 Jun. 2019].

[8] Ari Rosmarin and Niamh Eastwood – A quiet revolution: Drug decriminalisation policies in practice across the globe.(2012). Αvailable here.