του Γιώργου Λάππα,
(Μέρος Α)
Εισαγωγή
Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η είσοδος νέων κρατών-μελών σε αυτή αποτελούσε και αποτελεί ακόμα και σήμερα έναν από τους κύριους τομείς άσκησης πολιτικής της Ένωσης. Ήδη από το 1957 το όραμα για μια ενιαία Ευρώπη βασισμένη στις αρχές του Δικαίου και του ανθρωπισμού εκφράστηκε στο άρθρο 237 της Συνθήκης της Ρώμης σύμφωνα με το οποίο, κάθε Ευρωπαϊκό κράτος μπορεί να αιτηθεί την ένταξη του στη Kοινότητα. Η διάταξη αυτή έχει έκτοτε συμπεριληφθεί σε κάθε συνθήκη που ακολούθησε και μάλιστα, έγινε πιο ακριβής θέτοντας ορισμένα κριτήρια που διατυπώνονται στα άρθρα 2 και 49 της Σύμβασης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (Wallden, 2017). Οι διατάξεις αυτές έχουν πραγματωθεί σε μεγάλο βαθμό καθώς από τα 6 ιδρυτικά μέλη της ΕΚΑΧ, σήμερα, η Ένωση αριθμεί 28 μέλη. Παρόλα αυτά, μετά τη μεγάλη διεύρυνση της Ε.Ε., το 2004, με την είσοδο 10 νέων μελών-κρατών προερχόμενα κυρίως από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, άρχισε να εμφανίζεται όλο και πιο έντονα στο δημόσιο διάλογο το δίλημμα μιας διευρυμένης Ένωσης έναντι μιας πιο μικρής αλλά και πιο ενοποιημένης Ένωσης (widerordeeper). Οι υποστηρικτές της πρώτης πλευράς θεωρούν ότι η είσοδος νέων μελών στην Ε.Ε. θα προσφέρει επιπλέον οικονομική ευημερία και ασφάλεια και θα μπορέσει να αποτελέσει τον κινητήριο μοχλό της αλλαγής της Ένωσης. Από την άλλη, οι θιασώτες της δεύτερης πλευράς υποστηρίζουν ότι μια μεγαλύτερη Ε.Ε. μπορεί να αποβεί δυσλειτουργική στην λήψη αποφάσεων λόγω του μεγάλου αριθμού κρατών και των διαφορετικών συμφερόντων μεταξύ των μελών και για αυτό, πρώτη προτεραιότητα πρέπει να αποτελέσει η περαιτέρω εμβάθυνση της Ένωσης. Αυτό το δίλημμα εκφράστηκε ξεκάθαρα στη τελευταία σύνοδο κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβούλιου, στο οποίο ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν αρνήθηκε την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι η Ε.Ε. πρέπει να αναμορφώσει τους θεσμούς της και την ενταξιακή διαδικασία, πρώτου δεχτεί νέα μέλη. Με την στάση του συντάχθηκε με τη δεύτερη πλευρά του διλήμματος αυτού, καθυστερώντας ακόμη περισσότερο την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων (Financial Times, 2019).
Ποια είναι όμως η πολιτική που έχει ακολουθήσει η Ε.Ε. σχετικά με την διεύρυνση της στα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων και τι είδους αποτελέσματα έχει παράξει αυτή; Αρχικά, η σύνδεση της Ένωσης με τα κράτη που δημιουργήθηκαν ύστερα από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ξεκίνησε το 1999 με τη θεσμοθέτηση της Διαδικασίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης. Κάθε ενδιαφερόμενο κράτος προχωρούσεστη σύναψη μιας συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης που ουσιαστικά αποτελεί ένα ευρύ πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Το πρόγραμμα στοχεύει όχι μόνο στην εναρμόνιση με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης αλλά και στην ενίσχυση ή ακόμα και δημιουργία κύριων δομών στα νεοσύστατα αυτά κράτη. Καθοριστική, όμως, στιγμή για την πολιτική της Ένωσης στην περιοχή αυτή αποτέλεσε η Διάσκεψη Ε.Ε. – Δυτικών Βαλκανίων στη Θεσσαλονίκη τον Ιούνιο του 2003, στην οποία δηλώθηκε ξεκάθαρα ότι « το μέλλον των Βαλκανίων βρίσκεται στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης », διασαφηνίζοντας έτσι το στόχο πολιτικής της και λειτουργώντας ως ένα είδος δέσμευσης μεταξύ των δύο πλευρών για μελλοντική συμπόρευση. Βέβαια, εκτός από τα προαναφερθέντα, η Ε.Ε. έχει ασκήσει ουσιαστική πολιτική και έχει συνδράμει σημαντικά στα κράτη της περιοχής μέσα από προγράμματα οικονομικής βοήθειας όπως το πρόγραμμα CARDS και το μηχανισμό Προ-ενταξιακής βοήθειας (IPA,IPA II), τα οποία ανέρχονται συνολικά στο ύψος των 27 δις ευρώ , καθιστώντας την Ε.Ε. ως τον κύριο χρηματοδότη και επενδυτικό συνέταιρο των κρατών της εν λόγω περιοχής (Μαραβέγιας, 2016).
Τα υπόλοιπα κράτη των Βαλκανίων
Μάλιστα, ήδη δύο κράτη της περιοχής έχουν ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αποδεικνύοντας ότι η διαδικασία μπορεί να αποφέρει θετικά αποτελέσματα και δημιουργώντας ελπίδα για τα υπόλοιπα. Πρώτη η Σλοβενία εντάχθηκε με την μεγάλη διεύρυνση του 2004 και την ακολούθησε η Κροατία το 2013. Τα οικονομικά αποτελέσματα της ένταξης παρουσιάζονται άκρως θετικά και για τις δύο χώρες, καθώς το ΑΕΠ τους αυξήθηκε σημαντικά ενώ μείωση παρατηρήθηκε και στα ποσοστά ανεργίας. Επιπλέον, και τα δύο κράτη έχουν λάβει αρκετά δις μέσα από προγράμματα της Ε.Ε. για την ανάπτυξη τους. Συγκεκριμένα, για την περίοδο 2014-2020, η Κροατία λαμβάνει 10,7 δις ευρώ από τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία (ΕΔΕΤ) και η Σλοβενία 3,9 δις (European Structural And Investment Funds,2019).
Σε αυτό το σημείο, σημαντικό είναι να αναφερθεί ότι εκτός από τη Σλοβενία και τη Κροατία, από το 2007, κράτη μέλη της Ε.Ε. αποτελούν τόσο η Ρουμανία όσο και η Βουλγαρία. Παρά το γεγονός ότι τα δύο αυτά κράτη δεν ανήκουν στη περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων αλλά στα Βαλκάνια γενικότερα, η ένταξη τους στην Ένωση προσέφερε και σε αυτά θετικά αποτελέσματα κυρίως στους τομείς της οικονομίας και της κρατικής οργάνωσης ενώ διεύρυνε τη συνεργασία και των υπολοίπων κρατών μελών της Ε.Ε. με τη περιοχή των Βαλκανίων.
Η περίπτωση της Αλβανίας
Τα ενθαρρυντικά οικονομικά αποτελέσματα, η αύξηση της ασφάλειας και του γεωπολιτικού ρόλου που προσφέρει η ένταξη σε μια τόσο οικονομικά ισχυρή και ανεπτυγμένη ένωση κρατών όπως η Ε.Ε., κινητοποίησε έντονα και άλλα κράτη της περιοχής όπως την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία να επιδιώξουν την είσοδο τους στην Ένωση. Στην περίπτωση της Αλβανίας, η προοπτική της ένταξης ξεκίνησε το 2003 όπου χαρακτηρίστηκε ως εν δυνάμει υποψήφια χώρα στη σύνοδο κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Θεσσαλονίκης. Ορόσημο, στη συνέχεια, αποτέλεσε το έτος 2009, οπού τον Απρίλιο ξεκίνησε η εφαρμογή της συμφωνίας σταθεροποίησης και σύνδεσης και η χώρα κατέθεσε την επίσημη της αίτηση για να καταστεί μέλος της Ε.Ε. . Το 2014, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χορήγησε στην Αλβανία το καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη χώρας μετά από χρόνια μεταρρυθμίσεων σε κρίσιμους τομείς όπως της δικαστικής εξουσίας και της δημόσιας διοίκησης (Μαραβιέγιας, 2016). Ακολούθησαν άλλα 4 χρόνια μεταρρυθμιστικών προσπαθειών όπου η Επιτροπή, όντας ικανοποιημένη από την πρόοδο της χώρας, εξέδωσε τον Απρίλιο του 2018 σύσταση για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Μάλιστα, στην τελευταία της αναφορά, η Επιτροπή δήλωσε μεγάλη ικανοποίηση αναφορικά με τις μεταρρυθμίσεις για την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, ενώ χαρακτήρισε θετική την πρόοδο στα ζητήματα της καταπολέμησης της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος, τονίζοντας όμως ότι ακόμα αποτελούν υπαρκτά και σοβαρά θέματα. Βέβαια, δεν υιοθέτησαν όλα τα κράτη-μέλη την στάση της Επιτροπής, αφού στην πρόσφατη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου η Γαλλία, η Δανία και η Ολλανδία έθεσαν βέτο στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων για την Αλβανία, προτάσσοντας ως επιχειρήματα όχι μόνο την ανάγκη εμβάθυνσης αντί της διεύρυνσης αλλά και το γεγονός ότι η Αλβανία μαστίζεται ακόμα από τη διαφθορά και το οργανωμένο έγκλημα, όπως έκρινε σε πρόσφατη του απόφαση το Ολλανδικό Κοινοβούλιο (European Western Balkans,2019).
Όπως ήταν αναμενόμενο, η απόφαση του Συμβουλίου αντιμετωπίστηκε με ένα κύμα απογοήτευσης και θυμού στην Αλβανία. Μέσα από δηλώσεις του, ο Πρόεδρος Έντι Ράμα τόνισε ότι η άρνηση αυτή μείωσε αισθητά την αξιοπιστία της Ε.Ε. στην περιοχή (Hopskins,2019). Το γεγονός αυτό είναι σίγουρο ότι θα προσπαθήσουν να το εκμεταλλευτούν χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα και η Τουρκία για να αυξήσουν την επιρροή τους στη χώρα και στη περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων γενικότερα. Ήδη, η Ρωσία παρά τις όχι και τόσο στενές σχέσεις που διαθέτει με την Αλβανία προσκάλεσε τόσο την ίδια όσο και τη Βόρεια Μακεδονία να ενταχθούν στην Ευρασιατική Ένωση, ένα οργανισμό οικονομικής συνεργασίας του οποίου ηγείται, προσπαθώντας να επιδείξει ότι, σε αντίθεση με την Ε.Ε., δε θέτει πολλαπλούς όρους για μια πιο έντονη οικονομική συνεργασία και ότι μπορεί να ωφελήσει και τις δύο Βαλκανικές χώρες άμεσα (Chris Devonshire-Ellis,2019).
Από την άλλη πλευρά, η Κίνα, παρόλο που είναι θετική σε μια ενδεχόμενη ένταξη της Αλβανίας στην Ε.Ε. λόγω της οικονομικής σταθερότητας που θα προσφέρει. Είναι βέβαιο ότι θα προσπαθήσει να καλύψει ένα πιθανό επενδυτικό και χρηματοδοτικό κενό, που μπορεί να ανακύψει από μια απομάκρυνση Ε.Ε. – Αλβανίας μέσω των πρωτοβουλιών της όπως η 17+1 και η μία ζώνη, ένας δρόμος που προσφέρουν επενδυτικά δάνεια στα κράτη της περιοχής χωρίς να απαιτούν τους όρους διαφάνειας που θέτει η Ε.Ε.. Αν και η Αλβανία δεν έχει δανειστεί αξιόλογα ποσά από αυτές τις πρωτοβουλίες, κινεζικές εταιρίες κατέχουν ήδη κάποιες από τις κυριότερες επενδύσεις στη χώρα όπως το διεθνές αεροδρόμιο Τιράνων και τη μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία της χώρας, την Banker’s Petroleum. Επιπλέον, αρκετά πιθανό παρουσιάζεται το ενδεχόμενο η Κίνα να προσπαθήσει να χρηματοδοτήσει έργα υποδομών στη χώρα, όπως έπραξε και στο παρελθόν με την προσπάθεια της να επενδύσει στο αλβανικό τμήμα της οδού μεταξύ Αδριατικής και Ιονίου, έργο που τελικά εγκαταλείφθηκε λόγω σκανδάλου διαφθοράς ( Brady& Higashi,2019).
Εξίσου σημαντική είναι και η επιρροή της Τουρκίας στη χώρα. Στον οικονομικό τομέα, παρά την ύφεση στην οποία βρίσκεται η Τουρκική οικονομία, Τουρκικές εταιρείες με κυριότερη την Çalik Holding, κατέχουν σημαντικές επενδύσεις στην Αλβανία όπως τη μεγαλύτερη εταιρεία τηλεπικοινωνιών, την ALBTELECOM και την μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, την ΒΚΤ. Ακόμα μεγαλύτερη, όμως, είναι η επιρροή της Τουρκίας σε ιδεολογικό και πολιτισμικό επίπεδο λόγω της κοινής θρησκείας των 2 χωρών. Κύριο παράδειγμα αυτής της επιρροής αποτελεί η κατασκευή του μεγάλου Τζαμί στα Τίρανα με Τουρκικά έξοδα, ενώ άξιο αναφοράς είναι και το γεγονός ότι τρία ιδιωτικά σχολεία με σπουδαίο κύρος βρίσκονται υπό Τουρκική ιδιοκτησία (Fabio Seferi,2019). Δεδομένου, λοιπόν, και των ψυχρών σχέσεων μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας, διόλου απίθανο δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το ενδεχόμενο μιας τουρκικής επικοινωνιακής εκστρατείας, ώστε να αναδειχτεί ως προστάτης και σύμμαχος της Αλβανίας και της Ισλαμικής της ταυτότητας αποσκοπώντας σε μια περαιτέρω απομάκρυνση της Ε.Ε. με την Αλβανία.
Το μεγάλο Τζαμί των Τιράνων
Η περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας
Άμεσα συνδεδεμένη με την ενταξιακή πορεία της Αλβανίας είναι πλέον και η αυτή της Βόρειας Μακεδονίας. Βέβαια, η Βόρεια Μακεδονία αποτέλεσε το πρώτο κράτος της περιοχής (εξαιρουμένης της Σλοβενίας) που επιδίωξε την ένταξη στην Ε.Ε., καθώς ήδη από το 2001 είχε υπογράψει τη συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης με την Ε.Ε.. Έτσι, το 2004 υπέβαλε την αίτηση της για να ενταχθεί στην Ένωση και το 2005, η Επιτροπή της απόδωσε το καθεστώς της υποψήφιας προς ένταξη χώρας. Λόγω της θετικής πορείας των μεταρρυθμίσεων της, η Επιτροπή, το 2009, εξέδωσε σύσταση για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Όμως, η διαμάχη με την Ελλάδα για το ονοματολογικό ζήτημα της χώρας, καθώς και οι εχθρικές σχέσεις με τη Βουλγαρία, εμπόδιζαν κάθε τέτοια προοπτική, αφού συνεχώς η Ελλάδα και, το 2012, η Βουλγαρία έθεταν βέτο επικαλούμενες αυτές τις διαφορές. Επιπρόσθετα, η αυταρχική πολιτική του πρώην προέδρου Νίκολα Γκρουέφσκι, στα τελευταία χρόνια της εξουσίας του, οπού προσπάθησε να ασκήσει έλεγχο στη δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ, περιόρισε ακόμα περισσότερο κάθε πιθανότητα ένταξης (Μαραβέγιας,2016). Η άνοδος, όμως, στην εξουσία, το 2017, του Ζόραν Ζάεφ, μετέβαλε θεμελιωδώς την κατάσταση. Η υπογραφή του συμφώνου φιλίας με την Βουλγαρία, καθώς και η επίτευξη της Συμφωνίας των Πρεσπών με την Ελλάδα, επίλυσαν σε μεγάλο βαθμό τις χρόνιες διαφορές και άνοιξαν τον δρόμο για την Ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, αφού πλέον θα αίρονταν οι αρνήσεις των δύο γειτονικών της κρατών. Η Επιτροπή, ικανοποιημένη λοιπόν με την επίτευξη των συμφωνιών, την εξομάλυνση των σχέσεων της Βόρειας Μακεδονίας με τα γειτονικά της κράτη και με την πορεία των μεταρρυθμίσεων της νέας κυβέρνησης πρότεινε και πάλι, τον Ιούνιο του 2018, την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων, όμως η Γαλλία, παρά τις εκκλήσεις των υπόλοιπων μελών για αποσύνδεση της ενταξιακής πορείας της Βόρειας Μακεδονίας με αυτή της Αλβανίας, αρνήθηκε να εγκρίνει την έναρξη των διαπραγματεύσεων στο Συμβούλιο του Οκτωβρίου, στρέφοντας το ζήτημα στο Συμβούλιο Ε.Ε. – Δυτικών Βαλκανίων τον Μάιο του 2020.
Τα αποτελέσματα αυτής της άρνησης της Γαλλίας δεν άργησαν να φανούν και είναι πολύ πιθανό να θέσουν την ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας σε μεγάλο κίνδυνο. Ο πρωθυπουργός, Ζόραν Ζάεφ, έχοντας επενδύσει μεγάλο μέρος του πολιτικού του κεφαλαίου στην επίτευξη των συμφωνιών με τη Βουλγαρία και την Έλλαδα, οι οποίες όπως υποστήριζε θα έφερναν τη χώρα ένα βήμα πιο κοντά στην Ε.Ε., αναγκάστηκε να προκηρύξει πρόωρες εκλογές για τον Απρίλιο του 2020 (Financial Times,2019). Το αντιπολιτευόμενο VMRO είναι βέβαιο ότι θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει τις συνθήκες, για να αναλάβει την εξουσία. Αυτό δημιούργησε έντονη ανησυχία για τη μελλοντική εφαρμογή της συμφωνίας των Πρεσπών και του συμφώνου φιλίας με τη Βουλγαρία σε περίπτωση επικράτησης του, καθώς είχε τεθεί εναντίον και των δύο υποστηρίζοντας ότι δεν προασπίζουν τα συμφέροντα της χώρας. Ειδικά για τη συμφωνία των Πρεσπών, ο Ζόραν Ζάεφ δήλωσε σε συνέντευξη του ότι η εσωτερική χρήση του νέου συνταγματικού ονόματος είναι πιθανό να μην προχωρήσει, αφού συνδέεται άμεσα με την έναρξη και ολοκλήρωση κεφαλαίων της ενταξιακής διαπραγμάτευσης, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε νέες προστριβές με την Ελλάδα και επαναφορά του Ελληνικού βέτο σε περίπτωση μη τήρησης της συμφωνίας (Koutsokosta,2019).
Έκτος από τις εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας, η καθυστέρηση της ενταξιακής διαδικασίας της προσφέρει ευκαιρίες και σε εξωτερικούς παράγοντες για να αυξήσουν την επιρροή τους. Αρχικά, η Ρωσία τοποθετήθηκε εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών. Κατά πρώτον, τόνισε ότι αυτή επιβλήθηκε από τη Δύση, χωρίς τη συγκατάθεση των 2 λαών. Κατά δεύτερον, υπογράμμισε ότι το θέμα θα πρέπει να συζητηθεί εντός του Συμβουλίου Ασφαλείας. Στο πλαίσιο αυτό, είναι πιθανό να επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί την επιρροή που έχει στο VMRO λόγω της υποστήριξης που είχε δείξει το 2015 στον πρώην πρωθυπουργό Νίκολα Γκρουέφσκι. Ανάλογα, στενές σχέσεις διατηρεί με τον πρόεδρο Ιβάνοφ, όπως αποδείχτηκε και από τη συνάντηση του με τον Πούτιν το 2017, προσπαθώντας έτσι να θέσει εμπόδια στην εφαρμογή της συμφωνίας ( Samorukov,2019).
Εξίσου ενδιαφέρουσα αποτελεί η περίπτωση της Κινεζικής επιρροής. Η Κίνα κατέχει ήδη το 20% του εξωτερικού χρέους της Βόρειας Μακεδονίας και σχεδιάζει να προσφέρει 1,2 δις σε δάνεια για έργα υποδομών, ξεπερνώντας σημαντικά την χρηματοδότηση της Ε.Ε.(MunichSecurity Report,2019). Επιπλέον, ήδη η Sinohydro, μια μεγάλη κινεζική κατασκευαστική εταιρεία έχει αναλάβει την κατασκευή της οδού που ενώνει τα Σκόπια με την Οχρίδα, έργο αξίας περίπου 600 εκατομμυρίων ευρώ, που δόθηκαν ως δάνειο από την Εξαγωγική-Εισαγωγική τράπεζα της Κίνας (ChinaExIm), (Congressional Research Service,2019). Είναι φανερό, λοιπόν, ότι η Κίνα εμφανίζει ένα ιδιαίτερο επενδυτικό ενδιαφέρον για τη Βόρεια Μακέδονια και παρουσιάζεται πρόθυμη να συμμετάσχει και σε νέα έργα υποδομών, ιδιαίτερα στη περίπτωση απομάκρυνσης της χώρας από την Ε.Ε.. Έτσι, θα μπορέσει να επιδιώξει τον στόχο της να συνδέσει την επένδυση της στο λιμάνι του Πειραιά με τη Βόρεια Μακεδονία, ώστε να αποκτήσει μια δίοδο των προϊόντων της στην ηπειρωτική Ευρώπη.
Επίλογος
Εν κατακλείδι, η διαμάχη μεταξύ της εμβάθυνσης και της διεύρυνσης της Ε.Ε. δεν πρέπει να αποκτήσει ένα διπολικό χαρακτήρα. Αναλυτικότερα, όσο σημαντική είναι η εύρεση τρόπων για να καταστεί πιο λειτουργική η Ένωση παρά τις διαφορές και τις διαφωνίες μεταξύ των μελών της, άλλο τόσο σημαντικό είναι να δείξει η Ε.Ε. ότι δεν διακατέχεται από ένα πνεύμα εσωστρέφειας, αλλά ότι παραμένει ανοικτή και δεκτική σε Ευρωπαϊκά κράτη που πληρούν τα κριτήρια για να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή οικογένεια. Σε αντίθετη περίπτωση, μόνο αρνητικά είναι τα αποτελέσματα που μπορεί να προκύψουν, αφού ακόμα και εάν επιτύχει το έργο της εμβάθυνσης, η Ε.Ε. θα έχει απομακρυνθεί οριστικά από μια κρίσιμη περιοχή, αφήνοντας την έρμαιο στα χέρια άλλων δρώντων που δεν αξιολογούν το ίδιο τις έννοιες της ασφάλειας, της ειρηνικής συμβίωσης και της ευημερίας.
Βιβλιογραφία
- AxelSotiris Wallden, (2017) «THE DEMISE OF EU ENLARGEMENT POLICY»,ELIAMEP, Διαθέσιμο εδώ .{Πρόσβαση:17/11/2019}
- Congressional Research Service (2019), «North Macedonia: In Brief», Διαθέσιμο εδώ . {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- European Commission, Albania Report 2019, Brussels, Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- European Commission, North Macedonia Report 2019, Brussels, Διαθέσιμο εδώ . {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- EUROPEAN STRUCTURAL AND INVESTMENT FUNDS (2019), DATA, Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- EUROPEAN STRUCTURAL AND INVESTMENT FUNDS (2019), DATA, Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- EU-Western Balkans Summit Thessaloniki, 21 June 2003. Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- Kelemen, R. & Slapin, Jonathan & Menon, Anand. (2014). Wider and Deeper? Enlargement and Integration in the European Union. Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- Konrad-Adenauer-Stiftung e. V. 2018, Sankt Augustin/Berlin. Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- Munich Security Report 2019 The Great Puzzle: Who Will Pick Up the Pieces? Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση:17/11/2019}
- Ναπολέων Μαραβέγιας,(2016) «Ευρωπαϊκή Ένωση Δημιουργία,Εξέλιξη,Προοπτικές» Αθήνα,Εκδόσεις Κριτική
Αρθρογραφία
- EURACTIV (2019), «EU country briefing: Croatia». Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- EURACTIV (2019), «EU country briefing: Slovenia». Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- Valerie Hopkins (2019), «Balkan leaders warn that EU accession delay risks stoking tensions», Financial Times. Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- Financial Times, (2019), «Emmanuel Macron’s EU accession veto is a historic mistake». Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- Chris Devonshire-Ellis, (2019), «Russia Invites Albania, North Macedonia To Join Eurasian Economic Union». Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- Anne-Marie Brady, Hiromichi Higashi,(2019) «Are we real friends? Albania-China relations in the Xi Era», SINOPSIS. Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- FABIO SEFERI,(2019) «Money, mosques, and concrete: Turkish engagement in Albania, Bosnia and Herzegovina, and Kosovo» Hybrid neighborhood analysis Centre. Διαθέσιμο εδώ
- European Western Balkans ,(2019) «Dutch MPs file a motion to block the opening of EU accession talks with Albania». Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- Maxim Samorukov, (2019) «Double or quits: A Russian approach to North Macedonia and NATO», European Leadership Network. Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}
- Efi Koutsokosta, (2019) «Zaev warns: EU accession halt could cause a rise of nationalism in the Balkans», Euronews. Διαθέσιμο εδώ. {Πρόσβαση: 17/11/2019}