της Φιλίππας Δαμιανάκου,

Η Μέση Ανατολή αποτελεί μια περιοχή, όπου σημειώνονται βίαιες εξελίξεις εξαιτίας της έλλειψης συνοχής των κοινωνιών που οφείλονται σε πολιτικούς και θρησκευτικούς λόγους. Από το 2015 εώς και σήμερα, ο πόλεμος στην Υεμένη, ξεκινώντας ως μια θρησκευτική διαμάχη του μουσουλμανικού πληθυσμού της, έχει λάβει διαστάσεις περιφερειακού πολέμου με εμπλεκόμενες και αντιμαχόμενες τις σουνιτικές και σιιτικές χώρες της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Η εμφύλια σύγκρουση στην Υεμένη χαρακτηρίζεται ως μία εκ των μεγαλύτερων κρίσεων της ανθρωπότητας και αποτελεί πολύ σημαντικό διεθνές ζήτημα.

Βασικές διαφορές Σουνιτών- Σιιτών.

Η εσωτερική διαμάχη του Ισλάμ, της δεύτερης μεγαλύτερης θρησκείας στον κόσμο,  αποτελεί  πηγή αστάθειας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και έχει οδηγήσει στη διάσπαση κοινωνιών και κρατών με αποκορύφωμα τους εμφυλίους πολέμους που διαδραματίζονται σήμερα στη Συρία, το Ιράκ και την Υεμένη. Το Ισλάμ καλύπτει το 25% του παγκόσμιου πληθυσμού με τους πιστούς του να υπολογίζονται στους 1,9 δισ., διαχωρισμένοι  ανάμεσα στο Σουνιτισμό και Σιιτισμό κατά κύριο λόγο και ένα ελάχιστο ποσοστό στον Ιμπαντισμό, ο οποίος όμως  συναντάται μόνο στο κράτος Ομάν. Η διαίρεση των πιστών του έχει  την αφετηρία της το 632 μ.Χ. με τον θάνατο του προφήτη Μωάμεθ και το ζήτημα για τη διαδοχή της θέσης του, εφόσον ο ίδιος δεν είχε ορίσει τον διάδοχο του. Το 680 μ.Χ. οι αντιθέσεις μεταξύ τους απέκτησαν τη μορφή συγκρούσεων με πραγματικές διαστάσεις, όταν οι Σουνίτες στρατιώτες σκότωσαν τον Χουσέιν, γιο του Αλί. (Doulgkeri, 2016)

O σουνιτικός Ισλαμισμός, εκπροσωπώντας το ορθόδοξο Ισλάμ και  με κύρια σουνιτική οργάνωση του, τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, αναγνωρίζει ως διάδοχο και πρώτο Χαλίφη τον Αμπού Μπακρ, πεθερός και στενός φίλος του Μωάμεθ. Οι ακόλουθοι του πιστεύουν σε τέσσερις νομοδιδάσκαλους, τους Μεγάλους Ιμάμηδες, χαρακτηρίζοντας μάλιστα με τον ίδιο τρόπο όλους τους πνευματικούς ηγέτες της μουσουλμανικής θρησκείας. (BBC News, 2016)  Πιο συγκεκριμένα, η ονομασία του προέρχεται από τη λέξη «Σούνα», που σημαίνει παράδοση και διαιρείται σε τέσσερις διαφορετικές θρησκευτικές ομάδες με διαφορετική υπόσταση η καθεμία, ωστόσο όλες υπογραμμίζουν τη δύναμη του θεού στον υλικό κόσμο, στην πολιτική και δημόσια σφαίρα. (Δπ. Παρίσης, 2014)

Στην αντίθετη όχθη του Ισλάμ συναντάμε τον σιιτικό ισλαμισμό, ο οποίος έχει ως πυλώνα της πίστης του τη θεολογία του αποκρυφισμού, ένας πραγματικός και ιεραρχημένος κλήρος με σκοπό την ερμηνεία του κρυμμένου νοήματος του Κορανίου.  Η ονομασία του προέρχεται από τη λέξη «Σία», που σημαίνει διάδοχος και υποστηρίζει ακράδαντα πως λόγω συγγενικών δεσμών μοναδικός διάδοχος του Μωάμεθ θεωρείται ο Αλί, ξάδερφος και γαμπρός του. (BBC – Religions) Οι Ιμάμηδες αποτελούν για εκείνους, σε αντίθεση με τους σουνίτες,  τον εκπρόσωπο του προφήτη στη Γη  και έχουν θεϊκή προέλευση. Στις πρώτες εκφάνσεις του είχε τη μορφή πολιτικού αραβικού κόμματος, το οποίο στην πορεία δημιούργησε θρησκευτικές ομάδες απομακρυσμένες όμως απ’ το επίσημο Ισλάμ και οι οποίες τόνιζαν και τονίζουν την αξία της θυσίας και του μαρτυρίου. ( Δρ. Παρίσης, 2014)

Σημαντικό να επισημανθεί το γεγονός ότι και οι σουνίτες και οι σιίτες προσαρμόζουν τόσο τη ζωή τους όσο και το κράτος και τις κοινωνίες τους με βάσει τη Σαρία, η οποία αποτελείται απ’ το Κοράνι και τις Χαντίθ, νόμοι με τη μορφή προφορικών μαρτυριών. Παρόλα αυτά, η εφαρμογή των νόμων της στην πράξη ακολουθεί διαφορετική πορεία ανάμεσα στις δύο αιρέσεις, ενώ η πίστη τους περιορίζεται ή διευρύνεται και σε άλλα πεδία. Αποδέχονται ωστόσο, από κοινού  τους πέντε πυλώνες της Πίστης: Ομολογία της Πίστης, Προσευχή, Φόρος ελεημοσύνης, Νηστεία, Προσκύνημα στη Μέκκα, με τους σιίτες να προσθέτουν ακόμα πέντε πυλώνες: τη Μοναδικότητα του Θεού, τη δύναμη του Προφήτη, την Ανάσταση, τη Θεϊκή Δικαιοσύνη και την Πίστη στην πολιτική και πνευματική ανωτερότητα των απογόνων του Προφήτη. Χρειάζεται να διευκρινιστεί ότι η πλειονότητα των σουνιτών υποστηρίζουν πως οι σιίτες δεν είναι καν μουσουλμάνοι και ακολούθως, οι σιίτες από την πλευρά τους θεωρούν πως ο δογματισμός και η προσκόλληση των σουνιτών στην παράδοση τους οδηγεί σε εξτρεμισμό. (Doulgkeri, 2016)

Η περίπτωση της Υεμένης

 Η διαίρεση και θρησκευτική αντιπαράθεση ανάμεσα στους πιστούς του Ισλάμ έχουν λάβει τα τελευταία χρόνια τη μορφή διαμάχης δύο αντιπροσώπων (proxy wars) και αποτελούν πηγή σύγχυσης και συγκρούσεων στα κράτη της Μέσης Ανατολής. Ταυτόχρονα η διαίρεση των μουσουλμάνων χαρακτηρίζεται βασική αιτία πολέμων που μαστίζουν τα κράτη της Μέσης Ανατολής, όπως στην περίπτωση του εμφυλίου πολέμου της Υεμένης στη νοτιοδυτική Ασία, ο οποίος διαδραματίζεται τα τελευταία τέσσερα χρόνια.

Η Υεμένη αποτελεί  το φτωχότερο αραβικό κράτος με 25 εκατομμύρια πληθυσμό, υψηλό ποσοστό ανεργίας και αυξημένο επίπεδο λιμού, σε αντίθεση με τα παλαιότερα έτη που εξαιτίας του πλούτου της χαρακτηριζόταν «Ευδαίμων Αραβία». Πρόκειται για μια ομοιογενή εθνολογικά χώρα με σχεδόν το σύνολο των κατοίκων της να είναι Άραβες, η οποία όμως παρουσιάζει έντονο το στοιχείο της θρησκευτικής διαίρεσης ανάμεσα στον μουσουλμανικό πληθυσμό της, δηλαδή μεταξύ σουνιτών και σιιτών. Από το 2015 εώς και σήμερα, αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα εμφυλίου πολέμου, λόγω θρησκευτικών αναταραχών και συγκρούσεων. (BBC News, 2019)

Αφετηρία του πολέμου αποτελεί ο Ιανουάριος του 2015 όταν οι Χούθι, υποστηρικτές του πρώην προέδρου της χώρας Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ και με επικεφαλής τους τον Αμπντούλ Μαλίκ αλ-Μπαντρεντίν Χούθι -δυνάμεις πιστές στο σιιτικό ισλαμισμό- μέσα σε μόλις τέσσερις ημέρες καταλαμβάνουν την πρωτεύουσα Σαναά και ζητούν την παραίτηση της κυβέρνησης του Αμπντ Ραμπ Μανσούρ Χαντί, όπου τότε ήταν στην εξουσία. Ο ίδιος, όντας  αρχηγός του σουνιτικού ισλάμ και ύστερα από απόπειρα δολοφονίας του από τους Χούθι, δηλώνει την παραίτηση του και εγκαθίσταται στη Σαουδική Αραβία, από όπου και ζητά να σταλούν δυνάμεις για να σώσουν τους πολίτες του. Μαζί του παραιτήθηκε και ο πρωθυπουργός Χαλέντ Μπαχά. (Brehony, 2015) Έκτοτε το κράτος της Υεμένης παραμένει χωρίς κυβέρνηση, εγκαταλελειμμένη στα χέρια των ανταρτών, χωρίς καμία μορφή ελέγχου ή περιορισμού. Το σύνθημα των επαναστατών ωστόσο, βρίσκεται αποτυπωμένο σε κάθε γωνιά της πρωτεύουσας  με σκοπό να υπενθυμίζει κάθε ώρα και λεπτό την παρουσία, τη δύναμη και την αιτία ύπαρξης του στους πολίτες “God is great. Death to America. Death to Israel. God curse the Jews. Victory to Islam.”. (BBC News, 2015)

Το Μάρτιο του ίδιου έτος πραγματοποιείται και το πρώτο καθοριστικό χτύπημα για την έναρξη της εμφύλιας διαμάχης. Ύστερα από την διάλυση της κυβέρνησης Χαντί και τις μάχες των Χούθι στις  περιοχές Ταΐζ, Μόκα, και Λαχίτζ, η Σαουδική Αραβία και άλλα οκτώ σουνιτικά κράτη ξεκινούν στρατιωτικές επιχειρήσεις στη χώρα με τη μορφή αεροπορικών επιδρομών με σκοπό την  αποκατάσταση της πρώην κυβέρνησης της Υεμένης. Ο συνασπισμός αυτός έλαβε την υποστήριξη των ΗΠΑ, της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, ο οποίος εναντιώθηκε στους αντάρτες σιίτες Χούθι και τον ισχυρό σύμμαχο και εφοδιαστή τους το Ιράν. Η ιρανική υποκίνηση βέβαια της επιχείρησης των ανταρτών, παρόλο που είναι ευρέως γνωστή και αδιαμφισβήτητη, πραγματοποιείται σε ένα ανεπίσημο πλαίσιο. (Brehony, 2015)

Η θρησκευτική διαμάχη έλαβε τελικά τη μορφή εμφύλιας σύρραξης και η κάθε δυναστεία επιχειρεί πλέον με κάθε μέσο και με κάθε κόστος να επιβάλει τους δικούς της νόμους και κανόνες και τελικά να επικρατήσει. Στην πραγματικότητα, η επιχείρηση στο σύνολο της υποκινείται από τις Περιφερειακές Δυνάμεις της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν αρχικά και κατ’ επέκταση των ΗΠΑ και της Ρωσίας αντιστοίχως, με σκοπό να επιτύχουν τα δικά τους οικονομικά και διπλωματικά οφέλη. Η Αλ-Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο και το Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε έχουν διεξάγει κι εκείνοι επιθέσεις, με την Αλ-Κάιντα να ελέγχει τμήματα της επικράτειας στην ενδοχώρα και κατά μήκος των ακτών. Η ίδια τοποθετείται σε μία ενδιάμεση θέση με σκοπό να αποκομίσει μόνο τα οφέλη της και να κάνει αισθητή την παρουσία της στον κόσμο. (BBC News, 2019)

Ο εμφύλιος πόλεμος που έχει αναπτυχθεί και αναπτύσσεται όλο και περισσότερο στην χώρα αποτελεί πρώτης τάξεως ευκαιρία για τις γειτονικές χώρες και τις Μεγάλες Δυνάμεις να αποκτήσουν πρόσβαση στον Κόλπο του Άντεν και στα στενά Μπαμπ Ελ Μαντέμπ. Τα στενά ενώνουν την Μεσόγειο και την Διώρυγα του Σουέζ με τον Ινδικό Ωκεανό και τον Ειρηνικό Ωκεανό, διασχίζοντας την Ερυθρά Θάλασσα. Πιο αναλυτικά, η Σαουδική Αραβία και το Ιράν στηρίζουν την πλειονότητα των εσόδων τους από το εμπόριο πετρελαίου, το οποίο εξασφαλίζουν από τα στενά. Ταυτόχρονα, τα τρία από τα πέντε μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, Η.Π.Α., Η.Β. και Γαλλία, προμηθεύουν με όπλα τη Σαουδική Αραβία και επομένως μια ενδεχόμενη επέμβαση τους για τον τερματισμό του πολέμου θα έθετε σε κίνδυνο τις εμπορικές σχέσεις τους. Τα στενά αποτελούν λοιπόν, στρατηγικό σημείο για το διεθνές εμπόριο, σημείο που δεν θα άφηναν ανεκμετάλλευτο τα ισχυρά κράτη. Σχεδόν όλο το εμπόριο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ινδία, τη Κίνα και την Ιαπωνία περνάει από εκείνο το σημείο. (BBC News, 2019)

 Συμπεράσματα

Ο πόλεμος έχει λάβει τελικά διαστάσεις, οι οποίες υπερβαίνουν τα θρησκευτικά χαρακτηριστικά και καταλήγουν σε μία από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές κρίσεις. Ο Ο.Η.Ε. πέραν των προσπαθειών που έκανε για να αποστείλει ανθρωπιστική βοήθεια στους πληχθέντες του πολέμου, επιχείρησε και τη διαπραγμάτευση του με τους ίδιους τους αντάρτες σιίτες, οι οποίοι όμως σε αντίθεση με την αρχική συμφωνία τους, τελικά δεν εμφανίστηκαν ποτέ. (BBC News, 2019) Παράλληλα, τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων και των κερδών που αποκομίζουν από τον πόλεμο τους παρεμποδίζει και καθυστερεί ακόμα περισσότερο την όποια προσπάθεια του Οργανισμού για λύση και λήξη του πολέμου. Σημαντικό να αναφερθεί το γεγονός πως η εμφύλια αυτή διαμάχη για να μπορέσει να χαρακτηριστεί διεθνοποιημένη χρειάζεται να αποδειχθεί ότι πίσω από κάθε ενέργεια των ανταρτών βρίσκεται το Ιράν. Έως ότου να υπάρξει μια τέτοια απόδειξη ο πόλεμος παραμένει μη διεθνούς χαρακτήρα και ακολούθως, καμία χώρα δεν μπορεί να επέμβει στα εσωτερικά τρίτου κράτους για να παράσχει βοήθεια.

Η επισιτιστική, ανθρωπιστική και θρησκευτική κρίση, λοιπόν,  με το πέρασμα των ετών κλιμακώνεται, δίχως αποδυνάμωση ή βλέψη ειρήνευσης. Η Υεμένη θεωρείται πλέον αποτυχημένο κράτος (failed state), εν απουσία εθνικής κυριαρχίας και υποδομής και με τρομακτικά αυξημένο το λιμό της χολέρας. Οι εξελίξεις αποδεικνύουν πως πιθανόν η χώρα δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει εξ’ ολοκλήρου την Αραβική Άνοιξη του 2011, ενώ οι θρησκευτικές ρίζες της ήταν, είναι και θα συνεχίσουν να είναι η σημαντικότερη και καθοριστική αιτία των εγκλημάτων και συρράξεων που λαμβάνουν χώρα στο έδαφος της. Την ίδια στιγμή και για τους ίδιους λόγους προσφέρει κέρδος σε ισχυρά κράτη και είναι γεγονός πως όσο το κέρδος αυξάνεται, τόσο μειώνονται οι πιθανότητες για τερματισμό του επιζήμιου και επίπονου αυτού πολέμου.

[1]. Φωτεινή Δουλγέρη, 2016, “ Σουνίτες-Σιίτες: Η ιστορία των δύο Ισλάμ.”, Euronews, , Available here  [Πρόσβαση 29 Οκτωβρίου 2019]

[2].BBC News, 2016, “Sunnis and Shia: Islam’s ancient schism”,  Available here.[ Πρόσβαση 27 Οκτωβρίου 2019]

[3]. Δρ. Ιωάννης Παρίσης, 2014, “ ΣΟΥΝΙΤΕΣ & ΣΙΙΤΕΣ: Ισλαμική αντιπαράθεση.”, Γεωπολιτική, Available here. [Πρόσβαση 27 Οκτωβρίου 2019]

[4].BBC – Religions, “Sunni and Shi’a.”,  Available here. [Πρόσβαση 24 Οκτωβρίου 2019]

[5]. BBC News, 2019, “Yemen crisis: Why is there a war?”,  Available here  [Πρόσβαση 1 Νοεμβρίου 2019]

[6]. Noel Brehony, 2015, “YEMEN AND THE HUTHIS: GENESIS OF THE 2015 CRISIS”, Asian Affairs, Available here  [Πρόσβαση 28 Οκτωβρίου 2019]

[7]. BBC News, 2015, “Rise Of The Houthis – Full Documentary.”,  Available here [Πρόσβαση 6 Νοέμβρη 2019]

[8]. BBC News, 2019, “Yemen war: Houthi rebels release hundreds of detainees.”, Available here [Πρόσβαση 25 Οκτώβρη 2019]