της Καλλιόπης Βακαλοπούλου,
Στις αρχές του 1804 ο Ludwig van Beethoven ολοκληρώνει την “Τρίτη Συμφωνία σε Μι ύφεση μείζονα”. Επάνω στην πρωτότυπη παρτιτούρα αναγράφεται μία αφιέρωση στο Ναπολέοντα Βοναπάρτη, καθώς ο μεγάλος συνθέτης υποστήριζε το νέο Σύνταγμα του τελευταίου, το οποίο θεωρούσε ότι βασίζεται σε «αληθείς αρχές της αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης, στα ιερά δικαιώματα της ιδιοκτησίας, της ισότητας και της ελευθερίας». Μόλις το Μάιο, όμως, του ίδιου έτους η αφιέρωση διαγράφεται, τη στιγμή που ο Ναπολέων αυτοανακηρύσσεται Αυτοκράτορας, απογοητεύοντας το συνθέτη – που έκρινε ότι πλέον τα ανθρώπινα δικαιώματα βρίσκονται σε κίνδυνο και ο Ναπολέων θα αποτελέσει έναν κοινό τύραννο – και η Συμφωνία αποκτά τον τίτλο “Ηρωική Συμφωνία”.
Στο περιστατικό αυτό ο Beethoven προσδίδει στο έργο του πολιτική χροιά προασπίζοντας και στις δύο φάσεις τα ανθρώπινα δικαιώματα και την επανάσταση. Ως ενεργός παρατηρητής των πολιτικών εξελίξεων, επιλέγει να καταστεί φορέας ιδεών και στοχασμού μέσω της τέχνης. Και δεν είναι ο μόνος. Οι ευαισθητοποιημένοι καλλιτέχνες είναι μοναδικά πνεύματα που συνεισφέρουν στην κοινωνική επαγρύπνηση, στην εποικοδομητική κριτική των πολιτικών τεκταινόμενων και στη διαμόρφωση ενός κλίματος δημοκρατίας, ειρήνης και ελευθερίας. Όποιο και αν είναι το μήνυμα που μεταφέρουν, δεν παύουν να αποτελούν ένα ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο μας. Εν προκειμένω, θα παρουσιαστεί η επίδραση των μουσικών στην πολιτική λόγω της αμεσότερης επαφής τους με τους ανθρώπους.
Πώς, ωστόσο, αποτυπώνεται η στενότερη επαφή του κόσμου με τους μουσικούς; Οι αγαπημένοι καλλιτέχνες αποτελούν για τους θαυμαστές τους μία διαχρονική (συνήθως) παρουσία στις ζωές τους. Απολαμβάνουν τη μουσική τους, ακούν και διαβάζουν τις συνεντεύξεις τους, μελετούν ή/και υιοθετούν τις απόψεις και το στυλ τους. Πολλές φορές εξαίρουν τον άνθρωπο μέσα από το μουσικό/performer και αισθάνονται εγγύτερα σε εκείνον τον άνθρωπο, παρά σε έναν πολιτικό. Ο καλλιτέχνης δε θα πει ψέματα για την πολιτική κατάσταση της παγκόσμιας κοινότητας, δε θα παραθέσει μια λίστα με μεγαλεπήβολα σχέδια χωρίς αντίστοιχη υλοποίηση, αλλά, μέσα από το έργο και τη στάση του θα εμπνεύσει τον κόσμο που τον ακολουθεί, θα δώσει ελπίδα για συλλογική ανάταση. Ταυτόχρονα, οι αντικομφορμιστικές ενέργειες των καλλιτεχνών – όπως το συγκρότημα Rage Against the Machine που εξακολούθησε να παίζει τα τραγούδια του παρά τις αστυνομικές απαγορεύσεις – και η δυναμική φωνή τους σε τρέχοντα ζητήματα φέρνουν μπροστά στα μάτια των θαυμαστών την επικαιρότητα, αντίθετα στην προπαγάνδα που συχνά ευνοούν οι κυβερνήσεις. Οι πολίτες, ακόμη, γεύονται την αίσθηση της ομαδικής δύναμης συμμετέχοντας σε συναυλίες, τραγουδώντας στίχους-τροφή για σκέψη και κριτική.
Τα παραπάνω γίνονται κατανοητά ακολουθώντας απτά παραδείγματα μουσικών του 20ου και 21ου αιώνα. Κύριος εκπρόσωπος της πτυχής αυτής των μουσικών, ήταν (και είναι) ο John Lennon. Στις δεκαετίες του 60’ και του 70’, ο βρετανός μουσικός αγωνίστηκε ειρηνικά για πανανθρώπινα αιτήματα. Στην ιστορία έχει μείνει περισσότερο γνωστή η αντιπολεμική καμπάνια που οργάνωσε στο πλαίσιο του Πολέμου του Βιετνάμ. Με «όπλο» του το τραγούδι “Give Peace a Chance” έλαβε μέρος στη μαζική διαδήλωση του Αντιπολεμικού Κινήματος για το Βιετνάμ στην Ουάσιγκτον το 1969. Το πλήθος τραγούδησε την παραπάνω μελωδία και εμείς μπορούμε να την ανάγουμε στο σήμερα, ίσως συνεχίζοντας με τη μελωδία του “Imagine” του 1971. Ο Lennon, ως άλλος Gandhi, έβαλε στην πρώτη γραμμή την Ειρήνη, υπερασπίστηκε τους Αφροαμερικανούς, τις Γυναίκες και την ταξική ανισότητα, όπως εκείνος τη βίωσε γεννημένος στο Liverpool της Αγγλίας. Εν τέλει, η κυβέρνηση φοβήθηκε την επιρροή και το ταλέντο του και συνέταξε έναν φάκελο στο FBI με το όνομά του. Μία ακόμη διαμαρτυρία στους συνεχείς πολέμους αποτελεί και το τραγούδι, με μιλιταριστικό ρυθμό, των U2 “Sunday Bloody Sunday” του 1983, με αντικείμενο τις τριακονταετείς συγκρούσεις στη Βόρεια Ιρλανδία, το οποίο αντιδρά στην παθητική αντιμετώπιση τέτοιων στιγμών βίας.
Μεταφερόμενοι στο σήμερα, εντύπωση προκάλεσε η δικαστική διαμάχη της τραγουδίστριας Kesha με τον μουσικό παραγωγό Dr. Luke. Tο 2014 η Kesha μήνυσε τον παραγωγό της ισχυριζόμενη ότι ο τελευταίος την κακομεταχειριζόταν σεξουαλικά, σωματικά, λεκτικά και συναισθηματικά. Παρ’ όλα αυτά, οι κατηγορίες δεν έγιναν δεκτές στο δικαστήριο λόγω “ανεπαρκούς παρουσίασης αποδεικτικών στοιχείων”, από έναν αμφιλεγόμενο, μάλιστα, δικαστικό σχηματισμό. Δεμένη σε ένα τοξικό συμβόλαιο, η Kesha εξέδωσε το πρώτο της τραγούδι έπειτα από 4 χρόνια με τίτλο “Praying”, αφηγούμενη τις δυσκολίες που πέρασε και την ανάγκη να ζήσει ξανά χωρίς φόβο. Η χρονική στιγμή έκδοσης του τραγουδιού συνέπεσε με το νέο κύμα καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση, με την αρχή να γίνεται από ηθοποιούς του Hollywood κατά του Αμερικανού κινηματογραφικού παραγωγού Harvey Weinstein (κίνημα #Metoo). Επομένως, θίγοντας ζητήματα της επικαιρότητας το τραγούδι επιλέχθηκε ως ο ύμνος του εν λόγω κινήματος. Ακριβώς ένα χρόνο μετά, το 2018, στα μουσικά βραβεία Grammys, το “Praying” τραγουδήθηκε από την Kesha μαζί με άλλες καλλιτέχνιδες ενώπιον ενός συγκινημένου κοινού. Ένας σύντομος απολογισμός του αντίκτυπου του κινήματος #Metoo θέτει τουλάχιστον 200 άνδρες της πολιτικής, των ΜΜΕ, της δικαιοσύνης και της τέχνης προ των ευθυνών τους για σεξουαλικές παρενοχλήσεις στον εργασιακό χώρο. Το 48%, μάλιστα, των αντικαταστών τους ήταν γυναίκες. Στο πλαίσιο αυτό, αποδεικνύεται η σημασία αυτών των καταγγελιών στην εξυγίανση του εργασιακού περιβάλλοντος και στην εξάλειψη των διακρίσεων λόγω φύλου, όπως με την αντικατάσταση του γερουσιαστή Al Franken από την Tina Smith. Παράλληλα, ηχηρή αποδεικνύεται η μαζική κινητοποίηση καλλιτεχνών ενάντια στις αμφιλεγόμενης ανθρωπιστικότητας αποφάσεις του Τραμπ. Ενδεικτικά, καλλιτέχνες, όπως η Sia και η Camila Cabello, διοργανώνουν εράνους για την υποστήριξη των μεταναστών, έπειτα από τις κυβερνητικές εξαγγελίες περί απελάσεων και κλείσιμο συνόρων.
Αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια του 21ου αιώνα υπάρχουν μουσικοί που συστηματικά προωθούν την ενημέρωση και την αφύπνιση των ακροατών τους. Ένα πρόσφατο παράδειγμα είναι οι Muse και το άλμπουμ τους, σε συνέχεια πολλών άλλων, “Simulation Theory”, στο οποίο προβάλλουν ηθικούς προβληματισμούς για την Τεχνητή Νοημοσύνη και την εκρηκτική εξέλιξή της. Παράλληλα, άξιοι αναφοράς είναι και οι System of a Down, οι οποίοι θίγουν ανοιχτά το ζήτημα της Γενοκτονίας των Αρμενίων, την οποία η Τουρκία δεν αναγνωρίζει. Και τα παραδείγματα συνεχίζονται.
Διερωτάται κανείς εάν πρέπει οι μουσικοί, και εν γένει οι καλλιτέχνες, να εξωτερικεύουν τις πολιτικές απόψεις ή ιδεολογίες τους. Τελικά οδηγούμαστε στο δίλημμα «η τέχνη για την τέχνη ή η τέχνη για το μήνυμα». Προσωπικά, πιστεύω στην άρρηκτη σχέση της τέχνης με τη φυσική αρμονία και στο ρόλο της πρώτης να αποτελεί συνδετικό κρίκο των ανθρώπων με τη φύση και τα συναισθήματά τους. Ωστόσο, κανένα έργο δεν αυτοδημιουργήθηκε. Ένας άνθρωπος επέλεξε από το νήμα των αναμνήσεών του και των συναισθημάτων του ένα ή περισσότερα κομμάτια και τα συνέθεσε έτσι ώστε να πει κάτι στο γύρω κόσμο. Πώς μπορείς να διαχωρίσεις τον πολίτη που παρατηρεί ή βιώνει συνθήκες εξαθλίωσης και καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τον καλλιτέχνη που κλείνεται σε ένα στούντιο ηχογράφησης ή σε μία αίθουσα συναυλιών; Είναι απλώς ένας διασκεδαστής για τους συνανθρώπους του; Αντιθέτως. Ο κόσμος που ακούει τον εν λόγω καλλιτέχνη δεν τον ακούει απλά, αλλά με σεβασμό και αποδοχή. Και φυσικά είναι διαφορετικό ένας καλλιτέχνης να ενταχθεί στην πολιτική σκηνή από το να αναπτύσσει κριτικές διόδους σκέψης για οτιδήποτε λαμβάνει χώρα στη σκηνή αυτή.
Επομένως, οι άνθρωποι εκείνοι που μας εμπνέουν και μας εκφράζουν, οι καλλιτέχνες, την ίδια στιγμή μας κινητοποιούν και μας παρουσιάζουν την δική τους εικόνα για έναν καλύτερο κόσμο. Αδιαμφισβήτητα, λοιπόν, ασκούν επιρροή στις πολιτικές εξελίξεις, διότι οι «κεραίες» του νου τους είναι ανοιχτές, και μέσω των καλλιτεχνικών τους έργων και μέσω της συνολικής θέσης τους απέναντι στις περιστάσεις. Μένει απλώς εμείς να ακούσουμε (ή να δούμε) τι έχουν να πουν.
« Ο αληθινός καλλιτέχνης δεν πεθαίνει ποτέ, απλώς σταματά να εμφανίζεται ζωντανά.» Jim Morrison.