Του Συμεών Κ. Πεϊμανίδη,
Στην υπόθεση Η.Π.Α – Ιράν, το μόνο σίγουρο μέχρι στιγμής, είναι ότι δε μπορούμε να εκφέρουμε άποψη με ασφάλεια. Κι αυτό, γιατί η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί το τελευταίο διάστημα είναι πολύ ρευστή. Έτσι κι εγώ παραθέτω τις απόψεις μου με κάθε επιφύλαξη.
Ιράν και Η.Π.Α έχουν παρελθόν.
Για να μελετήσει κανείς το πώς η σχέση των δύο χωρών έχει φτάσει σε αυτό το σημείο, πρέπει να κάνει μια μικρή ιστορική αναδρομή, ώστε να αποφευχθούν τυχόν επιδερμικές προσεγγίσεις του ζητήματος αλλά και για την καλύτερη ερμηνεία των τελευταίων γεγονότων.
Αν κοιτάξει κανείς το παρελθόν αυτής της θυελλώδους σχέσης, θα παρατηρήσει ότι έτος καμπής ήταν το 1953. Τότε, η CIA σε συνεργασία με τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες ενορχήστρωσε το πραξικόπημα που ανέτρεψε τον δημοκρατικά εκλεγμένο πρωθυπουργό του Ιράν, Μοχάμεντ Μοσαντέκ. Το πραξικόπημα έφερε και πάλι στην εξουσία τον Σάχη Μ. Ρ. Παχλαβί, τερματίζοντας την ευμενή περίοδο μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ιράν.
Εκεί που τα πράγματα ξέφυγαν ήταν το 1979-1981, όταν έπεσε ο Σάχης της Περσίας και επανήλθε στην εξουσία ο Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί. Υποθάλποντας τον Σάχη, ο τότε πρόεδρος Κάρτερ έγινε «κόκκινο πανί» για τους Ιρανούς που εισέβαλαν στην Αμερικανική πρεσβεία στην Τεχεράνη και έθεσαν σε καθεστώς ομηρίας 52 Αμερικάνους πολίτες και διπλωμάτες, απαιτώντας από το Λευκό Οίκο να εκδώσει τον Παχλαβί στο Ιράν για να δικαστεί. Το φιάσκο που ακολούθησε στη διάσωση των 52 πήρε διαστάσεις εθνικής κρίσης και επέδρασε καθοριστικά στην ήττα του Κάρτερ στις Προεδρικές εκλογές.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1988 το Αμερικανικό πολεμικό πλοίο Vincennes εκτόξευσε δύο πυραύλους κατά Ιρανικού επιβατηγού αεροσκάφους, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 290 άνθρωποι. Τότε, η Αμερικανική πλευρά υποστήριξε ότι το Airbus δεν απήντησε στους Αμερικάνους και έτσι οι τελευταίοι υπέθεσαν πως πρόκειται για Ιρανικό πολεμικό αεροσκάφος.
Ακολούθησε ο «Άξονας του κακού», φράση για την οποία έχουν γραφτεί πολλά βιβλία και αναλύσεις. Ο George Bush έδειξε τότε «με το δάχτυλο» τρεις χώρες: Το Ιράν, το Ιράκ και τη Βόρειο Κορέα, κατηγορώντας τες ότι αναπτύσσουν πυρηνικά.
Και έτσι φτάνουμε στο «σήμερα». Το 2015, επί προεδρίας Obama, μετά από εξαντλητικές διπλωματικές διεργασίες, το Ιράν συναίνεσε σε μια μακροπρόθεσμη συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα. Τη συμφωνία συνυπέγραψαν οι ΗΠΑ, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Κίνα, η Ρωσία και η Γερμανία. Με τη συμφωνία αυτή, η Τεχεράνη δεσμεύτηκε να περιορίσει το πυρηνικό της πρόγραμμα και να δεχθεί στο έδαφός της παρατηρητές για το σκοπό αυτό. Αντάλλαγμα, ήταν η άρση των οικονομικών κυρώσεων που της είχαν επιβληθεί τη δεκαετία του 2000.
Από τη συμφωνία για τα πυρηνικά αποχώρησε ο σημερινός κάτοικος του Λευκού Οίκου, εγκαλώντας τον προκάτοχό του ότι συνήψε μια καταστροφική για τα Αμερικανικά συμφέροντα συμφωνία. Το 2018 και το 2019 οι σχέσεις των δύο χωρών βρέθηκαν στο ναδίρ. Η επίθεση στον πετρελαϊκό κολοσσό Aramco, η κατάρριψη του αμερικανικού drone στα στενά του Ορμούζ και πριν από λίγες ημέρες η δολοφονία Σολεϊμανί μαρτυρούν ακριβώς αυτό.
Σκοπίμως αποφεύγω να αναφερθώ στην κατάρριψη του αεροσκάφους των Ουκρανικών αερογραμμών, καθώς ναι μεν η Τεχεράνη παραδέχθηκε ότι αυτή βρίσκεται πίσω από το χτύπημα αλλά δεν είμαι σίγουρος για το κατά πόσο έγινε κατά λάθος, όπως η ίδια ισχυρίζεται.
Αναλύσεις.
Στο προκείμενο λοιπόν: Όλα δείχνουν πως πάμε για μια αποκλιμάκωση της έντασης. Παρά ταύτα, εδώ θα πρέπει να κρατούμε μικρό καλάθι. Πριν από λίγες ημέρες η επίθεση στις δύο αμερικανικές βάσεις στο Ιράκ ήταν η απάντηση στη δολοφονία Σολεϊμανί. Είμαστε όμως τόσο σίγουροι γι’ αυτό; Νομίζω, πως οφείλουμε να είμαστε αρκετά δύσπιστοι. Κι ο λόγος είναι απλός: Η απάντηση στη δολοφονία ενός ανθρώπου με ηγετικά χαρακτηριστικά δε μπορεί παρά να περιλαμβάνει ένα «φόρο αίματος». Πολύ περισσότερο, όταν η Τεχεράνη βυθίστηκε σε μια εθνική τραγωδία με τουλάχιστον 56 νεκρούς στην κηδεία του αρχηγού των φρουρών της επανάστασης. Είμαι επιφυλακτικός λοιπόν, ως προς το εάν το χτύπημα στις δύο Αμερικανικές βάσεις είναι το πραγματικό πλήγμα που θέλει να πετύχει η Ισλαμική Δημοκρατία.
Δεν ξέρω, επίσης, κατά πόσο ωφελεί –σε αυτή τη συγκυρία- η πολυμέτωπη διαμάχη που έχει ανοίξει το ίδιο το Ιράν. Γιατί είναι σαφές ότι για τους Αμερικάνους ο εχθρός είναι η Τεχεράνη. Το αντίστροφο, ωστόσο, δε συμβαίνει.
Από την άλλη, οι Η.Π.Α έχουν υποπέσει σε δύο πολύ σημαντικά, κατά τη γνώμη μου, ατοπήματα. Πρωτίστως, η επιχείρηση δεν έγινε με βάση το διεθνές δίκαιο και έτσι, στα μάτια πολλών, το χτύπημα δεν είχε την απαραίτητη νομιμοποίηση. Προφανώς, δεν αναφέρομαι στους αντι-ιμπεριαλιστές και γενικότερα τους πολέμιους της Αμερικανικής παγκόσμιας ηγεμονίας…
Αλλά όπως και να έχει, για τους Αμερικάνους η νομιμοποίηση ήρθε τόσο από τις σχεδιαζόμενες επιθέσεις (σύμφωνα με το αφήγημα του ίδιου του Trump) του Σολεϊμανί σε Αμερικανικούς στόχους όσο και από το background του υποστράτηγου. Ας μη γελιόμαστε, ο Σολεϊμανί δεν ήταν άγιος. Ίσως το αντίθετο. Και πάντως ήταν ένας άνθρωπος με ισχυρά ερείσματα και εκτός Ιράν.
Δευτερευόντως, για τους δικούς της λόγους, η Αμερικανική πολιτική για τη Μέση Ανατολή περιλαμβάνει αναρίθμητες βάσεις. Κι αυτό, στρατηγικά, είναι λάθος, γιατί οι «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» έχουν πολλούς διαθέσιμους στόχους για να χτυπήσουν.
Το Ιράν στην ατζέντα Trump.
Πάντως, για τον Donald Trump, η αποκλιμάκωση της έντασης με το Ιράν είναι υψίστης σημασίας. Αυτό διατυπώθηκε τόσο στο διάγγελμα που απηύθυνε όσο και στην προεκλογική του ομιλία στο Ohio. Μάλιστα, στο εν λόγω διάγγελμα ο Trump δήλωσε ότι το Ιράν υποχωρεί, ενώ προανήγγειλε νέα οικονομικά μέτρα εναντίον της Τεχεράνης. Αν μη τι άλλω, η κίνηση αυτή δείχνει ότι δεν είναι πρωταρχικός στόχος για τον Trump η συνέχιση της στρατιωτικοποιημένης κρίσης. Έχει διαφορά όμως το να υποχωρεί κάποιος από το να παίρνει φόρα για να χτυπήσει δυνατότερα! Και το Ιράν έχει δείξει πως είναι απρόβλεπτο…
Τόσο η υπόθεση Σολεϊμανί και γενικά το Ιράν όσο και ο αλ Μπαγκντάτι (ηγέτης του ΙSIS) αναμφίβολα θα βρίσκονται στην ατζέντα του Προέδρου για τις εκλογές του 2020. Ο Trump θα αξιοποιήσει στο έπακρο τα θέματα αυτά, στοχεύοντας στο θυμικό των Αμερικάνων πολιτών. Ακόμη πιο πάνω στην ατζέντα του όμως, εκτιμώ, ότι θα βρίσκεται το Impeachment και ο «πόλεμος» με την Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσυ Πελόζι. Το πρόβλημα είναι εσωτερικό και ενδιαφέρει περισσότερο τους πολίτες. Το μαρτυρεί άλλωστε και μια πρόσφατη έρευνα, που δείχνει ότι το 77% των Αμερικανών δεν ξέρουν πού ανήκει γεωγραφικά το Ιράν.
Είναι σαφές όμως, ακόμη και από την επίσκεψη του Έλληνα Πρωθυπουργού στο Λευκό Οίκο, ότι δεν περισσεύει χρόνος για τον Trump να ασχοληθεί με άλλα θέματα (βλ. MoU Τουρκίας– Λιβύης). Όλα δείχνουν ότι για το 2020 τα θέματα που θα απασχολήσουν (έως και μονοπωλήσουν) την Αμερικανική κοινή γνώμη έχουν προαποφασιστεί.
Η στάση της Ευρώπης.
Στον απόηχο της δολοφονίας Σολεϊμανί, η Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν δήλωσε πως «πρέπει να σταματήσει ο κύκλος της βίας» και συμπλήρωσε πως η Ε.Ε έχει ιδιαίτερη ευθύνη για αυτό. Ορθώς η στάση της Ευρώπης περιορίζεται στη διπλωματία και όχι στην άμεση εμπλοκή με άλλα μέσα.
Αυτή τη στιγμή, τα Ευρωπαϊκά όργανα δεν μπορούν αν έρθουν σε αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες για χάρη του Ιράν. Ειδικότερα όμως, αυτό αφορά τη Γαλλία, τη Βρετανία και τη Γερμανία. Για το Παρίσι μια ενδεχόμενη «ρήξη» στις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες θα σημάνει και το τέλος της συμμαχίας κατά του ISIS αλλά και την παύση της συνεργασίας των δύο σε επίπεδο ανταλλαγής πληροφοριών.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο Boris Johnson δεν αποστασιοποιείται από τις αποφάσεις του Αμερικανού Προέδρου, γιατί κάτι τέτοιο μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με τις Η.Π.Α, η οποία συν τοις άλλοις, σηματοδοτεί και το καθεστώς της Βρετανικής οικονομίας, στην μετά- Brexit εποχή.
Post tenebras lux. (Μετά το σκοτάδι, φως.)
Σε τελική ανάλυση, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι σχέσεις των δύο χωρών είναι πολύ άσχημες. Εσωτερικά, τόσο στις Η.Π.Α όσο και στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν υπάρχουν αντιδράσεις για τις κινήσεις των ηγετών. Τροφοδοτείται και διαχέεται στις κοινωνίες το μίσος του ενός για τον άλλον και αυτό είναι το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί, γιατί οι σχέσεις αποκαθίστανται, το μένος ,όμως, απορροφάται από την κοινωνία.
Ενισχύεται εν ολίγοις το αντιαμερικανικό αίσθημα από τη μια και επαναφέρεται το αφήγημα περί «άξονα του κακού» από την άλλη. Μόνο που αυτός ο άξονας αποτελείται από ένα μόνο «κακό». Δυστυχώς, οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν, τηρουμένων των αναλογιών, ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται!
Παρ’ όλα αυτά, ακριβώς επειδή οι σχέσεις των δύο βρίσκονται στο ναδίρ, εκτιμώ ότι θα υπάρξει (όχι πολύ σύντομα βέβαια) μια προσπάθεια άμβλυνσης των διαφορών. Ας μην ξεχνάμε, το δόγμα του «τρελού ηγέτη» που διατυπώνεται εκατέρωθεν. Αυτό το δόγμα πιστεύω ότι θα φέρει στο τραπέζι τις δύο πλευρές.
Βραχυπρόθεσμα πάντως, κανείς δε μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια τι θα γίνει. Πρέπει, όμως, να παρακολουθήσουμε στενά αυτή την αντιπαλότητα της Τεχεράνης με άλλα, όχι άμεσα εμπλεκόμενα στη διαμάχη με τις Η.Π.Α, κράτη, όπως η Ελλάδα και η Αλβανία και να δείξουμε τη δέουσα προσοχή σε διπλωματικό επίπεδο.
Τονίζω, κλείνοντας, ότι αν τα παραπάνω επαληθευτούν και υπάρξει συνέχεια, το Αμερικανο-Ιρανικό πρόβλημα θα μπορούσε να επεκταθεί και να συμπαρασύρει Ελλάδα και Τουρκία αλλά και να αυξήσει την εμπλοκή του Ισραήλ στο ζήτημα. Με λίγα λόγια, μπορεί να μας κοστίσει το ότι ταχθήκαμε ανοικτά υπέρ των Η.Π.Α, και δεν είναι «καιρός» για άλλο ένα –διπλωματικό πάντα- μέτωπο.