της Φωτεινής Μέντζου,
Από τη βιομηχανική επανάσταση και μετά, τα απόβλητα αποτέλεσαν ένα σημαντικό περιβαλλοντικό ζήτημα παγκοσμίως, το οποίο έχει οδηγήσει στην υπερπαραγωγή τους. Η Ευρώπη δημιουργεί πάνω από 1,8 δισεκατομμύρια τόνους αποβλήτων κάθε χρόνο, ενώ αντίστοιχα στην Αυστραλία παράγονται ετησίως 50 εκατομμύρια τόνοι. Σύμφωνα με στατιστικές μελέτες της Βρετανίας, το Ηνωμένο Βασίλειο παρήγαγε 202,8 εκατομμύρια τόνους αποβλήτων το 2014. (Nicoll, 2017) Ο συνολικός όγκος αποβλήτων είναι το αποτύπωμα της ανθρώπινης δραστηριότητας στο περιβάλλον. Πλέον, όμως, είναι δυνατή η πετατροπή των τόνων σκουπιδιών σε θησαυρούς, μετατρέποντάς τους σε ενέργεια.
Εξετάζοντας, ταυτοχρόνως, την άλλη πλευρά του νομίσματος, η αύξηση της κατανάλωσης, που τροφοδοτείται από μία ταχέως αναπτυσσόμενη μεσαία τάξη σε πολλές χώρες του πλανήτη, έχει τριπλασιάσει την ποσότητα των πρώτων υλών που προέρχονται από τη γη τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. (Σαραντής, 2016) Αυτή η δραματική αύξηση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων, των μετάλλων και άλλων υλικών, εντείνει την κλιματική αλλαγή, την αύξηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, τη μείωση της βιοποικιλότητας και, τελικά, οδηγεί στην εξάντληση των φυσικών πόρων, προκαλώντας ανησυχητική έλλειψη σημαντικών πρώτων υλών, όπως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.
Εάν ο κόσμος εξακολουθήσει να χρησιμοποιεί τους πόρους με τον ίδιο ρυθμό που το κάνει σήμερα, το 2050, που υπολογίζεται ότι 9 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα κατοικούν στον πλανήτη, εκτιμάται ότι θα χρειάζονται 180 δισεκατομμύρια τόνοι υλικών ετησίως για να καλύψουν τις ενεργειακές απαιτήσεις των πολιτών. Πρόκειται για ποσότητα σχεδόν τριπλάσια της σημερινής κατανάλωσης πόρων που, κατά πάσα πιθανότητα, θα αυξήσει τον ευτροφισμό των παγκόσμιων εδαφών και των υπόγειων υδάτων, θα πολλαπλασιάσει τη διάβρωση του εδάφους και αδιαμφισβήτητα θα οδηγήσει σε μεγαλύτερες ποσότητες αποβλήτων και ρύπανσης.
Υπάρχουν, ωστόσο, ορισμένες χώρες, όπως η Ελβετία και η Σουηδία, που έχουν καταφέρει να εφαρμόσουν επιτυχώς αυτήν την καινοτόμο ιδέα παραγωγής ενέργειας από απορρίμματα. Αναφερόμενη αρχικά στην Ελβετία, ο Andy Werren, ξεναγός στο εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας Forsthaus στη Βέρνη δηλώνει: «Ο ανεξέλεγκτος εγωισμός της κοινωνίας μας εκδηλώνεται με τη μορφή σκουπιδιών», σχολιάζοντας το γεγονός ότι τα τελευταία 25 χρόνια η παραγωγή σκουπιδιών στη χώρα του έχει αυξηθεί κατά 350%. Πάραυτα, το προαναφερόμενο εργοστάσιο Forsthaus επεξεργάζεται 400 τόνους αστικών αποβλήτων. Το ποσό αυτό ανέρχεται σε 120.000 τόνους ετησίως, το οποίο μετατρέπεται σε 63 gigawatts ηλεκτρικής ενέργειας και 144 gigawatt-ώρες θέρμανσης. Για να γίνουν κατανοητά αυτά τα νούμερα, αρκεί να αναφερθεί ότι το 3% της παραγόμενης ενέργειας από το εργοστάσιο είναι ικανό να καλύψει τις ενεργειακές απαιτήσεις όλης της Βέρνης. (Misicka, 2015), (Waste Management World, 2017)
Εμβαθύνοντας επί του θέματος, μόλις το 4% των παραγόμενων αποβλήτων της Σουηδίας μεταφέρονται σε χώρους υγειονομικής ταφής. Τα υπόλοιπα είτε ανακυκλώνονται είτε χρησιμοποιούνται ως καύσιμα σε εγκαταστάσεις παραγωγής ενέργειας. Το πρόβλημα είναι ότι το πρόγραμμα ανακύκλωσης απορριμμάτων της Σουηδίας είναι «υπερβολικά» επιτυχημένο, καθώς η χώρα παράγει λιγότερα απορρίμματα από αυτά που απαιτούνται ως καύσιμα. Ωστόσο, βρέθηκε πρόσφατα μια λύση. Η Σουηδία έχει αρχίσει πριν ένα μικρό χρονικό διάστημα α εισάγει περίπου οκτακόσιες χιλιάδες τόνους απορριμμάτων από την υπόλοιπη Ευρώπη ετησίως για να χρησιμοποιεί ως καύσιμο στις μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η πλειοψηφία των εισαγομένων αποβλήτων προέρχεται από τη γειτονική Νορβηγία, καθώς εκεί είναι ακριβότερο να καίγονται τα σκουπίδια απ’ ότι να τα εξάγουν στη Σουηδία. Συνεπώς, η χώρα αυτή έχει καταφέρει όχι μόνο να έχει οριακά μηδενικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, αλλά και τα σκουπίδια της να επιφέρουν ένα επιπλέον εισόδημα. (Public Radio International, 2012).
Γιατί δεν μπορεί, όμως, η οποιαδήποτε χώρα να εφαρμόσει την παραπάνω διαδικασία;
Οι μονάδες παραγωγής ενέργειας από αστικά απόβλητα αποσκοπούν στη μείωση των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων στα καυσαέρια που ελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα, όπως τα οξείδια του αζώτου, τα οξείδια του θείου και σωματίδια, χρησιμοποιώντας μέτρα ελέγχου της ρύπανσης. Η υψηλή θερμοκρασία, η αποδοτική καύση και οι αποτελεσματικοί καθαρισμοί και έλεγχοι μπορούν να μειώσουν σημαντικά τα αποτελέσματα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Όμως το πρόβλημα δεν έγκειται εκεί. Η καύση αστικών αποβλήτων παράγει σημαντικές ποσότητες εκπομπών διοξινών και φουρανίων στην ατμόσφαιρα σε σύγκριση με τις μικρότερες ποσότητες που παράγονται από την καύση άνθρακα ή φυσικού αερίου. Οι διοξίνες και τα φουράνια θεωρούνται από πολλούς ως σοβαροί κίνδυνοι για την υγεία. (Hartley, 2019).
Όσον αφορά την Ελλάδα, δεν είναι διαθέσιμη ακόμα η τεχνογνωσία που θα καταστήσει πλήρως βιώσιμο το σχέδιο αυτό. Ωστόσο, έχουν γίνει αξιοσημείωτα βήματα στο χώρο της τσιμεντοβιομηχανίας προς αυτή την κατεύθυνση. Πιο συγκεκριμένα, στην τσιμεντοβιομηχανία της ΑΓΕΤ στο Βόλο το 2013 εγκρίθηκε η άδεια για καύση RDF. Το RDF αποτελεί ένα μείγμα από μη ανακυκλώσιμα πλαστικά, χάρτινες κούτες και άλλα ψιλοκομμένα υλικά που δεν μπορούν να ανακυκλωθούν. Αυτά τα κλάσματα διαχωρίζονται με εφαρμογή διαφόρων επεξεργασιών και το υπόλοιπο μετατρέπεται σε υλικό μεγέθους ομοιόμορφων κόκκων ή pellets που είναι δυνατό να καεί ως αντικατάστατο ορυκτών καυσίμων. Αποδεικνύεται, λοιπόν, ότι ακόμα και τα σκουπίδια για να μπορέσουν να λειτουργήσουν ως καύσιμο απαιτούν μία προεργασία.
Μια αναπόφευκτη επίπτωση στην όλη διαδικασία είναι ότι κατά την καύση του RDF απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα τοξικά αέρια, όπως ο υδράργυρος και οι διοξίνες, η ποσότητα των οποίων εξαρτάται από τη περιεκτικότητα του υπάρχοντος καυσίμου σε χλώριο ή υδράργυρο, από τα τεχνικά χαρακτηριστικά της τεχνολογίας του τσιμεντάδικου και της τεχνολογίας αντιρρύπανσης που χρησιμοποιεί. Τα μέτρα αυτά φαίνεται να μην είναι για την ώρα ιδιαίτερα αποτελεσματικά, καθώς πολίτες καταγγέλλουν έντονη δυσοσμία στην περιοχή και αυξημένα περιστατικά ασθενειών που σχετίζονται με το αναπνευστικό σύστημα. (Βισκαδουράκη, 2019), (Πανελλήνιο Κέντρο Οικολογικών Ερευνών, 2019).
Παρά τα όσα αναφέρθηκαν, θετικά ή μη, δε μπορεί κανείς να παραβλέψει τη σημαντικότητα αυτού του βήματος και να αναγνωρίσει τη θέληση για εξέλιξη και εφαρμογή καινοτόμων ιδεών στο χώρο της βιομηχανίας. Η θέληση, ωστόσο, δε μπορεί να είναι αρκετή όταν γίνεται λόγος για ανθρώπινες ζωές και για το περιβάλλον, στο οποίο ζούμε, καθώς η όποια απόφαση και δράση αφήνει ένα αποτύπωμα σε αυτό.
Βιβλιογραφία:
Nicoll D. (Sept. 2017). Types of Waste That Can Be Turned Into Energy. [online] Green Journal. Available here [Accessed 23 Jan. 2020].
Σαραντής Τ., (Αύγουστος 2016). Οι φυσικοί πόροι εξαντλούνται. [διαδικτυακά] Εφημερίδα των Συντακτών: Εfsyn.gr. Διαθέσιμο εδώ [Προσπελάθηκε στις 23 Ιαν. 2020].
Misicka S. (Nov. 2015). How the Swiss deal with waste. [online] Swissinfo.ch. Available here [Accessed 23 Jan.2020].
Waste Management World. (Apr. 2017). Waste to Energy project in Switzerland awards flue gas treatment contract. [online] Waste-management-world.com. Available here [Accessed 23 Jan. 2020].
Public Radio International. (June 2012). Sweden imports waste from European neighbors to fuel waste-to-energy program. [online] Pri.org. Available here [Accessed 23 Jan. 2020].
Hartley G. (Jan. 2019). Generating energy from waste: how it works. [online] Energy saving trust: energysavingtrust.org.uk. Available here [Accessed 23 Jan. 2020].
Βισκαδουράκη Ηλ. (Νοεμ. 2019). Αλιβέρι: Μάχη ενάντια στη ρύπανση από την ΑΓΕΤ Ηρακλής. [διαδικτυακά] Η Αυγή. Διαθέσιμο εδώ [Προσπελάθηκε στις 23 Ιαν. 2020].
Πανελλήνιο Κέντρο Οικολογικών Ερευνών. (Μαρ. 2019). ΒΟΛΟΣ … ΑΓΕΤ ΚΑΙ RDF. [διαδικτυακά] Pakoe.gr. Διαθέσιμο εδώ [Προσπελάθηκε στις 23 Ιαν. 2020].