από την Μαρία Βασιλείου,

Από το ξέσπασμα της πανδημίας του Covid 19 και την διάδοση του από την περιοχή Γουχάν της Κίνας στον υπόλοιπο κόσμο, έχει υπάρξει, αν και όχι γενικευμένη, κινητοποίηση θεσμών και κυβερνήσεων προκειμένου να μην καταρρεύσει το σύστημα υγείας. Για την διαχείριση του προβλήματος προβλέφθηκε παύση δραστηριοτήτων επιχειρήσεων και  δημόσιων υπηρεσιών και αποκλεισμός κατ’οίκον. Αν και τα μέτρα αυτά έχουν υιοθετηθεί από την πλειοψηφία των κρατών ως απαραίτητα, ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτά. Ο Orbán μετέφρασε την κρίση του κοροναϊού ως μια “ευκαιρία” για να μεγιστοποιήσει την προσωπική του εξουσία. Παρόμοιες ενέργειες έχουν παρατηρηθεί στο παρελθόν, όπως την 23η Μαρτίου του 1933, όταν ο Χίτλερ, με την «Enabling Act», πήρε την «άδεια» του κοινοβουλίου να διοικεί με προσωπικές διαταγές, αλλά και στην χώρα μας, με τον Ιωάννη Μεταξά, στις 30 Απριλίου 1936.( Φίλης,2020)

Μια κυβέρνηση με προϊστορία στον αυταρχισμό

Πριν αναλύσουμε την επιβολή του καθεστώς Όρμπαν, θα ήταν χρήσιμο να γίνει μια σύντομη ιστορική αναδρομή στις ενέργειες του καθεστώτος αυτού, που αποδεικνύουν την ροπή του προς τον αυταρχισμό.

Το 2010, ένα κύμα οργής κατά της προηγούμενης κυβέρνησης με σοσιαλιστική καθοδήγηση επέτρεψε στο Fidesz να κερδίσει την πλειοψηφία των δύο τρίτων στο κοινοβούλιο, με μόλις 53% των ψήφων. Αυτό ήταν δυνατό εξαιτίας ενός ιδιότυπου εκλογικού συστήματος που δημιουργήθηκε μετά το 1989, στο οποίο όλοι οι πολίτες είχαν δύο ψήφους, μία για μια αντιπροσωπευτική περιφέρεια και μία δεύτερη για μια πολυμελή περιφέρεια. Το κόμμα του Όρμπαν γρήγορα ξεκίνησε να χρησιμοποιεί την υπεροχή των δύο τρίτων για να αλλάξει το Σύνταγμα. Αυξήθηκε ο αριθμός των δικαστών στο συνταγματικό δικαστήριο από 11 σε 15, διορίζοντας τέσσερα μέλη, φίλα προσκείμενα στην κυβέρνηση του στα νέα πόστα. Ακολούθως, μειώθηκε η υποχρεωτική ηλικία συνταξιοδότησης για δικαστές και εισαγγελείς, απελευθερώνοντας έτσι εκατοντάδες θέσεις για τους πιστούς Fidesz.

Στο παρακάτω διάγραμμα παρατίθενται τα γεγονότα χρονολογικά. Από τότε που ανέλαβε την εξουσία το 2010, ο Orbán έχει δημιουργήσει επίμονα αυταρχικές δομές:

20190831_FBC972
The Economist (2019), «How Viktor Orban hollowed out Hungary’s democracy». Available here.

κατήργησε την ελευθερία του Τύπου, διάβρωσε τους θεσμούς, αναθέτοντας σημαντικά αξιώματα στο δικαστικό σώμα και τη διοίκηση με κομματικούς νομιμόφρονες, και διεξήγαγε βάναυση εκστρατεία κατά των προσφύγων και εκείνων που τους υποστηρίζουν, με αποκορύφωμα την ανέγερση του φράχτη στα σύνορα της χώρας. Οι περιφράξεις που έφτιαξε για να απομακρύνουν τους μετανάστες το 2015, παραμένουν αναμφισβήτητα μία από τις  πιο καθοριστικές εικόνες της πρωθυπουργίας του.  Ακόμα, υποστηρίζεται πως το κόμμα Fidesz διατηρεί δεσμούς με ακροδεξιούς κύκλους και δοξάζει ηγετικές προσωπικότητες της φασιστικής δικτατορίας, που κυβέρνησε την Ουγγαρία τις δεκαετίες του 1930 και του 1940. (ReasearchGate, 2018)

Κινήσεις εναντίον του ευρωπαϊκού στερεώματος

Ο τομέας στον οποίο ο Όρμπαν αρνήθηκε οποιονδήποτε συμβιβασμό, ήταν η αντίθεσή του στη λήψη ποσοστώσεων αιτούντων άσυλο με εντολή της Ε.Ε.. Ο Όρμπαν μετέτρεψε το σχέδιο ποσοστώσεων σε ένα χτύπημα κατά των Βρυξελλών. Το αμφισβήτησε, με το πρόσχημα της «εθνικής διαβούλευσης» -διεξήγαγε δημοψήφισμα για το ζήτημα αυτό (98 τοις εκατό ψήφισε κατά, αν και η προσέλευση ήταν μόνο 44 τοις εκατό)-  και  το έστειλε στα ουγγρικά νοικοκυριά, συνοδευόμενο από μια εκστρατεία αφίσας που προτρέπει «Ας σταματήσουμε τις Βρυξέλλες!». Όλα αυτά τελικά προκάλεσαν μια κρυμμένη απειλή, τον περασμένο Απρίλιο, προερχόμενη από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, το πανευρωπαϊκό συντηρητικό κόμμα με νεοφιλελεύθερη ατζέντα, να απελάσει τον Όρμπαν, εκτός και αν αποσυρθεί.  (FinancialTimes,2018)

Το 2018, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, υπό το άρθρο 7 της Συνθήκης της Λισαβόνας, με ψήφους 448 υπέρ και μόλις 197 κατά, είχε αποφανθεί ότι η Ουγγαρία παραβιάζει τις θεμελιώδεις αρχές του σεβασμού στη δημοκρατία, της ισότητας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ακόμη, είχε εκτιμήσει με εκείνη την απόφασή του ότι στην Ουγγαρία υπήρχαν προβλήματα με το εκλογικό σύστημα, την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, την προστασία των προσωπικών δεδομένων, τα δικαιώματα των μειονοτήτων, των μεταναστών και των προσφύγων, όπως και με όλες περίπου τις βασικές ελευθερίες.

Στην εικόνα απεικονίζεται ο τρόπος με τον οποίο η ψηφοφορία αναλύθηκε σε διάφορες χώρες και στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, το κόμμα, στο οποίο ανήκει και ο Όρμπαν. Ωστόσο, καθώς οι αποφάσεις της Ένωσης για επιβολή κυρώσεων στα μέλη απαιτούν ομόφωνη ψήφο στο 27μελές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αν και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε να ασκήσει πειθαρχική δράση εναντίον της Ουγγαρίας, το μέτρο δεν πέρασε, καθώς η Πολωνία πρόβαλλε αντιστάσεις. (New York Times,2020)

εικονα4

Ακολούθως το 2019, σε  έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης[1] είχε παρουσιαστεί η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ουγγαρία,  με βάση επιτόπια έρευνα που είχε κάνει η Επίτροπος Dunja Mijatović. Η έκθεση αποκάλυψε την αντιδημοκρατική στάση που υιοθετήθηκε απέναντι στους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο το 2015, υπογράμμιζε τις απόπειρες στιγματισμού και ποινικοποίησης της δράσης των ΜΚΟ, την υπονόμευση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, ενώ και τα ζητήματα ισότητας για  τα δικαιώματα των γυναικών.

Σήμερα, η  κυβέρνηση, έχοντας δείξει το αληθινό της προσωπείο, έχει ήδη θέσει 140 βασικές επιχειρήσεις υπό στρατιωτική επιτήρηση, ενώ ταυτόχρονα, ο στρατός αναπτύσσεται εκτενώς για εσωτερικούς σκοπούς ελέγχου με στρατιωτικές μονάδες να περιπολούν στους δρόμους της πρωτεύουσας. (Παναγιώτης Σωτήρης, 2020) Ακόμη, αν και ο ίδιος υποστηρίζει πως είναι υπερασπιστής της δημόσιας υγείας, την 7η Απριλίου, το ουγγρικό υπουργείο Υγείας διέταξε τα νοσοκομεία να κρατήσουν διαθέσιμο τουλάχιστον το 60% των περίπου 70.000 κλινών της χώρας για τους ασθενείς που έχουν προσβληθεί από τον  κορωνοϊό, δίνοντας εξιτήριο ακόμα και σε ασθενείς με χρόνιες αρρώστιες, που χρειάζονται 24ωρη φροντίδα. (CNN,2020)

COVID-19 : Μια πανδημία ή μια ευκαιρία

Μετά την κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης στις 11 Μαρτίου, το κοινοβούλιο της χώρας επί της ουσίας καταργήθηκε με την εισαγωγή ενός «Νόμου Έκτακτου Διατάγματος». Η πράξη επιτρέπει στον Όρμπαν να πάρει τον αποκλειστικό έλεγχο όλων των σφαιρών εξουσίας. Το Κοινοβούλιο της Ουγγαρίας στις 30 Μαρτίου ψήφισε, με πλειοψηφία 2/3,  να κυβερνά επ’ αόριστον με διατάγματα.  Η συγκεκριμένη απόφαση, η οποία δεν έχει ημερομηνία λήξης, μπορεί να αρθεί μόνο με πλειοψηφία δύο τρίτων, πλειοψηφία που κατέχει ήδη το κόμμα του Όρμπαν στο Κοινοβούλιο και με την υπογραφή του προέδρου Γιάνος Άντερ, που είναι σύμμαχος του Όρμπαν και ο άνθρωπος που επικύρωσε τη νομοθεσία.

Καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος αυτής της απόφασης, δεν επιτρέπεται να γίνουν επαναληπτικές εκλογές, ενώ παράλληλα η κυβέρνηση έχει το δικαίωμα «να αναστείλει την εφαρμογή μεμονωμένων νόμων, να παρεκκλίνει από τις νομικές διατάξεις» και όποιος δημοσιοποιεί στοιχεία που κατά τη γνώμη των αρχών διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα ή διεγείρει το λαό, θα τιμωρείται με φυλάκιση. Αυτό σημαίνει πως  οποιαδήποτε κριτική της επίσημης κυβερνητικής προπαγάνδας είναι ένα τιμωρητέο αδίκημα. Τα άτομα που παραβιάζουν τους κανονισμούς καραντίνας μπορούν, επίσης, να φυλακιστούν για πέντε έως οκτώ χρόνια. Τέλος, μπορεί «να εισαγάγει άλλα έκτακτα μέτρα για να εγγυηθεί τη σταθερότητα της ζωής, την υγεία, την προσωπική και υλική ασφάλεια των πολιτών και την οικονομία». (WSWS,2020)

εικονα3

Για ακόμη μια φορά, το κόμμα Fidesz του Orbán  στιγματίζει τους πρόσφυγες, χρησιμοποιώντας την πανδημία του κορονωϊού για να προωθήσει, τη ρατσιστική και αντισημιτική εκστρατεία του. Δημοσίως, ο Orbán έχει δηλώσει πως η μετανάστευση ευθύνεται για την εξάπλωση της μολυσματικής ασθένειας.

Η αμήχανη στάση της Ευρώπης

Η Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με το καταστατικό της, δεν μπορεί να παρέμβει στα εσωτερικά ζητήματα ενός κράτους, όταν πρόκειται για πολιτικό ζήτημα και για μια εκλεγμένη κυβέρνηση. Όπως έδειξαν τα γεγονότα το 2018, όταν η Ένωση έκανε επίκληση στο Άρθρο 7, το οποίο θα μπορούσε να αναστείλει ορισμένα από τα δικαιώματα της Ουγγαρίας ως  μέλος, αλλά τυχόν ελπίδες για αλλαγή του Ορμπάν αναιρούνται από τον κανόνα που απαιτεί την ομοφωνία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, καθώς η Πολωνία θα κινήσει βέτο εναντίον της Ουγγαρίας και αντιστοίχως, η Ουγγαρία θα κάνει το ίδιο για λογαριασμό της Πολωνίας. Ο αναποτελεσματικός μηχανισμός τιμωρίας, σε συνδυασμό με την προτίμηση ορισμένων ευρωπαίων ηγετών να αγνοήσουν ακόμα και παραβιάσεις κατά της δημοκρατίας, για χάρη πολιτικής σκοπιμότητας ή ομοϊδεάτισσας προοπτικής, οδήγησε στην τρέχουσα κατάσταση. Ακόμη, σε συνάρτηση με την κοινοβουλευτική αντιπολίτευση του Orban να μην μπορεί να επιβραδύνει την πολιτική του μηχανή, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η μόνη οντότητα που  θα μπορεί να περιορίσει την εξουσία του, υπερβαίνοντας την τεράστια γραφειοκρατία και κατευθύνοντας την ΕΕ στις μεταρρυθμίσεις που απαιτεί η περίπτωση της Ουγγαρίας.

Μέχρι στιγμής, δεν έχει υπάρξει συγκροτημένη απάντηση για το ζήτημα της Ουγγαρίας. «Είναι υψίστης σημασίας τα επείγοντα μέτρα να μην είναι εις βάρος των θεμελιωδών αρχών και αξιών μας», δήλωσε η Ursula von der Leyen, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ωστόσο καθώς η επιλογή ενεργοποίησης του άρθρου 50, που ορίζει τις διαδικασίες αποχώρησης ενός κράτους-μέλους από την Ένωση, φαίνεται να μην είναι επιλογή, δεδομένης της αποχώρησης της Μ.Βρετανίας, η Ευρώπη καλείται να εξετάσει άλλες παραμέτρους.

Σε αντίθεση με προηγούμενες κρίσεις, όπως η χρηματοπιστωτική κρίση που κατέστρεψε σχεδόν το ευρώ ή η προσφυγική κρίση που κατακερμάτισε την Ε.Ε. σε πολιτικό επίπεδο ακόμη περισσότερο από πριν, η επίθεση στις πολιτικές ελευθερίες με το πρόσχημα της καταπολέμησης του κορονοϊού δεν είναι μια κρίση που η Ευρώπη μπορεί να λύσει μόνο με χρήματα, καθώς είναι ευθεία αμφισβήτηση στις πολιτικές αξίες που η ΕΕ δημιουργήθηκε και προασπίζει. Ίσως, σε αυτήν την περίπτωση φαίνεται, όπως επισημαίνει ο Mujtaba Rahman, επικεφαλής της Ένωσης στη συμβουλευτική ομάδα του Eurasia Group, «Έχοντας επίγνωση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση παρακολουθεί, ο Orban δεν θα θέλει να θέσει σε κίνδυνο το απροσδόκητο ποσό των 5,6 δισεκατομμυρίων ευρώ που χορηγήθηκε στην Ουγγαρία από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την περασμένη εβδομάδα ως μέρος του στις προσπάθειες της ένωσης για την καταπολέμηση του κοροναϊού.» (New York Times,2020)

Συμπεράσματα

Από την πρώτη πολιτική εμφάνιση του Όρμπαν, το 1989, ως ένας 26χρονος φιλελεύθερος αντικομουνιστής που επιθυμούσε την ανάπτυξη της χώρας του με βάση το δυτικό μοντέλο, παρατηρούμε εδώ και μία δεκαετία την μεταμόρφωσή του σε έναν λαϊκιστή πολιτικό, με αυταρχικές πολιτικές και χωρίς πίστη στους πυλώνες της δημοκρατίας. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που έχει κερδίσει τρεις εθνικές εκλογές, χάρη στο προσωποπαγές του κόμμα και στην αποτελεσματική συρρίκνωση της αντιπολίτευσης. Σήμερα, έχοντας την απόλυτη κοινοβουλευτική δύναμη στη χώρα του και απέναντι  σε μια βραδυκίνητη Ευρώπη έχει καταφέρει, να επιβάλλει δικτατορία, να αποκτήσει ένθερμο κοινό  στην ρατσιστική του ρητορική και να καθιερώσει την θέση του στην Ευρώπη, όντας αλώβητος από ποινές και αντιστάσεις.

Βιβλιογραφία

[1]Benazzo, S. (2018), «Not All the Past Needs To Be Used: Features of Fidesz’s Politics of Memory», Journal of Nationalism, Memory and Language Politics. Available here

[2] Saizmann, M. (2020), «Hungary’s Orbán government seizes on coronavirus pandemic to establish dictatorship». World Socialist Web Site. Available here

[3] Εφημερίδα των Συντακτών (2020), «Ανησυχία προκαλούν οι εξελίξεις στην Ουγγαρία».  Available here

[4] Serhan, Y. (2020), «The EU Watches as Hungary Kills Democracy» , The Atlantic. Available  here

[5] Παναγιώτης, Σ. (2020), «Η πρώτη δικτατορία σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι γεγονός», in.gr. Available here

[6] Financial Times, (2018), «The rise and rise of Viktor Orban».   Available here

[7] The Economist, (2019), «How Viktor Orban hollowed out Hungary’s democracy». Available here

[8]  New York Times, (2020), «E.U. Tries Gentle Diplomacy to Counter Hungary’s Crackdown on Democracy».  Available here

[9]  CNN, (2020), «Κορωνοϊός – Ουγγαρία: Επικρίσεις για την εντολή Ορμπάν για εκκένωση των νοσοκομείων».  Available here.

 

 

[1] Αποτελεί έναν διεθνή οργανισμό που προασπίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και την Δημοκρατία και όχι όργανο της ΕΕ. Δεν πρέπει να συγχέεται με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο – όπου οι ηγέτες των κρατών μελών της ΕΕ συνεδριάζουν τέσσερις φορές τον χρόνο για να καθορίσουν τις γενικές κατευθύνσεις της χάραξης των πολιτικών της ΕΕ- ούτε με το Συμβούλιο της ΕΕ, όπου επί της ουσίας πρόκειται για τις συνεδριάσεις των υπουργών των 27 κρατών μελών της ΕΕ. Η σύσταση του εξαρτάται κάθε φορά από το θέμα που συζητείται, καθώς αυτό ορίζει το ποιο χαρτοφυλάκιο θα συζητηθεί. Το συμβούλιο της ΕΕ μπορεί να έχει μέχρι 10 διαφορετικά σχήματα.