της Μαρίας Εμμανουήλ,

Το δίκαιο του διαστήματος (space law) είναι ίσως ένας από τους λιγότερο γνωστούς, αλλά πλέον ενδιαφέροντες κλάδους του διεθνούς δικαίου. Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, η άγνοια της μάζας σχετικά με το συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο  αποτελεί περισσότερο λογική συνέπεια παρά έκπληξη, κυρίως εξαιτίας της έλλειψης εγχώριων διαστημικών προγραμμάτων.

Ως κλάδος του δημοσίου διεθνούς δικαίου, περιλαμβάνει το σύνολο των κανόνων δικαίου που διέπουν το καθεστώς του ουράνιου χώρου. Ορισμένα των κυριότερων ζητημάτων που άπτονται του διαστημικού δικαίου είναι η εξερεύνηση του διαστήματος, η διεθνής ευθύνη, η χρήση όπλων και η χρήση βίας, το δικαίωμα της ιδιωτικότητας και η ηθική. Συνδέεται, επιπλέον, άμεσα με το διοικητικό, το περιβαλλοντικό, το ποινικό, το εμπορικό δίκαιο και το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αν και θεωρείται νεοσύστατος κλάδος όσον αφορά στη νομική επιστήμη και πρακτική, είναι δυνατόν να ανατρέξει κανείς στην ιστορία του, η οποία ξεκινά περίπου εκατό χρόνια πριν.

Για να κατανοήσει κανείς την ανάγκη γέννησης του συγκεκριμένου κλάδου, είναι αναγκαία μια «διχοτόμηση» της παγκόσμιας ιστορίας των διαστημικών δραστηριοτήτων σε προ και μετά Σπούτνικ εποχή. Κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, υπήρχαν ελάχιστες μόνο παραινέσεις για την ανάγκη περιορισμού των διαστημικών δραστηριοτήτων των κρατών, καθώς η τεχνολογία δεν επέτρεπε τον βραχυπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο σχεδιασμό προγραμμάτων εξω-πλανητικά. Το περιεχόμενο των εν δυνάμει περιοριστικών κανόνων δικαίου της εποχής αφορούσε, αρχικά, κυρίως τα ραδιοκύματα, καθώς εθεωρείτο ότι το ζήτημα της ιδιοκτησίας τους επρόκειτο να αποτελέσει μελλοντικό πρόβλημα. Ήδη, όμως, από το 1919 έγιναν τα πρώτα βήματα όσον αφορά το -άμεσα σχετιζόμενο με το διαστημικό- δίκαιο εναέριου χώρου, καθώς διατυπώθηκε η αρχή ότι το κάθε κράτος ασκεί κυριαρχία στον εναέριο χώρο που εκτείνεται άνωθεν της επικράτειάς του. Σημείο καμπής αποτέλεσε, όπως είναι φυσικό, η συνειδητοποίηση ότι ακριβώς επειδή ο εθνικός εναέριος χώρος και το απώτερο διάστημα (ο χώρος εκτός της ατμόσφαιρας της Γης) αποτελούν δύο εντελώς διαφορετικές οντότητες, κατ’ αυτόν τον τρόπο θα έπρεπε να είναι διαφορετικό και το νομικό τους πλαίσιο. Αυτό το οποίο δεν εξετάστηκε μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1950, και την εκτόξευση δορυφόρων και πυραύλων στο διάστημα, ήταν το ζήτημα της ειρηνικής χρήσης του διαστήματος και η σύνδεσή του με την κρατική κυριαρχία.

Ο Σπούτνικ-1 αποτέλεσε τον πρώτο τεχνητό δορυφόρο που εκτοξεύτηκε στο διάστημα την 4η Οκτωβρίου 1957, εκ μέρους της Σοβιετικής Ένωσης. Ο συγκεκριμένος δορυφόρος αντιπροσωπεύει την πρώτη ανθρώπινη προσπάθεια εξερεύνησης του διαστήματος, γεγονός με ιδιαίτερη σημασία εξαιτίας του ψυχροπολεμικού κλίματος της εποχής. Η δήλωση, το 1955, του τότε προέδρου των ΗΠΑ Ντουάιτ Αϊζενχάουερ περί αμερικανικού διαστημικού προγράμματος πυροδότησε την ανάλογη δήλωση του ανατολικού μπλοκ, με την ανακοίνωση της Σοβιετικής Ένωσης για εκτόξευση πυραύλου, το 1957. Η εκτόξευση του Σπούτνικ-1 σηματοδότησε, επιπλέον, την αρχή μιας εκ των σημαντικότερων χαρακτηριστικών «μαχών» του Ψυχρού Πολέμου: την αρχή του «πολέμου των άστρων». Στην ουσία, το διάστημα προστέθηκε στα πεδία ανταγωνισμού των δύο τότε πόλων του διεθνούς συστήματος. Δόθηκε υπόσταση και πνοή σε ένα σχέδιο προϋπάρχον από τις αρχές ακόμη του 20ου αιώνα, σε μία εποχή όπου η πυρηνική απειλή ήταν ορατή και όπου πιθανές διαστημικές εγκαταστάσεις μπορούσαν να συνεισφέρουν σε έναν πυρηνικό πόλεμο.

Η αρχή της παραγωγής του δικαίου του διαστήματος ταυτίστηκε με την αρχικά ad  hoc Επιτροπή του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) περί ειρηνικής χρήσης του διαστήματος (United Nations Committee on the Peaceful Uses of Outer Space, COPUOS). Έγινε μόνιμη το 1959, με απόφαση του Οργανισμού, έναν μόλις χρόνο μετά την ίδρυση της NASA (National Aeronautics and Space Administration, Εθνική Υπηρεσία Αεροναυπηγικής και Διαστήματος). Η εν λόγω επιτροπή διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο όσον αφορά στη διαστημική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της ταραχώδους δεκαετίας του 1960. Η προσπάθεια των μελών της επιτροπής είχε ως απότοκο την πρώτη ουσιαστική κωδικοποίηση του δικαίου του διαστήματος μέσω πέντε διεθνών συνθηκών, με κυριότερη την Συνθήκη επί των Αρχών που Διέπουν τη Δραστηριότητα των Κρατών κατά την Εξερεύνηση και Χρησιμοποίηση του Διαστήματος, περιλαμβανομένης της Σελήνης και των Άλλων Ουράνιων Σωμάτων (Treaty on Principles Governing the Activities of States in the Exploration and Use of Outer Space, including the Moon and Other Celestial Bodies). Οι υπόλοιπες τέσσερις συνθήκες θέτουν το πλαίσιο της ασφάλειας και της διάσωσης των αστροναυτών, της διεθνούς ευθύνης για την ζημία προκληθείσα από διαστημικά αντικείμενα, της καταχώρησης των διαστημικών αντικειμένων τα οποία εισέρχονται στην ατμόσφαιρα και, τέλος, των αρχών που διέπουν τη δραστηριότητα των κρατών στη Σελήνη.

Το  1967  αποτέλεσε  σημείο  αναφοράς  για  την  ίδια  την  ιστορία  του διαστήματος καθώς τότε τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη για το Διάστημα (Outer Space Treaty) με συμβαλλόμενα  μέρη  109  χώρες,  συμπεριλαμβανομένης  της  Ελλάδας.  Η  συγκεκριμένη -ισχύουσα  μέχρι  και  σήμερα-  συνθήκη  έθεσε  για  πρώτη  φορά  τις  βάσεις  της νομικής οριοθέτησης του διαστήματος στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, με την αναγνώρισή του ως ξεχωριστού από τον εναέριο χώρο ή, ακόμη, από το δίκαιο της θάλασσας. Το προοίμιο της καταδεικνύει τον κύριο στόχο της επικύρωσής της: τη διασφάλιση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.

Καθ’ όλη την έκταση της συγκεκριμένης, αλλά και των υπολοίπων διεθνών συνθηκών για τη χρήση του διαστήματος, γίνεται αναφορά στην τήρηση των κανόνων θεσπισμένων από τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών (1945). Το προοίμιο, λοιπόν, της Συνθήκης Outer Space περιλαμβάνει λέξεις συναισθηματικά φορτισμένες, όπως «εμπνεόμενα» («inspired»), «αναγνωρίζοντας» («recognizing»), «πιστεύοντας» («believing»), και «επιθυμώντας» («desiring»), με στόχο την δημιουργία ενός πραγματικά θετικού κλίματος για τη προσαρμογή των κρατών σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, γεγονός που παρατηρείται σε κάθε συνθήκη υπογραφόμενη στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Εκτός του προοιμίου, το άρθρο 1 ενσωματώνει την ουσία ολόκληρου του νομικού κειμένου μέσα σε τρεις προτάσεις. Πρώτον, η εξερεύνηση του διαστήματος οφείλει να γίνεται προς όφελος όλων των κρατών ανεξαρτήτως οικονομικής και επιστημονικής ανάπτυξης και ανήκει σε όλους· δεύτερον, η εξερεύνηση πρέπει βασίζεται στην αρχή της ισότητας και να είναι σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο και, τρίτον, η επιστημονική έρευνα εκ μέρους το κρατών οφείλει να είναι ελεύθερη και να προωθεί τη συνεργασία. Επιπροσθέτως, το άρθρο 2 διευκρινίζει ότι το εξώτερο διάστημα -συμπεριλαμβανομένης της Σελήνης- δεν υπόκειται στην κυριαρχία («sovereignty») κανενός κράτους.

Μόλις δύο χρόνια μετά την υπογραφή της, το Απόλλων 11 προσεδαφίστηκε στη Σελήνη, καθιστώντας τον Νιλ Άρμστρονγκ και τον Έντουιν «Μπαζ» Όλντριν τους πρώτους ανθρώπους που πάτησαν στο φεγγάρι και τοποθετώντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής στην πρώτη θέση του ψυχροπολεμικού Space Race. Το συγκεκριμένο κατόρθωμα, συνοδευόμενο από συνθήματα όπως «ένα μικρό βήμα για τον άνθρωπο, ένα μεγάλο βήμα για την ανθρωπότητα», έδωσε στην αμερικανική κυβέρνηση τη δόση αυτοπεποίθησης που χρειαζόταν εκείνη την εποχή, καθώς φαινόταν ότι οι Σοβιετικοί είχαν περάσει στη πρώτη θέση. Το τεταμένο κλίμα της εποχής δημιούργησε τη βάση για διάφορες θεωρίες συνωμοσίας, με την κυριότερη να υποστηρίζει ότι η προσσελήνωση δεν έγινε ποτέ· αντιθέτως, ήταν ακόμη ένα τέχνασμα της αμερικανικής κυβέρνησης προς ενίσχυση της προπαγάνδας κατά της Σοβιετικής Ένωσης.

Κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, η εκτόξευση πυραύλων και η πραγμάτωση επανδρωμένων αποστολών στο διάστημα ήταν αποκλειστικά κρατική υπόθεση και είχε, τις περισσότερες φορές, πολιτικό υπόβαθρο. Η έλευση του 21ου αιώνα έφερε στο προσκήνιο, τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, η οποία επέτρεψε τη κατασκευή του Διεθνούς Διαστημικού Σταθμού (International Space Station, ISS). Ο Σταθμός λειτουργεί ως εργαστήριο για τη προώθηση της έρευνας στους τομείς, μεταξύ άλλων, της φυσικής, της αστροβιολογίας και της αστρονομίας. Στον ISS συμμετέχουν οι διαστημικές υπηρεσίες των ΗΠΑ (NASA), της Ρωσίας (Roscosmos), της Ιαπωνίας (JAXA), του Καναδά (CSA) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ESA).

Πλέον η εξερεύνηση του διαστήματος δεν αποτελεί αποκλειστικά υπόθεση διακρατικής και διεθνούς συνεργασίας. Εταιρείες, όπως η SpaceX του Elon Musk, διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στη διαστημική βιομηχανία και καταδεικνύουν την ανάγκη εκσυγχρονισμού των κανόνων που διέπουν τις εν λόγω δραστηριότητες. Ο Musk, μάλιστα, έχει δηλώσει την επιθυμία του για τη δημιουργία αποικίας στον Άρη μέσω διαστημικών πτήσεων εκατό ατόμων κάθε φορά, κάθε είκοσι έξι μήνες. Πρόκειται, προφανώς, όχι μόνο για ένα υπέρμετρα φιλόδοξο και μη ρεαλιστικό βάσει της υπάρχουσας τεχνολογίας σχέδιο, αλλά και για ένα πλάνο που προσθέτει στην εξίσωση τη προβληματική της ηθικής και του δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η αναγωγή του διαστήματος σε ακόμη ένα εργαλείο γεωπολιτικής και επέκτασης της κρατικής κυριαρχίας είναι μια εντελώς διαφορετική συνθήκη από την πρόταση αποικιοποίησής του. Ακόμη κι αν υφίστατο σήμερα η αναγκαία τεχνολογία η οποία θα μπορούσε να υποστηρίξει τη μαζική μετανάστευση ανθρώπινου πληθυσμού σε έναν άλλον πλανήτη, όπως ο Άρης, πώς δικαιολογείται η εγκατάλειψη της Γης από το ανθρώπινο είδος; Κύριο επιχείρημα των υποστηρικτών της αποικιοποίησης ενός δεύτερου πλανήτη αποτελεί η κλιματική αλλαγή. Καθώς το μέλλον του πλανήτη είναι αβέβαιο, το ανθρώπινο είδος οφείλει να βρει μια λύση που να του εξασφαλίζει την επιβίωση· αν η επιβίωση σε έναν πλανήτη που σταδιακά καταστρέφεται εξαιτίας του ίδιου του ανθρώπου είναι αβέβαιη, τότε ο άνθρωπος έχει το δικαίωμα να δημιουργήσει μια νέα πραγματικότητα, η οποία θα εξασφαλίσει τη συνέχεια του είδους του. Είναι, όμως, πιθανόν, η συζήτηση περί «μετακόμισης» να μην διευρύνει τα όρια, αλλά την αλαζονεία του ανθρώπινου είδους; Φυσικά, το ζήτημα δεν είναι μόνο περιβαλλοντικό, ούτε αφορά αποκλειστικά την επιβίωση.

Η ιστορία καταδεικνύει ότι η διαστημική δραστηριότητα όχι μόνο ήταν και παραμένει άμεσα συνδεδεμένη με την πολιτική, αλλά απασχολούσε κυρίως κράτη-υπερδυνάμεις. Σύγχρονες μελέτες, όμως, αποδεικνύουν ότι η διαστημική τεχνολογία και, πιο συγκεκριμένα, οι δορυφόροι, δύνανται να χρησιμοποιηθούν προς όφελος λιγότερο ευκατάστατων οικονομικά κρατών. Οι δορυφορικές εικόνες έχουν τη δυνατότητα να προβλέψουν μελλοντικές ελλείψεις φαγητού, αλλά και φυσικές καταστροφές, όπως οι πλημμύρες. Επιπλέον, η εφαρμογή της τηλεϊατρικής σε χώρες του Τρίτου Κόσμου μπορεί να δράσει ως αρωγός για εκατομμύρια ανθρώπους που βρίσκονται σε απομακρυσμένες περιοχές και δεν έχουν πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη. Στο διάστημα 2009-2012, ο «διαστημικός προϋπολογισμός» μόλις πέντε αφρικανικών κρατών αναλογούσε σε 900 εκατομμύρια δολάρια, ενώ σήμερα υπολογίζεται στα 400 δισεκατομμύρια. Το 2014 η Αλγερία, η Νιγηρία και η Νότια Αφρική ξόδεψαν 140 εκατομμύρια δολάρια σε μη στρατιωτικά διαστημικά προγράμματα και χώρες, όπως η Αγκόλα, η Αίγυπτος και η Αιθιοπία, επεκτείνουν διαρκώς  το εύρος της διαστημικής τους πολιτικής. Εξάλλου, αυτό ακριβώς προβλέπει η Συνθήκη για το Διάστημα του 1967. Η εξερεύνηση και η εκμετάλλευση του διαστήματος δεν αφορά μόνο ανεπτυγμένα κράτη, αλλά όλα όσα επιθυμούν να υλοποιήσουν διαστημικά προγράμματα τέτοιου είδους. Ο μοναδικός περιορισμός είναι ο οικουμενικός σεβασμός στο διεθνές δίκαιο.

Ενδιαφέρον   παράδειγμα   διαστημικής   δραστηριότητας   στην  Αφρική  αποτελεί  η Γκάνα. Το Ινστιτούτο Επιστήμης και Τεχνολογίας του Διαστήματος της Γκάνας (Ghana Space Science and Technology Institute) εργάζεται ανελλιπώς για την προώθηση της έρευνας και της εμπορευματοποίησης των αγαθών που προσφέρει η εκμετάλλευση του διαστήματος, με  σημαντικότερη  την  εκτόξευση του πρώτου δορυφόρου της χώρας, Ghana Sat-1, από την αμερικανική βάση Κένεντι στη Φλόριντα. Η Γκάνα, λοιπόν, προβαίνει σε παραγωγή νομοθεσίας σχετικής με το διάστημα, γεγονός που την καθιστά μία από τις είκοσι πέντε περίπου χώρες -μεταξύ τους οι ΗΠΑ, η Ρωσία, το Ιράν, η Νιγηρία- που έχουν υιοθετήσει και ενσωματώσει κανόνες διαστημικού δικαίου στην εσωτερική τους έννομη τάξη.

Πού βρίσκεται, όμως, η Ελλάδα στον παγκόσμιο χάρτη των διαστημικών δραστηριοτήτων; Το 2017 ιδρύθηκε ο Ελληνικός Διαστημικός Οργανισμός, τη θέση του οποίου πήρε, το 2019, το Ελληνικό Κέντρο Διαστήματος. Στόχος του ΕΛ.ΚΕ.Δ. είναι η διαμόρφωση στρατηγικής και η προώθηση της έρευνας, της τεχνολογίας, των τηλεπικοινωνιών και της ανάπτυξης. Αν και το έργο του Οργανισμού είναι καταρχήν θεωρητικό, συμβάλλει στην παροχή του υποβάθρου για την διαστημική δραστηριότητα σε διεθνές επίπεδο. Εξαιτίας τόσο της οικονομικής κρίσης, όσο και του μεγέθους της, η Ελλάδα δε θα μπορούσε πρακτικά να προβεί σε διαστημικές αποστολές. Βασική, όμως, είναι η συμμετοχή της χώρας ως ένα από τα 22 μέλη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (European Space Agency, ΕΟΔ). Σημαντικότερο χαρακτηριστικό του ΕΟΔ αποτελεί η συμμετοχή του στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό, γεγονός που του επιτρέπει την αποστολή ανθρώπινου δυναμικού εκτός ατμόσφαιρας. Μέσω της δημιουργίας του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος το 1975, η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλησε να δώσει το παρόν ως μία αναδυόμενη υπερδύναμη· μέχρι και σήμερα, 45 ολόκληρα χρόνια μετά τη δημιουργία του, ο ΕΟΔ λειτουργεί ενοποιητικά, δίνοντας στα κράτη μέλη του την ευκαιρία να συμμετάσχουν σε διαστημική δραστηριότητα ως μέλη του συνόλου της ενωμένης ευρωπαϊκής ηπείρου.

Συμπερασματικά, το διάστημα ήταν, είναι και θα παραμείνει res communis. Καμία ανθρώπινη δραστηριότητα δεν δύναται να το καταστήσει ακόμη ένα αντικείμενο κρατικής κυριαρχίας, ακόμη κι αν δεν υπήρχε νομοθεσία που να το καθιστά κοινό αγαθό της ανθρωπότητας. Φυσικά, με τον προϋπολογισμό των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για διαστημικές δραστηριότητες να ανέρχεται στα 22,6 δισεκατομμύρια δολάρια για το 2020, γίνεται προφανές ότι το Space Race και ο αγώνας για κατάκτηση του κόσμου που μας περιβάλλει οικουμενικά κάθε άλλο παρά έληξε με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Η NASA, εκτός του προγράμματος που έχει ανακοινωθεί για νέα προσσελήνωση το 2024, έδωσε φέτος στη δημοσιότητα τις Συμφωνίες Άρτεμις (Artemis Accords). Το συγκεκριμένο πρωτόκολλο αποτελεί την τελευταία προσθήκη στη νομολογία του διεθνούς δικαίου του διαστήματος. Στόχος του είναι η ειρηνική συνεργασία των χωρών στην εξερεύνηση του διαστήματος, αλλά και όσον αφορά τις μελλοντικές αποστολές στη Σελήνη και τον Άρη και πρόκειται, στην ουσία, για μια ανανέωση της πρώτης διεθνούς συνθήκης για το διάστημα, εκείνης του 1967.

Στην ιδιαίτερη περίπτωση, λοιπόν, της επέκτασης της ανθρώπινης δραστηριότητας εκτός πλανήτη, το σημαντικότερο είναι η ύπαρξη της συνεχούς υπενθύμισης των ικανοτήτων του ανθρώπου, αλλά και της ανάγκης για ταπεινοφροσύνη απέναντι σε κάτι τόσο μεγαλοπρεπές. Κανένας νομικός κανόνας δεν μπορεί να αντικαταστήσει το έμφυτο αίσθημα του δέους, αλλά ούτε να επιβάλλει την τήρηση του χρέους της ανθρωπότητας να διατηρήσει και, εάν δυνατόν, να βελτιώσει, τόσο τον πλανήτη στον οποίο κατοικεί, όσο και το σύμπαν στο οποίο ανήκει.