του Ανδρέα Μπισιώτη,
Ο Τριακονταετής Πόλεμος
Η περίοδος που ονομάστηκε Τριακονταετής Πόλεμος (1618-1648) ήταν η περίοδος κατά την οποία κορυφώθηκε η θρησκευτική αναταραχή στην Κεντρική Ευρώπη με την άνοδο των Προτεσταντών και την προσπάθεια της Παπικής Εκκλησίας και της αυτοκρατορίας των Αψβούργων για καταστολή αυτού του κύματος αμφισβήτησης της εξουσίας τους. Όταν το 1618 προέκυψε θέμα διαδοχής του Αυτοκράτορα, οι Προτεστάντες ευγενείς της Βοημίας επιχείρησαν μια αλλαγή του καθεστώτος, προτείνοντας έναν Γερμανό Προτεστάντη για τον θρόνο. Οι αυτοκρατορικές δυνάμεις κινήθηκαν γρήγορα προκειμένου να καταστείλουν την προσπάθεια αυτή, ενώ βρήκαν και την κατάλληλη ευκαιρία προκειμένου να πολεμήσουν γενικότερα τον Προτεσταντισμό (Kissinger H. 2014). Ο πόλεμος που ακολούθησε κυριολεκτικά ρήμαξε την Κεντρική Ευρώπη. Εκτός από θρησκευτικός, ο πόλεμος αυτός ονομάστηκε και ολοκληρωτικός, καθώς ακόμη και οι άμαχες ομάδες ποικιλοτρόπως συμμετείχαν σε αυτόν (Μαργαρίτης Γ. 2013).
Η Ειρήνη της Βεστφαλίας
Οι περισσότεροι ιστορικοί, κοιτάζοντας την Ειρήνη της Βεστφαλίας, αντικρίζουν την αρχή της σύγχρονης διπλωματίας. Και αυτό γιατί είναι η πρώτη φορά που φαίνεται πως τα συμφέροντα των πολιτών ενός κράτους μπαίνουν πάνω από τα προσωπικά συμφέροντα του εκάστοτε μονάρχη. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Καρδινάλιου Ρισελιέ, ο οποίος, όντας Πρωθυπουργός του Βασιλιά Λουδοβίκου ΙΓ’, υποστήριξε την ορθολογιστική διακυβέρνηση που φροντίζει αυστηρά για τα εθνικά συμφέροντα, γνωστή και ως raison d’état. Ως συνέχεια της άποψης αυτής, η Ειρήνη της Βεστφαλίας σηματοδοτεί την αρχή της σύγχρονης διεθνούς πολιτικής, καθώς και τον μετασχηματισμό της Μεσαιωνικής Ευρώπης στο σύγχρονο διακρατικό σύστημα ( Ηolslag J. 2018).
Η πορεία προς την υπογραφή της Ειρήνης
Όταν αποφασίστηκε να συγκληθεί σύνοδος προκειμένου να συναφθεί ειρήνη, οι συγκρούσεις μένονταν ήδη για είκοσι τρία χρόνια. Παρά την σημερινή αντιμετώπιση που χρήζει η Συνθήκη, εκείνη την εποχή, οι εκπρόσωποι των χωρών συναντήθηκαν με πρωταρχικό τους μέλημα να είναι η διατήρηση του πρωτοκόλλου και των συμφερόντων των χωρών τους. Σε αντίθεση με άλλες συνθήκες ανά τους αιώνες, η Ειρήνη της Βεστφαλίας δεν ολοκληρώθηκε σε μία μόνο διάσκεψη. Η Ειρήνη αποτελούταν από επιμέρους συμφωνίες που υπογράφηκαν σε δύο πόλεις της Βεστφαλίας, Μίνστερ και Όσναμπρικ, ενώ χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές για την ανετοιμότητα των μικρών αυτών πόλεων να υποδεχθούν τόσους πολλούς διπλωμάτες και πολιτικούς, ώστε πολλοί από αυτούς δεν είχαν που να μείνουν.
Η Ειρήνη αυτή, που προέκυψε μέσα από δαιδαλώδεις συνομιλίες, είναι αυτή στην οποία γίνεται περισσότερο λόγος στη σύγχρονη Ευρωπαϊκή ιστορία. Δεν υφίσταται ως ένα εννιαίο κείμενο, αλλά ως τρείς επιμέρους συνθήκες που υπογράφηκαν κατά το 1648. Όλες οι επιμέρους συνθήκες τόνιζαν την ανάγκη για ειρήνη στο όνομα της Χριστιανοσύνης. Ο Τριακονταετής Πόλεμος εξουθένωσε τόσο πολύ την Ευρώπη, που το όνειρο για μια παγκόσμια διακυβέρνηση σταμάτησε και κύριο μέλημα ήταν πλέον η προάσπιση των εθνικών συμφερόντων των κρατών. Παρόλα αυτά, οι διπλωμάτες της εποχής κατάφεραν να εκφράσουν μέσα από τη συνθήκη τις αντιλήψεις τους περί παγκόσμιας τάξης. Με την Ειρήνη της Βεστφαλίας, καθιερώνεται η έννοια της κρατικής κυριαρχίας, η ελεύθερη επιλογή πολιτικού και θρησκευτικού προσανατολισμού χωρίς εξωτερικές παρεμβάσεις, ενώ τέθηκαν θεμέλια για ένα σύστημα διεθνών σχέσεων, υπό τον φόβο μελλοντικής πολεμικής ανάφλεξης (χαρακτηριστικό παράδειγμα η δημιουργία πρεσβειών). Το πλέον πρωτοποριακό χαρακτηριστικό της συνθήκης ήταν ότι καθιέρωνε διαδικαστικούς τρόπους ένταξης ενός κράτους σε αυτό. Εάν ένα κράτος αποδεχόταν τους όρους τους Βεστφαλιανού συστήματος, τότε ήταν ελεύθερο να δρα ανενόχλητο στο εσωτερικό του και είχε βέβαιη προστασία σε περίπτωση επίθεσης τρίτου κράτους. Τέλος, το σύστημα αυτό δεν καθόριζε συγκεκριμένες συμμαχίες αλλά βασιζόταν στην ισορροπία δυνάμεων (Kissinger H. 2014).
Λειτουργία του Βεστφαλιανού Συστήματος
Η Ειρήνη της Βεστφαλίας, στην αρχική της εφαρμογή βασιζόταν σε έναν κόσμο όπως τον περιέγραφε ο Τόμας Χομπς στο έργο του «Λεβιάθαν». Σε αυτό φανταζόταν ότι στο παρελθόν οι άνθρωποι, ελλείψει μιας ηγεσίας, η έλλειψη της οποίας προκαλούσε πολέμους όλων εναντίον όλων, εκχώρησαν τα δικαιώματά τους σε μια κεντρική εξουσία με αντάλλαγμα την παροχή ασφάλειας σε όλη την επικράτεια του κράτους. Έτσι, ο μόνος τρόπος για την αποφυγή του πολέμου ήταν η δημιουργία κρατών. Στη συνέχεια, προκειμένου να επιτευχθεί η ειρήνη, ήταν αναγκαίο να υπάρχει ισορροπία δυνάμεων, κάτι που ήταν και ο βασικός στόχος των κρατών μετά την υπογραφή της συνθήκης. Η Μ. Βρετανία, ως η μεγαλύτερη ναυτική δύναμη, επεδίωκε την ισορροπία αυτή, καθώς δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να κυριαρχήσει μία υπερδύναμη στην ηπειρωτική Ευρώπη, γεγονός που θα έθετε σε αμφισβήτηση την ναυτική της υπεροχή. Έτσι, η Μ. Βρετανία λειτουργούσε πάντοτε ως εξισορροπητικός παράγοντας για την διατήρηση αυτής της τάξης στην Ευρώπη. Στην πραγματικότητα, δύο ήταν οι ισορροπίες δυνάμεων: η συνολική ισορροπία με εγγυήτρια την Μ. Βρετανία και η κεντροευρωπαϊκή ισορροπία που χαρακτηριζόταν βασικά από την προσπάθεια της Γαλλίας να εμποδίσει την Γερμανία από το να γίνει υπερδύναμη. Αυτό το σύστημα λειτούργησε με επιτυχία για κάτι λιγότερο από διακόσια χρόνια (Kissinger H. 2014).
Το Συνέδριο της Βιέννης
Η Γαλλική Επανάσταση
Κατά το 1789, η ανερχόμενη αστική τάξη της Γαλλίας, με αφορμή την έκρηξη ενός ηφαιστείου ανοιχτά της Ισλανδίας, το οποίο κατέστρεψε τις σοδειές των Γάλλων και προκάλεσε μεγάλη πείνα, επιδίωξε την αλλαγή της καθεστηκυίας τάξης σε μια εγχώρια, αλλά και παγκόσμια τάξη, όσο γίνεται πιο μακριά από τις Βεστφαλιανές αρχές. Η κυβέρνηση, όντας ανήμπορη να ελέγξει την κατάσταση, παραδόθηκε στα χέρια του άοπλου λαού, λίγο μετά την κατάληψη της Βαστίλης. Η κοινωνικο-ανατρεπτική αυτή επανάσταση με κεντρικό σύνθημά της το «ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη», κατέδειξε με τον πλέον τρανταχτό τρόπο πώς μία μεμονωμένη κοινωνική μεταβολή μίας μόνο χώρας είναι ικανή να διαταράξει όλη τη διεθνή ισορροπία.
Ρωσία
Το τέλος της Γαλλικής Επανάστασης και του Ναπολέοντα βρίσκει τους Ρώσους να κατέχουν το Παρίσι, με τον Τσάρο Αλέξανδρο να αποφασίζει ότι θέλει να ορίσει το μέλλον της Ευρώπης. Η θεωρία του βασίστηκε στο γεγονός ότι το σύστημα, έτσι όπως ήταν διαμορφωμένο, χρειαζόταν μια αυτοκρατορία πολύ μεγαλύτερη από όλα τα ευρωπαϊκά κράτη μαζί. Σε αντίθεση με τις Βεστφαλιανές αρχές, η Ρωσία θεωρούσε την παγκόσμια τάξη ως μια αέναη σύγκρουση δυνάμεων. Την εποχή που πραγματοποιήθηκε το Συνέδριο της Βιέννης, ο Τσάρος Αλέξανδρος, άνθρωπος με βαθιά πίστη στον Θεό και πνευματικότητα, αφιερώνοντας όπως είπε ο ίδιος όλη του την δόξα στο Χριστό, έφτασε στη Βιέννη, προτείνοντας μια νέα παγκόσμια τάξη: την Ιερά Συμμαχία, σύμφωνα με την οποία τα κράτη θα απέβαλλαν τα εθνικά τους συμφέροντα προκειμένου να αναζητήσουν την ειρήνη, σύμφωνα με τις Ορθόδοξες Χριστιανικές διδαχές (Kissinger H. 2014).
Το συνέδριο
Η Γαλλική Επανάσταση και η Γαλλική Αυτοκρατορία του Ναπολέοντα είχαν μεταβάλλει τόσο τα σύνορα όσο και το περιεχόμενο της Ευρώπης, καθώς εισήγαγαν νέες έννοιες, αμιγώς αντίθετες από αυτές που καθιερώθηκαν στην Βεστφαλία. Επιπλέον, η επανάσταση άλλαξε και τις συνειδήσεις, καθώς εισήγαγε τις έννοιες της απόλυτης ελευθερίας και ισότητας. Μετά την φυγή του Ναπολέοντα, η Συνθήκη των Παρισίων (30/05/1814) ήρθε για να επιστρέψει τα σύνορα της Γαλλίας εκεί που ήταν πριν το 1792 και παράλληλα, η χώρα να επιστρέψει στο παλαιό καθεστώς. Αυτή η παλινόρθωση θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο μέσα από ένα Ευρωπαϊκό Συνέδριο, το οποίο έμεινε γνωστό ως Συνέδριο της Βιέννης.
Στη Βιέννη, οι εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων αποφάσισαν κοινή γραμμή πλεύσης εναντίον του Ναπολέοντα, ο οποίος αφού επέστρεψε στο Παρίσι επανακατέλαβε την εξουσία. Μετά την νίκη του στη μάχη του Λινί απέναντι στους Πρώσους, ηττήθηκε από Βρετανούς και Πρώσους στη Μάχη του Βατερλώ και παραιτήθηκε τρεις μέρες μετά. Το συνέδριο ολοκληρώθηκε μετά την ήττα του Ναπολέοντα και, μεταξύ άλλων, αποφάσισε πως η Γαλλία χάνει όλα τα εδάφη που κατέκτησε ο Ναπολέων. Το Συνέδριο της Βιέννης αποτελεί με αυτόν τον τρόπο μια ανανέωση της Ειρήνης της Βεστφαλίας, καθώς κύριο μέλημά των μερών αποτέλεσε η διασφάλιση της ισορροπίας δυνάμεων για την αποφυγή του πολέμου και την διατήρηση της ειρήνης στην Ευρώπη (Μπενόπουλος Μ. 2017)
Η κατάλυση της συνθήκης
Τρία είναι τα βασικά γεγονότα στα οποία φάνηκε ότι η συνθήκη που υπογράφηκε στο Συνέδριο της Βιέννης άρχιζε να παρουσιάζει σημεία φθοράς. Αρχικά, η έξαρση του εθνικισμού σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως χώρες που είχαν κατακτηθεί από τον Ναπολέοντα. Επιπλέον, οι Επαναστάσεις του 1848 και ο Πόλεμος της Κριμαίας (1853-1856) δόνησαν τα θεμέλια της Συνθήκης. Σε αυτόν τον πόλεμο, η Γαλλία συντάχθηκε με την Βρετανία προκειμένου να αναχαιτιστεί η προσπάθεια της Ρωσίας να φτάσει στην Κωνσταντινούπολη και να αποκτήσει πρόσβαση στη Μεσόγειο. Αφορμή για την κινητοποίηση των Βρετανών και των Γάλλων αποτέλεσε η ρήξη μεταξύ Γαλλίας και Ρωσίας σχετικά με τους προστατευόμενους Χριστιανούς του Ισραήλ, που ακόμη ανήκε σε Οθωμανικά χέρια. Η άρνηση των Οθωμανών για προάσπιση των δικαιωμάτων των Ορθοδόξων Χριστιανών των εδαφών της αυτοκρατορίας από την Ρωσία, είχε ως αποτέλεσμα την στρατιωτική προέλαση των Ρώσων στα Βαλκάνια και τις ναυτικές συρράξεις στην Μαύρη Θάλασσα. Η Βρετανία και η Γαλλία συντάχθηκαν στο πλευρό των Οθωμανών, φοβούμενες ότι πιθανή κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα είχε ως αποτέλεσμα την αμφισβήτηση εκ μέρους των Ρώσων της θαλάσσιας υπεροχής τους.
Με αυτόν τον τρόπο, διαλύθηκαν οι συμμαχικοί δεσμοί που δημιουργήθηκαν μετά τη Βιέννη. Παράλληλα, η αλαζονεία της Αυστρο-ουγγρικής Αυτοκρατορίας οδήγησαν στην απομόνωση της και στην αρχή της διάλυσης αυτής. Από τις εξελίξεις, μεγάλος κερδισμένος αποδείχθηκε η Πρωσία, η οποία με Καγκελάριο τον Ότο Φον Μπίσμαρκ, μπήκε σε τροχιά ενοποίησης (Kissinger H. 2014).
Βιβλιογραφία
- Kissinger H. (2014), Παγκόσμια Τάξη. Εκδόσεις Λιβάνη, Αθήνα.
- Μαργαρίτης Γ.(2013), Πόλεμος και Πολιτική. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Διαθέσιμο εδώ.
- Holslag (2018), Παγκόσμια Πολιτική Ιστορία, Εκδόσεις Μεταίχμιο, διαθέσιμο εδώ.
- Μπενόπουλος Μ. (2017), «Από την Γαλλική Επανάσταση στο Συνέδριο της Βιέννης», Power Politics. διαθέσιμο εδώ