της Μαρίας Φαρρούκου,
Τα Ίμια ή Λιμνιά, όπως ονομάζονται στην Ελλάδα, ή Καρντάκ, όπως τα αποκαλεί η Τουρκία, είναι δύο ακατοίκητα, βραχώδη και άνυδρα νησάκια. Το μεγαλύτερο από αυτά έχει έκταση 25 στρεμμάτων (μεγάλη Ίμια), ενώ το μικρότερο 14 στρεμμάτων (μικρή Ίμια). Τα Ίμια ανήκουν στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Δωδεκανήσων. Κρίθηκε αναγκαία η ακριβής αναφορά της τοποθεσίας των δύο μικρών νησιών, καθώς αποτελεί σημείο αναφοράς των βασικών επιχειρημάτων των δύο χωρών. Έτσι, λοιπόν, τα Ίμια βρίσκονται σε απόσταση 5,3 μιλίων από την Κάλυμνο, 1,9 μιλίων από το ελληνικό νησί Καλόλιμνος, 3,8 μιλίων από την τουρκική ακτή και 2,3 μιλίων από το τουρκικό νησί Κάβος. (Συρίγος 2016, σ. 466)
Η πολιτική κατάσταση στις δύο χώρες, όταν συνέβη το επεισόδιο ήταν μεταβατική. Η παρουσία ισχυρών κυβερνήσεων υπήρξε διαχρονικά βασικότατη προϋπόθεση για να γίνονται τομές στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. (Συρίγος 2016, σ.77) Στην Τουρκία, τον Σεπτέμβριο του 1995, ο κυβερνητικός συνασπισμός που είχε σχηματισθεί από το κεντροδεξιό Κόμμα του Ορθού Δρόμου και τους Σοσιαλδημοκράτες καταρρέει. (Συρίγος 2016, σ.466) Στις 24 Δεκεμβρίου, οι εκλογές είχαν αμφίρροπο αποτέλεσμα. Κανένα κόμμα δεν κατάφερε να συγκεντρώσει πλειοψηφία. Η Τουρκία μπαίνει σε μία περίοδο αστάθειας, με υπηρεσιακή πρωθυπουργό την Τανσού Τσιλέρ. Από την άλλη, στην Ελλάδα, ο Ανδρέας Παπανδρέου εισάγεται σε βαριά κατάσταση στο νοσοκομείο. Στις 15 Ιανουαρίου, παραιτείται για λόγους υγείας, με αποτέλεσμα να υπάρξει κενό στην εξουσία. Στα τέλη Ιανουαρίου, την πρωθυπουργία αναλαμβάνει ο Κώστας Σημίτης, ο οποίος εξελέγη οριακά έναντι του συνυποψήφιού του, Άκη Τσοχατζόπουλου. Ο νέος πρωθυπουργός ξεκίνησε πολιτικά αποδυναμωμένος. Αρκεί να αναφερθεί πως η Κρίση των Ιμίων εξελίχθηκε, ενώ ο νέος πρωθυπουργός δεν είχε λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή. (Συρίγος 2016, σ.468) Ο Σημίτης αντικατέστησε τον τότε Υπουργό Εξωτερικών, Κάρολο Παπούλια, με τον μέχρι τότε αναπληρωτή υπουργό, Θεόδωρο Πάγκαλο. Υπουργός Εθνικής Άμυνας παρέμεινε ο Γεράσιμος Αρσένης, επίσης αντίπαλος του Σημίτη στην διαδικασία της εκλογής.
Η προσάραξη του τουρκικού εμπορικού φορτηγού πλοίου «Φιγκέν Ακάτ», τα Χριστούγεννα του 1995, στην ανατολική Ίμια υπήρξε το έναυσμα για την εκδήλωση –και επισήμως- της τουρκικής πρόθεσης αμφισβήτησης του καθεστώτος πολλών νησίδων στο Αρχιπέλαγος. Η Τουρκία φαίνεται πως, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, περιεργαζόταν μια λίστα με τις ακατοίκητες νησίδες του Αιγαίου, αναφορικά με τις οποίες μπορούσαν να εκφραστούν αμφιβολίες ως προς το καθεστώς κυριότητας . (Κουρής 1997, σ. 426) Όταν το Λιμενικό Καλύμνου παρενέβη για να αποστείλει ένα ελληνικό ρυμουλκό –καθώς σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία δικαίωμα ναυαγιαιρεσίας έχουν μόνο ρυμουλκά με ελληνική σημαία- ο Τούρκος πλοίαρχος αρνήθηκε ισχυριζόμενος πως προσάραξε σε τουρκικό νησί και πως αρμόδιες ήταν τουρκικές λιμενικές αρχές. (Newsroom, 2018) Την επόμενη ημέρα, η ελληνική πρεσβεία στην Άγκυρα ενημερώνει το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών για το συμβάν, το οποίο στις 27 Δεκεμβρίου δέχεται να χρησιμοποιηθούν ελληνικά ρυμουλκά προς αποκόλληση του Φιγκέν Ακάτ, δηλώνοντας «ας το ρυμουλκήσει όποιος θέλει να το ρυμουλκήσει, αλλά πρέπει να ξανασυζητήσουμε το θέμα». Τελικά, στις 28 Δεκεμβρίου, ελληνικά ρυμουλκά αποκολλούν το τουρκικό πλοίο και το οδηγούν ως το τουρκικό λιμάνι Κιουλούκ, στην απέναντι ακτή. (Newsroom, 2018)
Στις 29 Δεκεμβρίου, παραδίδεται στον Έλληνα πρέσβη στην Άγκυρα ρηματική διακοίνωση από το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών. Η διακοίνωση αναφέρει επί λέξει «Η βραχονησίδα Καρντάκ, αποτελεί εσωτερικό τμήμα της τουρκικής επικράτειας» (Τουρκική ρηματική διακοίνωση DHGY-II-1544 της 29ης Δεκεμβρίου 1995). (Συρίγος 2016, σ. 469) Λίγες ημέρες αργότερα, στις 9 Ιανουαρίου, η Ελλάδα απαντά με διπλωματική διακοίνωση, η οποία απέρριπτε τους τουρκικούς ισχυρισμούς. Σύμφωνα με αυτήν, το 1932, η Ιταλία, που τότε κατείχε τα Δωδεκάνησα, και η Τουρκία υπέγραψαν δύο συμφωνίες. Με την πρώτη (4η Ιανουαρίου 1932) τέθηκαν τα θαλάσσια σύνορα ανάμεσα στις ακτές τις Ανατολίας και του Καστελόριζου και με την δεύτερη (28η Δεκεμβρίου) οριοθετήθηκε η περιοχή ανάμεσα στην Τουρκία και τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα. Σημειωτέον, ότι η δεύτερη συμφωνία αναφερόταν ρητώς στα Ίμια και όριζε ότι ανήκαν στην Ιταλία. Σύμφωνα με το άρθρο 14 της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων, του 1947, τα Δωδεκάνησα εκχωρήθηκαν στην Ελλάδα, η οποία ήταν καθολική διάδοχος της Ιταλίας στην περιοχή. Κατά συνέπεια, τα Ίμια αποτελούν τμήμα της ελληνικής επικράτειας. (Ελληνική ρηματική διακοίνωση 155/3750 της 9ης Ιανουαρίου 1996). (Συρίγος 2016, σ. 469) Επιπλέον, η Σύμβαση της Βιέννης (1969), περί Δικαίου των Συνθηκών, ορίζει πως αποκλείεται η περίπτωση λήξης Συνθήκης ή η δυνατότητα αποχώρησης μέρους της, εφόσον καθορίζεται μεθοριακή γραμμή. (The Vienna Convention on the Law of Treaties, 1980)
Από τις 17 Ιανουαρίου άρχισε η διακριτική στρατιωτική επιτήρηση της περιοχής. Στο μεταξύ επενέβησαν δυναμικά τα ΜΜΕ και στις δύο χώρες. Στην Αθήνα, στις 20 Ιανουαρίου, το «Εμπιστευτικό Γράμμα», ένα φιλοκυβερνητικό ενημερωτικό δελτίο, αποκάλυψε την ανταλλαγή των ρηματικών διακοινώσεων με αφορμή τα Ίμια, παρουσιάζοντας με δραματικούς τίτλους το θέμα την ώρα που στην πρωτεύουσα σχηματιζόταν κυβέρνηση υπό τον Κώστα Σημίτη. Στις 24 Ιανουαρίου γνωστοποιήθηκε στο ευρύ κοινό η τουρκική ρηματική διακοίνωση μετά από το σχετικό ρεπορτάζ του τηλεοπτικού σταθμού ΑΝΤ-1. Στις 25 Ιανουαρίου, ο δήμαρχος Καλύμνου υψώνει την ελληνική σημαία στην Ανατολική Ίμια, το μεγαλύτερο από τα δύο νησιά, παρουσία τηλεοπτικού συνεργείου, με το γεγονός να μεταδίδεται σε όλη την Ελλάδα. (Φούρλα, 2017) Στις 27 Ιανουαρίου, κλιμάκιο της Hurriyet, μίας από τις μεγαλύτερες τουρκικές εφημερίδες, προσγειώθηκε στο νησάκι και υπέστειλε την ελληνική σημαία, αντικαθιστώντας την ταυτόχρονα με την τουρκική. Η αντικατάσταση προβλήθηκε, επίσης, ως κύρια είδηση. Αυτός είναι ο λόγος που η κρίση έχει χαρακτηριστεί από πολλούς αναλυτές ως ένα είδος δημοσιογραφικού πολέμου.
Την επόμενη ημέρα, η κρίση μεταβλήθηκε ποιοτικά, καθώς επενέβη σκάφος του ελληνικού πολεμικού ναυτικού (Κ/Φ Αντωνίου) για να αντικαταστήσει την σημαία στον επίμαχο βράχο. Έτσι, ο έως τότε πόλεμος σημαιών μεταξύ ιδιωτών μετεξελίχθηκε σε πόλεμο σημαιών μεταξύ κρατών εξαιτίας της ανάμειξης ναυτικής μονάδας των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. (Παούνης, 2017) Κατά τις επόμενες τρεις ημέρες, η κρίση εισέρχεται στην τελική της φάση. Σημειώνονται υπερπτήσεις από μαχητικά αεροσκάφη και των δύο χωρών. Παράλληλα τα δύο νησάκια κυκλώθηκαν από ελληνικά και τουρκικά πολεμικά πλοία, ενώ ολιγομελής ομάδα φύλαξης ΟΥΚ αποβιβάστηκε στο ανατολικό νησί, ούτως ώστε να παρεμποδιστεί η εκ νέου υφαρπαγή του ελληνικού εθνικού συμβόλου. (Newsroom, 2018)
Στις 29 Ιανουαρίου, ο Έλληνας πρέσβης στην Άγκυρα θα γίνει εκ νέου αποδέκτης της δεύτερης τουρκικής ρηματικής διακοίνωσης. Σύμφωνα με αυτήν, η Τουρκία δεν θεωρεί τα Ίμια νησιά αλλά βράχους. Στα διεθνή κείμενα (Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων, 1947) έχει καθοριστεί το καθεστώς των νησιών που ονομάζονται ρητώς και στις παρακείμενες προς αυτές νήσους. Τα Ίμια, λοιπόν, δεν είναι ούτε νήσοι (διότι είναι βράχοι), ούτε είναι παρακείμενες στο πλησιέστερο ελληνικό νησί, διότι είναι πιο κοντά στην τουρκική ακτή. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με την Τουρκία, από τις συμφωνίες που υπέγραψε η ίδια to 1932 με την Ιταλία, μόνο στην δεύτερη (28η Δεκεμβρίου 1932) αναφέρονται ρητώς τα Ίμια. Όμως, εκείνη δεν πρωτοκολλήθηκε στη Γραμματεία της Κοινωνίας των Εθνών και επομένως δεν ισχύει. Με λίγα λόγια, η Τουρκία αμφισβήτησε το σύνολο της ελληνοτουρκικής οριογραμμής στα Δωδεκάνησα, θέτοντας θέμα κυριαρχίας σε έναν απροσδιόριστο αριθμό νησιών στο Αιγαίο. Ολοκληρώνοντας, η Τουρκία πρότεινε την διεξαγωγή διαπραγματεύσεων για την οριοθέτηση των θαλάσσιων συνόρων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (Τουρκική ρηματική διακοίνωση DHBY-II-180 της 29ης Ιανουαρίου 1996). (Συρίγος 2016, σ. 471) Η παραπάνω πρόταση αποτελεί πάγια θέση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Σημειωτέον, η ανάρτηση Πρωτοκόλλων στη Γραμματεία της Κοινωνίας των Εθνών δεν κρινόταν απαραίτητη βάσει των σχετικών αποφάσεων της 1ης Συνέλευσης της Επιτροπής του εν λόγω διεθνούς οργανισμού (05/09/1921). Συνεπώς, η Ιταλο-τουρκική συμφωνία της 28ης Δεκεμβρίου του 1932 ισχύει και «λειτουργεί» συμπληρωματικά ως προς την συμφωνία της 4ης Ιανουαρίου του ίδιου έτους. (Κορμαλής 1996, σελ.93.)
Ο χειρισμός της Κρίσης των Ιμίων υπήρξε σε πολλά θέματα ερασιτεχνικός από την ελληνική πλευρά και τυχοδιωκτικός από την τουρκική. (Συρίγος 2016, σ. 473) Ενώ το κλίμα εντεινόταν όλο και περισσότερο μεταξύ των δύο χωρών, κρίσιμη υπήρξε η διαμεσολάβηση του αμερικανικού παράγοντα προς εκτόνωση της κρίσης. Στις 30 Ιανουαρίου, οι ένοπλες δυνάμεις των δύο χωρών είχαν κινητοποιηθεί. Η κινητοποίηση της Ελλάδας ήταν έντονη και στους τρεις κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων. Ακροθιγώς, αναφέρεται πως ολόκληρος ο ελληνικός στόλος κατευθύνεται σε διάφορες περιοχές του Αιγαίου, με την έξοδο να προβάλλεται σε απευθείας τηλεοπτική κάλυψη από ελληνικούς σταθμούς. Στον Έβρο προωθήθηκαν τεθωρακισμένα. Παράλληλα έγινε επιστράτευση των εφέδρων στην Θράκη και στα Ανατολικά νησιά του Αιγαίου. Αντίθετα, η κινητοποίηση της τουρκικής πλευράς δεν ήταν ανάλογης εκτάσεως και ταχύτητας, πλην της περιοχής των Ιμίων. (Συρίγος, 2016, σ. 473)
Όπως προαναφέρθηκε, πρωταγωνιστικό ρόλο στην διαμεσολάβηση έπαιξε ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ. Οι ΗΠΑ πρότειναν να υπάρξει αποκλιμάκωση και από τις δύο πλευρές και προέτρεψαν τις δύο χώρες σε διάσκεψη για το καθεστώς στο Αιγαίο. Η Τουρκία υποστήριζε την απομάκρυνση από τα Ίμια και των στρατιωτών και των σημαιών. Η ελληνική πλευρά αντέδρασε πως πρέπει να παραμείνει η σημαία. Αναφέρθηκε, όμως, πως αναμενόταν «ότι ισχυροί άνεμοι θα κατέστρεφαν σύντομα την σημαία και η Ελλάδα θα την αντικαθιστούσε». (Έλλις-Ιγνατίου 2009, σ. 163-164).
Ενώ οι διαπραγματεύσεις εξελίσσονταν, τούρκοι στρατιώτες αποβιβάζονται στο μικρότερο από τα δύο νησάκια. Το νησί ήταν αφύλαχτο. Στόχος της τουρκικής ενέργειας ήταν η εξουδετέρωση του ελληνικού πλεονεκτήματος της παρουσίας στρατιωτών και σημαίας στο ένα νησί. Η ελληνική πλευρά αιφνιδιάστηκε πλήρως από την εξέλιξη, την οποία πληροφορήθηκε τυχαία από τα ΜΜΕ. (Συρίγος 2016, σ. 475) Αυτό παρείχε στον Χόλμπρουκ την δυνατότητα να ασκήσει εντονότερη πίεση στην Ελλάδα να απομακρύνει και την σημαία, γεγονός που αποτελούσε ανυποχώρητη αξίωση της Τουρκίας. Τελικώς, η οριστικοποίηση της συμφωνίας επήλθε τις πρωινές ώρες τις 31ης Ιανουαρίου με την επιπλέον προσθήκη στο status quo ante. (Έλλις–Ιγνατίου 2009, σελ 161- 162, 177-178) Τότε, ειπώθηκε το γνωστό «no men of war, no amry elements whatsoever, no flags».(Κουλέτσης 2019) Πέραν λοιπόν της απομάκρυνσης των στρατιωτών και της σημαίας από τα δύο νησιά, η Ελλάδα δεσμευόταν πως δεν θα προχωρούσε σε επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 μίλια στο άμεσο μέλλον. (Έλλις-Ιγνατίου 2009, σ.163-164). Έτσι, ξεκίνησε η ταυτόχρονη απομάκρυνση των Ελλήνων και Τούρκων στρατιωτών από τις δύο νησίδες, παίρνοντας μαζί και τις σημαίες τους.
Ενώ φαινόταν πως η κρίση είχε αρχίσει να εκτονώνεται, η Ελλάδα αιφνιδιάστηκε για ακόμη μία φορά. Το ελικόπτερο ΑΒ-212 που είχε απογειωθεί από τη Φρεγάτα «Ναβαρίνο» για να ελέγξει την παρουσία των Τούρκων στην Δυτική Ίμια, κατά την επιστροφή του είχε συντριβεί στην θάλασσα με αποτέλεσμα τον θάνατο των τριών επιβαινόντων σε αυτό. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την απομάκρυνση της ελληνικής σημαίας από τα Ίμια, βάρυνε την ατμόσφαιρα στην Ελλάδα, επιφέροντας αλληλοκατηγορίες μεταξύ του πρωθυπουργού, του υπουργού Εθνικής Άμυνας και του αρχηγού ΓΕΕΘΑ. Αντιθέτως, στην άλλη πλευρά του Αιγαίου επικρατούσε θριαμβευτικό κλίμα.
Οι εκλογές του Σεπτεμβρίου του 1996 είχαν δικαιώσει την προσέγγιση του Κώστα Σημίτη. Η ελληνική κοινωνία φάνηκε ικανοποιημένη από το ότι είχε κατορθωθεί να αποτραπεί ο πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Αυτό έδωσε μεγαλύτερη ευχέρεια κινήσεων στην εξωτερική πολιτική στον Έλληνα πρωθυπουργό. Έτσι, στις 8 Ιουλίου του 1997, Σημίτης και Ντεμιρέλ συναντήθηκαν στην Μαδρίτη με την ευκαιρία της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ. Καρπός της συνάντησης τους, η οποία πραγματοποιήθηκε με την ενθάρρυνση των ΗΠΑ, υπήρξε η έκδοση ενός ανυπόγραφου κειμένου, το οποίο έμεινε γνωστό ως ανακοινωθέν της Μαδρίτης. Το Ανακοινωθέν δημιουργούσε ένα γενικόλογο πλαίσιο συμπεριφοράς, γραμμένο σε εξαιρετική διπλωματική γλώσσα. Έτσι, τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούσαν εύκολα να ερμηνεύουν κατά το δοκούν τις φράσεις και τις έννοιες που χρησιμοποιήθηκαν για την σύνταξη του κειμένου.
Το Ανακοινωθέν της Μαδρίτης αποτελούνταν από τα εξής έξι σημεία: Πρώτον, αμοιβαία δέσμευση για την ειρήνη, την ασφάλεια και τη συνεχή ανάπτυξη σχέσεων καλής γειτονίας. Δεύτερον, τον σεβασμό της κυριαρχίας της κάθε χώρας. Τρίτον, σεβασμό των αρχών του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών. Τέταρτον, σεβασμό στα νόμιμα ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα της κάθε χώρας στο Αιγαίο, τα οποία έχουν μεγάλη σημασία για την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία τους. Πέμπτον, δέσμευση αποφυγής μονομερών ενεργειών στην βάση του αμοιβαίου σεβασμού και της επιθυμίας ώστε να αποτραπούν συγκρούσεις οφειλόμενες σε παρεξήγηση. Έκτον, δέσμευση διευθέτησης των διαφορών τους με ειρηνικά μέσα στη βάση της αμοιβαίας συναίνεσης και χωρίς τη χρήση βίας ή την απειλή βίας.
Κρίθηκε αναγκαίο να αναφερθεί πως για πολλούς αναλυτές και επιστήμονες, η νομική αξία του Ανακοινωθέντος τη Μαδρίτης ήταν περιορισμένη και ανισοβαρής για την ελληνική πλευρά. Επιπλέον, δεν κρατούσε τις ισορροπίες. (Συρίγος 2016, σ. 507) Χαρακτηριστικό αποτελεί πως το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας αποφεύγει επιμελώς κάθε αναφορά στο Ανακοινωθέν της Μαδρίτης, εν αντιθέσει με την Τουρκία, η οποία το επικαλείται σταθερά. (Συρίγος 2016, σ. 508)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Έλλις, Α., & Ιγνατίου, Μ., (2009). Ίμια, τα απόρρητα τηλεγραφήματα των Αμερικανών, Εκδόσεις Α. Α. Λιβάνη, Αθήνα.
Κορμαλής, Λ. (1996). Αιγαίο. Η Απάντηση στον Τουρκικό Επεκτατισμό, Εκδόσεις Πελαγός.
Κουλέτσης, Δ. (2019) «Η ΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΙΜΙΩΝ (1996) ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ.» ΣΕΘΑ. Διαθέσιμο εδώ. (τελευταία πρόσβαση 21/6/2020, 12:30).
Κουρής, Ν. (1997). Ελλάδα-Τουρκία, Ο πεντηκονταετής «πόλεμος», Αθήνα, Εκδόσεις Λιβάνη.
Παούνης Θ., Ν. (2017). «Η Ελληνοτουρκική Αντιπαράθεση στα Ίμια (1996). Ο «Μύθος» του Εθνικού Τακτικού Πλεονεκτήματος». ΕΛΙΑΜΕΠ. ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ No 87/2017. Διαθέσιμο εδώ. (τελευταία πρόσβαση 21/6/2020, 12:15).
Συρίγος, Α. (2016). Ελληνοτουρκικές σχέσεις, Αθήνα, Εκδόσεις Πατάκη.
Φούρλα, Δ., Μ. (2017). «Αποκαλυπτικό ρεπορτάζ για τα Ιμια-Μαρτυρίες Δ. Διακομιχάλη και Καλύμνιων ψαράδων». Δημοκρατική. Διαθέσιμο εδώ. (τελευταία πρόσβαση 21/6/2020, 13:10).
Newsroom (2018). «Ίμια 1996: το λεπτομερές χρονικό της κρίσης.» Διαθέσιμο εδώ. (τελευταία πρόσβαση 21/6/2020, 12:10).
United Nations (1980). Vienna Convention on the law of treaties (with annex). Concluded at Vienna on 23 May 1969, Treaty Series, Vol. 1155,1-18232 No. 18232, pp 331-512. Διαθέσιμο εδώ. (τελευταία πρόσβαση 21/6/2020, 13:15).