του Θανάση Κωστόπουλου, Ερευνητή της Ομάδας Διεθνών Σχέσεων & Εξωτερικής Πολιτικής
Στις 28 Φεβρουαρίου του 2020, η Τουρκία ανακοίνωσε στους μεταναστευτικούς και προσφυγικούς πληθυσμούς, που ζουν στο έδαφός της, την άρση των εκ μέρους της εμποδίων αναφορικά με την απρόσκοπτη διέλευση στο ευρωπαϊκό έδαφος από τα ελληνοτουρκικά σύνορα κατά μήκος του ποταμού Έβρου. Αυτή η απόφαση ελήφθη σε μεγάλο βαθμό λόγω του επαχθούς πολιτικο-στρατιωτικού κόστους που κλήθηκε να πληρώσει η Άγκυρα, καθώς λίγες μέρες νωρίτερα, η τουρκική επέμβαση στην Βορειοδυτική Συρία και, συγκεκριμένα, στο τελευταίο προπύργιο των φίλα προσκείμενων στην Άγκυρα συριακών αντικαθεστωτικών δυνάμεων, Idlib, κόστισε την ζωή σε τουλάχιστον 33 Τούρκους στρατιώτες, οι οποίοι δέχτηκαν συντονισμένα αεροπορικά πλήγματα από το καθεστώς Assad. Η κυβέρνηση Erdogan δεν δίστασε να υποδείξει ευθύς εξαρχής την ενεργό συμμετοχή της Ρωσίας (την οποία και η ίδια αρνείται) στα θανατηφόρα χτυπήματα του καθεστώτος της Δαμασκού και προς αυτήν την κατεύθυνση θέλησε να ασκήσει πίεση και να κινητοποιήσει τόσο τους νατοϊκούς της συμμάχους στο ζήτημα της ρωσικής εμπλοκής στα συριακά πράγματα, όσο και την Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως στο ζήτημα της υποδοχής και διατήρησης των προσφυγικών ροών από την πολύπαθη αραβική χώρα (Buyuk, 2020).
Η επακόλουθη της μονομερούς τουρκικής απόφασης κρίση στα ελληνικά (και ευρωπαϊκά) σύνορα στον Έβρο απέδειξε με τον πλέον σαφή τρόπο, αφενός τον ολοένα μεταβαλλόμενο χαρακτήρα της σύγχρονης ασφάλειας και αφετέρου την ύπαρξη υβριδικών απειλών που υποσκελίζουν την παραδοσιακή προσέγγιση για τα ζητήματα ασφαλείας, όπως φάνηκε και στην περίπτωση της πολιτικής χειραγώγησης των μεταναστευτικών πληθυσμών από την Τουρκία. Στόχος του παρόντος κειμένου καθίσταται, επιπλέον, πέραν της αποσαφήνισης των παραπάνω θεωρητικών ζητημάτων σχετικά με τις σύγχρονες όψεις της ασφάλειας, η αναλυτική παρουσίαση της αντίδρασης πρωτίστως της Ελλάδας και συμπληρωματικά σε αυτή, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πεδίο της συγκεκριμένης κρίσης.
Η έννοια της ασφάλειας και της απειλής στον 21ο αιώνα
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την ανατροπή του ενός πόλου παγκόσμιας εξουσίας, της Σοβιετικής Ένωσης, ο παραδοσιακός ορισμός του πολέμου μεταξύ δύο αντιπάλων κρατικών τακτικών στρατών (inter-state war) έχασε την πρωτοκαθεδρία του στην ανάλυση των θεμάτων άμυνας και ασφάλειας, καθώς στον μετα-διπολικό κόσμο πρωτοστάτησαν διαφορετικές μορφές συγκρούσεων, όπως είναι οι ενδοκρατικές συγκρούσεις (intra-state war), απόρροια της μερικής αποσάθρωσης της κρατικής κυριαρχίας (erosion) προς χάριν του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης (Ντόκος & Τσάκωνας, 2019, σσ. 17-18). Σε αυτό το νέο διεθνές περιβάλλον, πρωταγωνιστικό ρόλο στις συγκρούσεις διαδραμάτισαν μη κρατικοί δρώντες, όπως είναι οι τρομοκρατικές οργανώσεις. Επιπλέον, νέου είδους απειλές αναδύθηκαν, οι οποίες σχετίζονται με την οικονομική σταθερότητα και κοινωνική συνοχή όχι μόνο στον αναπτυσσόμενο, αλλά και στον δυτικό κόσμο, μέσα από το διεθνικό έγκλημα, όπως στην περίπτωση της παράνομης διακίνησης προσώπων (μεταξύ άλλων και μεταναστών – trafficking).
Λογική απόρροια των δομικών αλλαγών που έφερε το νέο πολυπολικό διεθνές σύστημα υπήρξε η ποιοτική μετατόπιση της έννοιας της ασφάλειας από τον «παραδοσιακό ορισμό» της στρατιωτικής απειλής από ένα τρίτο κράτος, σε ευρύτερα σχήματα πρόσληψης του όρου, τα οποία περιέλαβαν θέματα από την ατζέντα της «χαμηλής» έως τότε πολιτικής, όπως η ασφάλεια του ίδιου του ατόμου. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρήθηκε η λεγόμενη «διεύρυνση» (widening) του όρου που συμπεριέλαβε νέες απειλές, όπως ο παράγοντας της περιβαλλοντολογικής υποβάθμισης και του εκτοπισμού πληθυσμών παρατύπως προς την Δύση, όσο και η «εμβάθυνση» (deepening), που έφερε στο προσκήνιο την προστασία των δικαιωμάτων του ίδιου του ατόμου (Ντόκος & Τσάκωνας, 2019, σσ. 21-22). Υπό άλλους όρους, το «υποκείμενο αναφοράς » (referent object) της ασφάλειας μετατοπίστηκε στον άνθρωπο, με την ασφάλεια των ατόμων να αποτελεί την μήτρα δημιουργίας νέων σημείων τρωτότητας στις δυτικές κοινωνίες, όπως η ελληνική (Ντόκος & Τσάκωνας, 2019, σσ. 23-26). Σε τελική ανάλυση, το μεταμοντέρνο παγκοσμιοποιημένο διεθνές σύστημα στέρησε από τα κράτη τις «απλοϊκές» απαντήσεις, τις οποίες επιζητούσε η απειλή του πολέμου μαζικής κλίμακας, και έθεσε νέους γρίφους μέσω της άρρηκτης σύνδεσης της εσωτερικής σταθερότητας του κράτους με το εξωτερικό του περιβάλλον (όπως στην περίπτωση των μεταναστευτικών πιέσεων).
Από την άλλη πλευρά, φυσικό απότοκο της μεταβολής του ορισμού της σύγχρονης ασφάλειας αποτέλεσε η εμφάνιση της έννοιας της «υβριδικής/ασύμμετρης απειλής» (hybrid/asymmetric threat). Ειδικότερα, σύμφωνα με τον ορισμό του NATO «η υβριδική απειλή συνίσταται στην εμπλοκή τόσο κρατικών, όσο και μη κρατικών δρώντων, λ.χ. εξτρεμιστικών οργανώσεων, και δεν περιορίζεται σε μία προκαθορισμένη τακτική αρένα σύγκρουσης, αλλά στοχεύει στην συνολική υπονόμευση της κοινωνικής και οικονομικής σταθερότητας του αντιπάλου, χρησιμοποιώντας πολιτιστικά, πολιτικά, επικοινωνιακά, ακόμη και τον ανθρώπινο παράγοντα ως μέσα» (Richterová, 2015, σ. 5-6). Παρόμοιο ορισμό παραθέτει και η διπλωματική υπηρεσία (European External Action Service) της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής Ε.Ε), η οποία αναγνωρίζει τον πολιτικό σκοπό της παραπληροφόρησης σε έναν υβριδικό πόλεμο, που δεν είναι άλλος από την παρακώλυση της γρήγορης και αποτελεσματικής λήψης αποφάσεων από τον αντίπαλο με αποτέλεσμα την εσωτερική του υπονόμευση.
Η ελληνική αντιμετώπιση της υβριδικής κρίσης στα ελληνοτουρκικά σύνορα του Έβρου τον Μάρτιο του 2020
Η εκστρατεία παραπληροφόρησης των προσφύγων και των μεταναστών, που βρίσκονταν στο τουρκικό έδαφος, βασίστηκε αφενός στη διακοπή από την τουρκική Κυβέρνηση, της λειτουργίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης το βράδυ της Πέμπτης 27/2/2020 και αφετέρου στην μεταφορά της είδησης από μεγάλα τουρκικά μέσα, όπως η εφημερίδα «Sabah», πως χιλιάδες μετανάστες βρίσκονται καθ’ οδόν προς τα ευρωτουρκικά σύνορα, με στόχο την μετατόπιση των εκτοπισμένων πληθυσμών προς τα μικρασιατικά παράλια και την περιοχή της Αδριανούπολης (Edirne) που συνορεύει με την ελληνική ακριτική περιοχή των Καστανιών Έβρου (Buyuk, 2020). Οι επακόλουθες αντιδράσεις, από την πλευρά της ελληνικής Κυβέρνησης, κατέδειξαν αναμφιβόλως την πρόσληψη του ζητήματος της μαζικής εισόδου αυτών των πληθυσμών από τα ελληνικά σύνορα, ως μία «μη συμβατική απειλή» από πλευράς Τουρκίας.
Στο στρατηγικό σχεδιασμό, η πολιτική άμυνας και ασφάλειας της Ελλάδας, καθώς και η στρατιωτική στρατηγική βασίζεται στην αποτροπή, που σύμφωνα με τον Μαυρόπουλο (2012, σσ. 265) στοχεύει, μεταξύ άλλων, στην παρεμπόδιση της απειλής στα σύνορα. Σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας, Κυριάκο Μητσοτάκη, στις αρχές Μαρτίου του 2020, «η Ελλάδα έχει αυξήσει στο απόλυτο την ικανότητα αποτροπής στα σύνορά της», ενώ περίπου 10.000 πρόσφυγες και μετανάστες απωθήθηκαν κατόπιν συγκρούσεων με την συνοριοφυλακή, η οποία απάντησε με την χρήση δακρυγόνων (BBC, 2020).
Επιπρόσθετα, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος, υποστήριξε με δηλώσεις σε διαδικτυακή εκδήλωση, που διοργάνωσε το γερμανικό ίδρυμα «Marshall Fund», ότι «η επιτυχημένη εκστρατεία αποτροπής του στρατού και της συνοριοφυλακής στον Έβρο κατόρθωσε να ανακόψει τις συνέπειες της εισροής του μαζικού μεταναστευτικού κύματος στην εσωτερική ασφάλεια της Ελλάδας και την φιλόδοξη προσπάθεια της Τουρκίας να εκβιάσει τις Βρυξέλλες, για την απόσπαση περαιτέρω πόρων για την διαχείριση των μεταναστευτικών ροών», αναφέροντας πως «η παραβίαση των ελληνικών συνόρων ήταν ένα οργανωμένο σχέδιο της Άγκυρας, καθώς ορισμένοι εκ των προσφύγων και των μεταναστών προέβησαν σε ρίψη Molotov προς την ελληνική πλευρά της περίφραξης (The National Herald, 2020).
Εν συνεχεία των γεγονότων του Μαρτίου, η ελληνική Κυβέρνηση εμφανίστηκε σταθερή στην ρητορική των αποφάσεών της αναφορικά με την εφαρμογή της γρήγορης αποτροπής, καθώς ο Πρωθυπουργός σε νέες δηλώσεις του τον περασμένο Μάιο, ξεκαθάρισε ότι «αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα της Ελλάδος να ολοκληρώσει την κατασκευή του φράχτη στον Έβρο», προκειμένου να αποτραπεί μία επανάληψη απόπειρας μαζικής εισόδου μεταναστευτικών πληθυσμών από τα σύνορα της χώρας, εκτιμώντας, μάλιστα, ότι «αφενός μία πολιτική μαζικών μεταναστευτικών ροών δεν είναι αποδεκτή και αφετέρου ότι για την Ελλάδα αποτελεί κεκτημένο η προστασία των ευρωπαϊκών συνόρων» (ekathimerini, 2020). Αναφορικά με τα τεχνικά χαρακτηριστικά του φράχτη–μέσου αμυντικής αποτροπής στα ελληνοτουρκικά σύνορα του Έβρου σύμφωνα με την Πολιτική Εθνικής Άμυνας, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, ανακοίνωσε πως «θα προστεθούν άλλα 26 χιλιόμετρα περίφραξης κατά μήκος του ποταμού Έβρου στα ήδη υπάρχοντα 9,5 χιλιόμετρα, ενώ η συνολικού κόστους 63 εκατομμυρίων ευρώ επέκταση θα προσθέσει 5 μέτρα επιπλέον ατσαλένιας περίφραξης στα υπάρχοντα τμήματα του έργου, με χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης τον Απρίλιο του 2021» (McKernan, 2020).
Τέλος, στην προσπάθεια αναχαίτισης της μαζικής εισροής υπηκόων τρίτων κρατών από τα χερσαία σύνορα της χώρας, η ελληνική Κυβέρνηση προέβη την 1η Μαρτίου του 2020 στην αναστολή των διαδικασιών της χορήγησης ασύλου για ένα μήνα, προκειμένου να αποτρέψει του πρόσφυγες και τους μετανάστες να διασχίσουν τα σύνορα. Πιο συγκεκριμένα, η κυβέρνηση επικαλέστηκε την παράγραφο 3 του άρθρου 78 της Συνθήκης για την Λειτουργία της Ε.Ε (ΣΛΕΕ), το οποίο προβλέπει «την έκδοση από το Συμβούλιο, κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και ύστερα από πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προσωρινών μέτρων υπέρ κράτους-μέλους που αντιμετωπίζει επείγουσα κατάσταση, λόγω αιφνίδιας εισροής υπηκόων τρίτων κρατών» (Dimitriadi, 2020, σ. 5), κατ’ εξαίρεση του διεθνούς (Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 σχετικά με το status των προσφύγων) και ενωσιακού δικαίου (Δικαίωμα στο Άσυλο-άρθρο 18 Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ).
Η εν λόγω απόφαση, ωστόσο, προξένησε την αντίδραση μελών του Κοινοβουλίου της Ε.Ε, τα οποία και απηύθυναν στις 4/3/2020 κοινοβουλευτική ερώτηση προς την Επιτροπή «σχετικά με την συμβατότητα του μέτρου της αναστολής της υποδοχής αιτήσεων ασύλου με την Σύμβαση του 1951 για το καθεστώς των προσφύγων και για το αν η Επιτροπή συμφωνεί με το αν τα προσωρινά μέτρα του άρθρου 78 παρ. 3 της ΣΛΕΕ μπορούν να θίξουν το διεθνώς αναγνωρισμένο δικαίωμα στο άσυλο και την αρχή της μη επαναπροώθησης».
Η ελληνική παρουσίαση της κρίσης και η ευρωπαϊκή απόκριση
Η εξαγωγή των εσωτερικών ζητημάτων ασφαλείας στους υπερεθνικούς οργανισμούς αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής (Τσάκωνας 2016, σσ.115). Η Ελλάδα στην προκειμένη περίπτωση ανέδειξε στους ευρωπαϊκούς θεσμούς τη σημασία της νέας αυτής τουρκικής προκλητικότητας. Για αυτόν τον λόγο, στις 3/3/2020 με πρωτοβουλία του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (Ε.Σ), Charles Michel, πραγματοποιήθηκε κοινή επίσκεψη με την Πρόεδρο της Επιτροπής, Ursula von der Leyen, και τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, David Sassoli, στην περιοχή των Καστανιών Έβρου, στα ελληνοτουρκικά σύνορα. Στις κοινές δηλώσεις που ακολούθησαν, στις οποίες εκτός του Έλληνα πρωθυπουργού συμμετείχε και ο Κροάτης ομόλογός του, ο Κ. Μητσοτάκης κατηγόρησε ενώπιων των επικεφαλής των ευρωπαϊκών θεσμών την εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών από την Τουρκία. Ειδικότερα, παραθέτοντας στοιχεία για την χρήση μέσων παραπληροφόρησης και υποβοήθησης από τις αρχές της γείτονος για τη μεταφορά των εκτοπισμένων προς τα ελληνικά σύνορα και χρησιμοποιώντας τον σκληρό χαρακτηρισμό «επίσημος διακινητής μεταναστών» (“official migrant smuggler”) για την Άγκυρα, υπογράμμισε πως η Τουρκία αποτελεί τον de facto ασφαλή τόπο διαμονής των προσφύγων και των μεταναστών και πως ο στόχος της εργαλειοποίησης αυτών των πληθυσμών ήταν ο εκβιασμός προς την Ευρώπη, σχετικά με την χρηματοδότηση και την διαχείριση των ροών, και η παράλληλη απόσπαση της κοινής γνώμης από τις απώλειες της τουρκικής εισβολής στο Idlib της Βόρειας Συρίας. Μάλιστα, ο Πρωθυπουργός προέβη στην ευθύ χαρακτηρισμό της κρίσης ως ασύμμετρης απειλής, καθώς η μαζική εισροή ατόμων «αγνώστων στοιχείων και σκοπών» από τα ελληνικά σύνορα, μέρος των οποίων χρησιμοποίησε τουρκικό εξοπλισμό για την άσκηση βίας κατά της ελληνικής συνοριοφυλακής, θα υπονόμευε την εσωτερική ασφάλεια της Ελλάδας και της Ευρώπης. Τέλος, εξέφρασε την αναγκαιότητα της τήρησης της στρατηγικής της αποτροπής από την χώρα σε συνδυασμό με τον ταυτόχρονο σεβασμό του διεθνούς δικαίου και των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτό, τα οποία είναι εκ των ων ουκ άνευ συνδεδεμένα με την βιωσιμότητα του ελληνικού κράτους.
Αναφορικά με τις δηλώσεις των ενωσιακών οργάνων, ο Πρόεδρος του Ε.Σ. Michel και η Πρόεδρος της Επιτροπής Von der Leyen ευχαρίστησαν τις ελληνικές αρχές και εξέφρασαν την υποστήριξή τους προς τους χειρισμούς τους εντός των δυσχερών συνθηκών της πρωτοφανούς κρίσης, αναγνωρίζοντας την ανάγκη συνεργασίας και ενότητας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, για την προάσπιση της ασφάλειας των ελληνικών-ευρωπαϊκών συνόρων («είμαστε μαζί γιατί θεωρούμε τη φύλαξη των συνόρων αναγκαία»). Προς αυτήν την κατεύθυνση, ο Charles Michel ανακοίνωσε την αποστολή του Ύπατου Εκπροσώπου της Ε.Ε, J. Borell, στην Άγκυρα, για να διαμηνύσει στην τουρκική πλευρά την κοινή ευρωπαϊκή θέση και τη διεξαγωγή, την 4η και 6η Μαρτίου 2020, Συμβουλίου Υπουργών Εσωτερικών και Εξωτερικών αντίστοιχα. Επιπλέον, η Ευρωπαία Επίτροπος δεσμεύτηκε για έμπρακτη επιχειρησιακή υποστήριξη στην Ελλάδα με :
- την χρήση μιας νέας ομάδας εντός της FRONTEX, της Rapid Border Intervention Teams (RABIT), την προσθήκη 100 επιπλέον συνοριοφυλάκων στους ήδη 530 τοποθετημένους, δύο ελικοπτέρων, ενός αεροσκάφους, τριών οχημάτων θερμικού εντοπισμού
- την οικονομική ενίσχυση προς την Ελλάδα κατά 700 εκατομμύρια ευρώ για την δημιουργία και την διαχείριση υποδομών για τους πρόσφυγες
- τον Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας, που θα παρέχει ιατρικό και στεγαστικό εξοπλισμό στην Ελλάδα.
Οι δύο ευρωπαίοι επικεφαλής μαζί με τον Έλληνα Πρωθυπουργό χαρακτήρισαν την Τουρκία μη εχθρική χώρα, τονίζοντας την ανάγκη κοινής διαχείρισης των ροών δίχως εκβιασμούς και εξέφρασαν την προσδοκία του σεβασμού από μεριάς της, της ευρωτουρκικής Δήλωσης του 2016. Τέλος, ο Πρόεδρος του Ε.Κ, Sassoli, όσο και οι άλλοι δύο επικεφαλής κάλεσαν σε σεβασμό του διεθνούς δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, με τον πρώτο να χαρακτηρίζει αδήριτη ανάγκη την αναθεώρηση της Κοινής Μεταναστευτικής Πολιτικής και του Συστήματος του Δουβλίνου, ενώ αναφέρθηκε με σκωπτικό ύφος στην απροθυμία κάποιων κρατών-μελών να εφαρμόσουν το καθεστώς της δίκαιης ποσόστωσης των προσφύγων, προς χάριν ίδιων σκοπών.
Αποτίμηση
Στην συνοπτική παρουσίαση του παρόντος κειμένου αναδείχθηκε το γεγονός πως το νέο διεθνές περιβάλλον των «ασύμμετρων/υβριδικών απειλών» και της «νέας διευρυμένης ασφάλειας» έχει στερήσει από τα κράτη τις παραδοσιακές λύσεις της στρατιωτικής απόκρουσης μίας απειλής από ένα τρίτο κράτος. Η μελέτη περίπτωσης που παρουσιάστηκε παραπάνω, ήτοι η αντίδραση και η διαχείριση των μεταναστευτικών πιέσεων στα σύνορα του Έβρου από τους Έλληνες αξιωματούχους, επιβεβαίωσε αυτόν τον συλλογισμό, καθώς η κατάσταση αυτή απαίτησε ad hoc και ταχείες ανακλαστικές κινήσεις, τόσο στο εθνικό (αποτροπή), όσο και στο υπερεθνικό επίπεδο (διπλωματική αντίδραση). Σύμφωνα με τους Ντόκο και Τσάκωνα (2019, σσ. 64-69), οι «νέες εσωτερικές τρωτότητες» που μπορούν να προκύπτουν για τις δυτικές κοινωνίες, όπως η ελληνική, από την μαζική μετανάστευση, υποδαυλίζουν την ήδη πεπερασμένη «ικανότητα απορρόφησης» των νέων εθνοτικών ομάδων, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνικά προβλήματα ένταξης και παρεπόμενης ριζοσπαστικοποίησης.
Αναμφίβολα, η Ελλάδα, ούσα στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης, καλείται να αναλάβει έναντι των εταίρων της, τις ευθύνες για την διαφύλαξη του ελεύθερου χώρου μετακινήσεων της Ζώνης Σένγκεν (Ντόκος, 2007, σσ. 35), ενώ η απαράλλακτη τακτική της Ε.Ε., να χρηματοδοτεί απρόσκοπτα τις λεγόμενες «transit» (ενδιάμεσες) χώρες για την εξαναγκαστική διατήρηση στο έδαφός τους των εκτοπισμένων πληθυσμών, όπως συνέβη με την Τουρκία, έχει οδηγήσει τις τελευταίες να αξιοποιούν τις ανθρώπινες ροές για την ικανοποίηση των εθνικών και οικονομικών τους φιλοδοξιών (Dimitriadi, 2020, σσ. 6). Με άλλα λόγια, η εσωτερική διχόνοια και η παρατηρούμενη «αποκέντρωση προς τρίτους» (outsourcing) της μεταναστευτικής πολιτικής της Ε.Ε θέτουν προκλήσεις και κινδύνους για την ασφάλεια μεσαίων κρατών που αποτελούν τα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης, όπως η Ελλάδα.
Βιβλιογραφία & Αρθρογραφία
- Ντόκος, Θ. (2007). Ελληνική Πολιτική Εθνικής Ασφάλειας στον 21ο αιώνα. ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ (ΕΛΙΑΜΕΠ), διαθέσιμο εδώ.
- Μαυρόπουλος, Π. (2012). Εισαγωγή στην Θεωρία του Πολέμου και της Στρατηγικής. Εκδόσεις Ιδιωτική.
- Τσάκωνας, Π. (2016). Δομικά Χαρακτηριστικά της Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής. στο Θ. Ντόκος (επιμ.), Λευκή Βίβλος για την Ελληνική Εξωτερική Πολιτική, Άμυνα και Ασφάλεια: Προκλήσεις, Ευκαιρίες και Προτάσεις Πολιτικής. Αθήνα: Εκδόσεις Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ.
- Ντόκος, Θ., & Τσάκωνας, Π. (2019). Ο ΔΡΟΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΜΑΣ: Οδικός Χάρτης Εθνικής Ασφάλειας για την Ελλάδα του Μέλλοντος (1η εκδ.). Αθήνα: Εκδόσεις Ι.ΣΙΔΕΡΗΣ.
- BBC. (2020, 3 1). Greece suspends asylum applications as migrants seek to leave Turkey. BBC, διαθέσιμο εδώ.
- Buyuk, H. (2020, 2 28). Turkey Threatens to Release Refugee Wave After Idlib Carnage. BalkanInsight, διαθέσιμο εδώ.
- Dimitriadi, A. (2020, 4). Refugees at the gate of Europe. Hellenic Foundation for European & Foreign Policy (ELIAMEP), διαθέσιμο εδώ.
- ekathimerini. (2020, 5 25). PM says ‘inalienable right’ to build fence at Evros border. ekathimerini.com, διαθέσιμο εδώ.
- The National Herald. (2020, 11 2). Defense Minister Says Greece Blocked Turkey Refugee «Blackmail» Move. The National Herald, διαθέσιμο εδώ.
- Nedos, V. (2020, 5 26). Foreign minister insists Evros fence will be completed. ekathimerini.com, διαθέσιμο εδώ.
- Richterová, J. (2016, 4). NATO & Hybrid Threats. ResearchGate, διαθέσιμο εδώ.