της Πολυξένης Μαρίνας Πολύζου, Ερευνήτριας της Ομάδας Διεθνών Σχέσεων & Εξωτερικής Πολιτικής

Εισαγωγή

Η Κίνα και η Ιαπωνία είναι δύο σημαντικές χώρες όχι μόνο στην ήπειρό τους, αλλά και στη διεθνή κοινότητα, έχοντας διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια ιστορία μέχρι και σήμερα. Οι δύο χώρες έχουν βρεθεί αντιμέτωπες μεταξύ τους στο παρελθόν, κατά την διάρκεια των δύο σινοϊαπωνικών πολέμων (19ος και 20ος αιώνας). Παρά ταύτα, το σύγχρονο παγκόσμιο περιβάλλον έχει προωθήσει τη μεταξύ τους συνεργασία σε αρκετούς τομείς, κυρίως ήπιας ισχύος (Wijaya & Osaki, 2019). Ωστόσο, μέχρι σήμερα υπάρχουν αρκετά ακανθώδη ζητήματα ανάμεσα στις δύο ασιατικές δυνάμεις, ένα εκ των οποίων είναι η διαμάχη επί των νησιών Senkaku (στην ιαπωνική) ή Diaoyu (στην κινεζική).

Το νησιωτικό σύμπλεγμα των Senkaku/Diaoyu εκτείνεται στην Ανατολική Ασιατική Θάλασσα, σε ίση σχεδόν απόσταση από την Ιαπωνία και την Κίνα. Η κυριαρχία των νησιών είχε αποδοθεί επίσημα στην Ιαπωνία, με την υπογραφή της συνθήκης Shimonoseki, μετά τον Α’ Σινοϊαπωνικό Πόλεμο (1895). Με την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την παρουσία πλέον των ΗΠΑ και στο ανατολικό ημισφαίριο, τα νησιά πέρασαν στον έλεγχο και την διοίκηση των ΗΠΑ, όπως προβλεπόταν από την Συνθήκη Ειρήνης του San Francisco (1951). Παρόλα αυτά η κυριαρχία των νησιών επέστρεψε και πάλι στην αρμοδιότητα της Ιαπωνίας, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, έπειτα από την επικύρωση της Συνθήκης Επιστροφής της Okinawa (Okinawa Reversion Treaty). Παρά την επισημότητα των εξελίξεων, η Κίνα αντέδρασε και, το 1971, επισήμως δήλωσε πως η εν λόγω περιοχή ανήκει στην επικράτεια της χώρας από τον 15ο αιώνα και θα την διεκδικούσε (Wiegand, 2009).

Η δεκαετία του 1970 υπήρξε αρκετά επεισοδιακή για τη συνέχεια της διαμάχης ανάμεσα στις δύο χώρες. Η επιστροφή των νησιών στη κυριαρχία της Ιαπωνίας, σήκωσε θύελλα αντιδράσεων στην Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ), αλλά και στην Δημοκρατία της Κίνας (σημερινή Ταϊβάν), ενισχύοντας παράλληλα το πατριωτικό αίσθημα της κοινής γνώμης των ανωτέρω χωρών. Συγκεκριμένα, ομογενείς Κινέζοι φοιτητές από την Ταϊβάν και το Χονγκ Κονγκ, συμμετείχαν σε διαμαρτυρίες σε σημαντικές αμερικανικές πόλεις. Η κινητοποίηση της φοιτητικής νεολαίας, αλλά και πολλών διανοούμενων συνδέθηκε και με το Κίνημα της 4ης Μαΐου του 1919 (Shaw, 1999, σ.13-14). Ωστόσο, οι κινήσεις αυτές υποβαθμίστηκαν από σοβαρότερες πολιτικές εξελίξεις. Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ απέδωσε στην ΛΔΚ, την θέση του μόνιμου μέλους στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η τότε Δημοκρατία της Κίνας (Ταϊβάν), μολονότι τυπικά δεν αποβλήθηκε, όφειλε να εγκαταλείψει τον Οργανισμό, με αποτέλεσμα να μεταβληθούν γενικότερα οι ισορροπίες και οι περιφερειακές σχέσεις των χωρών αναφορικά με τη διαμάχη (Shaw, 1999, σ.15).

Ενώ οι σχέσεις των χωρών είχαν ομαλοποιηθεί, η δεκαετία του 1990 υπήρξε μία ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδος για την διαμάχη. Πρωτοβουλίες της Ιαπωνίας  στα διαφιλονικούμενα νησιά προκάλεσαν τις έντονες αντιδράσεις  και της Δημοκρατίας της Κίνας (Ταϊβάν) αυτή τη φορά. Η πρώτη, επικυρώνοντας το 1996 την Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (1982 UNCLOS), κήρυξε μία ΑΟΖ 200 ναυτικών μιλίων (ν.μ), αποκλείοντας έτσι όλες τις επιδιώξεις των γειτονικών χωρών. Σε συνδυασμό με έργα της χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου σε ένα εκ των νησιών, ομάδες πολιτών από την Ταϊβάν και το Χονγκ Κονγκ ξεκίνησαν διαμαρτυρίες πλέοντας προς τα νησιά με την ιαπωνική ακτοφυλακή να τις απωθεί. Η συνέχεια της διαμάχης ήταν ακόμη χειρότερη, καθώς ένας Κινέζος ακτιβιστής από το Χονγκ Κονγκ, έχασε την ζωή του, προσπαθώντας να προσεγγίσει ένα εκ των νησιών για να υψώσει την σημαία της ΛΔΚ. Τελικά, ομάδες Κινέζων ακτιβιστών κατάφεραν να υψώσουν τις σημαίες της ΛΔΚ και της Δημοκρατίας της Κίνας (Ταϊβάν), αλλά οι αρμόδιες ιαπωνικές αρχές τις απέσυραν. Τέτοιου είδους επισκέψεις στα νησιά συνεχίστηκαν από όλες τις πλευρές, ενώ συγχρόνως υπήρξε μία προσπάθεια για μία σύμπλευση μικρής κλίμακας μεταξύ των κυβερνήσεων της ΛΔΚ και της Ιαπωνίας  (Shaw, 1999, σ.19-21).

Η σινοϊαπωνική διαμάχη επί των νησιών Senkaku/Diaoyu παραμένει μέχρι σήμερα. Κρίνεται, λοιπόν, ενδιαφέρον να αναζητηθούν τα αίτια της διαμάχης και οι θέσεις τις εκάστοτε πλευράς, καθώς και ο ρόλος των ΗΠΑ -ως εξωγενούς παράγοντα- στην υπόθεση που εκτυλίσσεται στην Ανατολική Ασιατική Θάλασσα.

Πηγή εδώ

Αιτίες διαμάχης και θέση της εκάστοτε χώρας: γιατί είναι τόσο σημαντικά τα Senkaku/Diaoyu; 

Αναζητώντας τα αίτια αυτής της εδαφικής διαμάχης, πρέπει να αναφερθεί ο ρόλος της εκάστοτε χώρας σε αυτή. Το Πεκίνο διεκδικεί και επιδιώκει την αλλαγή του ισχύοντος status quo στην Ανατολική Ασιατική Θάλασσα (Fravel, 2010, σ.145). Συγκεκριμένα, η Κίνα προωθεί τη θέση πως το νησιωτικό σύμπλεγμα βρίσκεται σε μία ευρύτερη περιφέρεια (συμπεριλαμβανομένης και της Ταϊβάν) [1], η οποία περιήλθε στον κινεζικό έλεγχο με την Συνθήκη του Shimonoseki κατά τον Α’ Σινοϊαπωνικό πόλεμο (1895). Τα νησιά Senkaku/Diaoyu ανέσυραν το ενδιαφέρον της Κίνας και της Ταϊβάν, έπειτα από μία έρευνα υπό την αιγίδα της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ασία και την Άπω Ανατολή, από την οποία προέκυπτε το συμπέρασμα πως η περιοχή των νησιών διέθετε ενεργειακούς πόρους (Sato, 2019). Η προοπτική της πρόσβασης σε νέες πηγές πετρελαίου και φυσικού αερίου αποτελεί έναν υψηλό στόχο για την Κίνα. Η χώρα διαδέχεται -στη δεύτερη θέση- τις ΗΠΑ όσον αφορά την κατανάλωση πετρελαίου, οπότε η εκτίμηση αυτή αποτελεί αυτοσκοπό για την κινεζική στρατηγική (Wiegand, 2009). Ωστόσο, πιο πρόσφατες μελέτες της δεκαετίας του ’90 έδειξαν πως τα κοιτάσματα φυσικών πόρων της περιοχής είναι αρκετά περιορισμένα, ενώ συγχρόνως υπήρξαν γεωφυσικές μετατοπίσεις γνωστών αποθεμάτων από την υπεράκτια περιοχή παραγωγής της Κίνας προς την Θάλασσα Bohai, όπως επίσης και προς την Νότια Κινεζική Θάλασσα (Sato, 2019) .

Εκτός των ενεργειακών πόρων, ο χώρος που εκτείνονται τα νησιά Senkaku/Diaoyu αποτελεί μία ευνοϊκή έκταση για αλιεία (Viswanathan, 2015). Η Κίνα διαθέτει μία μεγάλη αλιευτική παραγωγή, με τα νούμερα να φτάνουν τους 69.01 εκατομμύρια τόνους παραγωγής. Συγκεκριμένα, πρέπει να αναφερθεί ότι σχεδόν το 50% της παραγωγής απευθύνεται σε ιχθυοκαλλιέργειες γλυκού νερού. Το ποσοστό αυτό οδήγησε στην σοβαρή ρύπανση που σημειώθηκε στις παράκτιες περιοχές της χώρας στη Βόρεια και Ανατολική Κινεζική Θάλασσα. Μέχρι το 2017 η κατάσταση των κινεζικών ακτών ήταν ιδιαίτερα σοβαρή, αφήνοντας να εννοηθεί πως η μετακίνηση των αλιευτικών πρακτικών στην περιοχή των νησιών Senkaku/Diaoyu είναι μία επιλογή που εξετάζεται. Ωστόσο, οι δύο χώρες -Ιαπωνία και ΛΔΚ- υπέγραψαν αλιευτική συμφωνία το 1997, οριοθετώντας την Ανατολική Κινεζική Θάλασσα σε πέντε επίπεδα. Η συμφωνία προέβλεπε την συνεργασία των χωρών στην Ενδιάμεση Ζώνη Ιαπωνίας-Κίνα (Japan–China Provisional Measures Zone), ενώ δεν προχώρησαν με την θέσπιση κανονισμών για την περιοχή του νησιωτικού συμπλέγματος. Παρόλα αυτά, Κινέζοι αλιείς καταφεύγουν επανειλημμένως στα νησιά, ενώ οι ιαπωνικές αρχές καταδιώκουν την δραστηριότητά τους, προσπαθώντας να προστατεύσουν την αλιευτική πηγή (Sato, 2019). 

Τα νησιά Senkaku/Diaoyu παίζουν, επίσης, ένα σημαντικό ρόλο στην εξασφάλιση της κινεζικής ασφάλειας. Η παρουσία των ΗΠΑ στον χώρο της οικονομικής και στρατιωτικής δραστηριότητας της Κίνας ερμηνεύεται ως απειλή από την ασιατική χώρα. Γι΄αυτόν ακριβώς τον λόγο η Κίνα επιζητά την κυριαρχία των νησιών, στο πλαίσιο μίας αμυντικής στρατηγικής επιδιώκοντας την συνέχεια της δραστηριότητάς της. Ωστόσο, έχει ήδη αναπτύξει ένα στρατιωτικό μοντέλο οριοθέτησης της θαλάσσιας περιοχής της και δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ακραίο σενάριο η χρήση στρατιωτικής δύναμης στην περίπτωση των Senkaku/Diaoyu (Davis, 2014, σ.55).

Παρόλα αυτά, το Πεκίνο χρησιμοποιεί την νησιωτική διαμάχη ως μοχλό πίεσης και σε άλλες διακρατικές διαφορές που προκύπτουν με την Ιαπωνία. Η πρακτική της διασύνδεσης θεμάτων φέρνει την Κίνα σε πλεονεκτική θέση, καθώς, εξαπολύοντας απειλές διπλωματικού και στρατιωτικού τύπου, συχνά εξαναγκάζει την ιαπωνική πλευρά σε παραχωρήσεις και ευνοϊκές μεταχειρίσεις σε αυτό και σε άλλα διεθνικά θέματα. Επίσης, κινήσεις της Ιαπωνίας, όπως ναυτικά έργα στα διαφιλονικούμενα νησιά, δεν αφήνουν αδιαφορη την Κίνα. Αυτή απαντά μέσω της πρακτικής της καταναγκαστικής διπλωματίας, δηλώντας φανερά την δική της επιθυμία επί των νησιών, αλλά συγχρόνως υποχρεώνοντας την να αλλάξει πρακτική και σε άλλα ζητήματα που απασχολούν τις δύο κυβερνήσεις. Ο συνδυασμός αυτών των δύο στρατηγικών από την Κίνα οδηγεί στην αύξηση της συνολικής σχετικής ισχύος της χώρας έναντι της Ιαπωνίας, θέτοντας παράλληλα τις διακρατικές συζητήσεις σε συνεργατικό ή εχθρικό περιβάλλον (Wiegand, 2009).

Εν συνεχεία τα συμφέροντα και η σπουδαιότητα των νησιών για την χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου, δεν είναι ιδιαίτερα διαφορετικά από αυτά της Κίνας. Για το Τόκιο, το θαλάσσιο εμπόριο και οι θαλάσσιες οδοί, η αλιεία και οι φυσικοί πόροι στην περιοχή είναι άμεσες προτεραιότητες τόσο για την επιβίωση -σε πρώτη φάση- όσο και για την γενικότερη επιδίωξη των εθνικών συμφερόντων της χώρας (Akiyama, 2013). 

Το 2010 και το 2012, υπήρξαν δύο χρονιές-σταθμοί στην σινοϊαπωνική διαμάχη για τα νησιά. Πιο συγκεκριμένα, τον Σεπτέμβριο του 2010, εκτυλίχθηκε διπλωματικό επεισόδιο μεταξύ των δύο χωρών, όταν οι ιαπωνικές αρχές περιόρισαν και έθεσαν υπό κράτηση ένα κινεζικό πλοίο και το πλήρωμά του, που έπλεαν στα χωρικά ύδατα των νησιών. Η Κίνα αντέδρασε ζητώντας την άμεση απελευθέρωση του πληρώματος και του καπετάνιου, ο οποίος είχε συλληφθεί. Παρόλο που το επεισόδιο τελικά έληξε τοιουτοτρόπως, το 2012 η κίνηση της ιαπωνικής κυβέρνησης να αγοράσει μερικά από τα νησιά, τα οποία ήταν στην κυριαρχία ενός Ιάπωνα ιδιώτη από το 1932, οδήγησε στη δυσχέρανση των διακρατικών σχέσεων επί του θέματος. Η διαμάχη που μέχρι τότε περιοριζόταν σε μεγάλο βαθμό στην δράση ακτιβιστικών ομάδων, πλέον έπαιρνε την μορφή μίας σοβαρής ρήξης των σχέσεων Κίνας-Ιαπωνίας (Hall, 2019a, σ.13)· (Ministry of Foreign Affairs of Japan, 2013, σ.1)

Μετά τα εν λόγω επεισόδια, η κρίση των νησιών Senkaku/Diaoyu έλαβε διαφορετική μορφή. Οι κινήσεις του Πεκίνου, με την απειλή της στρατιωτικής επέμβασης, τις συλλήψεις Ιαπώνων πολιτών, την κήρυξη εμπάργκο σε πηγές ενέργειας, καθώς και τη διεθνή οικονομική εκθρόνιση της Ιαπωνίας από την Κίνα ήταν μερικά ζητήματα που ερμήνευαν πλέον την διαμάχη ως έναν συναισθηματικά και ιστορικά φορτισμένο αγώνα, και το νησιωτικό σύμπλεγμα ως εθνικιστικό σύμβολο και για τις δύο κοινωνίες (Hall, 2019b).

Επίδραση εξωγενών παραγόντων στην σινοϊαπωνική διαμάχη

Μία εδαφική διαμάχη, όπως αυτή των νησιών Senkaku/ Diaoyu, μπορεί να αναπτύσσεται μεταξύ δύο ή/και παραπάνω δρώντων. Στην προκειμένη περίπτωση, η Ιαπωνία και η Κίνα είναι αυτές που διεκδικούν την κυριαρχία επί του νησιωτικού συμπλέγματος. Παρόλο που αποτελεί μία διμερή διαμάχη μεταξύ των δύο ασιατικών δυνάμεων, οι ΗΠΑ διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στην υπόθεση των Senkaku/Diaoyu.

Η ανάμειξη των ΗΠΑ στην ασιατική νησιωτική διαμάχη έχει λάβει διαφορετικές διαστάσεις ανά τα χρόνια. Ιστορικά, οι ΗΠΑ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν άμεση συμμετοχή στην περιοχή, καθώς σύμφωνα με την Συνθήκη Ειρήνης του San Francisco (1951) μεταξύ Ουάσιγκτον-Τόκυο, τα νησιά περιήλθαν στον αμερικανικό έλεγχο μέχρι το 1972 ως κομμάτι των νησιών Ryukyus (Fravel, 2010, σ.147-148). Πρέπει να σημειωθεί σε αυτό το σημείο πως την περίοδο της αμερικανικής διαχείρισης επί της περιοχής οι ΗΠΑ απένειμαν μέρος της κυριαρχίας στην Ιαπωνία ως αναπόσπαστο κομμάτι της ιαπωνικής περιοχής. Την στρατηγική επιλογή της «εναπομείνασας κυριαρχίας» της Ιαπωνίας επιβεβαίωσαν κατά καιρούς Αμερικανοί Πρόεδροι, μεταξύ αυτών οι D. Eisenhower και  J.F. Kennedy. H πρακτική των ΗΠΑ στηρίχθηκε σε τρεις σημαντικές εκτιμήσεις στη βάση γεωπολιτικών παραγόντων της περιοχής κατά τον Ψυχρό Πόλεμο. Αρχικά, στο πλαίσιο της δυτικής/αμερικανικής ατζέντας, υπήρξε σαφέστατη στρατηγική προσέγγιση η ανάπτυξη φιλικών σχέσεων με την χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου, δίνοντας έτσι το προνόμιο της εκμετάλλευσης στρατηγικών θέσεων στην Ασιατική Θάλασσα. Προς επίρρωση αυτών των επιδιώξεων, το ενδεχόμενο της πλήρους επιστροφής των νησιών, επέτρεψε κατόπιν της συγκατάθεσης της Ιαπωνίας, την ελεύθερη δραστηριότητα των ΗΠΑ σε σημαντικές τοποθεσίες της χώρας. Σύμφωνα με τους Αμερικανούς στρατηγιστές, περιοχές όπως η Okinawa ήταν ιδιαίτερα ζωτικές για την ασφάλεια της περιφέρειας. Όλες αυτές οι προσπάθειες των ΗΠΑ δεν θα μπορούσαν να ευδοκιμήσουν χωρίς την υποστήριξη της ιαπωνικής κοινής γνώμης, η οποία για την ακρίβεια είχε αναπτύξει αντιαμερικανικά συναισθήματα μεταπολεμικά. Οι αρχικές υποσχέσεις για την μερική κυριαρχία και ο μετέπειτα ολικός έλεγχος, εργαλειοποιήθηκαν από την αμερικανική πλευρά για να μετριαστούν οι αντιαμερικανικές πρακτικές στην ασιατική χώρα (Smith, 2013, σ.30).   

Ο αμερικανικός έλεγχος, τελικά, των νησιών Senkaku/Diaoyu διήρκεσε μέχρι και το 1971, οπότε και υπεγράφη η Συνθήκη Επιστροφής της Okinawa (Okinawa Reversion Treaty) μεταξύ του Προέδρου των ΗΠΑ R. Nixon και του Ιάπωνα Πρωθυπουργού E. Sato. Την ίδια περίοδο Κίνα και Ταϊβάν είχαν κάνει εμφανές το ενδιαφέρον τους για το νησιωτικό σύμπλεγμα, ενώ συγχρόνως η Ουάσιγκτον και η Ταϊπέι βρίσκονταν σε διαπραγματεύσεις εμπορικής συνεργασίας. Παρά τις παροτρύνσεις αξιωματούχων της αμερικανικής κυβέρνησης για διατήρηση του προ της Συνθήκης status quo, ο Πρόεδρος Nixon προχώρησε με την υπογραφή, αφήνοντας εκτός των διαπραγματεύσεων τον κινεζικό παράγοντα. Αν και οι ΗΠΑ αποσκοπούσαν σε μία πιο ουδέτερη -πλέον- στάση στις υποθέσεις της περιοχής, δεν κατάφεραν να μην κατηγορηθούν από την Κίνα και την Ταϊβάν αναφορικά με την υπογραφή μίας απεχθούς -όπως χαρακτηρίστηκε- συνθήκης (Romberg, 2013, σ. 2-3· Smith, 2013, σ.33).

Η διαμάχη μεταξύ των ασιατικών δυνάμεων συνέχισε να υφίσταται, συνοδευόμενη από μία περαιτέρω μεταβολή των γεωπολιτικών δεδομένων. Η οικονομική και στρατιωτική άνοδος της ΛΔΚ ήταν οι παράμετροι που οδήγησαν την Ιαπωνία να ζητήσει τις ανάλογες διαβεβαιώσεις από τις ΗΠΑ, συναρτήσει του Άρθρου V της Συνθήκης Αμοιβαίας Ασφάλειας ΗΠΑ-Ιαπωνίας (1951). Σύμφωνα με το συγκεκριμένο άρθρο, κάθε μέρος της συνθήκης όφειλε να συνδράμει και να επικουρήσει το εκάστοτε μέρος που δεχόταν κάποια επίθεση, που με τη σειρά της θα αποτελούσε απειλή για την ασφάλεια, ειρήνη και τάξη των δυνάμεων και της περιφέρειας. Διαχρονικά και μέχρι το 2010, μέσω δηλώσεων της Υπουργού Εξωτερικών Hillary R. Clinton, οι ΗΠΑ χρειάστηκε να επιβεβαιώσουν -κατόπιν προκλητικών ενεργειών της Κίνας- την υποστήριξή τους προς την Ιαπωνία. Έπειτα από τέτοιες δηλώσεις, η ουδετερότητα που προσπαθούσαν να ακολουθήσουν οι ΗΠΑ δεν ήταν τόσο εμφανής, προκαλώντας τις αντιδράσεις του Πεκίνου και ζητώντας τη μη ανάμειξη της δυτικής δύναμης. Παρόλα αυτά, μέχρι σήμερα, οι ΗΠΑ στέκονται στο πλευρό της Ιαπωνίας, αποτελώντας ταυτόχρονα τροχοπέδη στις σχέσεις με την ΛΔΚ και θέτοντας τη νησιωτική διαμάχη σε νέο πεδίο έντονων αντιπαραθέσεων (Romberg, 2013, σ.4-5). 

Επίλογος

 “…even though no one uses the islands currently for anything, if World War III takes place anytime soon, this is where it will start–implausible as that may sound.”

Eric Posner, 2014

Οι σινοϊαπωνικές σχέσεις στην σύγχρονη εποχή χαρακτηρίζονται από ένα γενικότερο πνεύμα συνεργασίας σε πολλούς τομείς. Προσπάθειες στο εμπόριο, στην ενέργεια, όπως η σύμπραξη των χωρών το 2008 για την εκμετάλλευση ενεργειακών πόρων (εκτός της διαφιλονικούμενης περιοχής), αλλά και η συνεργασία σε περιφερειακούς θεσμούς, όπως η ASEAN, αποτελούν μέσα οικοδόμησης της διμερούς εμπιστοσύνης. Ωστόσο, δεν έχουν πλήρως κατευνάσει τις εδαφικές επιδιώξεις της ΛΔΚ επί των νησιών Senkaku/Diaoyu (Wiegand, 2009 · Katagiri, 2019). Στο πλαίσιο της Συνθήκης Ειρήνης και Φιλίας του 1978, οι δύο πολιτικοί αρχηγοί, ο Πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Takeo Fukuda και Πρόεδρος της ΛΔΚ Deng Xiaoping, έθεσαν το θέμα της νησιωτικής διαμάχης “στο ράφι”, ως ένα ζήτημα που θα μπορούσε να επιλυθεί πιο αποτελεσματικά από τις μετέπειτα γενιές (Baldacchino, 2016, σ.22). Ωστόσο, η συνεχής οικονομική, πολιτική, τεχνολογική και στρατιωτική άνοδος της Κίνας, ο υφιστάμενος περιφερειακός ανταγωνισμός μεταξύ των δύο χωρών, οι διακρατικές συνεργασίες με άλλες σημαντικές χώρες, όπως η Ρωσία, καθώς και η αλλαγή των ισορροπιών επί της προεδρίας του D.Trump στις ΗΠΑ, είναι μερικοί από τους λόγους που περιορίζουν την συνεργασία των δύο χωρών κυρίως στους τομείς ήπιας ισχύος, ενώ παράλληλα συμβάλλουν στο να παραμένει ενεργή η διαμάχη των νησιών Senkaku/Diaoyu μέχρι σήμερα, ελλείψει και μίας περαιτέρω πολιτικής ή δικαιοδοτικής διευθέτησής της (Katagiri, 2019).

Βιβλιογραφία

Akiyama, M. (2013, August 07). Geopolitical Considerations of the Senkaku Islands. Review of Island Studies. Διαθέσιμο εδώ 

Baldacchino, G. (2016, April). Diaoyu Dao, Diaoyutai or Senkaku? Creative solutions to a festering dispute in the East China Sea from an ‘Island Studies’ perspective. Asia Pacific Viewpoint, 57(1), (pp.16-26). Διαθέσιμο εδώ 

Davis, B. J. (2014). Opportunities in Understanding China’s Approach to the Senkaku/Diaoyu Islands. National Defense University,Joint Force Quarterly, (pp.53-56). Διαθέσιμο εδώ  

Fravel, M. T. (2010). Explaining Stability in the Senkaku (Diaoyu) Islands Dispute. In Getting the triangle straight: Managing China-Japan-US relations (pp. 144-164). Japan Center for International Exchange. Διαθέσιμο εδώ 

Hall, T. H. (2019, August). More Significance than Value: Explaining Developments in the Sino-Japanese Contest Over the Senkaku/Diaoyu Islands. Texas National Security Review, 2(4), (pp.11-37). Διαθέσιμο εδώ 

Hall, T. H. (2019, September 04). WHY THE SENKAKU/DIAOYU ISLANDS ARE LIKE A TOOTHPASTE TUBE. War On the Rocks. Διαθέσιμο εδώ 

Katagiri, N. (2019, April 10). Evolution of Sino-Japanese Relations: Implications for Northeast Asia and Beyond. E-International Relations. Διαθέσιμο εδώ 

Ministry of Foreign Affairs of Japan. (2013, March). The Senkaku Islands. Διαθέσιμο εδώ

Romberg, A. D. (2013, April 11). “American Interests in the Senkaku/Diaoyu Issue, Policy Considerations”. CNA Maritime Asia Project: Workshop on Japan’s Territorial Disputes Panel on the Senkaku/Diaoyutai Islands Dispute: A Regional Flashpoint, (pp 1-11). Διαθέσιμο εδώ 

Sato, K. (2019, June 23). The Senkaku Islands Dispute: Four Reasons of the Chinese Offensive – A Japanese View. Journal of Contemporary East Asia Studies, 8(1), (pp.50-82). Διαθέσιμο εδώ 

Shaw, H. (1999). THE DIAOYUTAI/SENKAKU ISLANDS DISPUTE: ITS HISTORY AND AN ANALYSIS OF THE OWNERSHIP ClAIMS OF THE P.R. C., R.O.C., AND JAPAN (3rd ed., Vol. 152). Occasional Papers/Reprints Series in Contemporary Asian Studies, Inc. Διαθέσιμο εδώ 

Smith, P. J. (2013). THE SENKAKU/DIAOYU ISLAND CONTROVERSY: A Crisis Postponed. Naval War College Review, 66(2), (pp.27-44). Διαθέσιμο εδώ  

Viswanathan, M. M. (2015, June 11). SENKAKU/DIAOYU ISLANDS: SIGNIFICANCE, CHALLENGES AND OPPORTUNITIES. ISSSP Reflections. Διαθέσιμο εδώ 

Wiegand, K. E. (2009, May 28). China’s Strategy in the Senkaku/Diaoyu Islands Dispute: Issue Linkage and Coercive Diplomacy. Asian Security, 5(2),(pp. 170-193). Διαθέσιμο εδώ 

Wijaya, T., & Osaki, Y. (2019, February 16). Is This a True Thaw in Sino-Japanese Relations? The Diplomat. Διαθέσιμο εδώ 

[1] Για την ευρύτερη διαμάχη ΛΔ Κίνας και Ταϊβάν, βλ. Αράπη, Κ. (2020) Ταϊβάν – Κινα: Ξετυλίγοντας το νήμα της σύγκρουσης, SAFIA Blog, διαθέσιμο εδώ