της Ιωάννας Σινέμογλου, Ερευνήτριας Περιβάλλοντος & Ενέργειας

Εισαγωγή 

Ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται καθημερινά με ρυθμούς ανέλπιστα γρήγορους. Είναι, επομένως, λογικό να έρχεται αντιμέτωπος με πρωτόγνωρα ζητήματα, όπως αυτό της διαβίωσής του. Ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος από τον συνεχώς αυξανόμενο παγκόσμιο πληθυσμό γίνεται, λοιπόν, ολοένα και πιο φανερός. Το βασικό ερώτημα που ανακύπτει είναι εάν η τροφή που παράγει ο πλανήτης μας είναι αρκετή για όλες και για όλους. Ή μήπως αντιμετωπίζουμε πρόβλημα εύρεσης πόρων για την καθημερινή μας διατροφή;

Τα τελευταία 30 χρόνια, παρατηρείται διπλασιασμός της κατανάλωσης κρέατος από τον παγκόσμιο πληθυσμό, με τους τόνους κρέατος που παράγονται ετησίως να ανέρχονται πλέον στα 350 εκατομμύρια. Μάλιστα, εκτιμάται πως αν συνεχιστεί η αυξητική τάση των τελευταίων ετών, έως το 2050 ο αριθμός αυτός υπολογίζεται να φτάσει μεταξύ των 460 και 570 εκατ. τόνων ανά έτος. Χαρακτηριστικό είναι ότι σύμφωνα με μετρήσεις του Οργανισμού The World Counts, ημερησίως, καταναλώνονται περίπου 1 εκατ. τόνοι κρέατος παγκοσμίως. 

Επιπλέον, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η έρευνα σχετικά με την ποσότητα κρέατος που καταναλώνεται ανά χώρα. Οι χώρες στις οποίες αναδεικνύεται η μεγαλύτερη κατανάλωση σε κιλά ανά έτος και ανά άτομο είναι οι εξής: οι ΗΠΑ (124 κ.), η Αυστραλία (122 κ.), η Αργεντινή (109 κ.), η Νέα Ζηλανδία (101 κ.), η Ισπανία (100 κ.). Είναι έκδηλο ότι η πλειοψηφία των χωρών αυτών αφορά την ανεπτυγμένη Δύση, ενώ, την ίδια στιγμή, τα περισσότερα κράτη της αφρικανικής ηπείρου καταναλώνουν περίπου 20 κιλά κρέατος ανά άτομο για κάθε έτος (The World Counts, 2021). Καθώς, η κατανάλωση, άρα και η ζήτηση κρέατος, είναι τόσο σημαντικές, μια λογική επιχειρηματική λύση θα μπορούσε να θεωρηθεί η άφθονη παραγωγή κρέατος από μεγαλοεπιχειρήσεις με το φθηνότερο δυνατό τρόπο, με στόχο το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος. 

Επιρροή της βιομηχανίας στο φυσικό περιβάλλον

Παρόλο που η παραγωγή κρέατος επιδιώκει να ικανοποιήσει τις ανάγκες του παγκόσμιου πληθυσμού, συχνά καταλήγει να έρχεται αντιμέτωπη με το φυσικό περιβάλλον, τα δικαιώματα των ζώων καθώς και την υγεία των ανθρώπων. Η ταχύτητα ανάπτυξης της παγκόσμιας βιομηχανίας κρέατος πλέον, επηρεάζει καταστροφικα το περιβάλλον μας τόσο μακροπρόθεσμα όσο και μεσοπρόθεσμα.

Ειδικότερα, οι παραπάνω βιομηχανίες για να καλύψουν ένα κατάλληλο και επαρκή χώρο, στον οποίο θα ανατρέφουν ένα τεράστιο αριθμών ζώων, που πρόκειται να προωθήσουν αργότερα στην αγορά, φαίνεται να εκμεταλλεύονται εκτάσεις γης, οι οποίες δεν προορίζονταν, εξ’ αρχής, γι αυτό το σκοπό. Έτσι, τις αποψιλώσεις δασών, προκαλούμενες συχνά από μεγάλες πυρκαγιές, εκμεταλλεύονται οι μεγάλες εταιρείες μαζικής παραγωγής κρέατος και ζωικών τροφών για την κατάληψη των απαιτούμενων εδαφικών εκτάσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της δασικής πυρκαγιάς στο τμήμα του Αμαζονίου στη Βραζιλία, όπου ύστερα απ’αυτή, η έκταση γης χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή ζωικής τροφής, για φάρμες ζώων στο Ηνωμένο Βασίλειο (Greenpeace, 2020).

Το παραπάνω φαινόμενο της αποψίλωσης, οδηγεί στη δυσκολία διατήρησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας σε συγκεκριμένα επίπεδα στα δάση, ακριβώς λόγω της έλλειψης του απαραίτητου “πρασίνου”. Επιπροσθέτως, ένας από τους βασικότερους παράγοντες της κλιματικής αλλαγής είναι οι ποσότητες ανθυγιεινών εκπομπών και αερίων που απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα κατά τη λειτουργία των ζωικών βιομηχανιών. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι δισεκατομμύρια τόνοι διοξειδίου του άνθρακα απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα λόγω της παραγωγής κρεάτων (Greenpeace, 2020). 

Ταυτόχρονα, εξίσου σημαντική συνιστώσα της παραγωγής κρέατος καθίσταται η καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων ιθαγενών πληθυσμών που κατοικούν σε απομακρυσμένες φυσικές περιοχές. Δεν είναι, λοιπόν, λίγες οι φορές που οι κάτοικοι των περιοχών αυτών, αναγκάζονται να αποχωρήσουν, να εργαστούν χωρίς τη θέληση τους ή απλά να συμβιβαστούν με την καταπάτηση της γης τους. Με αυτόν τον τρόπο, «νομιμοποιείται» αυτή η τακτική που θυμίζει πρακτικές παλαιότερων αιώνων, όταν δεν είχε αναπτυχθεί ο διάλογος μεταξύ κρατών. Απόδειξη αποτελεί η ερευνα της Greenpeace στη Βραζιλία που αφορά την εταιρεία παραγωγής σόγιας για τροφή ζώων «Agronegócio Estrondo», που διεξήγαγε αλλεπάλληλες καταπατήσεις σε μέλη της γνωστής και παραδοσιακής κοινότητας ιθαγενών geraizeira (Greenpeace, 2019).

Στη συνέχεια, δε θα έπρεπε να παραλειφθεί η εμφάνιση νέων ασθενειών άμεσα προκαλόμενων απο τη στενή επαφή των ανθρώπων με διάφορα είδη ζώων, που μαστίζουν μεγάλη πληθυσμιακή κοινότητα, και καταλήγουν σε επιδημία ή πανδημία. Άλλωστε, είναι χαρακτηριστικό πως τα τρία τέταρτα των πιο σύγχρονων επιδημιών που επηρεάζουν την ανθρώπινη υγεία, προέρχονται από ζώα (USAID, ECO Health Alliance, 2019). 

Τέλος, υπό μια ευρύτερη σκοπιά, όπως όλο και πιο έντονα αναδεικνύεται καθημερινά, η αλόγιστη παραγωγή και κατανάλωση κρέατος, είναι ένας ασύμβατος τρόπος ζωής για τις δυαντότητες του πλανήτη. Αντιθέτως, υπολογίζεται ότι εάν ολόκληρη η πληθυσμιακή οντότητα του πλανήτη τρεφόταν βάσει μιας πιο χορτοφαγικής διατροφής, η έκταση γης που θα ήταν απαραίτητη για την παραγωγή της τροφής θα μειωνόταν κατά 75% (The Guardian, 2018). 

Θεσμικός περιορισμός παραγωγής και κατανάλωσης κρέατος 

Με βάση τη νέα διαμορφωμένη πραγματικότητα, λοιπόν, η διεθνής κοινότητα αντιλαμβάνεται πως πρέπει να γίνουν στοχευμένες δράσεις, που θα οδηγήσουν σε ποιοτικότερη κατανάλωση και παραγωγή κρέατος τόσο για την ανθρώπινη υγεία, όσο για το περιβάλλον και τα ζώα. Εξάλλου, μιλώντας υπό όρους ποιότητας, πρέπει να αναλογιστεί κανείς ότι αυτή εξαρτάται από πολλούς και διαφορετικούς συντελεστές, εκ των οποίων οι πιο σημαντικοί είναι η γενετική τάση του εκάστοτε ζώου, κατά πόσο αυτή προσβάλλεται κατά τη διάρκεια ζωής του, ο γενικότερος τρόπος εκτροφής του, καθώς και οι διατροφικές του ανάγκες και συνήθειες (Miller, 2002). Ωστόσο, ήδη από το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, οι μεγάλες βιομηχανίες ζωικής παραγωγής μετατοπίζουν το ενδιαφέρον τους από την ποιότητα στην ποσότητα του κρέατος. Έτσι, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι με αυτή τη μεταστροφή, το υπό κατανάλωση κρέας δεν αντιπροσωπεύει τις διατροφικές ανάγκες του ανθρώπινου οργανισμού (Purslow, 2017).

Υπάρχουν μία σειρά από καλές πρακτικές που έχουν σημειωθεί σε ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο. Καταρχάς, στην Agenda 2030 και τους 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ, εντοπίζονται στόχοι που αναφέρονται άμεσα ή έμμεσα στην ανάγκη αλλαγής του παγκόσμιου μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης, όπως ο Στόχος 12 για την υπεύθυνη παραγωγή και κατανάλωση (UN Foundation, 2021). Βασικότατο εργαλείο θα μπορούσε να θεωρηθεί και το πρόγραμμα “Από τη Φάρμα στο Πιρούνι”, το οποίο χαρακτηρίζεται ως «η καρδιά των πρακτικών προγραμμάτων» της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και επικεντρώνεται σε έναν υγιή, δίκαιο και φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο διατροφής (European Commision, 2021).

Παρά, όμως, τις θεσμικές ρυθμίσεις για την υπευθυνότητα και το σεβασμό απέναντι στο ζήτημα της κατανάλωσης και της παραγωγής, δεν υπάρχουν εξειδικευμένες αναφορές για την παραγωγή και κατανάλωση κρέατος και ζωικών προϊόντων, όπως υπάρχουν γενικά για την υγιεινή διατροφή. Αξιοσημείωτη και αποτελεσματική είναι, βέβαια, η πίεση που δημιουργείται από την Κοινωνία των Πολιτών, από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, καθώς και από απλούς πολίτες που δρουν μεμονωμενα. Ειδικότερα, έντονη αντίρρηση για τα πρότυπα παραγωγής κρέατος και ζωικών προϊόντων αποτυπώνεται από την Κοινωνία Πολιτών προς μεγάλες επιχειρήσεις παραγωγής γρήγορου και πρόχειρου φαγητού, όπως τα McDonald’s και KFC. Έτσι, οι συγκεκριμένες εταιρείες αναγκάζονται να προβούν στη λήψη μέτρων που στοχεύουν στη μετατροπή της παραγωγικής τους διαδικασίας σε περισσότερο φιλική προς το περιβάλλον. Στον απόηχο των παραπάνω, η εταιρεία McDonald’s δεσμεύεται στη μείωση των επικίνδυνων εκπομπών άνθρακα από τις αντίστοιχες αλυσίδες εφοδιασμού της κατά 31% έως το 2030. (Pivot Food Investment, 2021).

Επίλογος 

Οι κοινωνικές επιταγές και αλλαγές προέρχονται πάντα από τις κοινωνίες και βέβαια τους ανθρώπους που ως μονάδες αποτελούν το κοινωνικό σύνολο. Η κάθε ατομική ανάγκη καταλήγει να δημιουργεί ανάγκες για ολόκληρη την κοινωνία, προσαρμοσμένες πάντοτε στο χώρο και στο χρόνο. Εν έτει 2021, είναι μάλλον δύσκολο, έως αδύνατο να μιλάμε για ανάγκες μιας μεμονωμένης κοινωνίας σε ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό σημείο, καθώς διανύουμε την εποχή της παγκοσμιοποίησης. Φυσικο επακόλουθο είναι τα όποια προβλήματα να διογκώνονται, αφού συναντώνται σε μεγάλες πληθυσμιακές κοινότητες και επηρεάζουν περισσότερα από ένα κράτη. 

Ομοίως, για την επίλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων δεν αρκεί η δράση μεμονομένων κρατών, αλλά κρίνεται αναγκαία μια άρτια διεθνή συνεργασία, χωρίς να παραβλέπεται η αξία της ατομικής ευθύνης. Σ’ ένα σύγχρονο πλαίσιο περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης, η ενημέρωση και η κατάρτιση από την Πολιτεία θα πρέπει να παίζει πρωταρχικό ρόλο στην αντίληψη του προβλήματος και στην επακόλουθη ανάληψη δράσης για ένα δικαιότερο και βιώσιμο περιβαλλοντικό μέλλον.

Βιβλιογραφία

The World Counts (2021), Global Challenges, URL: εδώ, [17/7/2021]

Greenpeace (2020), Winging it: How the UK’s chicken habit is fuelling the climate and nature emergency, URL: εδώ, [5/8/2021]

Greenpeace (2020), 7 Reasons why meat is bad for the environment, URL: εδώ, [5/8/2021]

Greenpeace (2019), Under Fire, URL: εδώ, [4/8/2021]

USAID, ECO Health Alliance (2019), Final Report: INFECTIOUS DISEASE EMERGENCE AND ECONOMICS OF ALTERED LANDSCAPES (IDEEAL), URL: εδώ, [5/8/2021]  

The Guardian (2018), Avoiding meat and dairy is ‘single biggest way’ to reduce your impact on Earth, URL: εδώ, [5/8/2021]

R. K. Miller (2002), Meat Processing, chapter 3, URL: εδώ, [5/8/2021]

P. P. Purslow (2017), New aspect of meat quality, chapter 1, URL: εδώ, [5/8/2021]

United Nations Foundation (2021), Sustainable Development Goals, URL: εδώ, [66/8/2021]

European Commision (2021), Farm to Fork Strategy, URL: εδώ, [6/8/2021]

Pivot Food Investment (2021), Climate Change and Factory Farms, URL: εδώ, [6/8/2021]