Πηγή εικόνας: εδώ
Της Αλίκης Παπαγρηγορίου, μέλους της Ομάδας Μελέτης «Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Ζητημάτων»
Πρόλογος
Είναι γεγονός, ότι τα περιβαλλοντικά προβλήματα είναι περισσότερο επίκαιρα από ποτέ και επιφέρουν συνέπειες σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο. Τα προβλήματα αυτά μπορούν να αντιμετωπιστούν με την περιβαλλοντική διακυβέρνηση, η οποία περιλαμβάνει τη συνεργασία των κρατών, των διακυβερνητικών οργανισμών και της κοινωνίας των πολιτών, μέσα από διαδικασίες διαπραγμάτευσης, συνεργασίας και συναίνεσης (Φραγκονικολόπουλος, 2007).
Οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προώθηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στο περιβάλλον. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. – FRA (2019), μέσω της κοινωνίας των πολιτών, τα άτομα ή ομάδες ατόμων έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν στην διαδικασία λήψης αποφάσεων, να συνδράμουν στους φορείς των δικαιωμάτων, να παρακολουθούν τις δραστηριότητες των κυβερνήσεων και των κοινοβουλίων, να παρέχουν συμβουλές στους φορείς χάραξης πολιτικής και να διασφαλίζουν τη λογοδοσία των αρχών για τις ενέργειές τους.
1. Η κοινωνία πολιτών ως παράγοντας διαμόρφωσης πολιτικών στην Ε.Ε.
1.1 Γενικό πλαίσιο
Το άρθρο 11 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) ορίζει ότι τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. «δίνουν, με τα κατάλληλα μέσα, στους πολίτες και στις αντιπροσωπευτικές ενώσεις τη δυνατότητα να γνωστοποιούν και να ανταλλάσσουν δημόσια τις γνώμες τους σε όλους τους τομείς δράσης της Ένωσης» και «διατηρούν ανοιχτό, διαφανή και τακτικό διάλογο με τις αντιπροσωπευτικές ενώσεις και την κοινωνία των πολιτών» Το δικαίωμα συμμετοχής στις δημόσιες υποθέσεις αναγνωρίζεται επίσης στο άρθρο 25 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και πρόσφατα επιβεβαιώθηκε από τις κατευθυντήριες γραμμές του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με τη συμμετοχή των πολιτών στις πολιτικές αποφάσεις και στη νομοθετική διαδικασία.
Στο πλαίσιο αυτό, η κοινωνία των πολιτών μπορεί να επηρεάσει τη λήψη πολιτικών αποφάσεων, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Αναλυτικότερα, χρησιμοποιεί ορισμένα μέσα, όπως είναι «οι δημόσιες καμπάνιες/εκστρατείες, οι άτυπες επαφές ή ad hoc διαβουλεύσεις με μεμονωμένα μέλη Ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, η συνεργασία με Ευρωπαϊκούς θεσμούς στο πλαίσιο των ολοένα αυξανόμενων επιτροπών στις οποίες οι εκπρόσωποι της κοινωνίας πολιτών διαδραματίζουν έναν συμβουλευτικό ρόλο, οι τακτικές θεσμοθετημένες επαφές με νομική βάση, όπως ο Ευρωπαϊκός κοινωνικός διάλογος και οι θεσμοθετημένες επαφές μέσω ειδικών συμβουλευτικών οργάνων». Η αποτελεσματικότητα της δράσης των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το «ειδικό» βάρος κάθε οργάνωσης με βάση την επάρκεια των πόρων που διαθέτει και τα συμφέροντα που εκπροσωπεί, την αναζήτηση συμμαχιών στο πλαίσιο της άτυπης διπλωματίας που ενισχύουν τη διαπραγματευτική ισχύ της οργάνωσης και τη σχέση με τις εθνικές διοικήσεις αλλά και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα (Φερώνας, 2009).
1.2 Η περιβαλλοντική διάσταση
Η προστασία του περιβάλλοντος προβλέπεται στο άρθρο 191 ΣΕΕ το οποίο, σε συνδυασμό με το άρθρο 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΧΘΕΕ), καθορίζει τους στόχους και τις δράσεις της Ε.Ε. στον τομέα του περιβάλλοντος. Με βάση την Συνθήκη για την Λειτουργία της Ε.Ε. (ΣΛΕΕ), οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις λαμβάνονται υπόψη κατά το στάδιο του σχεδιασμού κάθε έργου και πριν δοθούν οι σχετικές άδειες, ώστε να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας. Στο πλαίσιο αυτό, η διαβούλευση αποτελεί κεντρικό στοιχείο που χρονολογείται ήδη από τη Σύμβαση του Aarhus, «μια πολυμερή περιβαλλοντική συμφωνία της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (ΟΕΕ/ΗΕ), η οποία τέθηκε σε ισχύ το 2001 και στην οποία η Ε.Ε. και όλα τα κράτη μέλη της είναι συμβαλλόμενα μέρη». Αξίζει να σημειωθεί πως αυτή η Σύμβαση συνδέει τα περιβαλλοντικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και εγγυάται συνολικά τρία δικαιώματα: α) τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων για το περιβάλλον, β) την πρόσβαση στις περιβαλλοντικές πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους οι δημόσιες αρχές (π.χ. για την κατάσταση του περιβάλλοντος) και γ) το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη όταν τα δύο άλλα δικαιώματα δεν έχουν γίνει σεβαστά.
Επιπρόσθετα, κάθε πολίτης ή ομάδα προσώπων έχει την δυνατότητα, όταν εντοπίζει παραβάσεις ή παραλείψεις της Διοίκησης που βλάπτουν τα δικαιώματά του για την προστασία του περιβάλλοντος, να υποβάλλει καταγγελία στο Συνήγορο του Πολίτη. Πρόκειται για μια ανεξάρτητη αρχή, που «δρα στο χώρο μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και του κράτους και η δράση του εξ ορισμού ενδυναμώνει την κοινωνία των πολιτών» (Χατζή, 2006).
Το περιβάλλον αποτελεί προνομιακό πεδίο παρέμβασης για το Συνήγορο του Πολίτη. Η ενεργοποίηση της παρέμβασης του γίνεται με έγγραφη αναφορά από κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των απλών ενώσεων προσώπων, και αποβλέπει στην κάλυψη των κενών και ελλείψεων της περιβαλλοντικής προστασίας σε συνεργασία με άτομα, ενώσεις προσώπων, σωματεία και ΜΚΟ. Ο Συνήγορος του Πολίτη «συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας διοικητικής δράσης που λαμβάνει υπόψη της τον περιβαλλοντικό παράγοντα και την προώθηση του συμμετοχικού χαρακτήρα της διακυβέρνησης με διαβούλευση μεταξύ πολιτών και οργανώσεων, διέπεται από διαφάνεια κάθε περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος πληροφορία, και αποτελεί θεσμικό όργανο διάχυσης της φωνής της κοινωνίας των πολιτών» (Χατζή, 2006).
2. Οι περιβαλλοντικές ΜΚΟ ως βασικός πυλώνας της κοινωνίας των πολιτών
Οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ), αποτελούν σημαντικό και πολλές φορές αποτελεσματικό εκφραστή της Κοινωνίας των Πολιτών σε περιβαλλοντικά ζητήματα. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, ως ΜΚΟ ορίζονται «οι ιδιωτικές οργανώσεις που αναλαμβάνουν δράση για να προωθήσουν τα συμφέροντα των φτωχών, να προστατέψουν το περιβάλλον, να παράσχουν βασικές κοινωνικές υπηρεσίες και να συμβάλουν στην ανάπτυξη των κοινοτήτων τις οποίες υπηρετούν». Επιπλέον, οι ΜΚΟ μπορούν να λειτουργούν επικουρικά σε κυβερνητικούς οργανισμούς και έτσι τους δίνεται η δυνατότητα να ασκούν επιρροή τόσο σε κράτη όσο και σε διακυβερνητικούς οργανισμούς. Από την άλλη, οι ΜΚΟ μπορούν να λειτουργούν ακτιβιστικά επηρεάζοντας την κοινή γνώμη και τους πολιτικούς, πιέζοντας τις κυβερνήσεις για τη δημιουργία νέων κανόνων και θεσμών. Επίσης, δημιουργούν συνασπισμούς και κινητοποιούν την κοινή γνώμη προκειμένου να αλλάξουν τις θέσεις των κρατών κατά τη διάρκεια διαπραγματεύσεων (Φραγκονικολόπουλος, 2007).
Η βιώσιμη ανάπτυξη είναι ένας τομέας στον οποίο οι ΜΚΟ δίνουν ιδιαίτερη έμφαση. Βασική αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης είναι η ανάπτυξη που πρέπει να βασίζεται σε τρεις διακριτούς πυλώνες: την προστασία του περιβάλλοντος, την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Αποτελεί μια κοινωνικοοικονομική διαδικασία ανάπτυξης, στην οποία καταβάλλεται προσπάθεια αρμονικής σύνδεσης οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντολογικών στόχων της κοινωνίας με την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών και τη χρήση όσο το δυνατόν πιο φιλικών προς το περιβάλλον μεθόδων (Σαμιώτης & Τσάλτας, 1990). Αποστολή των ΜΚΟ είναι να ευαισθητοποιήσουν τους πολίτες, ενεργοποιώντας τους σε αγώνες και κινητοποιήσεις για την επίτευξη του σκοπού της περιβαλλοντικής προστασίας. Με αυτόν τον τρόπο, λειτουργούν με ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα και υπενθυμίζουν την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις μέσω προτάσεων και ιδεών που στη συνέχεια εξελίσσονται σε δράσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, αξίζει να αναφερθούν μερικά παραδείγματα πρόσφατων δράσεων και πρωτοβουλιών από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές ΜΚΟ, όπως η Greenpeace και η WWF, που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Αναφορικά με την Greenpeace (2021), με δική της πρωτοβουλία, 70 οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών, συνυπέγραψαν τον Μάρτιο του 2021 «ανοιχτή επιστολή προς τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών, στην οποία περιέγραψαν τις προτεραιότητές τους για μία πράσινη και δίκαιη ανάκαμψη με μεγαλύτερη συμμετοχή της κοινωνίας στην ανάπτυξη πολιτικών». Αναλυτικότερα, ζήτησαν από την ελληνική κυβέρνηση να εξασφαλίσει την ουσιαστική συμμετοχή της Κοινωνίας των Πολιτών στον σχεδιασμό και την υλοποίηση σχεδίου δράσης, αναφορικά με τη χρήση κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. για την προστασία του περιβάλλοντος και τις επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή και να αυξήσει τη διαφάνεια των διαδικασιών μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών με ενδιαφερόμενους φορείς και εκστρατείες ενημέρωσης.
Από την άλλη η WWF Ελλάς, από κοινού με τον Οργανισμό Ανοιχτών Τεχνολογιών (ΕΕΛΛΑΚ), στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund, σχεδίασαν και υλοποιούν το έργο «Πολίτες για το περιβάλλον: Η εκπαίδευση ως εργαλείο αποτελεσματικής συμμετοχής στα κοινά και στη λήψη αποφάσεων». Κεντρικός στόχος του έργου είναι η ενίσχυση της συμμετοχής των πολιτών, των τοπικών περιβαλλοντικών οργανώσεων, αλλά και άλλων ομάδων σε κάθε στάδιο των διαδικασιών διαμόρφωσης και λήψης αποφάσεων για περιβαλλοντικά θέματα. Οι διαδικασίες αυτές περιλαμβάνουν επίσης τη δυνατότητα των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών να συν-σχεδιάσουν με δημόσιες αρχές δεσμεύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ανοικτή Διακυβέρνηση, στο πλαίσιο της συμμετοχής της Ελλάδας στην Open Government Partnership (OGP). Με βάση το παραπάνω έργο, που ξεκίνησε να υλοποιείται τον Απρίλιο του 2021 και θα ολοκληρωθεί τον Σεπτέμβριο του 2023, θα αναπτυχθεί μια φιλική προς το χρήστη πλατφόρμα, που θα καλεί τους ενδιαφερόμενους να ενημερωθούν και να αποκτήσουν πρόσβαση σε πολύτιμα εργαλεία και πληροφορίες για την τεκμηριωμένη συμμετοχή τους σε διαδικασίες διαμόρφωσης και λήψης αποφάσεων για περιβαλλοντικά ζητήματα (Σκαλιώνη, 2021).
Επιπλέον, μια πρόσφατη δραστηριότητα της WWF Ελλάς, τον Φεβρουάριο του 2020, αφορούσε την ενημέρωση και κατάρτιση των τοπικών φορέων της Ζακύνθου αλλά και των απλών πολιτών σε θέματα πρόληψης των δασικών πυρκαγιών. Συγκεκριμένα, η ενημέρωση αφορούσε στις πυρκαγιές στη Μεσόγειο και την Ελλάδα, στα κυριότερα αίτια έναρξής τους, στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στα δασικά οικοσυστήματα και τις τοπικές κοινωνίες, καθώς και στις δράσεις που μπορούν να αναλάβουν οι τοπικές κοινωνίες, μεμονωμένα οι κάτοικοι αλλά και οι αρμόδιοι φορείς για την πρόληψή τους. Οι δράσεις αυτές της WWF,αποσκοπούσαν επιπλέον στη δημιουργία και διατήρηση ενός ζωντανού διαλόγου με την τοπική κοινωνία και στην ανάπτυξη συνεργασιών και προτάσεων ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής.
Αξίζει να αναφερθεί ότι τόσο η Greenpeace όσο και η WWF, αλλά και άλλες 12 οργανώσεις, μεταξύ των οποίων οι Γιατροί του Κόσμου, η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού και η Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης προχώρησαν στην από κοινού διατύπωση προτάσεων για την τελική διαμόρφωση σχεδίου νόμου (κλιματικού νόμου), με στόχο τη θωράκιση της χώρας από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Οι παραπάνω οργανώσεις ανακοίνωσαν ότι ένας αποτελεσματικός κλιματικός νόμος πρέπει να έχει ειδικότερα τους ακόλουθους στόχους:
1. Τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 65% έως το 2030 για την συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασία.
2. Την προστασία και την αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας.
3. Την ανάδειξη της κοινωνικής διάστασης του κλιματικού νόμου ώστε οι πολίτες να είναι πρωταγωνιστές της ενεργειακής μετάβασης διασφαλίζοντας τα ατομικά δικαιώματα και δίνοντας έμφαση στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Συμπέρασμα
Τα οφέλη από την προστασία του περιβάλλοντος υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα, τις πληθυσμιακές ομάδες, ακόμα και τις γενιές, και πρέπει να διασφαλίζονται μέσα από συμμετοχικές και δίκαιες διαδικασίες. Η συμμετοχή της Κοινωνίας των Πολιτών στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής διακυβέρνησης έχει διαδραματίσει σημαντικό και πολυδιάστατο ρόλο και αποτελεί το σημαντικότερο υποστηρικτή των περιβαλλοντικών συμφερόντων. Η ενίσχυση των δικαιωμάτων των πολιτών μεταξύ της Κοινωνίας των Πολιτών και των ΜΚΟ αποτελεί την πιο ασφαλή εγγύηση για την άσκηση πίεσης στις κυβερνήσεις και στους Διεθνείς Οργανισμούς, με στόχο την εξελικτική πορεία του συστήματος διακυβέρνησης, ώστε να λαμβάνει εντονότερα υπόψη τις αρχές της περιβαλλοντικής και κοινωνικής δικαιοσύνης. Στο πλαίσιο αυτό, η Κοινωνία των Πολιτών και οι ΜΚΟ διευκολύνουν τις κυβερνήσεις όχι μόνο να κατανοήσουν τα περιβαλλοντικά προβλήματα, αλλά και απαιτούν την ανάληψη δράσης διασφαλίζοντας την προστασία του περιβάλλοντος. Η ενδυνάμωση της παγκόσμιας περιβαλλοντικής διακυβέρνησης για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι πολυσύνθετη και μακροχρόνια διαδικασία, αλλά ιστορικά αναγκαία για το μέλλον του πλανήτη.
Βιβλιογραφία
Δράσεις ενημέρωσης και κατάρτισης για την πρόληψη των δασικών πυρκαγιών στη Ζάκυνθο από την WWF Ελλάς (2020). WWF. Retrieved from here.
Ενοποιημένη Απόδοση της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2012). Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C 326). Retrieved from here.
Η Κοινωνία πολιτών απαιτεί το Ελληνικό σχέδιο ανάκαμψης να προτεραιοποιήσει την δημιουργία μιας πιο πράσινης και δίκαιης κοινωνίας (2021). Greenpeace. Retrieved from here.
Κλιματική αλλαγή: 12 οργανώσεις συμμαχούν για τη διαμόρφωση ενός τολμηρού ν/σ για το περιβάλλον (2021). Naftemporiki. Retrieved from here.
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών που δραστηριοποιούνται στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ΕΕ (2019). FRA – European Union Agency for Fundamental Rights. Retrieved from here.
Σαμιώτης, Γ. & Τσάλτας, Γ. (1990). Διεθνής Προστασία του Περιβάλλοντος (Τόμος 1). Εκδόσεις Παπαζήση.
Σκαλιώνη, Δ. (2021). Πολίτες για το περιβάλλον: Νέο πρόγραμμα για την κοινωνική συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων. ΕΡΤ News. Retrieved from here.
Φερώνας, Α. (2009). Κοινωνία των Πολιτών: Η θεσμική συγκρότηση και ο ρόλος της σε Ευρωπαϊκή Ένωση και Ελλάδα. Το Βήμα των Κοινωνικών Επιστημών, 14(56), 43-69. Retrieved from here.
Φραγκονικολόπουλος, Χ. (2007). Ο Παγκόσμιος Ρόλος των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων. Εκδόσεις Ι. Σιδέρης.
Χατζή, Χ. (2006). Ο Συνήγορος του Πολίτη, το Περιβάλλον και η Κοινωνία των Πολιτών. Νόμος + Φύση. Retrieved from here.
H SAFIA (Student Association For International Affairs) δεν υιοθετεί ως Οργανισμός πολιτικές θέσεις. Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο The SAFIA Blog αποδίδονται αποκλειστικά στους συγγραφείς και δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις απόψεις του Σωματείου, του Διοικητικού Συμβουλίου ή των κατά περίπτωση και καθ’ οιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενων φορέων.