Πηγή εικόνας: Εδώ
Της Μαρίας Πανούχου, μέλους της Ομάδας Μελέτης “Διεθνών Σχέσεων και Εξωτερικής Πολιτικής”
Πρόλογος
Στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ και των Δυτικών Βαλκανίων, που έλαβε χώρα στην Λιουμπλιάνα, πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραμάτισε αναμφίβολα η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, εξαιτίας του ηγετικού ρόλου της Γερμανίας, αλλά και της ίδιας φυσικά, στην ΕΕ. Ωστόσο, παρά την δράση της τα τελευταία 16 χρόνια και την δέσμευση της να τηρήσει για ακόμη μια φορά την υπόσχεση της για την ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, ανέστειλε την καταληκτική ημερομηνία της ένταξης τους για το 2030 (Siebold & Carrel, 2021). Επίσης, λίγο πριν τη λήξη της θητείας της, επισκέφτηκε για μια τελευταία φορά το Βελιγράδι, διαβεβαιώνοντας ότι η πρόοδος που έχει σημειώσει η Σερβία στον διάλογο με το Κόσοβο θα λειτουργήσει θετικά για την ίδια στην διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την είσοδο της στην ευρωπαϊκή κοινότητα. Ωστόσο, για ακόμη μία φορά το άνοιγμα των διαπραγματευτικών κεφαλαίων για την Σερβία ανατέθηκε στο αόριστο μέλλον, με την Άνγκελα Μέρκελ να καθησυχάζει εν τέλει ότι θα επιτευχθεί η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση των Δυτικών Βαλκανίων (Xhambazi, 2021).
Το παρόν ερευνητικό εγχείρημα αποσκοπεί αρχικά σε μία εκτενή ιστορική αναδρομή των σχέσεων Βερολίνου-Βελιγραδίου. Πιο συγκεκριμένα, στην ανάλυση του τρόπου με τον οποίο οι επαφές των δύο χωρών έχουν διαμορφωθεί και εξελιχθεί ως σήμερα, καθώς επίσης των εμποδίων με τα οποία έρχονται αντιμέτωπες. Στην συνέχεια, θα γίνει ιδιαίτερη μνεία στην ευρωπαϊκή πορεία της Σερβίας και τον ρόλο που διαδραματίζει σε αυτήν την διαδρομή η Γερμανία και ειδικότερα η Καγκελάριος Μέρκελ. Τέλος, θα διερευνηθεί η πρόκληση της νέας γερμανικής κυβέρνησης και το κατά πόσο αυτή θα επηρεάσει θετικά την είσοδο της χώρας στην ενωμένη Ευρώπη.
Οι σερβο-γερμανικές σχέσεις: παρελθόν, παρόν και μέλλον (;)
Η αναθέρμανση των σερβο-γερμανικών σχέσεων, οι οποίες χαρακτηρίζονται από έντονες διακυμάνσεις, μπορεί να αναζητηθεί στην περίοδο μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989 και την άρση του γερμανικού εμπάργκο, που είχε καθιερωθεί κατά την διάρκεια του πολέμου εναντίον της Σερβίας. Παρά τις πολλές ιστορικές ομοιότητες που μοιράζονται οι δύο αυτές χώρες και την συνεργασία που ανέπτυξαν από την αρχή σε διάφορους τομείς, δεν έλειπε ο ισχυρός ανταγωνισμός μεταξύ τους, που έλαβε ακόμη και την μορφή πολιτικών συγκρούσεων και πολέμων σε όλη την διάρκεια του 20ου αιώνα. Αναμφίβολα, αυτό είχε ως αποτέλεσμα την καθιέρωση ενός εχθρικού κλίματος στην συλλογική μνήμη των δύο λαών, το οποίο όπως φαίνεται σήμερα έχει καταφέρει να αντισταθμιστεί ως εμπόδιο και να δώσει την θέση του σε ένα κλίμα ευημερίας και συνεργασίας μεταξύ της Γερμανίας και της Σερβίας (Milenović et al., 2016).
Η σημερινή στενή συνεργασία Γερμανίας και Σερβίας καθιστά αναγκαία την επέκταση πέρα από την συμφωνία των δύο χωρών στον τομέα της πολιτικής και του πολιτισμού, στον τομέα της οικονομίας και των επιχειρήσεων. (The Ministry of Foreign Affairs of the Republic of Serbia, n.d.) Η Γερμανία διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στα Δυτικά Βαλκάνια, ασκώντας πολιτική και οικονομική επιρροή κυρίως στην Σερβία, που αποτελεί τον σημαντικότερο πυλώνα της περιοχής, με σκοπό την επίτευξη της περιφερειακής σταθερότητας. Η δευτερεύουσας σημασίας απήχηση της περιοχής των Βαλκανίων για την Γερμανία καταδεικνύεται από το μέχρι σήμερα χαμηλό ποσοστό οικονομικής συνεργασίας των δύο χωρών, με τις σχέσεις Γερμανίας και Σερβίας να έχουν βελτιωθεί δραστικά τα τελευταία χρόνια. Όπως γίνεται αντιληπτό, η Σερβία έχει ανάγκη την στήριξη της Γερμανίας όχι μόνο για την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής της πορείας, αλλά και για την ανάπτυξη του εμπορίου και της οικονομίας, καθώς η τελευταία αποτελεί τον κυριότερο συνεργάτη της. Με άλλα λόγια, η Γερμανία αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο συνεργάτη της Σερβίας αναφορικά με το εμπόριο, τη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά για την εξαγωγή σερβικών προϊόντων, ενώ επίσης διαδραματίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στον τομέα των εισαγωγών και αποτελεί έναν από τους πέντε μεγαλύτερους επενδυτές της. Με αυτόν τον τρόπο, η Γερμανία μπορεί να αποτελέσει ένα παράδειγμα μίμησης για την Σερβία, με τις γνώσεις και την εμπειρία που κατέχει ήδη σε τομείς σχετικούς με την οικονομία, συμβάλλοντας συνεπώς στην βελτίωση των θεσμικών και διαρθρωτικών της αδυναμιών (Milenović et al., 2016).
Πέρα από όσα ήδη αναφέρθηκαν, ένας ακόμη λόγος των στενών δεσμών μεταξύ Γερμανίας- Σερβίας μπορεί να αναζητηθεί στο μεγάλο αριθμό Σέρβων και ανθρώπων σερβικής καταγωγής που διαβιούν μόνιμα στην πρώτη, με το σύνολο τους να ανέρχεται. σύμφωνα με εκτιμήσεις, στους 400.000 με 800.000, ενώ και στην Σερβία υπάρχει η γερμανική μειονότητα. γνωστή ως Σουαβοί του Δούναβη, η οποία αριθμεί 4.064 μέλη. Τον τελευταίο χρόνο, σε συνάρτηση με την τρέχουσα επικαιρότητα, ξεκίνησε η στενότερη στρατηγική συνεργασία τους σε θέματα πράσινης ανάπτυξης, επαγγελματικής εκπαίδευσης, κατάρτισης, ανάπτυξης “πράσινων” θέσεων εργασίας και καλής διακυβέρνησης. Οι κυριότεροι πυλώνες κοινής συνεργασίας της εξωτερικής πολιτικής του Βερολίνου και του Βελιγραδίου μπορούν να θεωρηθούν:
(α) Η διαδικασία ένταξης της Σερβίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία καθιστά απαραίτητη την καλή συνεργασία και την δέσμευση της χώρας στις κοινές αξίες της ΕΕ. Επίσης, σημαντική θεωρείται και η ενδυνάμωση των δημοκρατικών θεσμών, η οικονομική άνθηση και το ειρηνικό κλίμα συνύπαρξης με τις γειτονικές χώρες, ώστε η Σερβία να μην αποτελεί πλέον έναν παράγοντα αποσταθεροποίησης στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και να αποφευχθεί με κάθε τρόπο το ενδεχόμενο μιας νέας σύγκρουσης, μαζί με τις οδυνηρές συνέπειες που αυτή θα επέφερε.
(β) Η πρόκληση της διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης τα τελευταία χρόνια, ως αποτέλεσμα των επιμέρους κρίσεων στις περιοχές της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, η οποία απαιτεί την συνεργασία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατ΄επέκταση της Γερμανίας με τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Αυτό συμβαίνει διότι η Σερβία, όπως και οι υπόλοιπες χώρες, αποτελούν την δίοδο μέσα από την οποία περνούν στο ευρωπαϊκό έδαφος πρόσφυγες, οικονομικοί μετανάστες, αιτούντες άσυλο, ακόμη και εξτρεμιστές. Γι’ αυτό το λόγο, η στενή συνεργασία χωρών των Δυτικών Βαλκανίων με την Γερμανία και την ΕΕ μπορεί να συμβάλλει στην αντιμετώπιση των κρίσεων που αντιμετωπίζει η δεύτερη.
(γ) Η αξιοποίηση των διεθνών δρόμων εμπορίου, όπως ο Κινεζικός Νέος Δρόμος του Μεταξιού, ένα φιλόδοξο σχέδιο που διασχίζοντας μια σειρά χωρών θα ενώνει την Κίνα με την Δυτική Ευρώπη. Αναντίρρητα, η συνεργασία Γερμανίας και Σερβίας για την επίτευξη αυτού του έργου θα προσφέρει σπουδαία οικονομικά οφέλη και για τις δύο και θα τονώσει την εγγύτερη συνεργασία τους (Milenović, et al., 2016, p. 9).
Την τελευταία δεκαετία γίνεται όλο και πιο έντονο το αίτημα της ενσωμάτωσης των Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή οικογένεια, με την συμμαχία Ρωσίας-Σερβίας να θεωρείται από πολλούς τροχοπέδη στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της τελευταίας. Η είσοδος των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ μπορεί να συμβάλλει στην πολιτική, εδαφική και συμβολική ενοποίηση της Ευρώπης, παρά την περιορισμένη έκταση και την οικονομική τους κατάσταση. Συνεπώς, θα προσδώσει στην ΕΕ έναν παγκόσμιο χαρακτήρα ενός παράγοντα που είναι ικανός να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στις τρέχουσες εξελίξεις, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο ένα πρωτοφανές κλίμα ειρήνης και ασφάλειας σε μια περιοχή που μαστιζόταν επί πολλές δεκαετίες από τις συνέπειες των πολεμικών συγκρούσεων. Ωστόσο, η μη ένταξη των υπολοίπων χωρών, την στιγμή που ορισμένες έχουν εδώ και χρόνια καταφέρει να ενταχθούν στην ΕΕ, δίνει την εντύπωση ύπαρξης ενός νοητού ευρωπαϊκού συνόρου που χωρίζει στην μέση τα Δυτικά Βαλκάνια, με αποτέλεσμα το έντονο αίσθημα δυσαρέσκειας (Milenović et al., 2016).
Η ευρωπαϊκή πορεία της Σερβίας ξεκίνησε μετά τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που έλαβαν χώρα το 2000, εκφράζοντας την επιθυμία των πολιτών για καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και τερματισμού της διεθνούς απομόνωσης της χώρας, στην οποία είχε περιέλθει υπό το ομοσπονδιακό γιουγκοσλαβικό μοντέλο. Ως ορόσημο της σερβικής ευρωπαϊκής πορείας μπορεί να θεωρηθεί το 2005, οπότε άρχισαν οι διαπραγματευτικές διαδικασίες με σκοπό την σύναψη της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης, η οποία υπογράφηκε τρία χρόνια αργότερα. Με την Σύνοδο Κορυφής το 2003 στην Θεσσαλονίκη, η ΕΕ είχε δώσει το πράσινο φως για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση των Δυτικών Βαλκανίων και το 2009 η Σερβία υπέβαλε αίτημα ένταξης στην ΕΕ. Ακόμη, το 2012, η Σερβία κατάφερε να λάβει καθεστώς υποψήφιας χώρας και τον Ιανουάριο του 2014 να αρχίσει επισήμως τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Έκτοτε, παραμένει υποψήφια προς ένταξη χώρα (Bieber & Τζιφάκης, 2021).
Η διαδικασία εκδημοκρατισμού των θεσμών της Σερβίας συντελέστηκε με απώτερο σκοπό αφενός την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση της χώρας και αφετέρου την ανάγκη επίλυσης προβλημάτων που είχε κληρονομήσει από το προηγούμενο πολιτικό καθεστώς. Τα κυριότερα από αυτά μπορούν να συνοψιστούν στις σχέσεις της Σερβίας με το Μαυροβούνιο και στο ζήτημα του Κοσόβου, το οποίο εμποδίζει ακόμη και σήμερα την ένταξη της Σερβίας στην ΕΕ και την βελτίωση των γερμανο-σερβικών σχέσεων, οι οποίες καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από την πρόοδο που σημειώνει η Σερβία πάνω σε ζητήματα εξέχουσας σημασίας για την Γερμανία. Αυτό συμβαίνει διότι το ζήτημα του Κοσόβου παραμένει ένα “αγκάθι” στις σχέσεις της χώρας με την ΕΕ, καθώς η επίλυση του εκτός του ευρωπαϊκού πλαισίου ή ακόμη εναντίον των υποδείξεων της θα καταδικάσει το ευρωπαϊκό μέλλον της Σερβίας. Όσον αφορά την επίδραση στις σχέσεις Βερολίνου-Βελιγραδίου, η Σερβία αισθάνεται μια πίεση να αποσυρθεί από τα κυριαρχικά της δικαιώματά στο Κόσοβο, ενώ η Γερμανία, βλέποντας τα γεγονότα από αντίθετη σκοπιά, θεωρεί την εξέλιξη αυτή θετική και σαν μια ευκαιρία να αφήσει η Σερβία πίσω το παρελθόν της, επαναπροσδιορίζοντας τα εθνικά συμφέροντά της και τα μέσα επίτευξης τους, θέτοντάς τα σε μια εντελώς διαφορετική βάση (Milenović et al., 2016).
Ο καταλυτικός ρόλος που διαδραμάτισε η Γερμανίδα Καγκελάριος Μέρκελ στην ευρωπαϊκή πορεία της Σερβίας, και γενικότερα των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, καταδεικνύεται από την πρωτοβουλία της να ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στο Κόσοβο και την Σερβία, διοργανώνοντας τον Αύγουστο του 2014 ένα συνέδριο με εκπροσώπους από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη, αναφορικά με την μελλοντική τύχη των Δυτικών Βαλκανίων και το ενδεχόμενο ανάπτυξής τους. Αναφορικά με την “Διαδικασία του Βερολίνου” (Gelhaus & Dinkel, 2021), όπως ονομάστηκε, κυριαρχούν τρεις θεωρίες που προσπαθούν να εξηγήσουν γιατί οι ευρωπαϊκές χώρες οδηγήθηκαν σε αυτήν, με την πρώτη εξήγηση να αποτελεί ότι με αυτόν τον τρόπο η ΕΕ επιχειρεί να ξεπεράσει την “κόπωση διεύρυνσης” για τα Δυτικά Βαλκάνια, κοινοποιώντας με αυτόν τον τρόπο την δέσμευσή της, αλλά με μια λιγότερο πολιτικοποιημένη λύση. Άλλη οπτική (Kmezić & Bieber, 2015) υποστηρίζει ότι η “Διαδικασία του Βερολίνου” ήταν απότοκος της εκτεταμένης αστάθειας που επικρατούσε στην περιοχή και μια προσπάθεια αντιμετώπισης της αδυναμίας των χωρών αυτών να επιλύσουν ή και ακόμη να συνεργαστούν για παλαιότερα και σύγχρονα ζητήματα. Τέλος, η επιλογή αυτή θεωρείται ως ένας τρόπος ισχυροποίησης της παρουσίας της ΕΕ στην περιοχή, σε μια περίοδο έντονων κρίσεων με τον Ουκρανικό εμφύλιο, την Αραβική Άνοιξη και την άμεση διεκδίκηση των Δυτικών Βαλκανίων από την Τουρκία και την Ρωσία (Hack, 2020). Συνοψίζοντας, σκοπός δεν ήταν άλλος από τη στήριξη των Δυτικών Βαλκανίων στο ευρωπαϊκό μονοπάτι τους μέσα από μηχανισμούς που στοχεύουν στην ενδυνάμωση της συνεργασίας μεταξύ τους και την οικονομική τους ανάπτυξη.
Η επιτυχία της πολιτικής της Μέρκελ μπορεί να συνοψιστεί στο γεγονός ότι κατάφερε να διατηρήσει ζωντανό το ευρωπαϊκό όραμα των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων σε μια περίοδο που διαδεχόμενες κρίσεις ταλάνιζαν τη Δύση, όπως η προσφυγική κρίση του 2015-2016, η έξοδος της Μεγάλης Βρετανίας από την ΕΕ και η νίκη του Donald Trump στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές (Weber, 2021). Η νέα γερμανική κυβέρνηση του “φωτεινού σηματοδότη” καλείται να διατηρήσει την αξιοπιστία που κέρδισε η Πρώην Καγκελάριος Μέρκελ (Xhambazi, 2021), να αδράξει την ευκαιρία που έχει τεθεί και να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στην ΕΕ και τα Δυτικά Βαλκάνια. Την ίδια στιγμή, διπλωματικοί εκπρόσωποι διαβεβαιώνουν ότι δεν θα σημειωθεί καμία απολύτως μεταβολή στην γερμανική εξωτερική πολιτική αναφορικά με τα Βαλκάνια. Η πρόκληση, την οποία καλείται όμως η νέα γερμανική κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς (Nienaber, 2021) να αντιμετωπίσει, έγκειται στο να κατορθώσει να ξεφύγει από την παγίδα στην οποία υπέπεσε η Μέρκελ και το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, όταν επισκιάστηκαν από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (EPP), το οποίο δεν αντέδρασε δυναμικά στην αναβίωση σύγχρονων ανελεύθερων δημοκρατιών, όπως η Σερβία του Προέδρου Aleksandar Vucić. Ακόμη, η Γερμανία πρέπει να πιέσει για περαιτέρω διερεύνηση την Επιτροπή, ύστερα από εκθέσεις σχετικά με τον Oliver Varhelyi και την εύνοια που επιδεικνύει υπέρ της Σερβίας, παρακωλύοντας τους δημοκρατικούς θεσμούς και αφήνοντας την διαδικασία διεύρυνσης της ΕΕ έρμαιο ανάλογων πολιτικών (Engjellushe, 2021).
Επίλογος
Συμπερασματικά, οι διμερείς σχέσεις Γερμανίας- Σερβίας παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια ομολογουμένως μια ανοδική τάση, αλλά δεν έχουν φτάσει ακόμη στο απόγειο των δυνατοτήτων τους, κυρίως στον οικονομικό τομέα του εμπορίου και των επιχειρήσεων. Το μέλλον είναι αυτό που θα δείξει αν η συνεργασία αυτή θα περιοριστεί στα όρια καλά σχεδιασμένων μοτίβων ή αν θα μετεξελιχθεί σε μια πιο ποιοτική σχέση. που θα εκπληρώσει τις φιλοδοξίες και των δύο πλευρών. Η στάση που θα επιδείξει ο Σέρβος Πρόεδρος σε φλέγοντα θέματα εξωτερικής πολιτικής, μέσα στα οποία ανήκει και ο επίσημος διάλογος με την Πρίστινα, είναι αυτή που θα καθορίσει το μέλλον των διπλωματικών και μη σχέσεων της χώρας με το Βερολίνο, την ΕΕ και άλλους διεθνείς οργανισμούς. Γίνεται αντιληπτή η σπουδαία θέση που διαδραμάτισε έως σήμερα η Πρώην Γερμανίδα Καγκελάριος Μέρκελ, η οποία έθεσε στην διάρκεια της θητείας της γερές βάσεις και ενθάρρυνε τις προοπτικές συνεργασίας με την χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, με απώτερο στόχο φυσικά την μελλοντική ένταξη τους στην ευρωπαϊκή κοινότητα. Η νέα γερμανική κυβέρνηση σήμερα χρειάζεται να δώσει στο ζήτημα ενσωμάτωσης των Δυτικών Βαλκανίων μια πρωταρχική θέση στην ατζέντα της, να αντιμετωπίσει την διστακτική στάση των εταίρων της σε θέματα ευρωπαϊκής διεύρυνσης, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Γαλλία και τον Πρόεδρο Μακρόν, και να επενδύσει στην γνήσια συνεργασία μεταξύ τους. Ωστόσο, παρά τις διαβεβαιώσεις και της ίδιας και της νέας γερμανικής κυβέρνησης ότι η προσπάθεια αυτή θα συνεχιστεί με κάθε τρόπο, ο χρόνος θα κρίνει αν αυτή θα στεφθεί με επιτυχία, σε μια περίοδο που η Σερβία μαστίζεται από έντονο κλίμα αναβρασμού, λόγω των μη δημοκρατικών πολιτικών που υιοθετεί ο Aleksandar Vucić, με τους πολίτες να βλέπουν απογοητευμένοι όλο και πιο έντονα το ευρωπαϊκό όραμα να απομακρύνεται.
Βιβλιογραφία
Bieber, F., & Τζιφάκης, Ν. (2021). Τα Δυτικά Βαλκάνια στον Κόσμο: Οι διασυνδέσεις και οι σχέσεις τους με μη δυτικές χώρες. Εκδόσεις Πεδίο.
Diplomats do not expect Germany’s Balkan policy to change after Markel’s departure (2021). European Western Balkans. Retrieved from here.
Engjellushe, M. (2021). Germany’s new government: Promising signs for Western Balkans EU integration. European Council on Foreign Relations. Retrieved from here.
Gelhaus, L., & Dinkel, S. (2021). Geopolitics in Europe’s Neighborhood. DGAP – German Council on Foreign Relations, Memo No. 11. Retrieved from here
The Ministry of Foreign Affairs of the Republic of Serbia. (n.d.). Bilateral Cooperation – Germany. Germany | Ministry of Foreign Affairs. Retrieved February 18, 2022, Retrieved from here.
Germany and Serbia: Bilateral relations (2021). Federal Foreign Office. Retrieved from here.
Hack, J. (2020). The role of the Berlin Process in Promoting Regional Cooperation in the Western Balkans – A path towards EU integration? Utrecht University – Faculty of Humanities.
High level of relations between Serbia and Germany (2021). Republic of Serbia, Ministry of Foreign Affairs. Retrieved from here.
Hullmann: Six WB countries should overcome political blockade of four agreements on regional mobility (2021). European Western Balkans. Retrieved from here
Kmezić, M., & Bieber, F. (2015). Western Balkans and the EU: Beyond the Autopilot Mode. Balkans in Europe Policy Advisory Group. Retrieved from here.
Milenović, N., Nikolić, G., Aranđelović, P., & Jovanović, N. (2016). Serbia and Germany: From Suspicion to Trust. Friedrich Ebert Stiftung.
Nienaber, M. (2021). Scholz takes over as German chancellor, ending Merkel era. Reuters. Retrieved from here.
Siebold, S., & Carrel, P. (2021). EU should not set date for enlargement on Western Balkans, Merkel says. Reuters. Retrieved from here.
Weber, B. (2021). The Future of EU Enlargement Policy in the Western Balkans After Merkel. Democratization Policy Council. Retrieved from here.
Xhambazi, V. (2021). Merkel’s Balkan Farewell More than Just Symbolic. BalkanInsight. Retrieved from here.
H SAFIA (Student Association For International Affairs) δεν υιοθετεί ως Οργανισμός πολιτικές θέσεις. Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο The SAFIA Blog αποδίδονται αποκλειστικά στους συγγραφείς και δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις απόψεις του Σωματείου, του Διοικητικού Συμβουλίου ή των κατά περίπτωση και καθ’ οιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενων φορέων.