Πηγή εικόνας: εδώ [The New Arab]

Της Εύας Πούλη, μέλους της Ομάδας Αρθρογραφίας


Πρόλογος 

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χρειαστούν επίσης κάποια μέρα τη βοήθεια της Ρωσίας για τον περιορισμό της ανερχόμενης Κίνας. Η τρέχουσα πολιτική των ΗΠΑ, ωστόσο, απλώς οδηγεί τη Μόσχα και το Πεκίνο πιο κοντά.” Με αυτά τα λόγια κλείνει ο διεθνούς φήμης πολιτικός επιστημών John Mearsheimer το πρόσφατό του άρθρο, με κύριο άξονα τον πόλεμο στην Ουκρανία και τα αιτία που τον πυροδότησαν. 

Είναι γεγονός ότι το ουκρανικό ζήτημα έχει απασχολήσει τον ακαδημαϊκό διάλογο σε όλες τις πτυχές του, εξέχον όμως ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παρασκηνιακές σχέσεις και δράσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στη Ρωσική Ομοσπονδία και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ). Πράγματι, οι δυναμικές μεταξύ αυτών των δύο κρατών πριν, κατά τη διάρκεια και -σύμφωνα με τον Mearsheimer- μετά τον πόλεμο, φαίνεται ότι θα απασχολήσουν ιδιαίτερα τη διεθνή κοινότητα, αποδεικνύοντας ότι οι εξελίξεις εξ Ανατολάς είναι πολύ βαθύτερες από μια σύρραξη. Παρόλο που η συνεργασία μεταξύ της Αρκούδας και του Πάντα έμοιαζε να ακολουθεί μια σταθερά ανοδική πορεία τις τελευταίες δεκαετίες, η εισβολή της πρώτης στην Ουκρανία τον φετινό Φεβρουάριο μετέβαλε ριζικά τα δεδομένα. Είναι το Ουκρανικό όντως μια αφορμή να στραφεί το Κρεμλίνο αμετάκλητα και οριστικά προς τον ασιατικό της σύμμαχο, ή μήπως η αδυναμία επίτευξης μιας αποφασιστικής νίκης διαβρώνει τα θεμέλια των σινο-ρωσικών σχέσεων;

Χρονολόγιο 

Με σκοπό να διαφωτίσουμε τις δυναμικές και το περιεχόμενο της σχέσης ανάμεσα στη Ρωσία και την Κίνα, και κατ’ επέκταση να αξιολογήσουμε -ως ένα βαθμό- την ανθεκτικότητά της, θα πρέπει να ανατρέξουμε στην ιστορία. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, παρά το κοινό ιδεολογικοπολιτικό τους καθεστώς, η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ) και η ΛΔΚ της ψυχροπολεμικής περιόδου δεν είχαν εκτεταμένες συναναστροφές. Αυτό συνέβαινε για δύο λόγους: πρώτον, διότι αντιλαμβάνονταν διαφορετικά τον κομμουνισμό, “κατηγορώντας η μια την άλλη ότι προδίδει τον μαρξισμό”. Επιπλέον, οι διαφορές τους αρθρώνονταν σε γεωπολιτικούς όρους. Με άλλα λόγια, η ανάγκη τους για ιδεολογική υπεροχή όξυνε το σινο-σοβιετικό χάσμα, καθώς οι δύο αντίπαλοι αναζητούσαν στρατηγικούς εταίρους, σε μια προσπάθεια να εγκαθιδρύσουν σφαίρες επιρροής. Οι τεταμένες αυτές σχέσεις κλιμακώθηκαν με τον πόλεμο των συνόρων την άνοιξη του 1969, χωρίς όμως να καταλήξουν σε πυρηνική σύγκρουση. 

Τα δύο κομμουνιστικά καθεστώτα παρέμειναν για αρκετές δεκαετίες βυθισμένα στην εσωστρέφεια τους, ώσπου το 1989, ο τότε Πρόεδρος της ΕΣΣΔ Γκορμπατσόφ έκανε την πρώτη προσπάθεια εξομάλυνσης των διαφορών τους, επισκεπτόμενος την κινεζική πρωτεύουσα. Στην πραγματικότητα, η αλλαγή  πλεύσης στην εξωτερική πολιτική των δύο χωρών προωθήθηκε λόγω της κοινής τους ανησυχίας για την αμερικανική πρωτοκαθεδρία στο διεθνές στερέωμα, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια ιδιόμορφη φιλία. Έτσι, το 1996 η Ρωσία συμμετείχε στην “Ομάδα της Σαγκάης”, μια πρωτοβουλία από την πλευρά της Κίνας με σκοπό τη διευθέτηση των συνοριακών διαφορών μεταξύ των έξι μελών της. Η νέα χιλιετία χαιρέτησε ένα ακόμα γεγονός-ορόσημο: τη “Συνθήκη Καλής Γειτονίας, Φιλίας και Συνεργασίας”, η οποία τέθηκε σε εφαρμογή το Μάρτιο του 2002, επιτρέποντας την εμβάθυνση των διμερών σχέσεων μεταξύ Πεκίνου και Μόσχας.

Συμφέροντα 

Τα κίνητρα πίσω από τη σινο-ρωσική συνεργασία αφορούν κατα κύριο λόγο ζητήματα ανακατανομής της ισχύος. Αναλυτικότερα, τα δυο κράτη επιδιώκουν την αποκαθήλωση των ΗΠΑ από τον θρόνο τους στη διεθνή σκηνή, διεκδικώντας εκάστη το ρόλο της υπερδύναμης σε ένα πολυπολικό παγκόσμιο σύστημα. Για τους παραπάνω λόγους προσφέρουν η μια στην άλλη ποιοτική και ποσοτική εξισορρόπηση, προκειμένου να αναμετρηθούν τον Αμερικανικό Αετό επί ίσοις όροις. Προς αυτή την κατεύθυνση έχουν αναπτυχθεί στο βάθους χρόνου ποικίλες πρωτοβουλίες, συμφωνίες, δράσεις και ενέργειες, κυρίως στον αμυντικό, οικονομικό και ενεργειακό τομέα. 

Είναι γνωστή η στενή συνεργασία των δύο χωρών στον στρατιωτικό τομέα, με την Κίνα να αποτελεί το μεγαλύτερο αγοραστή ρωσικών οπλικών συστημάτων. Για παράδειγμα, το 2004 υπεγράφησαν συμφωνίες για την αγορά ρωσικού στρατιωτικού εξοπλισμού, ύψους 2 δις δολαρίων. Στο σημείο αυτό να επισημάνουμε ότι η στρατιωτική ικανότητα του Πεκίνου θεωρείται ότι υστερεί σημαντικά σε σχέση με την Ουάσιγκτον, καθιστώντας επιτακτική την αναβάθμιση του κινεζικού οπλοστασίου. Επιπλέον, σε ρητορικό επίπεδο, τα δυο κράτη διατηρούν ένα κλίμα ευνοϊκής ουδετερότητας αναφορικά με τις εδαφικές τους διεκδικήσεις, όπως είναι το ζήτημα στη Νότια Κινεζική Θάλασσα ή στην Ουκρανία, το οποίο θα εξεταστεί αναλυτικότερα παρακάτω. 

Στον οικονομικό κλάδο, κοινός στόχος Ρωσίας και Κίνας είναι η αύξηση του όγκου των διμερών συναλλαγών τους. Η εντατικοποίηση του εμπορίου εξυπηρετεί ιδιαίτερα το Πεκίνο ως εξαγωγική δύναμη, ενώ συγχρόνως εξασφαλίζει στη Μόσχα ξένες επενδύσεις για την αναθέρμανση της οικονομίας της. Διάφορες συμφωνίες έχουν υπογραφεί με σκοπό την εξυπηρέτηση των αμοιβαίων οικονομικών τους συμφερόντων, όπως η «Κοινή Δήλωση για τη Συνεργασία για την οικοδόμηση της Κοινής Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης και των έργων του Δρόμου του Μεταξιού», το 2015. Κατ’ αυτό τον τρόπο, τέθηκαν τα θεμέλια για τη δημιουργία μιας ζώνης ελεύθερων συναλλαγών αλλά και της κατασκευής δρόμων (διευρασιατική εθνική οδός), ικανών να μειώσουν τα μεταφορικά έξοδα, προωθώντας την ανάπτυξη του διμερούς εμπορίου και την ανταγωνιστικότητα. Βέβαια, είναι εμφανής η ασυμμετρία της σινο-ρωσικής σχέσης σε αυτό τον τομέα, αν αναλογιστεί κανείς το μέγεθος της οικονομίας της Κίνας σε αντίθεση με αυτού της Ρωσίας. Παρόλα αυτά, το Κρεμλίνο αναγνωρίζει ότι η κινεζική οικονομική αρωγή είναι απαραίτητη στον αγώνα της έναντι των ΗΠΑ. 

Το τρίπτυχο των τομέων συνεργασίας συμπληρώνει η ενέργεια. Μετά την Ευρωπαϊκή Ένωση, η ΛΔΚ αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο εισαγωγέα ρωσικού πετρελαίου. Η ρωσική ενεργειακή αρτηρία εξαλείφει το ζήτημα της ενεργειακής ανασφάλειας της Κίνας, ειδικά έπειτα από την υπογραφή της συμφωνίας για τον αγωγό «Power of Siberia», το Μάιο του 2014. Πιο συγκεκριμένα, η συμφωνία πραγματοποιήθηκε ανάμεσα στη ρωσική εταιρεία GAZPROM και την κινεζική CNPC, συνδέοντας τα πλούσια κοιτάσματα της Σιβηρίας με τις κινεζικές αγορές ενέργειας. Η χρονική συγκυρία υπογραφής του δεν είναι τυχαία, αφού έλαβε χώρα κατά την διάρκεια της προσάρτησης της Κριμαίας από τη Ρωσία, διαφωτίζοντας το πολιτικό της υπόβαθρο. Η ενεργειακή αυτή συμφωνία αφενός εξυπηρετεί τις στρατιωτικές και οικονομικές ανάγκες του Πεκίνου και αφετέρου διασφαλίζει την οικονομική επιβίωση της Μόσχας. 

Το Ουκρανικό 

Η παράλληλη διεύρυνση και εμβάθυνση της σινο-ρωσικής συνεργασίας φαίνεται να μεταβλήθηκε ριζικά έπειτα από την πρόσφατη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Ανεξαρτήτως εάν ο Κινέζος Πρόεδρος Xi Jinping γνώριζε τις προθέσεις του Ρώσου ομολόγου του ή όχι, είναι αναντίρρητο ότι η μέχρι τώρα έκβαση του πολέμου έχει φέρει τον πρώτο σε αρκετά δυσχερή θέση. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, στα αμφότερα ζητήματα εδαφικών διεκδικήσεων τα δυο κράτη διατηρούσαν μέχρι τώρα μια στάση ευνοϊκής ουδετερότητας. Η ρητορική αυτή παρέμεινε αμετάβλητη και μετά το ξέσπασμα του πολέμου, αφού η Κίνα απείχε από το ψήφισμα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την καταδίκη της εισβολής. Επιπρόσθετα, σε εσωτερικό επίπεδο έγινε γνωστή η προπαγάνδα των εγχώριων μέσων ενημέρωσης όσον αφορά την κάλυψη των γεγονότων, πράγμα που πυροδότησε τις αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας. 

Εδώ, συνεπώς, βρίσκεται το κλειδί για την αποκρυπτογράφηση της κινεζικής πολιτικής στάσης: η Κίνα φαίνεται να υποστηρίζει την Ρωσία, στο βαθμό που αυτή δεν επηρεάζει την ίδια. Τα οικονομικά συμφέροντα που διακυβεύονται, σε περίπτωση που το Πεκίνο συνδεθεί με το Ουκρανικό και υποστεί κυρώσεις, είναι υπερβολικά κρίσιμα για να μετουσιωθεί η ρητορική σε πράξη. Άλλωστε, οι εξαγωγές της Κίνας στη Δύση ξεπερνούν σε όγκο και αξία αυτές της Ρωσίας, φανερώνοντας τα τρωτά σημεία της μέχρι τώρα -ασύμμετρης- οικονομικής τους συνεργασίας. Επομένως, βάσει ανάλυσης κόστους-οφέλους, ο Πούτιν δεν είναι λογικό να αναμένει οποιουδήποτε είδους στρατιωτικής συνδρομής από τον Κινέζο ομόλογό του, αφού κάτι τέτοιο θα στιγμάτιζε την Κίνα ανεπανόρθωτα στα μάτια της διεθνούς κοινότητας. Μάλιστα, δεν προκαλεί εντύπωση η δειλή και σταδιακή άρνηση ορισμένων κινεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων να υποστηρίξουν την αγορά ρωσικών προϊόντων, αν και γενικά δεν έχει λάβει μέρος στις διεθνείς κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στο Κρεμλίνο. 

Άλλωστε, η Κίνα δεν θα θελήσει να αναλάβει το ρόλο και το συνεπαγόμενο κόστος του διασώστη της Ρωσίας, σε περίπτωση που το στρατιωτικό της εγχείρημα αποβεί μοιραίο. Ωστόσο, οποιαδήποτε ριζική αλλαγή στην κινεζική εξωτερική πολιτική σχετικά με το ρωσο-ουκρανικό, ενδεχομένως να ενισχύσει τις ήδη υπάρχουσες εσωτερικές εντάσεις και αμφισβητήσεις της αποτελεσματικότητας του καθεστώτος, υπονομεύοντας την εξουσία του Xi. 

Συμπεράσματα 

Καταλήγοντας, οικονομικά, πολιτικά και εσωτερικά ζητήματα διακυβεύονται με το Ουκρανικό, αποδεικνύοντας ότι οι ισορροπίες είναι ιδιαίτερα λεπτές. Εξετάζοντας την πλευρά της Μόσχας, το Πεκίνο συνιστά την κυριότερη σανίδα σωτηρίας, με το Ουκρανικό και συνεπακόλουθα τις κυρώσεις να την εξωθούν -πράγματι- όλο και πιο κοντά στην αγκαλιά του Κινεζικού Πάντα. Μπορεί, ωστόσο, η Κίνα να συντηρεί, έστω και παρασκηνιακά, επ’ αόριστο τη Ρωσία, όταν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοι τους είναι πιο ενωμένοι από ποτέ; Σε ποιο σημείο του εκκρεμούς θα βρει το Πεκίνο την ιδανική ισορροπία και για πόσο ακόμη θα ταλαντεύεται αβέβαια ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή; Εάν η διεθνής κοινότητα καλέσει την Κίνα να λάβει μια ξεκάθαρη θέση, θα πρέπει να εξετάσει προσεκτικά πού εξυπηρετούνται καλύτερα τα συμφέροντά της, και η απομονωμένη πολιτικά και εξασθενημένη οικονομικά Ρωσία δεν μοιάζει με ιδανική λύση. Μήπως εν τέλει το Ουκρανικό εξωθεί το Πάντα στην αγκαλιά του Αετού; 


Πηγές 

Κάτσικας, Δ. Χ. & Φασιανός, Α. (2021). In focus – Έξοδος από την πανδημία και πληθωρισμός. Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής – ΕΛΙΑΜΕΠ. Retrieved from here.

Νυφλής, Ε. (2016). Οι σχέσεις Κίνας και Ρωσίας: Ανάλυση πολιτικών και στρατηγικών [Διπλωματική εργασία]. Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Retrieved from here.

Περιορίζει η Κίνα τις εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία (2022). Τα Νέα. Retrieved from here.

Χαροκόπος, Κ. (2022). Πώς εξελίσσονται οι οικονομικές σχέσεις Κίνας – Ρωσίας. liberal.gr. Retrieved from here.

Bastian, J. (2019). The Embrace between a Russian Bear and the Panda Bear an Emerging Sino-Russian Axis, Working Paper No. 108/2019. Hellenic Foundation for European and Foreign Policy – ΕΛΙΑΜΕΠ. Retrieved from here.

Bekkevold, J. I. & Lo, B. (Eds.) (2018). Sino-Russian Relations in the 21st Century. Palgrave Macmillan. Retrieved from here.

Denisov, I. (2022). “No Limits”? Understanding China’s Engagement with Russia on Ukraine. The Diplomat. Retrieved from here.

How Has The Ukraine War Affected Sino-Russian Relations? (2022). IndraStra. Retrieved from here.

Kaczmarski, M. (2022). The War in Ukraine and the Future of Russia-China Relations. NATO Defense College. Retrieved from here

Mearsheimer, J. J. (2014). Why the Ukraine Crisis Is the West’s Fault: The Liberal Delusions That Provoked Putin. Foreign Affairs, 93(5), 77-89. Retrieved from here.

Sharifli, Y. (2022). ANALYSIS – Russia-Ukraine War: Opportunity or Threat for China? AA. Retrieved from here.


logo_transparent

H SAFIA (Student Association For International Affairs) δεν υιοθετεί ως Οργανισμός πολιτικές θέσεις. Οι απόψεις που δημοσιεύονται στο The SAFIA Blog αποδίδονται αποκλειστικά στους συγγραφείς και δεν αντιπροσωπεύουν απαραίτητα τις απόψεις του Σωματείου, του Διοικητικού Συμβουλίου ή των κατά περίπτωση και καθ’ οιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενων φορέων.