Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια για την νομική φύση της αποστολής του οπλισμού; Θεωρείται ανθρωπιστική ή στρατιωτική παρέμβαση; Πόσο διακριτά είναι τα όρια μεταξύ των;
Εισαγωγικά πρέπει να συγκρατήσουμε ότι υπό το καθεστώς συλλογικής ασφάλειας και απαγόρευσης του πολέμου, όπως ορίζονται στο Χ/ΟΗΕ και στο Σύμφωνο Briand/Kellog, τα λοιπά κράτη δεν βρίσκονται σε κατάσταση ουδετερότητας έναντι του εισβολέως, όπως πρόβλεπε το κλασικό Διεθνές Δίκαιο, αλλά σε κατάσταση «μη συμμετοχής στις εχθροπραξίες» (“non belligerency”). Αυτό σημαίνει ότι τρίτα κράτη μπορούν κατ’ αρχήν να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους έναντι του θύματος (του αμυνομένου) και να του παράσχουν στρατιωτική ή/και ανθρωπιστική βοήθεια, χωρίς να θεωρείται ότι συμμετέχουν στις εχθροπραξίες.
Ανθρωπιστική βοήθεια είναι κάθε τι που μπορεί να απαλύνει τον ανθρώπινο πόνο, να συμβάλει στην διατήρηση της ζωής και στη θεραπεία ασθενών και τραυματιών: πχ αποστολή ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, επισιτιστικής και νοσηλευτικής αρωγής, ρουχισμού, εκπαιδευτικού υλικού κτλ. Στρατιωτική βοήθεια είναι κάθε τι που συμβάλλει στη συνέχιση των εχθροπραξιών και στην εξουδετέρωση του αντιπάλου: πχ στρατιωτικό προσωπικό, τουφέκια, πυροβόλα, βλήματα, εκτοξευτές πυραύλων, αεροσκάφη, νάρκες, αντιαρματικές και αντιαεροπορικές συσκευές κτλ. Το ερώτημα που μας απασχολεί, είναι, πότε περνάμε από το καθεστώς μη συμμετοχής στο καθεστώς συμμετοχής στις εχθροπραξίες και πότε η στρατιωτική βοηθεια καθίσταται νόμιμος στρατιωτικός στόχος. Ο Πρόεδρος Πούτιν υποστήριξε ότι οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις δικαιούνται να πλήξουν στρατιωτικό υλικό που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί εναντίον τους. Πού, όμως, μπορεί να το κάνει: όταν το υλικό είναι αποθηκευμένο σε τρίτη χώρα (ενδεχομένως μέλος του ΝΑΤΟ), κατά τη μεταφορά, ή κατά τη χρήση;
Η Επιστημονική Υπηρεσία του Γερμανικού Κοινοβουλίου που ασχολήθηκε με το ζήτημα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η διάθεση καθ’ εαυτή του στρατιωτικού υλικού δεν συνιστά συμμετοχή στις εχθροπραξίες ούτε το καθιστά νόμιμο στόχο. Είναι δηλαδή μια απλή συναλλαγή μεταξύ τρίτου και αμυνομένου κράτους. Όσο δηλαδή το στρατιωτικό υλικό βρίσκεται μέσα στο έδαφος του τρίτου κράτους, δεν θεωρείται ως νόμιμος στρατιωτικός στόχος.
Όσο περισσότερο, όμως, το τρίτο κράτος εμπλέκεται στην εξυπηρέτηση των στρατιωτικών στόχων ενός των μελών της ένοπλης σύρραξης (εν προκειμένω της Ουκρανίας), τόσο πλησιάζει προς το καθεστώς του εμπολέμου. Η συγκρότηση «περιοχής απαγόρευσης πτήσεων» (“no fly zone”), η παροχή εκπαίδευσης στο στρατιωτικό προσωπικό της Ουκρανίας στο χειρισμό οπλικών συστημάτων ή αεροσκαφών, η μεταφορά οπλισμού από το έδαφος της τρίτης χώρας στο έδαφος της Ουκρανίας, όλα αυτά θα μπορούσαν να χαρακτηριστούνως «συμμετοχή στις στρατιωτικές επιχειρήσεις» που δικαιολογούν αντίδραση εκ μέρους της Ρωσίας.
Τα ερωτήματα πολλαπλσιάζονται: Τι θα γίνει με το στρατιωτικό υλικό που είναι αποθηκευμένο στην Πολωνία και προορίζεται για την Ουκρανία; Τι θα γίνει με τη μεταφορά στρατιωτικού υλικού από τρίτη χώρα προς την Ουκρανία. Για να έρθουμε πιο κοντά στα δικά μας, τι θα γίνει με το στρατιωτικό υλικό που μεταφέρεται από την Ελλάδα στην Ουκρανία; Αν μεταφέρεται από Ουκρανούς στρατιώτες σε ουκρανικά οχήματα, το πράγμα είναι απλό. Τι θα συμβεί, όμως, αν η μεταφορά γίνει από Έλληνες σε ελληνικά οχήματα;
η συμπεριφορά του μπορεί να χαρακτηριστεί ως Δηλαδή οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις δεν μπορούν να βομβαρδίσουν τις αποθήκες όπου αυτό βρίσκεται. Εάν δηλαδή αποσταλεί οπλισμός ή αποσταλούν μη τακτικές δυνάμεις, όπως έγινε για παράδειγμα στην Nicaragua, στο έδαφος μιας άλλης χώρας για να πολεμήσουν μια άλλη κυβέρνηση, αυτό βεβαίως είναι χρήση βίας, δεν δημιουργεί ωστόσο ένοπλη σύρραξη. Το περαιτέρω ερώτημα είναι το εξής: εάν αυτή την στιγμή δώσουμε όπλα, συμμετέχουμε στις εχθροπραξίες; Πρόκειται για μη φιλική πράξη, αυτό είναι σαφές. Από την στιγμή που παρέχεται βοήθεια στον εχθρό, αυτό είναι μη φιλική πράξη αλλά δεν πρόκειται για ένοπλη σύγκρουση. Ένα βήμα παραπέρα: τι γίνεται με το υλικό καθαυτό; Η Ελλάδα δεν γίνεται μέρος της σύγκρουσης αλλά βεβαίως το υλικό απευθύνεται κατά εμού. Παράδειγμα, τα αεροπλάνα που θα δώσει η Πολωνία στην Ουκρανία. Από την στιγμή που αυτά τα αεροπλάνα θα περάσουν τα σύνορα της Πολωνίας, γίνονται κομμάτι των ενόπλων δυνάμεων της Ουκρανίας και θα χτυπηθούν, ως μέρος της ένοπλης σύγκρουσης. Τι θα γίνει όμως εάν αυτά τα αεροπλάνα βρίσκονται σε ένα αεροδρόμιο στην Πολωνία;Τι θα γίνει όμως εάν αυτά τα αεροπλάνα βρίσκονται σε ένα αεροδρόμιο στην Πολωνία; Τι γίνεται εάν λόγου χάρη τα 20.000 καλάσνικοφ που έστειλε η Ελλάδα, βρίσκονται σε ένα χώρο για να φορτωθούν, σε κάποιο τραίνο ή αεροπλάνο καθοδόν για την Ουκρανία; Γίνεται να χτυπηθούν μέσα στο έδαφος μας; Μπορεί να γίνει αυτό, με οποιονδήποτε τρόπο; Εάν χτυπήσει τα αεροπλάνα αυτά, χωρίς βέβαια να χτυπάει τον πληθυσμό, έχουμε παράνομη πράξη; Εάν θεωρήσουμε αυτά ως ουκρανικό υλικό, τότε δεν πρόκειται για παράνομη πράξη γιατί είναι μέσα στο πλαίσιο των εχθροπραξιών. Εάν δηλαδή, στο αεροπλάνο έχει αλλάξει η σημαία και αντί της ελληνικής υπάρχει η ουκρανική και θα το πάρει ο ουκρανός πιλότο, τότε είναι στο πλαίσιο της εχθροπραξίας. Το πρόβλημα θα ήταν να χτυπηθεί πριν γίνει η αλλαγή. Εξ όσων γνωρίζουμε τέτοιο προηγούμενο δεν υπάρχει, ώστε να γνωρίζουμε εάν μπορεί να χτυπηθεί. Η λογική φυσικά δείχνει ότι μπορεί να χτυπηθεί. Το ερώτημα είναι εάν είναι κομμάτι των εχθροπραξιών, καθώς αυτές μπορούν να γίνουν και στο έδαφος τρίτης χώρhost postum, η επιχείρηση διεξάγεται και στο έδαφος της τρίτης χώρας, χωρίς όμως όλα αυτά να είναι ξεκαθαρισμένα στο Διεθνές Δίκαιο.
η συμπεριφορά του μπορεί να χαρακτηριστεί ως Δηλαδή οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις δεν μπορούν να βομβαρδίσουν τις αποθήκες όπου αυτό βρίσκεται. Εάν δηλαδή αποσταλεί οπλισμός ή αποσταλούν μη τακτικές δυνάμεις, όπως έγινε για παράδειγμα στην Nicaragua, στο έδαφος μιας άλλης χώρας για να πολεμήσουν μια άλλη κυβέρνηση, αυτό βεβαίως είναι χρήση βίας, δεν δημιουργεί ωστόσο ένοπλη σύρραξη. Το περαιτέρω ερώτημα είναι το εξής: εάν αυτή την στιγμή δώσουμε όπλα, συμμετέχουμε στις εχθροπραξίες; Πρόκειται για μη φιλική πράξη, αυτό είναι σαφές. Από την στιγμή που παρέχεται βοήθεια στον εχθρό, αυτό είναι μη φιλική πράξη αλλά δεν πρόκειται για ένοπλη σύγκρουση. Ένα βήμα παραπέρα: τι γίνεται με το υλικό καθαυτό; Η Ελλάδα δεν γίνεται μέρος της σύγκρουσης αλλά βεβαίως το υλικό απευθύνεται κατά εμού. Παράδειγμα, τα αεροπλάνα που θα δώσει η Πολωνία στην Ουκρανία. Από την στιγμή που αυτά τα αεροπλάνα θα περάσουν τα σύνορα της
Γιατί δεν έχουν ξεκαθαριστεί αυτά ακόμα στο Διεθνές Δίκαιο;
Επειδή βρισκόμαστε σε μια γκρίζα ζώνη. Η ένοπλη σύγκρουση είναι μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας και τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ δεν θέλουν να εμπλακούν λόγω του κινδύνου πυρηνικής κλιμάκωσης. Από την άλλη πλευρά, για πολιτικούς και νομικούς λόγους, τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ θέλουν να βοηθήσουν την Ουκρανία. Το ζήτημα είναι, πόσο μπορουν να προχωρήσουν προς αυτή την κατεύθυνση, χωρίς να προκαλέσουν ανταποδοτικό κρύπημα από την πλευρά της Ρωσίας.
Ποιο είναι το παρόν καθεστώς των Στενών του Βοσπόρου; Τι ισχύει τώρα;
Το καθεστώς των Στενών διέπεται από τη Συνθήκη του Montreux της 20ης Ιουλίου 1936. Η Συνθήκη αυτή προβλέπει ότι, σε περίπτωση πολέμου, στον οποίο δεν συμμετέχει η Τουρκία, επιτρέπεται η ελεύθερη διέλευση εμπορικών και πολεμικών πλοίων μέσω των Στενών, απαγορεύεται, όμως, η διέλευση πλοίων των εμπολέμων δυνάμεων (άρθρο 19, παρ. 2), εκτός αν αυτά επιστρέφουν στη βάση τους (άρθρο 19, παρ. 4).
Στην περίπτωση του πολέμου Ουκρανίας-Ρωσίας η Τουρκία έθεσε αρχικά το ερώτημα, αν η «ειδική στρατιωτική επιχείριση» συνιστά πόλεμο. Με τον τρόπο αυτό έδωσε άνεση χρόνου στη Ρωσία. Όταν «επείσθη» ότι πρόκειται περί πολέμου, επέτρεψε σε ρωσικά πλοία του στόλου της Μεσογείου να διέλθουν μέσω των Στενών και να επιστρέψουν στη βάση τους στη Σεβαστούπολη (Κριμαία).
Υποστηρίχτηκε ότι η Τουρκία δεν θα έπρεπε να επιτρέψει τη διέλευση των ρωσικών πλοίων, επειδή η Σεβαστούπολη δεν αποτελεί τη νόμιμη βάση τους, δεδομένου ότι η Κριμαία έχει ενσωματωθεί στη Ρωσία με τη βία και συνεπώς δεν πρέπει να αναγνωρίζεται ως ρωσικό έδαφος. Το επιχείρημα μου φαίνεται υπερβολικό.
Όσον αφορά στο ισχύον καθεστώς, παρατίθεται και το κάτωθι άρθρο:
Article 19. In time of war, Turkey not being belligerent, warships shall enjoy complete freedom of transit and navigation through the Straits under the same conditions as those laid down in Articles io to i8 Vessels of war belonging to belligerent Powers shall not, however, pass through the Straits except in cases arising out of the application of Article 25 of the present Convention, and in cases of assistance rendered to a State victim of aggression in virtue of a treaty of mutual assistance binding Turkey, concluded within the framework of the Covenant of the League of Nations, and registered and published in accordance with the provisions of Article 18 of the Covenant.
Τι γνώμη έχετε για την αλλαγή του βέτο; Θα μπορούσατε να μας πείτε λίγα λόγια για την Σύγκληση επείγουσας συνόδου του ΟΗΕ για την Ουκρανία;
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ (ΣΑ/ΟΗΕ) αποφασίζει με πλειοψηφία 2/3 των μελών του, στην οποία πρέπει να συμπεριλαμβάνονται και οι ψήφοι των 5 μονίμων μελών (δικαίωμα veto). Για να αποφευχθεί η παράλυση του ΟΗΕ σε θέματα που αφορούν την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια λόγω της προβολής veto εκ μέρους ενός μονίμου μέλους, τα υπόλοιπα μέλη του ΣΑ/ΟΗΕ μπορούν να παραπέμψουν ένα ζήτημα στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ (ΓΣ/ΟΗΕ), η οποία μπορεί να υποβάλει συστάσεις περί των ενδεικνυομένων μέτρων (Ψήφισμα 377 (V) «Ενωμένοι για την Ειρήνη» (1950) – “Uniting For Peace Resolution”). Σε εφαρμογή αυτού του έκτακτου διαδικαστικού μέσου, τα τρία δυτικά μέλη του ΣΑ/ΟΗΕ (ΗΠΑ, ΗΒ, Γαλλία) παρέπεμψαν τη συζήτηση του Ουκρανικού στη ΓΣ/ΟΗΕ, η οποία με το Ψήφισμα ES-11/1 (ενδεκάτη Ειδική Σύνοδος) έξέφρασε τη λύπη της για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, απαίτησε την αποχώρηση των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων από το έδαφος της Ουκρανίας και την άρση της αναγνώρισης των αποσχιστικών περιοχών Donetsk και Luhansk. Η σημασία της απόφασης αυτής έγκειται στην καταδίκη της ρωσικής εισβολής που ανοίγει το δρόμο σε άλλα κράτη, σε εφαρμογή του συστήματος συλλογικής ασφάλειας του Χ/ΟΗΕ, να χορηγήσουν βοήθεια στην Ουκρανία, χωρίς να θεωρούνται ότι συμμετέχουν στις εχθροπραξίες (Ήδη όμως από το 1950, έγινε δεκτό ότι εάν το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν μπορεί να δράσει, γιατί μπλοκάρεται από ένα η περισσότερα μόνιμα μέλη, τότε μπορεί με διαδικαστική απόφαση να παραπέμψει το ζήτημα στην Γενική Συνέλευση, η οποία μπορεί να λάβει τα δικά της μέτρα. Εδώ δημιουργείται ένα ζήτημα. Με την παραπομπή από το ΣΑ υποκαθίσταται η Γενική Συνέλευση στην αρμοδιότητά του ΣΑ; Αυτοκαταργείται το ΣΑ; Μπορεί η ΓΣ να πρόβιε σε συστάσεις στα κράτη για την λήψη ορισμένων μέτρων, τα οποία όμως δεν θα φτάνουν έως την λήψη μέτρων ενόπλου βίας. Μπορεί να έχουμε λοιπόν Peace Keeping Operation, να διατάζει δηλαδή ειρηνευτικές δυνάμεις να πάνε σε κάποια περιοχή, να μην συνεχιστούν οι εχθροπραξίες, δεν μπορεί όμως να στείλει συναφή να το επιβάλει. )
Εδώ και αρκετά χρόνια συζητείται η τροποποίηση του συστήματος λήψεως των αποφάσεων στο ΣΑ/ΟΗΕ με έμφαση στο veto. Η κατάργησή του δεν έχει σοβαρές προοπτικές αποδοχής. Το ζητούμενο είναι να υπάρξει ένα σύστημα που να αντικατοπτρίζει τη σημερινή πραγματικότητα στις διεθνείς σχέσεις και όχι αυτή που ίσχυε μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Έχει προταθεί η αύξηση των μονίμων μελών (πχ είσοδος Γερμανίας, Ινδίας, Βραζιλίας, Ν. Αφρικής, Ιαπωνίας κτλ), έστω και χωρίς δικαίωμα veto. Έχει ακόμη προταθεί η αντικατάσταση της Γαλλίας και του Ηνωμένου βασιλείου από την ΕΕ, αλλά μετά το BREXIT η πρόταση αυτή έχασε την (όποια) σημασία της. Οι διαφωνίες, όμως, εξακολουθούν να είναι μεγάλες και δεν προβλεπεται λύση στο προβλεπτό μέλλον.
Ένα άλλο ζήτημα που ήλθε προς συζήτηση με αφορμή την ουκρανική κρίση, είναι η αναστολή του veto για κράτη, όπως η Ρωσία, που παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο ή κάνουν καταχρηστική άσκηση του veto. Η συζήτηση αυτή βεβαίως δεν έχει έρεισμα στο Χ/ΟΗΕ, ούτε προοπτικές να οδηγήσει σε κάποιο αποτέλεσμα.
Παρατίθεται επίσης:
United Nations General Assembly Resolution ES is a resolution of the eleventh emergency special session of the United Nations General Assembly, adopted on 2 March 2022. It deplored Russia’s invasion of Ukraine and demanded a full withdrawal of Russian forces and a reversal of its decision to recognise the self-declared People’s Republics of Donetsk and Luhansk. The paragraph 10 of the United Nations General Assembly Resolution of 2 March 2022 confirmed the involvement of Belarus in unlawful use of force against Ukraine.[1] The resolution was sponsored by 96 countries, and passed with 141 voting in favour, 5 against, and 35 abstentions.[2]
Πιστεύετε ότι υπάρχει κάποια συσχέτιση της αμερικάνικης επέμβασης στην Γιουγκοσλαβία με την σημερινή εισβολή; Μπορείτε να μας πείτε ομοιότητες και διαφορές;
Το θέμα είναι τεραστιο. Ας δούμε, και πάλι, ποιό είναι το πρόβλημα: Το Διεθνές Δίκαιο επιτρέπει τη χρήση βίας μόνο στην περίπτωση της άμυνας. Εξουσιοδοτεί ακόμη το ΣΑ/ΟΗΕ «να αναλάβη από αέρος, θαλάσσης ή δια στρατιωτικών δυνάμεων της ξηράς την δράσιν, ήτις θα είναι αναγκαία όπως διατηρηθή ή αποκατασταθή η διεθνής ειρήνη και ασφάλεια» (άρθρο 42 Χ/ΟΗΕ). Με τη διάλυση της Γιουγκοσλαυίας το 1991 ξέσπασε σύγκρουση μεταξύ μελών της πρώην γιουγκοσλαυικής ομοσπονδίας με στόχο την αναδιανομή εδαφών. Η σύγκρουση είχε πολλά θύματα και στην περίπτωση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης έγινε λόγος για γενοκτονία. Διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερων και έξωθεν μεσολάβηση δεν βοήθησαν στην περάτωση των εχθροπραξιών, ενώ το ΣΑ/ΟΗΕ αδυνατούσε να αποφασίσει λόγω του ρωσικού veto. Μπροστά σ’αυτό το πολιτικό αδιέξοδο και το «νομικό κενό» ορισμένοι αμερικανοί νομικοί έκαναν «βουτιά» στην ιστορία του Διεθνούς Δικαίου και υπενθύμισαν ότι στο Διεθνές Δίκαιο πριν από το Χ/ΟΗΕ ίσχυε η θεωρία του «δικαίου πολέμου» (“bellum iustum”) που νομιμοποιούσε την «ανθρωπιστική παρέμβαση» (μιλήσαμε λίγο παραπάνω γι αυτό). Οι νομικοί αυτοί υποστήριξαν ότι η αρχή της «ανθρωπιστικής παρέμβασης» μπορεί να αναβιώσει ακόμη και υπό την ισχύ του Χ/ΟΗΕ και να δικαιολογήσει την ένοπλη επέμβαση, όταν διαπράττονται γενοκτονία και εγκλήματα σε βάρος του αμάχου πληθυσμού. Άλλοι νομικοί δικαιολογούν την «ανθρωπιστική απέμβαση» αναφερόμενοι στην «Ευθύνη για Προστασία» (“Responsibility To Protect”) που περιλαμβάνεται σε Ψήφισμα της ΓΣ/ΟΗΕ και στον κεντρικό ρόλο που διαδραματίζουν η αρχή του ανθρωπισμού και τα ανθρώπινα δικαιώματα στο σύγχρονο οικουμενικό πολιτισμό. Θα ήθελα να παρατηρήσω ότι η πρώτη περίπτωση εφαρμογής της αρχής της «ανθρωπιστικής επέμβασης» έγινε κατά τη ναυμαχία του Ναβαρίνο, όταν οι στόλοι των τριών δυνάμεων, Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας, κατέστρεψαν τον τουρκο-αιγυπτιακό στόλο τόσο λόγω της άρνησης του Ιμπραήμ και της Υψηλής Πύλης να συναινέσουν στην ανακωχή που είχαν αποφασίσει οι δυνάμεις με το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης (1826) και τη Συνθήκη του λονδίνου (1827), όσο, και κυρίως, λόγω των σφαγών του ελληνικού πληθυσμού εκ μέρους των οθωμανικών δυνάμεων.
Αυτή ήταν η νομική επιχειρηματολογία για την επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαυία (1995) και το Κόσοβο (1999). Ας μην υπεισέλθουμε στη συζήτηση, αν η επέμβαση είχε ανθρωπιστικό στόχο ή απέβλεπε στην εμπέδωση της δυτικής ηγεμονίας στα Βαλκάνια μέσω της εξασθένισης της Σερβίας και της αποτροπής της ρωσικής επιρροής. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρά την ευρύτατη συζήτηση για τη νομιμότητα της επέμβασης δεν έχει προκύψει τελικό αποτέλεσμα. Η πλειοψηφία των νομικών δέχεται ότι η επέμβαση στη Γιουγκοσλαυία αποτελεί «μοναδική περίπτωση» που δεν αποτελεί «προηγούμενο» στις διεθνείς σχέσεις, «μάλλον» παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου που δικαιολογείται πολιτικά και ηθικά λόγω της αιματοχυσίας (“illegal but not illegitimate”).
Ένα απο τα επιχειρήματα που επικαλέστηκε ο Πρόεδρος Πούτιν για να δικαιολογήσει την ένοπλη επέμβαση στην Ουκρανία ήταν και τα χιλιάδες θύματα των ρωσοφώνων των αποσχιστικών περιοχών στη Νότια Ουκρανία που είχαν φονευθεί κατά τους βομβαρδισμούς των περιοχών αυτών από τις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις και τις συγκρούσεις με τα λεγόμενα «τάγματα του Αζόφ». Η ρωσική πλευρά έκανε λόγο για «εκναζισμό» της ουκρανικής πολιτικής, για «γενοκτονία» σε βάρος του ρωσόφωνου πληθυσμού και για συστηματικές παραβιάσεις των δικαιωμάτων της. Εδώ υπάρχει παραλληλισμός των γεγονότων στην Ουκρανία με την περίπτωση της πρώην Γιουγκοσλαυίας. Για το λόγο αυτό, η ρωσική πλευρά επιμένει στο χαρακτηρισμό «ειδική στρατιωτική επιχείριση» και δεν χρησιμοποιεί τον δόκιμο όρο «ένοπλη σύρραξη» ή απλά πόλεμος. Στην ουκρανικά δεν έχουμε τέτοιες παραβιάσεις σε αυτήν την έκταση και υπάρχει μεγάλη αμφισβήτηση. Καταρχάς, έχουμε παραβίαση εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανία από το 2014 όταν η Ρωσία αντιδρώντας στις συγκρούσεις στην Ουκρανία και στην παρέμβαση των δυτών δυνάμεων, κατέλαβε και κατέχει και ενσωμάτωσε την Κριμαία. Ενθάρρυνε τις δυο πασχισθέντες περιοχές, Ντονένσκ και Λουχάνσκ να εγκαταλείψουν την Ουκρανία και να κηρύξουν ανεξαρτησία.
Είναι βέβαιο ότι υπήρχαν συνεχείς ανταλλαγές πυρών ανάμεσα στον Ουκρανικό στρατό και στις αποσχιστικές περιοχές. Είναι βέβαιο ότι δεν έχουμε γενοκτονία στην Ουκρανία και έχει επίσης διαπιστωθεί ότι υπήρξαν παραστρατιωτικές και εγκληματικές ομάδας που χτυπούσαν τον ρωσικό πληθυσμό. Η Ουκρανία το αμφισβητεί βεβαίως αλλά όπως και να έχει, ένα τρίτο κράτος δεν έχει δικαίωμα να παραβιάσει την εδαφική ακεραιότητα ενός αλλού κράτους για οποιοδήποτε λόγο. Έτσι λοιπόν όπως έχουμε παρανομία στην περίπτωση του Κοσόβου και Γιουγκοσλαβίας, έχουμε παρανομία και στη περίπτωση Ρωσίας και Ουκρανίας. Επιχείρημα Ρώσων ήταν ότι δημιουργείται μια πρακτική που ανατρέπει την νομιμότητα και επειδή στο ΔΔ τα πράγματα είναι ρευστά, αυτή τη στιγμή έχουμε και έναν πρόσθετο λόγο άρσεως του αδίκου που είναι η σωτηρία των ανθρώπων. Δυο παράλληλες συμμετρικά ενέργειες. Στην περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας, είχαμε ευρύτατη πληροφόρηση για το τι συμβαίνει, πχ Σρεμπρένιτσα. Στη περίπτωση εδώ δεν υπάρχει αυτή η πληροφόρησης. Ενώ τείνει λοιπόν η Δύση να πιστέψει ότι υπήρξε σοβαρός λόγος παρέμβασης στο Κόσοβο και την Γ, δεν έχει την ανάλογη ευαισθησία, είτε επειδή δεν υπάρχει λόγος είτε πληροφόρηση, για την Ουκρανία, Με την ένταση του ζητήματος, οποιαδήποτε αλήθεια και να υπάρχει εξαφανίζεται.
Ο ουκρανός πρόεδρος δήλωσε σε ανάρτησή του στο twitter ότι η χώρα του κατέθεσε αίτηση για προσωρινά μέτρα εις βάρος της Ρωσίας στο Διεθνές Δικαστήριο στη Χάγη, επικαλούμενος το άρθρο 9, για πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος της γενοκτονίας. Έχετε κάποια εκτίμηση για την απόφαση του Δικαστηρίου;
Η Ουκρανία επιδιώκει να αναγνωριστεί διεθνώς ότι η «ειδική στρατιωτική επιχείριση» της Ρωσίας αποτελεί παράνομη επίθεση σε βάρος της. Η ευθεία διαδικαστική οδός θα ήταν η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (ΔΔΧ), αλλά η Ρωσία δεν έχει δηλώσει ότι αποδέχεται την υποχρεωτική δικαιοδοσία του (άρθρο 36 παρ. 2 Καταστατικού ΔΔΧ – Κ/ΔΔΧ). Για το λόγο αυτό, η Ουκρανία χρησιμοποίησε ένα «πλάγιο τρόπο»: Προσέφυγε στο ΔΔΧ σύμφωνα με το άρθρο 9 της «Σύμβασης δια την πρόληψιν και την καταστολή του εγκλήματος της γενοκτονίας» της 9ης Δεκεμβρίου 1948, το οποίο προβλέπει ότι «αι μεταξύ των Συμβαλλομένων Μερών διαφοραί … θα υποβάλλωνται εις το Δικαστήριον Διαρκούς Δικαιοσύνης, κατ’ αίτησιν ενός των εν τη διαφορά μερών». Η Σύμβαση δηλαδή προβλέπει την υποχρεωτική δικαιοδοσία του ΔΔΧ ανεξάρτητα από τη βούληση των κρατών. Με τον ίδιο τρόπο, την παράκαμψη δηλαδή της ελλείψεως δικαιοδοσίας του ΔΔΧ μέσω της επικλήσεως ειδικών συμβάσεων, όπου αυτή προβλέπεται, και άλλα κράτη έχουν επιτύχει την έκδοση απόφασης.
Η Ουκρανία υποστήριξε ότι παρανόμως της επιτέθηκε η Ρωσία και ότι η ίδια δεν άσκησε γενοκτονία κατά του ρωσόφωνου πληθυσμού, όπως την κατηγόρησε η Μόσχα. Η στάση του ΔΔΧ ήταν θετική. Ενώ θα μπορούσε να απορρίψει την προσφυγή ως καταχρηστική, το ΔΔΧ την έκανε δεκτή, διαπίστωσε την παρανομία της Ρωσίας και εξέδωσε απόφαση προσωρινών μέτρων, με την οποία διέταξε τη διακοπή της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρισης», την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων και το σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας. Η σημασία της απόφασης είναι πρωτίστως ηθική, μια και η Ρωσία δεν πρόκειται να συμμορφωθεί. Παράλληλα, δικαιολογεί την παροχή βοήθειας προς την Ουκρανία και υπογραμμίζει τη διεθνή ευθύνη της Ρωσίας.
Για το θέμα της γενοκτονίας θα πρέπει να πισημάνουμε ότι πληθαίνουν οι φωνές στη Δύση που υποστηρίζουν ότι οι ρωσικές ενοπλες δυνάμεις ασκούν γενοκτονία στην Ουκρανία. Πλήθος ειδικών έχουν κληθεί για να συλλέξουν στοιχεία, τα οποίοα θα βρίσκονται στη διάθεση του ΔΠΔ. Επί πλέον αναμένεται η δημοσίευση έκθεσης δύο γνωστών διεθνών ιδρυμάτων, στην οποία νομικοί και λοιποί ειδικοί προτίθενται να τεκμηριώσουν τη διενέργεια γενοκτονίας (“New Lines Institute for Strategy and Policy”, “Raul Wallenberg Centre for Human Rights”).
Επιτρέψτε μου μερικές καταληκτικές παρατηρήσεις:
Μέχρι τώρα περιορίσαμε τη συζήτησή μας στο νομικό και ηθικό επίπεδο. Αυτό, όμως, δεν αρκεί, κατά τη γνώμη μου, για την κατανόηση της συμπεριφοράς της Ρωσίας. Οφείλουμε να ανατρέξουμε στα στρατηγικά συμφέροντα της Ρωσίας στην περιοχή και στον κόσμο.
Η Ρωσία δεν εχει αναγκη από εδαφος, ούτε αποβλεπει στην ανασύσταση της ρωσικης αυτοκρατοριας. Ουτε ο Πουτιν είναι διπολική, παρανοϊκή η σχιζοφρενική προσωπικότητα. Ο Winston Churchill είχε πει ότι η Ρωσία είναι «ένας γρίφος που τον ζώνει ένα μυστήριο στην καρδιά ενός αινίγματος, αλλά ίσως υπάρχει ένα κλειδί. Αυτό το κλειδί είναι το εθνικό συμφέρον της Ρωσίας». Πίσω από τις αποφάσεις της ρωσικής ηγεσίας κρύβεται μια στρατηγική λογική. Αυτή τη λογική οφείλουμε να κατανοήσουμε και να σεβαστούμε.
Η Ρωσία είναι κράτος με ιστορία και η ρωσική κοινωνία έχει επίγνωση της ιστορίας της. Εδώ δεν χρειάζονται «βουτιές» στα βαθιά και πολλές φορές ανεξερεύνητα νερά της ιστορίας. Ο διεθνής πρωταγωνιστικός ρόλος που αποσκοπεί να διαδραματίσει η Ρωσία, αλλά και η ίδια της η επιβίωση, εξαρτώνται από την έξοδο στη θάλασσα και την αποτροπή εισβολών.
Η έξοδος στη Βαλτική και στη Μαύρη Θάλασσα αποτέλεσαν κυρίαρχο στρατηγικό στόχο. Η ανάμνηση του «ταταρικού ζυγού» υπαγόρευσε την εξάπλωση και σταθεροποίηση προς Ανατολάς, ενώ η προστασία των δυτικών και νοτίων συνόρων οδήγησαν σε πολέμους με τις «ανταγωνιστικές» αυτοκρατορίες, την Αυστρία, την Οθωμανική και την Περσική Αυτοκρατορία. Η σύγκρουση ήταν στο Βορρά με τη Σουηδία και την Πολωνο-Λιθουανική Ομοσπονδία, στις μετέπειτα ηγεμονίες Μολδαυία και Βλαχία και στον Καύκασο. Εισβολές δεν έλειψαν: των Σουηδών που έληξε με την ήττα τους στη μάχη της Πολτάβα (1709), του Ναπολέοντα που έληξε με τη μάχη της Λειψίας (που αποκαλέστηκε «μέχη των εθνών», 1813) και της χιτλερικής Γερμανίας που έληξε με τη ρωσική νίκη σ’αυτό που ονομάστηε Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος. Αυτά σημάδεψαν τη ρωσική ιστορία και οδήγησαν στην επεκτατική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης, στην κατάληψη των Βαλτικών χωρών, στην ίδρυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ως απάντηση στο ΝΑΤΟ, και σε «σοσιαλιστικές επεμβάσεις» στην Ανατολική Γερμανία, την Ουγγαρία και την Τσεχοσλοβακία.
Κάνοντας ενα μικρό άλμα φτάνουμε στη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας και της COMECON, την επανένωση της Γερμανίας και το δυτικό προσανατολισμό των κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Προς στιγμήν φάνηκε ότι η Ρωσία, αντιμετωπίζοντας μεγάλα εσωτερικά πολιτικά, εθνοτικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και την κεκαλυμμένη αλλά διαβρωτική στάση ορισμένων υπηρεσιών και οργανώσεων των ΗΠΑ και άλλων δυτικών κρατών, θα εκλείψει από το παγκόσμιο στερέωμα ως μεγάλη δύναμη. Η δεκαετία του 1990 ανέδειξε τη «μοναδική υπερδύναμη» (ΗΠΑ), τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, παρά τις αντίθετες σχετικές διαβεβαιώσεις, την εμπέδωση της διεθνούς τάξης με αμερικανικό πρόσημο. Με δεδομένο ότι το ΝΑΤΟ ακολούθησε μια «σχιζοφρενική» πολιτική προσεγγίζοντας τη Ρωσία μέσω του «Συμβουλίου ΝΑΤΟ-Ρωσίας» αλλά και θεωρώντας της ως στρατηγικό αντίπαλο, η Ρωσία ουσιαστικά περιλυκλώθηκε από δυνητικά «εχθρικές» δυνάμεις. Παρά τον κίνδυνο και παρά τις επί σειράν ετών προκλήσεις κατά τη μεταφορά των ρωσικών υδρογονανθράκων μέσω των ουκρανικών αγωγών, η Ρωσία δεν αντέδρασε.
Τα πράγματα άλλαξαν με την προσπάθεια, όχι χωρίς δυτική υποστήριξη, του γεωργιανού προέδρου Saakashvilli να καταλάβει με τη βία τη Νότια Οσσετία (2008) και την ανατροπή του Προέδρου Janukovits κατά την «επανάσταση του Maidan» (2014). Οι κινήσεις στη Γεωργία και την Ουκρανία είχαν ως στόχο να προετοιμάσουν την ένταξη στο ΝΑΤΟ και η δυναμική απάντηση της Ρωσίας έδειξε ότι με τον τρόπο αυτό παραβιάζονταν οι «κόκκινες γραμμές» της.
Το πρόβλημα για τη Ρωσία είναι σοβαρό, υπαρξιακό. Ο Πρόεδρος Πούτιν το τόνισε στην ομιλία του. Ζήτησε μάλιστα διαπραγμάτευση εφ’όλης της ύλης με τη Δύση με σκοπό τη διαμόρφωση ενός συστήματος ειρήνης και ασφαλείας στην Ευρώπη μαζί και όχι εναντίον της Ρωσίας. Τα αιτήματά του ήταν υπερβολικά, είναι αλήθεια, αλλά έτσι ξεκινάει η διαπραγμάτευση, κάθε διαπραγμάτευση, από το «ανατολίτικο παζάρι» μέχρι τη συζήτηση για τα πυρηνικά. Η Δύση δεν τον πήρε σοβαρά, νόμιζε ότι η Ρωσία «μπλοφάρει.
Μια ματιά στο χάρτη: Με τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ και τη σχεδιαζομένη προσχώρηση Σουηδίας και Φινλανδίας, αν εν τέλει υλοποιηθεί, «κλείνει» η Βαλτική για τη Ρωσία, ακυρώνεται το όραμα του Μεγάλου Πέτρου για «παράθυρο» της Ρωσίας στην Ευρώπη. Η Βαλτική καθίσταται νατοϊκή λίμνη και σε κάθε στιγμή είναι δυνατός ο αποκλεισμός της Ρωσίας. Η Ρωσία μάλλον θα μπορέσει να βρει διέξοδο, επειδή λόγω της κλιματικής αλλαγής καθίσταται πλωτή καθ’ όλο το έτος η Βόρειος Θάλασσα.
Στη Μαύρη Θάλασσα και τη Μεσόγειο, όπου τα ρωσικά συμφέροντα είναι μεγάλα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Και εδώ υπάρχει «περικύκλωση» από το ΝΑΤΟ (Τουρκία, Βουλγαρία, Ρουμανία είναι μέλη της Συμμαχίας), αλλά παρέμενε μέχρι πρόσφατα ο «πνεύμονας» της ουδέτερης Ουκρανίας. Είναι γνωστό ότι η Ουκρανία συμμετέχει στην “Partnership for Peace”, διεξάγει κοινές ασκήσεις με το ΝΑΤΟ, ο οπλισμός της αντικαθίσταται βαθμιαίως με αμερικανικό και επιδιώκεται η interoperability με τις νατοϊκές δυνάμεις. Μετά το 2014 αναπτύχθηκε αντιρωσικό κλίμα και δεν υλοποιήθηκαν οι συμφωνίες του Μινσκ για τις αποσχιστικές περιοχές. Η πολιτικη elite της χώρας εναπέθετε τις ελπίδες της στην ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ και δεν έκρυβε την πρόθεσή της να ανακαταλάβει με τη βία και την Κριμαία και το Donetsk και το Luhansk. Ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και ενδεχομένη εγκατάσταση πυρηνικών όπλων στο έδαφός της, όπως φαίνεται ότι έχει ζητήσει ο Πρόεδρος Ζελένσκυ, θα σήμαινε την αποκοπή της Ρωσίας από τη Μαύρη Θάλασσα (ο στόλος της Μαύρης Θάλασσας θα έμενε χωρίς βάσεις και τα εμπορικά πλοία της Ρωσίας θα εξαρτώνταν από την καλή βούληση της Ουκρανίας). Το ρωσικό λιμάνι του Νοβοροσίσκ που βρίσκεται στη Μαύρη Θάλασσα, δεν θα μπορούσε να μεταβληθεί, από τη μια μέρα στην άλλη, σε ναυτική βάση και εμπορικό κόμβο.
Θα με ρωτήσετε τί προτείνω. Με δύο συναδέλφους, τους πρέσβεις κκ. Λεωνίδα Χρυσανθόπουλο και Νίκο Κανέλλο είχαμε επεξεργαστεί μια πρόταση που περιλάμβανε κατάπαυση πυρός και διαπραγματεύσεις σε δύο επίπεδα: διμερώς μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του πολέμου και πολυμερώς, μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας και άλλων ενδιαφερομένων μερών για τη διαμόρφωση μιάς νέας τάξης ειρήνης και ασφαλείας στην Ευρώπη που θα προστατεύει τα συμφέροντα όλων των εμπλεκομένων κρατών.
Το τελευταίο σημείο είναι κεντρικής σημασίας και το ονομάζω «Βιέννη.2». Στο Συνέδριο της Βιέννης (1815) συμμετέσχον όλα τα ευρωπαϊκά κράτη (η Οθωμανική Αυτοκρατορία προσεκλήθη, αλλά δεν αποδέχτηκε την πρόσκληση), αλλά τις αποφάσεις έλαβαν οι Μεγάλες Δυνάμεις. Είναι εντυπωσιακό ότι στη χορεία των Μεγάλων Δυνάμεων έγινε δεκτή και η Γαλλία, αν και είχε αντιμετωπίσει πέντε αντιγαλλικούς συνασπισμούς και είχε ηττηθεί σε δύο μεγάλες μάχες (Λειψία και Βατερλώ). Εν τούτοις, έγινε αντιληπτό ότι το σύστημα ειρήνης και ασφαλείας που θα ίδρυε το Συνέδριο της Βιέννης θα ήταν ατελές και επιρρεπές προς τη βία, αν απεκλείετο η συμμετοχή μιάς δύναμης όπως η Γαλλία. Στη συνέχεια, οι δυνάμεις δεν επέδειξαν την ίδια μακροπρόθεσμη λογική έναντι των ηττημένων. Η Πρωσία ταπείνωσε τη Γαλλία μετά το γαλλογερμανικό πόλεμο του 1870-1871, οι σύμμαχοι επέβαλαν στη Γερμανία μια εξουθενωτική ειρήνη μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ ο χωρισμός σε ανατολική και δυτική ήταν η «τιμωρία» της Γερμανίας μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Ψυχρός Πόλεμος την έσωσε από σκληρότερη μοίρα (πχ σχέδιο Morgentau).
Μετά την κατάρρευση του Ανατολικού Συνασπισμού και τη διάλυση της ΕΣΣΔ, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ αντιμετώπισαν τη Ρωσία με όρους ηττημένου, υποδαύλισαν αποσχιστικές κινήσεις (Τσετσενία) και αναμίχθηκαν στις εσωτερικές της υποθέσεις (εμφανής υποστήριξη του Προέδρου Γιέλτσιν). Οι δυτικοί θεσμοί (ΕΕ, ΝΑΤΟ) διευρύνθηκαν, ενώ για τη Ρωσία ιδρύθηκαν ειδικοί θεσμοί συνεργασίας που διαιώνιζαν τον αποκλεισμό της από τις ευρωπαϊκές υποθέσεις και αγνοούσαν τα συμφέροντά της. Ο ΟΑΣΕ που υποτίθεται θα ήταν συμμετοχικός οργανισμός ασφάλειας, παρέμεινε ένα βήμα πόλωσης που δεν επηρέασε την ασφάλεια στην Ευρώπη. Το Συμβούλιο της Ευρώπης παρέμεινε ένας θεσμός για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κριτικής κατά της Ρωσίας.
Η Ευρώπη δεν έχει ανάγκη συμμαχιών, αλλά συμμετοχικών οργανισμών, στους οποίους τα θέματα ειρηνης και ασφαλείας θα συζητούνται με στόχο το κοινό συμφέρον. Δεν θέλω να επεκταθώ σ’αυτό στο πλαίσιο μιάς συνέντευξης για την Ουκρανία. Νομίζω ότι η σύγκληση μιάς πολυμερούς διάσκεψης όπως κάποτε στη Βιέννη, θα συνέβαλλε σημαντικά στην αποκατάσταση της ειρήνης.
***
Τέλος, θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τον κύριο Κατράνη για την εποικοδομητική και διαφωτιστική συζήτηση επί του θέματος.