72η Επέτειος της Διακήρυξης Schuman – 9 Μαΐου 1950
Η υπογραφή της Συνθήκης ΕΚΑΧ (18 Απριλίου 1951)
Πηγή:(https://www.europeana.eu/el/exhibitions/70th-anniversary-of-the-schuman-declaration/signing-of-the-ecsc-treaty 31-8-2022)
Από την Δήμητρα Κιούση, μέλος της Ομάδας Συνεντεύξεων
Παραχωρήθηκε συνέντευξη ως προς την ανωτέρω θεματική στις 5 Ιουλίου 2022, με συνεντευξιαζόμενο τον κ. Δημήτριο Ν. Χρυσοχόου, Καθηγητή Θεωρίας και Θεσμών της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ο Δημήτρης Ν. Χρυσοχόου είναι Καθηγητής Θεωρίας και Θεσμών της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει διατελέσει Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, Reader, Honorary University Fellow και Honorary Senior Research Fellow στο Πανεπιστήμιο Έξετερ, Επισκέπτης Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κατάνια και στο Κέντρο Έρευνας Δημοκρατίας και Δικαίου του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Visiting Research Professor στο Virginia Tech Center for European Union, Transatlantic and Trans-European Space Studies – A Jean Monnet Center of Excellence, και Επισκέπτης Ερευνητής/Εταίρος στα Πανεπιστήμια Κέμπριτζ, Οξφόρδης, LSE, Κολούμπια, Γενεύης, Όσλο, CHRIST (Deemed to be University, Ινδία), Jyväskylä, Μάλτας, Νεάπολις Πάφου, Λευκωσίας, Αιγαίου, Πελοποννήσου, Κρήτης, στο Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου, στο Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκών Μελετών και στο Νορβηγικό Ινστιτούτο Αθηνών. Τον Φεβρουάριο του 2021, η Ελληνική Εταιρεία Πολιτικής Επιστήμης απένειμε Τιμητική Διάκριση Πρωτότυπου Σχεδιασμού και Υποδειγματικής Γραφής στο έργο του Πολιτειολογία των ενώσεων (Ι. Σιδέρης, 2020).
Στις 9 Μαΐου εορτάστηκε πανηγυρικά η Ημέρα της Ευρώπης (Europe Day) με διεξαγωγή εκδηλώσεων επιμορφωτικού και ψυχαγωγικού χαρακτήρα στα κράτη όπου εδρεύουν τα ενωσιακά θεσμικά όργανα, δεδομένου ότι έχει καθιερωθεί ο εορτασμός αυτής της Ημέρας στα κράτη-μέλη της νυν Ε.Ε προς τιμήν της ίδρυσης της Ε.Κ.Α.Χ το 1950 επί Σουμάν. Κατά την γνώμη σας, το ευρωπαϊκό όραμα για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση όπως διατυπώθηκε στην Διακήρυξη Σουμάν με τους στόχους και τις μεθόδους επίτευξής τους συντέλεσε στην μακραίωνη ενότητα των ευρωπαϊκών λαών ή θεωρείτε ότι υπήρχαν «εκκολαπτόμενα» σημεία τριβής σε ποικίλες πολιτικές;
Καταρχάς, οφείλω να σας ευχαριστήσω θερμά για την ευγενική πρόσκληση και τη δυνατότητα να επικοινωνήσω μαζί σας. Επιτρέψτε μου να επισημάνω, όπως ορθά προαναφέρατε, πως πρόκειται για μια εξόχως εμβληματική ημερομηνία, καθώς μας υπενθυμίζει ότι υφίσταται ένας κοινός ευρωπαϊκός δεσμός, που αποτελεί την «ψυχή» της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.). Προφανώς, κατά την πολυκύμαντη διαδρομή της, ανέκυψαν διαφωνίες ως προς τη θεσμική αρχιτεκτονική και τη διαδικασία λήψης των ιδιαιτέρως κρίσιμων για την πολιτική βιωσιμότητα της Ένωσης αποφάσεων, άλλοτε με απτά ουσιαστικά αποτελέσματα και άλλοτε με μη ουσιαστικό αντίκρισμα στα συμβαλλόμενα μέρη. Κατά την άποψή μου, όπως σωστά σημειώνετε, το μείζον που πρέπει να κρατήσουμε είναι η «μεγάλη εικόνα», ότι ο πρωταρχικός σκοπός του ευρωπαϊκού εγχειρήματος έχει επιτευχθεί: η ειρήνη μεταξύ των μελών. Δίχως αυτήν δεν υφίσταται ένωση με την ουσιαστική έννοια. Εν προκειμένω, η Ένωση εδράζεται στη συλλογική αξία του διαμοιρασμού κρίσιμων αρμοδιοτήτων ανάμεσα στα κράτη-μέλη, χωρίς, ωστόσο, αυτό να αποτελεί στοιχείο απομείωσης της εθνικής κυριαρχίας των μελών. Σε τούτο το πολυσύνθετο ευρωπαϊκό μωσαϊκό δεσπόζει η συντεταγμένη συλλογική συμβίωση ετερογενών, αλλά φιλάλληλων, κρατών-μελών.
Εκτιμάται ότι απότοκος της Διακήρυξης Σουμάν ήταν η εγκαθίδρυση μιας ευρωπαϊκής ομοσπονδίας. Αρκετοί πολιτικοί αναλυτές έσπευσαν να χαρακτηρίσουν το μόρφωμα της Ε.Ε. ως λειτουργική ομοσπονδία ή ομοσπονδία ειδικών σκοπών, στερούμενη εδαφικής κυριαρχίας με την δικαιολογητική βάση της αντιμετώπισης των προκλήσεων της παγκοσμιοποίησης. Πώς μπορεί να εκλογικευτεί εμπράκτως η άποψη αυτή στην σημερινή εποχή, λαμβάνοντας υπόψη την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την τρέχουσα υγειονομική-οικονομική κρίση εξαιτίας της πανδημίας της COVID-19;
Επιτρέψτε μου μια μικρή διαφοροποίηση. Δεν έχουμε φτάσει ακόμα στο σημείο να μιλάμε για «ευρωπαϊκή ομοσπονδία» με την τυπική, έστω, έννοια του όρου. Έχει γίνει λόγος για μια μορφή ομοσπονδοποίησης ή ομοσπονδιακής λογικής, αλλά η πρωτοτυπία, όσο και η μοναδική φύση της Ένωσης, συνδυάζουν –και συναρμόζουν– περισσότερο στοιχεία από το συνομοσπονδιακό και το ομοσπονδιακό πρότυπο, δίχως να εφαρμόζεται αποκλειστικά το ένα ή το άλλο στην πράξη. Άρα, η μικρή απόκλιση της σκέψης μου από αυτό που αναφέρατε, έγκειται στην μη ύπαρξη –ακόμα– μια γενικής, ως προς την πολιτειακή υπόσταση της Ένωσης, ομοσπονδιακής λογικής. Στον σύγχρονο κόσμο, η ομοσπονδία αποτελεί κυρίαρχο κράτος. Η Ε.Ε. διαθέτει μεν αρκετά συστατικά στοιχεία του ομοσπονδιακού προτύπου, όπως, άλλωστε, σημειώνεται στην ευρύτερη θεωρητική συζήτηση, αλλά δεν εδράζεται σε Σύνταγμα, όσο ενοποιητικού χαρακτήρα και αν καθίσταται μια Διεθνής, εν προκειμένω, Συνθήκη. Έπειτα, δεν διαθέτει η ίδια τη λεγόμενη «αρμοδιότητα της αρμοδιότητας», όπως συμβαίνει στα κυρίαρχα κράτη, ώστε να μπορεί να ελέγχει εξ’ ολοκλήρου το εύρος των αρμοδιοτήτων της. Δεν διαθέτει, επίσης, συντακτική εξουσία, όπως τα συστατικά της υποσύνολα, καθώς απουσιάζει ένας ενιαίος λαός, χωρίς, ωστόσο, να παραβλέπεται η εν εξελίξει διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού δήμου. Ως εκ τούτου, το συστατικό στοιχείο της κρατικής κυριαρχίας απουσιάζει από την Ε.Ε. ώστε να χαρακτηριστεί ως ομοσπονδία, παρότι έχει προβεί σε αρκετά καινοτόμα βήματα, που υπερβαίνουν το συμβατικό κρατοκεντρικό συνομοσπονδιακό πρότυπο. Γι’ αυτό και στη θεωρητική συζήτηση αναδύονται πρότυπα πολιτικών μορφών, τα οποία έρχονται να υποστηρίξουν όχι μόνον τον μοναδικό ενωσιακό χαρακτήρα, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο η Ένωση αξιοποιεί στοιχεία από διαφορετικές πολιτικές μορφές. Μια σκέψη, η οποία συναρτάται ευθέως προς την προσφορά των μελών προ την κοινή ένωση, είναι η αναγωγή της πολιτικής μορφής «ένωση» σε «ένωση πολιτειακής συνεξέλιξης» υπό την έννοια της προσφοράς ή του μοιράσματος σε ένα συντεταγμένο σύνολο διά της ενεργού συμμετοχής των εταίρων-μελών στη διακυβέρνησή του. Ως προς το δεύτερο σκέλος της ερώτησης, πριν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είχαν ανακύψει ενδιαφέρουσες σκέψεις για την πολιτική εμβάθυνση της Ε.Ε., προεχόντως θα έλεγα από τη Γαλλία και, πιο πρόσφατα, στο πλαίσιο της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης. Η ρωσική εισβολή λειτούργησε ως επιταχυντής σε αρκετές συζητήσεις, ιδίως με αναφορά στη «στρατηγική αυτονομία» της Ένωσης, όπως στους τομείς της άμυνας, της ενέργειας κ.ά. Από την άλλη πλευρά, υπήρξε μια σημαντική αντίδραση της Ε.Ε. απέναντι στην ρωσική εισβολή με πρωτοφανείς κυρώσεις για τα ευρωπαϊκά δεδομένα συναρτώμενες προς τη λογική και τη δεοντολογία των ευρωπαϊκών νορμών. Αναφέρομαι εδώ περισσότερο στην θεωρία του Ian Manners για την «ευρωπαϊκή κανονιστική ισχύ» («normative power Europe»), δεδομένου ότι η Ευρώπη εξακτινώνει τον κοινό, διαμοιραζόμενο μεταξύ των μελών της, δημόσιο πολιτισμό προς τα έξω, προσελκύοντας τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς σε πλαίσιο αμοιβαίας συνεννόησης.
Εν μέσω της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης, αναπτύσσεται το πρόγραμμα REPowerEU, αποσκοπώντας στην απεξάρτηση της Ε.Ε. από τα ορυκτά καύσιμα της Ρωσίας καθώς και στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής υπό το πρίσμα της πολλά υποσχόμενης Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας (European Green Deal). Θεωρείτε ότι το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο στο πεδίο του περιβάλλοντος και της ενέργειας χρήζει βελτιστοποίησης ή/και αναθεώρησης με τους υφιστάμενους θεσμικούς-ρυθμιστικούς μηχανισμούς που το πλαισιώνουν;
Παρότι ο ενεργειακός τομέας της Ε.Ε. δεν είναι ο τομέας ειδίκευσής μου, οφείλω να πω ότι παλαιότερα σχήματα, ιδέες και προτάσεις περί την σύσταση «ενεργειακής ένωσης» ή «απεξάρτησης» της ενεργειακής ενωσιακής πολιτικής από άλλα κράτη οδήγησαν στην αναζήτηση εναλλακτικών τρόπων παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας. Επομένως, ήταν αναμενόμενο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία να πυροδοτηθούν διάλογοι για διόδους απεξάρτησης προς την κατεύθυνση μιας κοινής ενεργειακής πολιτικής, κάτι που καθίσταται πλέον επιτακτικό.
Δεδομένου ότι η Ε.Ε. αποτελεί έναν παγκόσμιας εμβέλειας υπερεθνικό οργανισμό επικρατεί η άποψη ότι η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από τα κράτη-μέλη στα ενωσιακά θεσμικά όργανα θεωρείται γνώρισμα της ομοσπονδίας ενώ τα κράτη-μέλη υπάγονται απευθείας στο διεθνές δίκαιο υπό την έννοια της συνομοσπονδίας βάσει της δικαιοπρακτικής τους ικανότητας. Συνεπώς, σε ποιο βαθμό θεωρείται επιτυχής και αποδοτική σε πολιτικό-οικονομικό επίπεδο η δικαιοδοσία των κρατών-μελών να παράγουν εθνικό δίκαιο σε σύγκλιση με το ενωσιακό δίκαιο;
Θεωρώ ότι κατ΄ ουσίαν αναφέρεστε στην υπεροχή του ενωσιακού δικαίου, ένα από τα κατεξοχήν στοιχεία ομοσπονδιακού χαρακτήρα της Ε.Ε. Υπεροχή, που έχει διασφαλιστεί και αναπτυχθεί μέσα από μια σημαντική νομολογία του τότε Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, πλέον Δικαστηρίου της Ε.Ε. Χωρίς την προαναφερθείσα αρχή, δεν δύναται να υφίσταται συντεταγμένη έννομη τάξη. Δεν χρειάζεται να υπάρξει ευθεία σύγκρουση της εθνικής με την ενωσιακή έννομη τάξη, αλλά να αναζητηθεί και ανευρεθεί ένας κοινός τόπος συμβίωσης. Εν συνόψει, υφίστανται «δοτές αρμοδιότητες» και διάφορα κριτήρια, όπως της αποτελεσματικότητας, στην ανάληψη δράσης, με την ειδοποιό διαφορά ότι το εθνικό κράτος, οικεία βουλήσει και σε συνέργεια με τα άλλα μέλη, συνομολογεί Συνθήκη βάσει της οποίας εξουσιοδοτεί τους ενωσιακούς θεσμούς να λειτουργήσουν υπέρ του κοινού οφέλους. Υπάρχουν πλέον και οι αποκλειστικές αρμοδιότητες της Ένωσης με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, κάτι που παρατηρείται σε μικρότερη έκταση ή ένταση στις συνομοσπονδίες. Το στοιχείο και η λογική που διέπουν την λειτουργία της Ένωσης είναι η «συνδιάθεση», η από κοινού άσκηση επιμέρους κυριαρχιών εντός των κοινών θεσμών και υπέρ του συντεταγμένου συνόλου και όχι η επικράτησης του κράτους ή της Ένωσης έναντι του άλλου.
Σύμφωνα με τα προλεγόμενα, η Ε.Ε. έχει δοτή αρμοδιότητα από τα μέλη της να χαράσσει καινοτόμες πολιτικές σε πολλαπλά πεδία, όπως το πεδίο της εκπαίδευσης και το ολοένα και διευρυνόμενο ψηφιακό πεδίο. Ο Ευρωπαϊκός Χώρος Εκπαίδευσης (European Education Area) σε σύμπραξη με το Ψηφιακό Σχέδιο Δράσης στον Τομέα της Εκπαίδευσης (Digital Education Action Plan 2021-2027) αποσκοπεί στον περιορισμό ή/και στην εκμηδένιση του αναλφαβητισμού, στην «διάχυση» της περιβαλλοντικής παιδείας, στην ισότητα των φύλων καθώς και στην ενίσχυση της συνδεσιμότητας μεταξύ των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων. Δεδομένης της εκ φύσεως ετερομορφίας της Ε.Ε., πώς αξιολογείτε την διαδραστικότητά της στο σύνολό της; Θεωρείτε ότι η Ευρώπη του σκληρού πυρήνα ή η Ευρώπη των ομόκεντρων κύκλων επί Ντελόρ δύναται να υποστηρίξει εμπράκτως το συγκεκριμένο εγχείρημα;
Πολυμορφία και διαφορετικότητα, ως εγγενή στοιχεία της Ένωσης, είναι ένας αξιοποιήσιμος πλούτος για έναν κοινό προγραμματισμό προς επίτευξη ενιαίων, όχι απαραίτητα ομοιοτελών, χώρων, όπως της εκπαίδευσης, που αποτελεί ένα διαρκώς αναπτυσσόμενο πεδίο της ενοποίησης. Συγκεκριμένα, το πρόγραμμα Erasmus, ένα από τα πλέον αγαπητά προγράμματα της Ε.Ε., έχει φέρει τους νέους πιο κοντά και με εμπειρίες επωφελείς για τη ζωή τους. Εδώ έγκειται και το ουσιώδες, που είναι το «μοίρασμα», χωρίς αυτό να σημαίνει ομοιογένεια ή ομοιοτέλεια, ήτοι την ύπαρξη ενός κοινού καταληκτικού σκοπού, , που θα πρέπει απαρέγκλιτα να επιτευχθεί. Ωστόσο, μέσω της πλουραλιστικής εικόνας και φύσης της Ένωσης, μπορούν να οικοδομηθούν ποικίλοι τρόποι του συλλογικού βίου, όπως και συμμετοχής σε αυτόν, αρκεί να υπάρχει προδιάθεση για αμοιβαίο όφελος. Σε ό,τι αφορά τα σχήματα διαφοροποιημένης ενοποίησης που προαναφέρατε, ενυπάρχει κίνδυνος αναφορικά με τη συνοχή της Ε.Ε. Προφανώς καθίσταται αντιληπτό το γεγονός ότι κάποια κράτη δεν επιθυμούν να συμμορφωθούν με τις επιταγές ή απαιτήσεις της ενοποίησης σε συγκεκριμένα πεδία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα πρέπει να ανασταλεί η κοινή πορεία. Από την άλλη πλευρά, είναι σημαντικό να διατηρηθεί ο συνεκτικός δεσμός της Ένωσης ώστε τα παραγόμενα από τις κοινές πολιτικές αποτελέσματα να διατηρηθούν και δη σε βάθος χρόνου. Είμαι αισιόδοξος για τη βιωσιμότητα της Ένωσης λόγω των εμπειριών της από τη μακρόχρονη και συντεταγμένη πορεία της, ιδίως εν μέσω διαφόρων κρίσεων. Το μείζον ζήτημα αυτή τη στιγμή είναι η προσήλωση στις κοινές ευρωπαϊκές αξίες της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου.
Οι οπαδοί του ομοσπονδιακού προτύπου διατείνονται ότι η ασυμμετρία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στον πολιτικό τομέα θα διαιωνίζεται ελλείψει μιας ενωσιακής κυβέρνησης στην οποία θα υπάγονται τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. Από την άλλη, οι οπαδοί του συνομοσπονδιακού προτύπου διαπνέονται από το αρχέγονο ιδεώδες της δημοκρατίας και της λαϊκής βούλησης και κυριαρχίας. Πιστεύουν ότι μια Ευρώπη των Εθνών δύναται να οικοδομηθεί επιτυχώς με ενισχυμένο τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων, περιστέλλοντας εν μέρει την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Κατά την άποψή σας, ποια θέση εκ των δύο εκτιμάτε ότι επικρατεί περισσότερο τα τελευταία έτη και ποια θα ευνοούσε την θέση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή σκακιέρα;
Η πατρίδα μας, με εξαίρεση κάποιων περιόδων, υπήρξε υπέρμαχος της ομοσπονδιακής λογικής της Ε.Ε. σε αντίστιξη προς το συνομοσπονδιακό πρότυπο. Όσο ενδιαφέροντα κι αν εμφανίζονται τα εν λόγω πρότυπα για την Ε.Ε., είτε με αναφορά στη συνομοσπονδιακή λογική της πρωταρχίας των κρατών στο κοινό σύστημα είτε στην εξελικτική συγκρότηση ενός ομοσπονδιακού «κέντρου», κάπου ανάμεσα αναδύεται μια έννοια «πολιτείας», που εδράζεται σε μια αρχιτεκτονική δημόσιας συμβίωσης –με την έννοια του συντεταγμένου κοινού βίου–, η οποία συνάδει προς τη συγχρονική φύση της Ε.Ε. ως πολιτείας και ως πολιτειών. Στο πλαίσιο, ίσως, μιας «πολιτειοκεντρικής» οπτικής της μορφής «συνομοσπονδία» βάσει της συμβολής του Murray Forsyth στο Unions of States: The Theory and Practice of Confederation (Leicester University Press, 1981). Μια τέτοια συνθήκη συνιστά πεδίο γόνιμου επιστημονικού διαλόγου, δίνοντας, επίσης, τη δυνατότητα να ανατρέξει κανείς στη γένεση και εξέλιξη του «ομοσπονδισμού», από τις αρχαιοελληνικές ενώσεις πόλεων-κρατών ώς τη σημερινή Ε.Ε., και να αντιληφθεί πώς η τελευταία θα μπορούσε να ενταχθεί σε συγκεκριμένες πολιτικές μορφές. Ένας γόνιμος προβληματισμός, πέραν της άτεγκτης πρόσδεσης στο ένα ή το άλλο γενικό πρότυπο, αλλά και πέραν μιας «εργαλειακής» και μόνον «συναρμογής» τους, είναι η διερεύνηση της μορφής «ένωση πολιτειακής συνεξέλιξης», η οποία θα ενισχύει τον κοινό δεσμό των μελών ως φιλάλληλων εταίρων – με σεβασμό, εν προκειμένω, στην εμβληματική ρήση της Ε.Ε. για «ενότητα στην πολυμορφία», αλλά και στην καταστατική της αρχή για «διαρκώς στενότερη ένωση», άρα για έναν ολοένα και περισσότερο συνεκτικό δεσμό ανάμεσα στα μέλη εν είδει «συνίδρυσης» κοινών βίων διά του ενωσιακού ως όρου βιωσιμότητας της κοινής ένωσης.
Το τρέχον έτος 2022 ανακηρύχθηκε ως Ευρωπαϊκό Έτος Νεολαίας και εορτάστηκε με αφορμή την Ημέρα της Ευρώπης με πληθώρα εκδηλώσεων ενημερωτικού και εκπαιδευτικού χαρακτήρα στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο Ζάππειο και στην Ελευσίνα ως Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2023. Ποιος ο ρόλος της πολιτιστικής διπλωματίας στην Ελλάδα και ποιος ο ευμεγέθης αντίκτυπός της στον αναθεωρητικό ρόλο της Τουρκίας;
Το πλέον σημαντικό επίτευγμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι, θα έλεγα, πολιτιστικού χαρακτήρα, καθώς αποτυπώνεται στο γεγονός ότι τα κράτη-μέλη αποδέχονται την αρχή (και πρακτική) της αμοιβαίας εμπλοκής στις εσωτερικές υποθέσεις των άλλων μελών υπέρ του κοινού οφέλους. Εξού και η συνδιάθεση ως εκδήλωση προ-αποδοχής του άλλου ως εταίρου-μέλους.
Εξαίρετοι πολιτικοί επιστήμονες ισχυρίζονται ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα σείεται συθέμελα οδεύοντας προς την ολοκληρωτική του διάλυση. Συμφωνείτε με αυτή την άποψη; Εάν ναι, ποιες είναι οι προτάσεις σας για μια εκ θεμελίων αναστύλωση της Ε.Ε. αναφορικά με την δομική και θεσμική της ανασυγκρότηση;
Το μείζον είναι να διατηρήσουμε την Ένωση με γνώμονα την πρωταρχία του κοινού συμφέροντος: την ύπαρξη πολλών δυνατοτήτων αξιοποιήσιμων από την κοινή ένωση με τρόπο ώστε να δύναται να διασφαλίσει διαχρονικά τις αξίες της. Η εν λόγω πρωταρχία, ενέχει την έκκληση και συγχρόνως απαίτηση για την Ευρώπη που αξίζει στην Ευρώπη εν είδει μοιράσματος του κοινού δεσμού.
***
Τελικώς, ευχαριστώ θερμά τον κύριο Καθηγητή για την επίκαιρη και ταυτοχρόνως με διαχρονικό αντίκτυπο συνέντευξη που μου παραχώρησε, τιμώντας με ιδιαίτερα με τη διαφωτιστική του παρουσία και τις εξαιρετικά κατατοπιστικές του απαντήσεις.